Φουστάνι δεύτερο χέρι

Φουστάνι δεύτερο χέρι

Στεκόμασταν και οι δυο μπροστά στην ανοιχτή ντουλάπα.

Εγώ είπα: «Δεν έχω τίποτα να φορέσω».

Εσύ είπες: «Να βάλε αυτό». Τράβηξες από την κρεμάστρα το αμάνικο μαύρο φουστάνι με τα λευκά κουμπάκια και το άπλωσες πάνω στο κρεβάτι.

«Αποκλείεται. Μόνο οι γριές φοράνε τέτοια φουστάνια, θα με κοροϊδεύουν όλοι στο σχολείο». Έπιασα βιαστικά τα μαλλιά μου μ’ ένα λαστιχάκι.

Στήριξες τα χέρια σου λίγο πιο πάνω από τα κόκαλα της λεκάνης, εκεί που έβρισκε σημείο να αγκιστρωθεί η ξεχειλωμένη σου κιλότα και είπες: «Αν το βάλεις με τα αθλητικά σου θα είναι τέλειο. Στο Παρίσι όλες έτσι το φοράνε, είναι tres chic».

Σήκωσα το φουστάνι, το πίεσα μπροστά στα ρουθούνια μου και είπα: «Αυτό δεν είναι από το Παρίσι, είναι νάιλον και βρομάει δεύτερο χέρι. Μπορεί κάποτε να φορούσες ακριβά φουστάνια και να τριγυρνούσες στο Παρίσι αλλά το μόνο που κάνεις πια είναι να πηγαινοέρχεσαι απ’ το σπίτι στην Ομόνοια και απ’ την Ομόνοια στο σπίτι».

Με κοίταξες με ολοστρόγγυλα μάτια και είπες: «Ναι, για να έχουμε να τρώμε». Έκανες το γύρο του κρεβατιού, έβγαλες το φανελάκι σου, βόλεψες τα μαραμένα στήθη σου μέσα στο δαντελένιο σουτιέν και φόρεσες βιαστικά το πουκάμισο της δουλειάς. Έβαλες και το παντελόνι σου. Ρούφηξες την πλισέ από τη γέννα κοιλιά σου για να κλείσεις το φερμουάρ και συνέχισες: «Η ζωή δεν στα φέρνει πάντα όπως τα θες».

«Εσύ τα έκανες μαντάρα με την ζωή σου και τώρα θες να με αναγκάσεις να φορέσω αυτό το άθλιο φουστάνι». Μπορούσα να λέω ό,τι θέλω για την ζωή, το στήθος μου ακόμα δεν χρειαζόταν σουτιέν και η κοιλιά μου ήταν σανίδα· τα παντελόνια κούμπωναν χωρίς καμία προσπάθεια.

«Γίνεσαι κακιά. Μπορείς σε παρακαλώ να βάλεις κάτι γιατί θα χάσεις την γιορτή του σχολείου και εγώ θα αργήσω στο μαγαζί;»

Πέταξα το φουστάνι πάνω στο κρεβάτι και φώναξα: «Στο διάολο να πάει το σχολείο, η δουλειά σου και το φουστάνι!»

Εσύ είπες: «Αν ήταν εδώ ο πατέρας σου δεν θα μιλούσες έτσι» και άρπαξες το φουστάνι. Ένα μικρό λευκό κουμπάκι έπεσε στο πάτωμα χωρίς να κάνει τον παραμικρό θόρυβο.

Εγώ είπα: «Μακάρι να ήταν. Καλύτερα να είχες φύγει εσύ» μάζεψα το κουμπάκι και το έβαλα στην τσέπη της πιτζάμας μου.

Δεν είπες τίποτα.

Έκανες το φουστάνι ένα μικρό μαύρο κουβάρι και το πέταξες όπως όπως μέσα στην ντουλάπα.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: