Αβέβαιοι βηματισμοί στην ομίχλη & Άκαρπες συμβουλές

Φωτογραφία Αλέξανδρος Βρεττάκος
Φωτογραφία Αλέξανδρος Βρεττάκος

Άκαρπες συμβουλές

Μου φώναζες χρόνια ολόκληρα
να τολμήσω το κατέβασμα
μέσα στις βαθιές στοές.
Να μην διστάσω να πάω,
να μην φοβηθώ το σκοτάδι,
την υγρασία της ιστορίας,
τη μυρωδιά του θανάτου.
Η διαδρομή, όσο κι αν είναι δυσάρεστη
κι αδιέξοδη, προς το μαύρο ή το βαθύ
δεν χρειάζεται συνοδοιπόρους.
Και κει που φτάνεις, συνέχιζες να μου λες,
πάντα να αναχωρείς γι’ αλλού, πιο βαθιά,
πριν προλάβεις να κάνεις τις συστάσεις
πριν προλάβουν να σε ματώσουν.
Να ετοιμάζεις τα λόγια του αποχωρισμού
μ’ ευγένεια κι ας σου στοιχίζει.
Δεν χρειάζεται να στεριώσεις σε κάμπους
και στο χώμα το σκληρό ή το μαλακό.
Δεν χρειάζεσαι το γαλάζιο του νερού
και τ’ ουρανού το πλάτος.
Προτίμησε τα δάκρυα από το φως,
προτίμησε να μείνεις βαθιά παρά ψηλά
και κει θα βρεις και άλλους λαθρεπιβάτες
και κει μπορεί να βρεις κι εμένα.

Τέτοια μου έλεγες κι εγώ δίσταζα να σ’ ακούσω,
ώσπου πάγωσα στην αναμονή,
ώσπου το πρόσωπό μου ακινητοποιήθηκε
σε μια λευκή ωχρότητα,
ώσπου πέθανα στη μοναξιά.

Κάποτε, τ’ αποφάσισα να σε πιστέψω
αλλά ήταν πια αργά.

Φωτογραφία Χρήστος Λαμπριανίδης
Φωτογραφία Χρήστος Λαμπριανίδης

Αβέβαιοι βηματισμοί στην ομίχλη


Προχωρώ με αργούς βηματισμούς προς ένα φως
τυλιγμένο στην ημιδιαφανή ζελατίνα του.
Τα βήματά μου νωχελικά κρατούνε το ρυθμό
προς το αβέβαιο συναπάντημά μου
με την καταχνιά που αναδύεται από μέσα μου.
Δεν βιάζομαι, ούτε αγωνιώ. Τι να προλάβω, άλλωστε,
που η αλήθεια με προσπέρασε πριν από πολύ καιρό;
Ο ήλιος μοιάζει χαμένος στην μάχη του με την ομίχλη
μα είναι αδύνατο να παραδώσει τα φωτεινά του όπλα.
Δένδρα γυμνά, έρημες γραμμές, σκέψεις μουντές
κι εγώ βαδίζω δίπλα στις ράγες και στα πλοκάμια τους
με τις σκέψεις μουσκεμένες μέχρι την ρίζα τους.

Μια σκέπη θολωτή κρατώ, να με προστατεύει
απ’ των κλαδιών τις σκληρές χειρονομίες, καθώς
ανούσια μετρώ τα σκουριασμένα μέταλλα του χρόνου
που γερνούν γεωμετρικά μες στης γης το αταξίδευτο.
Πώς να προφυλαχτώ από την υγρασία της μοναξιάς;
Με ποια σωτήρια υλικά να αρμολογήσω
το αθεράπευτο διαμπερές ρήγμα μέσα μου
από τα κοφτερά κι ανοίκεια λόγια των ημερών;
Προχωρώ αποφεύγοντας τις λάσπες μνήμες
με έναν μπερδεμένο χρονισμό, ακροπατώντας
στο πεζούλι της ησυχίας, με την εόρτια σιγή
να πνέει προς την αντίθετη πλευρά του ταξιδιού.

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: