Σύνθεση: Δημήτρης Καλοκύρης


__________
Επιμέλεια: Γιάννης Δημητρακάκης
____________

Ο Αλέξης Πολίτης (Aθήνα 1945- Ρέθυμνο 2025) σπούδασε νεοελληνική φιλολογία στη Φιλοσοφική Σχολή του ΑΠΘ και παρακολούθησε το σεμινάριο του Κ. Θ. Δημαρά στο Παρίσι, στο Νεοελληνικό Ινστιτούτο της Σορβόνης. Από το 1976 έως το 1989 εργάστηκε στο Κέντρο Νεοελληνικών Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών· την ίδια εποχή συνδέθηκε με τον Μνήμονα, το περιοδικό της Εταιρείας Μελέτης Νέου Ελληνισμού. Το 1989 εγκαταστάθηκε στο Ρέθυμνο με την Αγγέλα Καστρινάκη και τη μικρή τους κόρη Άλκη, και άρχισε να διδάσκει στο Τμήμα Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης, από όπου αφυπηρέτησε το 2012.
Το πρώτο του βιβλίο δημοσιεύτηκε το 1973: Το δημοτικό τραγούδι. Κλέφτικα. Έκτοτε ο Αλέξης δεν έπαψε να διερευνά συστηματικά το δημοτικό τραγούδι: το περιεχόμενο και τη μορφολογία του, την ιδεολογία του, το πέρασμά του από την προφορική παράδοση στον γραπτό λόγο, κλπ. Το 1984 κυκλοφόρησε η διδακτορική του διατριβή Η ανακάλυψη των ελληνικών δημοτικών τραγουδιών, βασισμένη κυρίως στην εξαντλητική μελέτη του αρχείου του Claude Fauriel. Το 2010 ο τόμος Το Δημοτικό τραγούδι πρόσφερε μια μακροσκοπική εξέταση και μια συνολική επισκόπηση του αντικειμένου. Τον Μάρτιο του 2025 κυκλοφόρησε αυτό που έμελλε να είναι το τελευταίο του βιβλίο: Ανθολογία παραλογών. Στον καλαίσθητο κολοφώνα διαβάζουμε ότι το βιβλίο εκδόθηκε «για την επέτειο των σαράντα χρόνων των Πανεπιστημιακών Εκδόσεων Κρήτης και των ογδόντα χρόνων του Αλέξη Πολίτη». Τόσο το πρώτο όσο και το τελευταίο βιβλίο του είναι λοιπόν αφιερωμένα στα δημοτικά τραγούδια – κι ανάμεσά τους κύλησαν πενήντα δύο χρόνια.
Ο Αλέξης μελέτησε και κατανόησε σε βάθος τη λογοτεχνία και την ιστορία του 19ου αιώνα. Το 1993 δημοσίευσε τα Ρομαντικά χρόνια. Ιδεολογίες και νοοτροπίες στην Ελλάδα του 1830-1880, και το 2017 τη Ρομαντική λογοτεχνία στο εθνικό κράτος 1830-1880. Ποίηση, πεζογραφία, θέατρο, πνευματική κίνηση, αναγνώστες. Το επιβλητικό αυτό έργο συνιστά μια ιστορία της λογοτεχνίας της συγκεκριμένης περιόδου, που εξετάζει τόσο τα έργα όσο και την πρόσληψή τους. Θα έλεγε κανείς ότι αποτέλεσε ένα είδος προσωπικού στοιχήματος για τον Αλέξη: να αναμετρηθεί με τη μορφή και το έργο του δασκάλου του Κωνσταντίνου Δημαρά, αλλά και του θείου του Λίνου Πολίτη. Η Ρομαντική λογοτεχνία… συμπληρώθηκε με το βιβλίο 1821-1831. Μαζί με την ελευθερία γεννιέται και η καινούρια λογοτεχνία. Ποίηση, πεζογραφία, λογιοσύνη (2021), όπου ο συγγραφέας διερευνά τους τρόπους με τους οποίους η κοσμογονία της Επανάστασης καθόρισε τη λογοτεχνία και τη σκέψη των επαναστατικών χρόνων. Ασχολήθηκε επίσης εκδοτικά με τα απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη και του Κασομούλη. Πρέπει εδώ να σημειωθεί το έντονο ενδιαφέρον που από πολύ νωρίς του ενέπνευσε η Επανάσταση του 1821, καθώς και η σπάνια επιστημονική εξοικείωση που απέκτησε με τις ποικίλες όψεις της.
Μια σειρά από μελέτες που άρχισε να συγγράφει κατά τη δεκαετία του 2000 εστιάζουν, για πρώτη φορά, στη μοντέρνα ποίηση. Παρουσιάζει ξεχωριστό ενδιαφέρον ότι το ερευνητικό αυτό άνοιγμα συνοδεύτηκε από μια μεθοδολογική μετατόπιση: ο Αλέξης άφησε κατά μέρος τον ιστορικό και βιογραφικό παράγοντα, για να στρέψει την προσοχή του στο ποίημα ως αισθητικό δημιούργημα και να μελετήσει τις μορφικές του ποιότητες και τους μηχανισμούς της κατασκευής του. «Το έργο είναι σοφότερο από τον δημιουργό του», έλεγε σε μια από τις τελευταίες μας συνομιλίες. Οι κειμενοκεντρικές αναλύσεις που διακρίνουν το διαδικτυακό του σεμινάριο για την ποίηση στο Mathesis των ΠΕΚ (2021) και τη συναγωγή μελετών Διαβάζοντας ποίηση (2023) αποκαλύπτουν και τη βαθιά αισθητική του καλλιέργεια και παιδεία. Ο Αλέξης ήταν αδηφάγος αναγνώστης της ποίησης, αλλά και της πεζογραφίας. Αγαπούσε επίσης πολύ το θέατρο ― έβλεπε παραστάσεις κάθε φορά που του δινόταν η ευκαιρία. Μια αγάπη που του είχε καλλιεργήσει ο θείος του Γιώργος Ν. Πολίτης, παίρνοντάς τον από μικρό μαζί του στις εξόδους για θέατρο.
Η εξέταση της αισθητικής λειτουργίας του ποιητικού λόγου οδήγησε τον Αλέξη σε ερωτήματα και προβληματισμούς θεωρητικού χαρακτήρα ― γεγονός οπωσδήποτε αξιοπρόσεκτο, αν αναλογιστούμε τη σταθερή δυσπιστία του απέναντι στη θεωρία· δυσπιστία που εκφράζει και το οξύμωρο σχήμα στον υπότιτλο του βιβλίου του Αποτυπώματα του χρόνου: Ιστορικά δοκίμια για μια μη θεωρητική θεωρία.

Η ευρύτητα των γνώσεων, η πολυμέρεια των ενδιαφερόντων και η αδιάλειπτη πνευματική του εγρήγορση έφεραν γόνιμες διεπιστημονικές συνδέσεις: φιλολογία, ιστορία, ιστορία των ιδεών και των νοοτροπιών, ιστορία του βιβλίου, των βιβλιοθηκών και της ανάγνωσης, λαογραφία, κλπ., διασταυρώνονταν δημιουργικά στη σκέψη του. Με το πολυσχιδές έργο του ο Αλέξης συνέχισε στις μέρες μας την παράδοση της νεοελληνικής λογιοσύνης, όπως κατεξοχήν την ενσάρκωσε τον περασμένο αιώνα ο Δημαράς.
Βασική του μέριμνα στάθηκε επίσης η δημιουργία έργων υποδομής. Το Εγχειρίδιο του νεοελληνιστή (2002) αποτελεί σημαντικό ερευνητικό εργαλείο για τη μελέτη του νεότερου ελληνισμού. Καίρια ήταν η συμβολή του και στη λειτουργία της Ανέμης, της Ψηφιακής Βιβλιοθήκης Νεοελληνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Κρήτης. Μάλιστα στην Ανέμη διατίθενται είκοσι δικά του αρχεία με ποικίλους καταλόγους και βιβλιογραφίες, που είχε καταρτίσει με βάση τα βιβλιογραφικά του δελτία (https://tinyurl.com/dnnfcnrx). Το «Παρουσιολόγιο Νεοελληνικής Ποίησης 1800-1880» και τη «Νεοελληνική Προσωπογραφία», τις εκτενέστερες από τις παραπάνω εργασίες, τις εμπλούτιζε συστηματικά με νέα στοιχεία ― και χαιρόταν ιδιαίτερα όταν λάμβανε τα στοιχεία αυτά από φίλους και συναδέλφους. Η διάθεση τόσων εργασιών σε ελεύθερη πρόσβαση έδειχνε την επιθυμία του να μοιράζεται απλόχερα τους καρπούς της μελέτης του με την κοινότητα των νεοελληνιστών.

Προσεκτικός παρατηρητής των πολιτικών και κοινωνικών διεργασιών, τις οποίες συζητούσε κριτικά, ο Αλέξης υπήρξε διανοούμενος που παρενέβαινε στη δημόσια σφαίρα. Χαρακτηριστική είναι η αρθρογραφία του στην εφημερίδα Η Αυγή· ο Αλέξης, που διάβαζε την Αυγή καθημερινά ―και όχι μόνο τις Κυριακές―, αρθρογραφούσε σε αυτήν από το 1975 έως το 2010, όταν και διέκοψε τη συνεργασία του επειδή διαφώνησε με την πολιτική γραμμή τής εφημερίδας (ένα μόνο μέρος της πλούσιας αυτής αρθρογραφίας έχει συμπεριληφθεί στο Μυθολογικό κενό και στα Αποτυπώματα του χρόνου). Με πάντοτε νηφάλιο λόγο αποδομούσε τα ψευδή σχήματα και τις μυθολογικές θεωρήσεις της νεοελληνικής πραγματικότητας. Δεν δίσταζε συνάμα να αναθεωρήσει προηγούμενες απόψεις του, όπως για παράδειγμα την άποψη που είχε διατυπώσει το 1977 ότι η «Επανάσταση [του 1821] δεν πέτυχε τους στόχους της». Πρόσφερε έτσι το υπόδειγμα μιας σκέψης χωρίς δογματικές αγκυλώσεις, αναπόσπαστο στοιχείο της οποίας ήταν ο κριτικός αυτοέλεγχος. «Για όλες τις πολιτικές επιλογές μου έχω πολλές αμφιβολίες», έλεγε το 2019.

Χαρισματικός δάσκαλος, ακούραστος συζητητής, απλός στους τρόπους του, γενναιόδωρος και δοτικός, ο Αλέξης είχε σταθερά την έγνοια του άλλου ανθρώπου. Όλοι όσοι τον ζήσαμε από κοντά και τον αγαπήσαμε, τον ευγνωμονούμε.

Γ.Δ.