Δέντρα και μέλισσες

Δέντρα και μέλισσες


Μπαίνω μέσα στο δέντρο


Η είσοδος στη μελιά αυτή
γίνεται μέσω του φλοιού:
προσέξτε το χρώμα της – άσφαλτος
ή σχιστόλιθος στη βροχή

μετά πάτε μέσα και γευτείτε
τον καιρό στους δακτυλίους των δέντρων,
χλευάστε χρόνια ξηρασίας και θυελλών,
κινηθείτε γρήγορα σαν το σαράκι

που τη βρίσκει με την ταχύτητα
να τρυπώνει στον πυρήνα,
να χάφτει εντεριώνη και οπό,
μέχρι το ω θεέ μου στην καρδιά.



ΕΞΙ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΜΕΛΙΣΣΕΣ


Λέω στις μέλισσες

Έφυγε για πάντα εκείνος νωρίς το πρωί με
ένα βιβλίο μόνο που το κρατούσε σφιχτά στο αριστερό του χέρι:
Η Εγκυκλοπαίδεια όλων όσων αφορούν
τη φροντίδα της μέλισσας· μέλισσες, κυψέλες,
μέλι, σύνεργα, καλά για μέλι φυτά κλπ.
Και ζήλεψα όλα τα και λοιπά του,
κάθε σουρωτήρι μελιού και άνθος αγγουριού,
κάθε φτερό μέλισσας και φτερωτή χρονιά και επίμονο βλέμμα.
Βγήκα έξω όταν ανέτειλε ο ήλιος και σφύριξα
να τις καλέσω καθώς προχωρούσα προς την κυψέλη.
Πίεσα το μάγουλό μου στο ξύλο, άνοιξα
τις νευρικές μου συνάψεις στο βουητό των μελισσών, μπορούσα να μυρίσω μελισσοβουητό.
«Τέλειωσε, γλυκές μου», ψιθύρισα, «τώρα πια είστε δικές μου.»

Το κατώφλι

Περίμενα όλη μέρα δάκρυα και τα ήθελα, αλλά
δεν υπήρχαν δάκρυα. Άγγιξα τις βλεφαρίδες μου και
το οφθαλμικό νερό δεν ήταν νερό αλλά φτερό και τρίχωμα
κι από τα μάτια μου έτρεχαν μέλισσες. Μέλισσες στο πρόσωπό μου,
στα μαλλιά μου. Μέλισσες μπαινόβγαιναν στα
αφτιά μου. Οι εργάτριες προσγειώνονταν στη γλώσσα μου
και χόρευαν τον χορό των μελισσών καθώς οι αδελφές τους
συνωστίζονταν γύρω τους για να μάθουν. Έμαθα
κι εγώ τη γλώσσα, αυτά τα ζιγκ-ζαγκ, τα τρεχαλητά και τους κύκλους,
όλο τον καταραμένο κατάλογο των οκτώσχημων χορών.
Είναι τόσο ποικίλη η γεωγραφία του νέκταρoς,
η αστρονομία της γύρης. Πίστεψέ με,
μέσ’ από το στόμα μου βγήκε κίτρινη σκόνη
από τη γύρη τους, μίλησα μελίσσια, ανάσανα μέλισσες.


Η κυψέλη

Η αποικία μεγάλωνε στο σώμα μου όλο εκείνο το καλοκαίρι.
Τα κενά ανάμεσα στα κόκαλά μου γέμισαν
κερήθρα και το στήθος μου
δονούνταν και βούιζε. Ήξερα ότι
ο γόνος ήταν υγιής, γιατί
οι φερομόνες τραγουδούσαν μέσα από την κυψέλη
και η βασίλισσα γεννούσε πάνω από
δύο χιλιάδες αυγά τη μέρα.
Μύριζα μελισσόψωμο και βασιλικό πολτό,
τα νύχια μου έλαμπαν από πρόπολη.
Περνούσα τις μέρες μου ελευθερώνοντας μέλισσες απ’ τα μαλλιά μου
και φυτεύοντας τριφύλλι και μελισσοφασκόμηλο και
αγριαψιθιά και νεράγκαθο και μπουράντζα.
Ζούσα τη δική μου βασιλεία.


Δουλειές με μέλισσες

Βγήκα στην πόλη κουβαλώντας την κυψέλη μέσα μου.
Οι μέλισσες αντηχούσαν στα πλευρά μου: ήδη τώρα
το στόμα μου ήταν κερί, το στόμα μου ήταν μέλι.
Περαστικοί με χαρτοφύλακες και φορητούς υπολογιστές
κοιτούσαν καθώς οι μέλισσες έβγαιναν από τα μάτια μου και τα αφτιά μου.
Καθώς έμπαινα στην τράπεζα το βουητό
αυξήθηκε στο στήθος μου και κατάλαβα ότι για τις μέλισσες
η στιγμή ήταν παραχρήμα σοβαρή. Οι εργάτριες πέταξαν έξω
στη δροσερή αίθουσα, κάθισαν σε μαρμάρινους πάγκους,
ανέμιζαν τις κεραίες τους πάνω από χαρτιά και δέρματα.
«Κύριε, οδήγησέ μας», μουρμούρισα και μετά ένιωσα
τη βασίλισσα να γυρίζει κάπου κοντά στην καρδιά μου,
και όλοι μας βλέπαμε, δύο μάτια και πέντε μάτια,
όλοι μας βλέπαμε τα χρήματα να λιώνουν σαν κερί.


CCD

Το σώμα μου κατέρρευσε όταν έφυγαν οι μέλισσες,
έγινε ένα πράγμα από κόκαλα
και κενά και τανυσμένο δέρμα.
Μόλις που πρόσεχα
τον χρόνο σύσπασης των φτερών
και την ανομοιότητα των φερομονών
και τον γόνο τον σφραγισμένο με κερί.
Η κερήθρα που
άφησαν πίσω τους διαλύθηκε
σε αίμα και νερό.
Τώρα μυρίζω ιδρώτα και ανάσα
και νομίζω ότι τα κύτταρά μου
ίσως έχουν γίνει εξαγωνικά,
αν και οι μέλισσες έχουν φύγει από καιρό.

                                        [CCD: Κλειδοκρανιακή δυσόστωση (επίσης κλειδοκρανιακή δυσπλασία)]


Το κεντρί

Όταν η άγρια ​​βασίλισσα οδηγεί το σμήνος
μέσα στο δωμάτιο, μη τους κλείνεις την πόρτα,
μην τους αφήνεις να περπατούν στους τοίχους, στα έπιπλα
και στα βιβλία, ένα σκηνικό από κινούμενο χνούδι. Μη βγαίνεις
στην πόλη, μόνος, για δουλειά, για διαδρομή με τον υπόγειο.
Το κεντρί δεν είναι πια apis mellifera, είναι μια ζωή
χωρίς μέλισσες, χωρίς αφτιά γεμάτα βουητό
μάτια γεμάτα κίτρινο. Το κεντρί δεν είναι δίδυμες
κυματιστές κεραίες που διαπερνούν
το κάλυμμα του κελιού μιας μέλισσας που εκκολάπτει. Το κεντρί
δεν είναι πια άγρια ​​κυψέλη που βουίζει στον πέτρινο
τοίχο του σπιτιού, δεν μυρίζει μέλι
όταν περνάς από κει. Καμιά μέλισσα δεν θ’ ακολουθήσει, ούτε μια,
κι εκεί βρίσκεται το κεντρί. Το κεντρί δεν είναι κεντρί.




 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: