Η δοκιμασία της μετάφρασης

«Αφροδίτη», σχέδιο του Αλέκου Φασιανού
«Αφροδίτη», σχέδιο του Αλέκου Φασιανού




Κατοικούμε στη γλώσσα που μιλούμε.
Σαν τους τυφλούς που ακροβατούν πάνω από την Άβυσσο.
Αποδεχόμενος ότι «αγνοώ», ότι «απορώ κι εξίσταμαι», ανταποδίδω στη γλώσσα το τάνταλο τάλαντο του λόγου.

Kάθε γλώσσα είναι μία παλλόμενη των λέξεων εποχή.
Είναι ένας ζωντανός οργανισμός σε συνεχή εξέλιξη και αδιάκοπο μετασχηματισμό μέσα στην ιστορία. Από γενεά σε γενεά.
Η γλώσσα είναι η πρότυπη μήτρα της ελευθερίας.

H πρωτογενής αποδόμηση των πάσης φύσεως ολοκληρωτισμών.
Kάθε γλώσσα είναι ιδιαίτερη, μοναδική, ιδιόμορφη, διαφορετική.
Ένα μάγμα από απρόοπτες σπίθες στοχαστικές.

Ένα ανοιχτό κύκλωμα. Μία πύλη.
Ένα ίχνος προς μελέτη κι αποκρυπτογράφηση.
Στυλοβάτης και υποδοχή της επιθυμίας του Άλλου.
Ένα αεικίνητο μνημείο που απευθύνεται στον άγνωστο ποιητή.

Η μετάφραση είναι η δοκιμασία εκείνη που μεταφέρει ένα σύμπαν που έχει αναδυθεί και ειπωθεί σε μία συγκεκριμένη γλώσσα στο πνεύμα και το σώμα μιας άλλης γλώσσας. Μία ημιτελής συμφωνία.
Η μεταφορά αυτή διαμορφώνει αντήχηση κι επιφέρει αναπόφευκτα έναν μετασχηματισμό, μία μεταποίηση, μία μεταρρύθμιση, μία ανήκουστη ενορχήστρωση.
Κάτι σαν ηφαιστειακή δόνηση. Μία εν οργασμῴ ορμή. Ένα έργο.

Σε κάθε φράση μιας γλώσσας ελλοχεύει ένα ερωτογενές λαθραίο διφορούμενο φάντασμα σε ανελλιπή οπισθοχώρηση, φυγή και εξορία: το άρρητο. Αυτό είναι το πυρηνικό της γεγονός.
Κι αυτό είναι που ο μεταφραστής οφείλει κατά κύριο λόγο να διεμβολίσει και να συμβολίσει. Να το καταστήσει δήλον, εύλογο και προφανές.

Μία μετάφραση στοχεύει να αποκαλύψει τα θαύματα και τις απορίες της γλώσσας του πρωτοτύπου. Δεν μπορεί παρά να φωτίζει λοξά το αγεφύρωτο χάσμα που υπάρχει ανάμεσα στις λέξεις και τα πράγματα, τα ονόματα και τα νοήματα.

Το χρέος ενός μεταφραστή δεν εκπληρώνεται με το να επιβεβαιωθεί η συγγένεια ή η επικοινωνία δύο διαφορετικών γλωσσών αλλά ενεργοποιείται κυρίως για να τις γονιμοποιήσει, υπό την αίγλη μιας αύρας, σε μία ιδιαίτερη χώρα πλημμυρισμένη από ένα άδηλο μεταμορφωτικό φως.
Το έργο ενός μεταφραστή έγκειται στο να αποδώσει στη μητρική του γλώσσα τη διαύγεια του στοχασμού του πρωτότυπου κειμένου, έτσι ώστε οι δύο γλώσσες να εμφανιστούν σαν θραύσματα του ίδιου αμφορέα, όπως σημειώνει ο Walter Benjamin· σαν αποσπάσματα με άλλα λόγια μιας πρωτογενούς ακραιφνούς γλώσσας.

