Mια βιωματική σχέση με τα ίχνη της αρχιτεκτονικής

Mια βιωματική σχέση με τα ίχνη της αρχιτεκτονικής


Clairy Palyvou, Daidalos at Work. A Phenomenological Approach to the Study of Minoan Architecture, INSTAP Academic Press, Φιλαδέλφεια, Πενσιλβάνια 2018 (σ. 254, εικόνες 202)

——————

Η νεότερη, και περισσότερο υποσχόμενη, χρονολογική περίοδος που εξερευνά η σύγχρονη αρχαιολογία είναι η προϊστορική. Εκείνη, που στερημένη γραπτά τεκμήρια, βυθίζεται στα απέραντα και ιλιγγιώδη βάθη της ιστορίας. Γράφοντας ένα βιβλίο, ειδικά για τη συναρπαστική αυτή περίοδο της Εποχής του Ορείχαλκου στο Αιγαίο, η τόσο πολύπειρη ερευνήτρια, επιστημονικά καταξιωμένη αρχιτέκτονας με ασυναγώνιστη γνώση του θέματος, Κ. Παλυβού προσφεύγει αρχικά στον Δαίδαλο, μυθικό επινοητή της τέχνης του αρχιτέκτονα, εμπνευστή του λαβυρίνθου και κατασκευαστή του Μινωικού κόσμου που σήμερα αποκαλύπτουν οι ανασκαφές στην Κρήτη και σε άλλα μικρότερα νησιά.
Έτσι, εξαρχής, η Κ.Π. ξεκαθαρίζει ότι «πρωταγωνιστής είναι η αρχιτεκτονική», αλλά με δύο τρόπους: ως κλειδί της Μινωικής περιόδου και ως εργαλείο εξερεύνησης των ακλόνητων αρχών της αρχιτεκτονικής σήμερα. Για τον πρώτο τρόπο, επιχειρεί μια περιήγηση που σου κόβεται η ανάσα στα αρχαιολογικά δεδομένα, με στόχο την ερμηνεία τους. Για να το πετύχει αυτό, πρώτα αναγνωρίζει τα συστατικά στοιχεία της Μινωικής αρχιτεκτονικής και κατόπιν τα αντιμετωπίζει με τον ίδιο συστηματικό και οργανωμένο τρόπο που θα έκανε για οποιοδήποτε σημερινό αρχιτεκτόνημα. Με αυτό τον τρόπο, κατασκευαστικές, λειτουργικές, μορφολογικές και συμβολικές παράμετροι εξετάζονται χωριστά και συνδυαστικά, όπου χρειάζεται. Τα κτίσματα αυτά δεν είναι πια «πρωτόγονες» και «άτεχνες» κατασκευές, αλλά μεταμορφώνονται σε εξαιρετικά ιδιοφυή κατασκευαστικά συστήματα, ικανά να οδηγήσουν σε εξίσου με οποιοδήποτε σύγχρονο κτιριακό οργανισμό άρτιο και πολυσύνθετο αποτέλεσμα.

Τύποι διαδρόμων, Κατοικία Α, Τυλισσός.

Η Κ.Π. δεν περιγράφει, «εξηγεί». Άλλωστε αναρίθμητοι άλλοι, ώς τώρα, έχουν εκθέσει και αναλύσει τα τεκμήρια της εποχής από την πρώτη στιγμή που χτύπησε η σκαπάνη του Έβανς στα «ανάκτορα» της Κνωσού το 1900 ώς τις αναρίθμητες σύγχρονες ανασκαφές από ξένους και Έλληνες αρχαιολόγους. Έτσι, δεν μας μαθαίνει το «τι» (κάτι που εισπράττεται σήμερα εύκολα από μηχανές μάθησης) αλλά το «γιατί», μέσω μιας βιωματικής σχέσης με τα ίχνη της αρχιτεκτονικής.

Εξηγώντας, χρειάζεται ένα τρόπο σκέψης, μια μέθοδο. Καταφεύγει, έτσι, στη σύγχρονη φαινομενολογία και τη θεωρία οπτικής αντίληψης του Γκεστάλτ, δύο εργαλεία καταξιωμένα από τη χρήση τους σε κείμενα σύγχρονων θεωρητικών της αρχιτεκτονικής εδώ και αρκετές δεκαετίες. Μπορεί η τόσο «εύθραυστη» φαινομενολογία να μην υπόκειται σε σχηματοποιήσεις, να υποδέχεται ειρηνικά την ασάφεια και να προτάσσει κυρίως την «κατανόηση» των πραγμάτων, αλλά για αυτούς τους λόγους γίνεται το πιο κατάλληλο μέσο διείσδυσης, χωρίς να καταντά πανάκεια, σε ένα ιδιότυπα άγνωστο κόσμο όπως είναι εκείνος της προϊστορίας.

Κατοικία Ξεστή 3, Ακρωτήρι Θήρας, ισομετρική παράσταση (σχέδιο Κ. Παλυβού).

Για τον δεύτερο τρόπο, επιχειρεί μια, ίσως ακόμα πιο ριζοσπαστική, επιδρομή στη σύγχρονη θεωρία της αρχιτεκτονικής, για να αποδείξει εκείνο που αρχικά ισχυρίστηκε: η αρχιτεκτονική είναι μία, είτε μιλάμε για τον εκείνο (άγνωστό μας) προϊστορικό μαθητή του Δαίδαλου είτε για τις σύγχρονες κορυφές, τον Κορμπυζιέ, τον Μις, τον Ράιτ. Μια τέτοια θαρραλέα διακήρυξη εξισώνεται με τον ευγενικό στόχο να αποκατασταθεί η χαμένη τιμή της μοντέρνας αρχιτεκτονικής, μιας τέχνης που αμφισβητήθηκε και παρεννοήθηκε τόσο στις μέρες μας.

Διαδικασία σχεδίασης Ανακτόρων, με βάση ένα τετράγωνο μοιρασμένο στα δύο, όπου εντάσσεται η κεντρική αυλή.

Ο τίτλος του τελευταίου κεφαλαίου της Κ.Π. είναι αναμφισβήτητα όσο χρειάζεται εύγλωττος: «Πίσω στον 21ο αιώνα. Σκέψεις από το μέλλον». Κι εδώ θέλει να μας δείξει πόσο αναπάντεχα «Μινωική» είναι η σημερινή πραγματικότητα, καθώς αποδεικνύεται πως εκείνη η μακρινή εποχή και η σημερινή απευθύνονται σε ακριβώς τα ίδια προβλήματα, επιχειρώντας να τα λύσουν με όσα μέσα είναι διαθέσιμα κάθε φορά. Ολοκληρώνοντας το επιχείρημα, η Κ.Π. μιλάει ανοιχτά για ένα «Μινωικό μοντερνισμό» που μπορεί να σταθεί θαρραλέα απέναντι στα επιτεύγματα του Μοντέρνου Κινήματος στην αρχιτεκτονική στις μέρες μας. Τον χαρακτηρίζει «αληθινή γένεση», τον ανυψώνει σε εκείνο το επίπεδο όπου οι εμπειρίες του παρελθόντος γίνονται οδηγοί για ριζοσπαστικές λύσεις του παρόντος, αυτή την ακατάλυτη δύναμη του όποιου μοντερνισμού. Στην τελευταία σκηνή, πριν πέσει η αυλαία, η Κ.Π. φέρνει με τη φαντασία της τρεις αρχιτέκτονες (Δαίδαλος, Ισοζάκι, Ράιτ) και τρεις ζωγράφους (Μόντριαν, Μιχαήλ Άγγελος, Χοκουσάι) να συζητάνε «τους μύθους και τις πραγματικότητες της τέχνης και της αρχιτεκτονικής».

Μάλια, σχέση ανοικτών χώρων, μεταξύ του Ανακτόρου (κεντρική αυλή) και του οικισμού (Αγορά).

Οφείλουμε ιδιαίτερη αναφορά στην τόσο προσεγμένη εικονογράφηση του βιβλίου, όχι μόνο με υλικό δανεισμένο αυτούσια ή επεξεργασμένο από παλιότερες δημοσιεύσεις αλλά και με εξαιρετικής διαύγειας ερμηνευτικά σκίτσα, αξονομετρικά, τομές και συμπληρώσεις σχεδίων από την ίδια, που παρακολουθούν την εξέλιξη της «πλοκής» του βιβλίου, παίζοντας ανάμεσα σε αρχαιολογικούς και αρχιτεκτονικούς τρόπους παράστασης – ένα πραγματικό μάθημα από μόνο του. Ανάλογος είναι ο ρόλος των φωτογραφιών, όχι μόνο αρχαιολογικών τόπων αλλά και εκείνων των δάνειων από εκδόσεις ελληνικών τοπίων και παραδοσιακής αρχιτεκτονικής, που πάλι αποδεικνύουν την ενότητα του τόπου, χρησιμοποιώντας μια υποδειγματική σελιδοποίηση.