Υπάρχει άραγε μια πρώτη γλώσσα χαμένη, ας πούμε η ουτοπική γλώσσα της Βαβέλ, χάρις στην οποία όλες οι γλώσσες συγγενεύουν μεταξύ τους, ιστορικά και μουσικά, και θα μπορούσαν επομένως να συνυπάρξουν ως διάλογος, σχόλιο κι ερμηνεία ή να συμφιλιωθούν με τρόπο πρωτάκουστο ως αντίλαλος της άναυδης φωνής της σιωπής του λόγου;
Υπάρχει άραγε μια πρώτη γλώσσα βουβή και ανώνυμη, η γλώσσα παραδείγματος χάριν των πραγμάτων ή η γλώσσα της φύσης πού καμία μετάφραση δεν μπορεί να αποκαλύψει, για την οποία όμως μαρτυρεί η εν δυνάμει μεταφορά της κάθε γλώσσας σε όλες τις άλλες;

H πρόκληση μιας μετάφρασης δεν είναι η υποδοχή ή η αναπαραγωγή με πιστότητα και ακρίβεια του πρωτότυπου κειμένου σε μια οικεία καινούργια γλώσσα επίπεδη και βατή αλλά η επιβίωση και η ωρίμανσή του, η θάλεια και η θαλπωρή του σε μία καινοφανή κοσμογονία. Η μετάφραση είναι το κλειδί που ανοίγει το μέλλον του πρωτότυπου κειμένου.

Η τέχνη της μετάφρασης είναι μία συνεχής ταλάντευση, μία ακροβασία ανάμεσα σε αυτό που μπορεί να διατηρηθεί από ένα κείμενο και σε αυτό που μπορεί να χαθεί ή λησμονηθεί.
Ο μεταφραστής δεν μεταφέρει απλά ένα μήνυμα, δεν αρκείται να φανερώσει κάποιο κρυφό νόημα του κειμένου ούτε προσαρμόζει το κείμενο στις ανάγκες και τις ιδιοτροπίες εκείνων των αναγνωστών που δεν μιλούν τη γλώσσα του πρωτοτύπου.

Είναι ένας άγγελος που καλεί· σιωπηλά αποκαλύπτοντας ένα φως σε συστολή.

Κάθε πρωτότυπο έργο απαιτεί από τον μεταφραστή να το ενστερνιστεί· παράφορα και απερίφραστα. Να φέρει δηλαδή στο φως την παλλόμενη κρυστάλλινη γλώσσα του. Των λόγων το ύφασμα, την πλέξη και το ύφος. Το ήθος δηλαδή και τον ρυθμό του.
Μια αρμονική δραματική αδιάλειπτη μουσική ροή των λέξεων.
Ένα έργο λόγου παραπέμπει συγχρόνως σε πολλαπλά επίκαιρα ή διαχρονικά κείμενα, σε αναρίθμητα συμφραζόμενα, με τα οποία συνομιλεί και με τρόπο μυστήριο έως και μαγικό αναδεικνύει και μεταποιεί.
Η κάθε λέξη μέσα σ᾽ ένα κείμενο ακτινοβολεί, εκτός από την πολυσημία της, ένα πολυδαίδαλο φάσμα συναισθηματικών τόνων.

Η χωρίς ποιητικό οίστρο μετάφραση που βασίζεται στη μίμηση, στην κατά λέξη νοηματική απόδοση του κειμένου και στοχεύει να παραμείνει πιστή στη συγκεκριμένη μορφή του συντάγματός του κινδυνεύει να διαστρεβλώσει το νόημα ή τη σημασία του και να οδηγήσει ευθέως και χωρίς περιστροφές σε ασάφεια, ασυνεννοησία, ακατανοησία, ανοησία, ανευθυνότητα.
Σε παρεξήγηση δηλαδή και προδοσία.



{ Απρίλιος 2025 ]


________________
Σκέψεις με αφορμή την ποίηση και την ανά-γνωση του πρωτότυπου και της μετάφρασης των δύο τελευταίων κειμένων του Μπέκετ: Σκιρτήματα και Πώς να πω, μτφρ.: Κυβέλη Μαλαμάτη και Δημήτρης Κρανιώτης. Α΄ έκδοση: Εξάντας 1990, Β' έκδοση: Το Ροδακιό 2025.

 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: