Η ειδολογική οριοθέτηση του μυθιστορήματος από την περίοδο της αρχαιοελληνικής γραμματείας

Εικονογράφηση από τη «Φυλάδα του Μεγαλέξαντρου»
Εικονογράφηση από τη «Φυλάδα του Μεγαλέξαντρου»




Εισαγωγή
Ηκατηγοριοποίηση των λογοτεχνικών έργων ξεκίνησε από την αρχαιότητα ανάλογα με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της μορφής, του ύφους και της γλώσσας. Οι μελετητές οριοθετώντας το τοπίο ως προς τα λογοτεχνικά γένη, κατέληξαν στην τριμερή ταξινόμησή τους σε δραματικό, λυρικό και πεζό λόγο, με τα βασικά είδη του τελευταίου να συνίστανται στο μυθιστόρημα, στη νουβέλα και στο διήγημα. 
Tο μυθιστόρημα, ειδικότερα, διατρέχει την ιστορία της λογοτεχνίας από την περίοδο της αρχαιοελληνικής γραμματείας, αντικατοπτρίζοντας τις αλλεπάλληλες κοινωνικές, πνευματικές, φιλοσοφικές, ιδεολογικές, θρησκευτικές και επιστημονικές αναζητήσεις και αλλαγές. Και είναι εντός του πλαισίου της εξελικτικής αυτής ιστορικής διαδρομής που το μυθιστόρημα, ίδιον γνώρισμα του οποίου είναι η μεταβλητότητα (Tynyanov, 1995), επανατοποθετείται οντολογικά και ειδολογικά, υπό τον δεύτερο όρο, εννοώντας τα υποείδη του, όπως αυτά δημιουργήθηκαν από την διαχρονική αλληλεπίδραση των συγγραφέων με το εκάστοτε συγκείμενο και την απήχησή της στο αναγνωστικό κοινό.


Εννοιολογική αποσαφήνιση
Αν και το μυθιστόρημα1 (e: novel, f: roman) είναι είδος που αντιστέκεται σε κάθε απόπειρα ακριβούς ορισμού, (Eagleton, 2004), ο Abrams (2007) θα το εννοιολογήσει ως ένα «εκτεταμένο έργο μυθοπλασίας σε πεζό λόγο με σύνθετη πλοκή και τεκμηριωμένη διερεύνηση των χαρακτήρων και των κινήτρων τους». Ως προς τη μυθοπλασία, αυτή, σύμφωνα με τον Παρίση (2015), «απηχεί το σφυγμό της πραγματικότητας».


Η οντολογική και ειδολογική προσέγγιση του μυθιστορήματο 
Το χρονικό σημείο εμφάνισης του μυθιστορήματος δεν αποσπά την ομοφωνία των ιστορικών της λογοτεχνίας, με την πλειοψηφία, πάντως, μεταξύ των οποίων ο Ian Watt (Goldhill, 2021), να οριοθετεί τον 18ο αιώνα ως το γενέθλιο αιώνα μορφοποίησης του μυθιστορήματος σε αυτούσιο λογοτεχνικό είδος. Εκκινώντας, όμως, από την άποψη του Lucàcs (2004) πως «το μυθιστόρημα είναι το έπος μιας εποχής για την οποία η ολότητα της ζωής δεν είναι πλέον δεδομένη», συνακόλουθος είναι ο ισχυρισμός ότι το μυθιστόρημα είναι η λογοτεχνική απεικόνιση της προσπάθειας του ανθρώπου να ορίζει την ύπαρξή του εντός του υλικού και πνευματικού περιβάλλοντός του. Για την Margaret Doody, το μυθιστόρημα ως μορφή στη δυτική λογοτεχνική παράδοση2 έχει διανύσει περί τα δύο χιλιάδες χρόνια (Hawthorn, 2022), γεγονός που σημαίνει ότι η μελέτη του, που δεν μπορεί παρά να γίνεται στο πλαίσιο και με τις μεθόδους της ιστορίας και της θεωρίας της λογοτεχνίας (Βελουδής, 2006), πρέπει να έχει ως χρονική αφετηρία της την αρχαία ελληνική γραμματεία.


Το μυθιστόρημα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας
Το μυθιστόρημα, σύμφωνα με τον Κακριδή (2013) σχηματίστηκε κατά την ελληνιστική περίοδο για να ικανοποιήσει ως αφήγημα τις ανάγκες ενός ολοένα και μεγαλύτερου αναγνωστικού κοινού. Στην ουσία, πρόκειται για την αφηγηματική εκείνη γραφή που εξελίχθηκε μετέπειτα σε μυθιστόρημα. Στην τυπική εκδοχή της, η πλοκή του μυθιστορήματος, κατά την πρώιμη αυτή φάση του, περιστρέφεται γύρω από την ιστορία αγάπης ενός νεαρού ζευγαριού που παλεύει για την τελική ένωσή του αντιμετωπίζοντας πλήθος δοκιμασιών.
Πλήρως σωζόμενα έργα θα συναντήσουμε από τον 1ο αιώνα μ.Χ. Τα έργα Τὰ περὶ Χαιρέαν καὶ Καλλιρρόην του Χαρίτωνα και Οἱ κατ' Ἀνθίαν καὶ Ἁβροκόμην Ἐφεσιακοὶ λόγοι, συμβάλλουν στην εξέλιξη του μυθιστορηματικού είδους, συνδυάζοντας την περιπέτεια με τον έντονο συναισθηματισμό και την τραγική μοίρα. Σημαντικά, επίσης, αρχαία ελληνικά μυθιστορήματα είναι τα Τα κατά Λευκίππην και Κλειτοφώντα του Αχιλλέα Τάτιου, η Δάφνις και Χλόη του Λόγγου και τα Αιθιοπικά του Ηλιόδωρου.


Το μυθιστόρημα του Μεσαίωνα
Το μεσαιωνικό μυθιστόρημα εμφανίζεται κατά την ύστερη βυζαντινή περίοδο (12ος-15ος αιώνας), είναι έμμετρο και η θεματολογία του περιστρέφεται γύρω από τον έρωτα και τον ιπποτισμό ενώ έντονα είναι τα φανταστικά στοιχεία, ως επί των πλείστον, η μαγεία. Καλλίμαχος και Χρυσορόη, Λίβιστρος και Ροδάμνη είναι τα χαρακτηριστικότερα έργα.


Το μυθιστόρημα στην εποχή της Αναγέννησης
Στην Αναγέννηση, το μυθιστόρημα αντικατοπτρίζει τις κοινωνικές, τις πολιτισμικές και τις φιλοσοφικές μεταβολές ενώ η ανάπτυξη της τυπογραφίας ευνοεί τη διάδοσή του. Ως προς τα υποείδη του, κατά τη συγκεκριμένη περίοδο, σύμφωνα με τον Ντόκο (1998), αυτά διακρίνονται: α) στο φανταστικό μυθιστόρημα, που οραματίζεται μια ιδεατή κοινωνία, όπως η Ουτοπία του Τόμας Μορ, β) στο πικαρέσκ μυθιστόρημα, που ασκεί κριτική στην κοινωνία και την σαρκάζει, με παράδειγμα το έργο Η ζωή του Λαθαρίγιο ντε Τόρμες του Αντόνιο ντε Λόπες (;), γ) στο ιδεαλιστικό μυθιστόρημα, που οραματίζεται έναν κόσμο εξιδανικευμένο αντικατοπτρίζοντας τα ιδανικά του ουμανισμού, όπως το έργο Άμαδις της Γαλατίας του Γκαρσιλάσο ντε Μοντάλβο, και δ) στο φιλοσοφικό μυθιστόρημα, που εμβαθύνει στην ανθρώπινη ύπαρξη μέσα από την διαλεκτική σύγκρουση ιδεαλισμού και ρεαλισμού, με εμβληματικό παράδειγμα τον Δον Κιχώτη του Μιγκέλ ντε Θερβάντες, που θεωρείται το πρώτο σύγχρονο μυθιστόρημα. 

«Η ζωή του Λαθαρίγιο ντε Τόρμες», έκδ. 1554


Το μυθιστόρημα στην εποχή του Διαφωτισμού
Το μυθιστόρημα του Διαφωτισμού στοχεύει στην ανάδειξη των δικαιωμάτων και ικανοτήτων του ανθρώπου και στην αμφισβήτηση παραδοσιακών εξουσιών. Ως προς τα υποείδη του μυθιστορήματος κατά τη συγκεκριμένη περίοδο, σύμφωνα πάντα με τον Ντόκο (ό.π.), αυτά διακρίνονται (α) στο φιλοσοφικό μυθιστόρημα, που, κυρίως, αναπαριστά ιδέες του Διαφωτισμού, όπως η αμφισβήτηση, ο ορθολογισμός, η πρακτική γνώση και η δημιουργικότητα, με παράδειγμα το έργο Αγαθούλης ή Αισιοδοξία του Voltaire, (β) στο ταξιδιωτικό ουτοπικό μυθιστόρημα, όπου οι συγγραφείς προσεγγίζουν κριτικά, ενίοτε σατιρικά, την κοινωνία και την ανθρώπινη φύση προτείνοντας ιδεατές εικόνες, όπως στα Ταξίδια του Γκιούλιβερ του Jonathan Swift, (γ) στο επιστολικό μυθιστόρημα, που εμβαθύνει, μέσω μιας πλασματικής, συνήθως, αλληλογραφίας, στα συναισθήματα και στους προβληματισμούς των ανθρώπων, όπως Οι επικίνδυνες σχέσεις του Pierre Choderlos de Laclos και (δ) στο ηθικοδιδακτικό μυθιστόρημα, που στοχεύει στη σφυρηλάτηση ατομικών και κοινωνικών αξιών, όπως ο Ροβινσώνας Κρούσος του Daniel Defoe.


Το μυθιστόρημα υπό την οπτική του ρομαντισμού
Το κίνημα του ρομαντισμού, που κυριαρχεί από τα τέλη του 18ου ως τα μέσα του 19ου αιώνα, αποτελώντας ορόσημο στην φιλολογική ερμηνευτική μέθοδο, αναβαπτίζει το μυθιστόρημα ως είδος αυτοτελές. Οι κοινωνικές ανατροπές και η ανάδυση της αστικής τάξης, ως αποτέλεσμα της Βιομηχανικής Επανάστασης, ενίσχυσαν την ανάγκη για ένα νέο είδος λογοτεχνίας, που δεν θα αποτελεί μιαν ορθολογική και μιμητική αναπαράσταση της πραγματικότητας (Benoit-Dusausoy & Fontaine, 1999) αλλά θα στέκεται σκωπτικά απέναντι σε αυτήν, απελευθερώνοντας το συναίσθημα και τη φαντασία. Χαρακτηριστικά δείγματα ρομαντικού μυθιστορήματος είναι τα έργα Τα χρόνια της μαθητείας του Βίλχελμ Μάιστερ του Goethe, Ιβανόης του W. Scott και Η Παναγία των Παρισίων του V. Hugo.


Το μυθιστόρημα υπό την οπτική του γοτθισμού
Εμφανιζόμενο την ίδια χρονική περίοδο με τον ρομαντισμό, με τον οποίο μοιράζεται την απόρριψη του ορθολογισμού και τη διάχυση της φαντασίας, το γοτθικό μυθιστόρημα επιχειρεί να διεγείρει τον ψυχο-συναισθηματικό κόσμο του αναγνώστη και τη φαντασία του (Hume, 1969). Αυτό, επιτυγχάνεται μέσα από την ατμόσφαιρα τρόμου και μυστηρίου όπου αποκαλύπτονται βαθύτεροι φόβοι και υπαρξιακές ανησυχίες του ανθρώπου. Αντιπροσωπευτικά παραδείγματα γοτθικού μυθιστορήματος είναι τα έργα Το Κάστρο του Οτράντο του Horace Walpole και Φρανκενστάιν της Mary Shelley.


Το μυθιστόρημα υπό την οπτική του ρεαλισμού
Ο ρεαλισμός, ως λογοτεχνικός κανόνας, αποτυπώνεται στο ευρωπαϊκό μυθιστόρημα από τα μέσα του 19ου αιώνα (Preisendanz, 1990), με το έργο Μαντάμ Μποβαρί του G. Flaubert να θεωρείται εξέχον δείγμα του κοινωνικού ρεαλιστικού μυθιστορήματος, το οποίο επικεντρώνεται στην αναπαράσταση της κοινωνίας και των ηθικών ζητημάτων της. Οι συγγραφείς του ρεαλισμού, απορρίπτοντας τον ιδεαλισμό της ρομαντικής εποχής, θέτουν ως στόχο τη διείσδυση στην πραγματικότητα της καθημερινής ζωής, προκειμένου να αναγκάσουν τον αναγνώστη να σκεφτεί και να καταλάβει το κρυφό και βαθύτερο νόημα των γεγονότων, όπως σημειώνει ο Guy de Maupassant στον πρόλογο του μυθιστορήματός του Ο Πιερ και η Ζαν (2011).
Το ρεαλιστικό μυθιστόρημα θα γνωρίσει την ανανέωση της μορφής του από δύο εμβληματικούς συγγραφείς της ρωσικής λογοτεχνίας, τον Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι και τον Λέοντα Τολστόι. Ο πρώτος, εισάγει, αφενός το ψυχολογικό ρεαλιστικό μυθιστόρημα, στο οποίο απεικονίζονται οι εσωτερικές συγκρούσεις του ανθρώπου, όπως συμβαίνει στο Έγκλημα και Τιμωρία, αφετέρου το πολυφωνικό μυθιστόρημα, όπως οι Αδερφοί Καραμάζοφ, όπου οι ήρωες ομιλούν με λόγο δικό τους, αυτεξούσιο και χειραφετημένο από την καθοδήγηση του συγγραφέα (Μπαχτίν, 2008), αναδεικνύοντας τη διαλογικότητα ως θεμελιώδη διάσταση της ανθρώπινης ύπαρξης.
Ως προς τον Τολστόι, με το έργο του Πόλεμος και Ειρήνη, μπορεί να θεωρηθεί εισηγητής του ιστορικού ρεαλιστικού μυθιστορήματος.


Το μυθιστόρημα υπό την οπτική του νατουραλισμού
Στις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα, ως μετεξέλιξη του ρεαλισμού ή ριζοσπαστικότερη εκδοχή του, εμφανίζεται στη Γαλλία ο νατουραλισμός, με κύριο εισηγητή τον Émile Zola. Στο πλαίσιο του εν λόγω λογοτεχνικού ρεύματος, ασκείται κριτική για τις απαράδεκτες κοινωνικές συνθήκες υπό τις οποίες ζει η πλειονότητα των ανθρώπων, σε μια εποχή που την χαρακτηρίζει η ανηθικότητα που προκαλεί ο καπιταλισμός, η ευµάρεια των μεγαλοαστών και η αθλιότητα της εργατικής τάξης (Furst & Skrine, 1990). Αντιπροσωπευτικά δείγματα νατουραλιστικού μυθιστορήματος, που αναδεικνύουν τη ζοφερή αυτή κοινωνική πραγματικότητα, είναι τα έργα Ζερμινάλ και Νανά του Ζola, όπου οι ήρωες ενσαρκώνουν τις κοινωνικές τάξεις ως αποτέλεσμα των δομών του καπιταλιστικού συστήματος και τον συνακόλουθο μετασχηματισμό των κοινωνικών σχέσεων, σηματοδοτώντας την εξέλιξη του μυθιστορήματος ως μέσου καταγραφής των ταξικών αντιφάσεων (Lukács, 2004).


Το μυθιστόρημα υπό την οπτική της μαρξιστικής κριτικής
Αν για τον νατουραλισμό, το μυθιστόρημα είναι το μέσο αποτύπωσης των ταξικών αντιθέσεων, για τον αναθεωρητικό μαρξισμό το μυθιστόρημα θα μπορούσε να αποτελέσει και μέσο, ακόμα, κοινωνικής ανατροπής. Στην ύστερη μαρξιστική σκέψη, όπως αυτή διαμορφώθηκε υπό την επίδραση των θέσεων του Althusser, το μυθιστόρημα μπορεί να λειτουργήσει ως μέσο κριτικής των κοινωνικών ανισοτήτων και υπονόμευσης των κυρίαρχων ιδεολογιών που τις προκαλούν (Althusser, 1996), γεγονός που μπορεί να το καταστήσει εφαλτήριο αφύπνισης και κοινωνικής αλλαγής.3 Η θέση αυτή, συναρτήσει της βασικής μαρξιστικής αρχής, ότι η πραγματικότητα είναι αυτή που καθορίζει την ανθρώπινη συνείδηση, καθιστά το ρόλο του μυθιστορήματος στην καπιταλιστική κοινωνία της εποχής σημαίνοντα για την ανύψωση της ανθρώπινης υπόστασης και την άρση της πραγμοποίησής της, κατά την έκφραση του Barry (2013). Έργα αντιπροσωπευτικά του μαρξιστικού μυθιστορήματος είναι Η Μάνα του Μαξίμ Γκόρκι και Τα σταφύλια της οργής του Τζον Στάινμπεκ.


Το μυθιστόρημα υπό την οπτική του μοντερνισμού
Ο μοντερνισμός, που αναπτύχθηκε, κυρίως, στις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα, ανατρέπει τις συμβάσεις του ρομαντισμού και του ρεαλισμού και πειραματίζεται με νέες μορφές αφήγησης, αντιλαμβανόμενος το μυθιστόρημα ως ένα είδος που αποκλίνει από τις παραδοσιακές μορφές της πεζογραφίας και διανοίγεται στην καινοτομία. Το μυθιστόρημα απομακρύνεται από τις αξιώσεις θεϊκής αυθεντίας που υπονοούνται στην παντογνωστική εξωτερική αφήγηση, από τις σταθερές οπτικές γωνίες και από τις ξεκάθαρες ηθικές στάσεις (Barry, 2013) και καθίσταται μέσο έκφρασης της συνείδησης, των ψυχικών καταστάσεων και των αντιφάσεων του ανθρώπινου ψυχισμού.
Το μυθιστόρημα του μοντερνισμού, έναντι της αναπαράστασης του εμπειρικού κόσμου, προκρίνει την ενδοσκόπηση, την ψυχολογική ανάλυση και το στοχασμό (Παρίσης, 2015) σε μία περίοδο πλήθους ερεισμάτων καθώς ο κόσμος εισέρχονταν σε μια νέα ρευστή πραγματικότητα. Ίδιον γνώρισμα της μοντερνιστικής γραφής είναι η αφηγηματική τεχνική της «συνειδητής ροής», που αναπαριστά τη διαρκή ροή των σκέψεων, των συναισθημάτων και των εντυπώσεων ενός χαρακτήρα, όπως αυτές εμφανίζονται στο μυαλό του, χωρίς να υπόκειται στη συμβατική ακολουθία μιας εξωτερικής πλοκής (Lodge, 2002). Εξέχουσες μορφές του μοντέρνου μυθιστορήματος είναι ο James Joyce με το έργο Οδυσσέας και η Virginia Woolf με το έργο Κυρία Ντάλογουεϊ, όπου αναδεικνύονται οι πολυδιάστατες ψυχικές καταστάσεις των χαρακτήρων μέσω του συνειδησιακού ρεύματος.


Το μυθιστόρημα υπό την οπτική του μεταμοντερνισμού
Ο μεταμοντερνισμός, εμφανίζεται μετά τον Β' Παγκόσμιο πόλεμο, ως κριτική στον μοντερνισμό και τις αφηγηματικές συμβάσεις που εισήγαγε. Η λογοτεχνική αυτή προσέγγιση βλέπει το μυθιστόρημα ως έναν πολυφωνικό χώρο όπου η αντικειμενική αλήθεια και η συνεκτικότητα της πλοκής αμφισβητούνται (Jameson, 1991). Στο προσκήνιο έρχεται η διακειμενικότητα που μεταμορφώνει τα νοήματα των κειμένων αντί της σύνδεσης ενός κειμένου με κάποια ασφαλή εξωτερική πραγματικότητα ενώ, συχνά, αναμειγνύονται διαφορετικά λογοτεχνικά είδη και υποείδη (Barry, 2013). Χαρακτηριστικό δείγμα μεταμοντέρνου μυθιστορήματος, υπό αυτή την οπτική, είναι Το όνομα του Ρόδου του Umberto Eco, όπου συναρμόζονται η ιστορία, η φιλοσοφία, το αστυνομικό θρίλερ, το μυστήριο και η σάτιρα ενώ υπάρχει έντονη διακειμενική επικοινωνία με άλλους συγγραφείς.


Το μυθιστόρημα υπό την οπτική της φεμινιστικής κριτικής
Η φεμινιστική κριτική άρχισε να διαμορφώνεται ως αυτοτελής κλάδος από τα μέσα του 19ου αιώνα, ως παράγωγο του γυναικείου κινήματος, οι ρίζες του οποίου εντοπίζονται τον 18ο αιώνα, μέσα από την πραγματεία της Mary Wollstonecraft με τίτλο «Δικαίωση στα Δικαιώματα των Γυναικών» όπου μίλησε για την ανάγκη ισότητας των δύο φύλων. Η φεμινιστική κριτική του 20ου αιώνα, στον απόηχο του Δεύτερου Φύλου της Simone de Beauvoir, ανοιχτά, πλέον, αμφισβητεί την κυρίαρχη πατριαρχική ιδεολογία, προσπαθώντας να φέρει στην επιφάνεια τις αναχρονιστικές συμπεριφορές και παραδόσεις με σκοπό την αναθεώρηση του λογοτεχνικού κανόνα. Στόχος της φεμινιστικής λογοτεχνικής κριτικής είναι, αφενός, η αντίσταση στους προκαθορισμένους από τη συμβολική τάξη κοινωνικούς ρόλους, όπως αυτοί είχαν παγιωθεί από τα έμφυλα στερεότυπα, αφετέρου η ανάδειξη νέων μορφών αφήγησης και αναπαράστασης της ταυτότητας και του ρόλου της γυναίκας στην κοινωνία.
Αντιπροσωπευτικά δείγματα του σύγχρονου φεμινιστικού μυθιστορήματος, είναι τα έργα Woman at Point Zero της Nawal El Saadawi και The Color Purple της Alice Walker. Ιδιαίτερης, πάντως, αναφοράς χρήζει το φεμινιστικό μυθιστόρημα επιστημονικής φαντασίας The Power της Naomi Alderman (2016), στο οποίο αποτυπώνεται μία εγγενώς γυναικεία γραφή, όπως την οραματίστηκε η Hélène Cixous όταν έλεγε πως «οι γυναίκες πρέπει να εφεύρουν την απόρθητη γλώσσα που θα τορπιλίσει τους διαχωρισμούς, τους κανόνες και τους κώδικες και να βγουν πέρα από τον ύστατο επιφυλακτικό λόγο» (Barry, 2013).


Επίλογος
Διατρέχοντας την ιστορία του μυθιστορηματικού λόγου, διαπιστώνουμε πως, το μυθιστόρημα μετεξελίσσεται διαρκώς, προσαρμοζόμενο4 στο εκάστοτε κοινωνικο-πολιτιστικό συγκείμενο με το οποίο και «συνομιλεί». Στον μακραίωνο βίο του, το μυθιστόρημα, από την πρώιμη εμφάνισή του τον 1ο αιώνα μ.Χ. έως τη νεότερη περίοδο, οπότε και συγκροτείται πλήρως οντολογικά, γνώρισε ποικίλες ειδολογικές εκφάνσεις. Και θα συνεχίσει να ανανεώνει την ταυτότητα και τα υποείδη του ―τον περίπλου της λογοτεχνικής θεωρίας μη εξαιρουμένου― γιατί, σε ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο και ζοφερό περιβάλλον, υπαρξιακή είναι η ανάγκη της σκέψης να συναντιέται στις σελίδες του με μια γλώσσα που θα της δείχνει τον κόσμο έξω από τις δομές.




1. Σύμφωνα με τον Σαχίνη (1992) στην ελληνική φιλολογική ορολογία, ο όρος μυθιστόρημα θα επικρατήσει έναντι του όρου μυθιστορία, εισηγητής του οποίου ήταν ο Αδαμάντιος Κοραής, περί τα τέλη του 18ου αρχές 19ου αιώνα, οπότε και καθιερώνεται.
2. Η μελέτη των απαρχών και της εξέλιξης του μυθιστορήματος ως είδους έχει ως βάση της, εν πολλοίς, τη δυτικοευρωπαϊκή λογοτεχνία. Όμως, στην εξελικτική του διαδρομή, ρόλο διαδραμάτισαν και έργα μυθοπλασίας της κινεζικής και ιαπωνικής λογοτεχνίας, από τον 11ο αιώνα έως τον 18ο αιώνα (Pavel, 2013).
3. Για την επαναστατική διάσταση της λογοτεχνίας υπερθεματίζει κυρίως το λενινιστικό ρεύμα της μαρχιστικής κριτικής ) Barry, ό.π.
4.  Ο Bakhtin (1941) σημειώνει πως, η ευελιξία του μυθιστορήματος να προσαρμόζεται και να αλλάζει συνεχώς, οφείλεται, εν μέρει, στην έλλειψη γενικού κανόνα του μυθιστορήματος.



ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Abrams, M.H. (2007). Λεξικό Λογοτεχνικών όρων, Πατάκη.
Althusser, L. (1996). Pour Marx (μτφρ. F. Maspero) Παρίσι, La Découverte.
Bakhtin, Μ. (2008). Ζητήματα της ποιητικής του Ντοστογιέφσκι (μτφρ. Α. Ιωαννίδου), Πόλις.
Bakhtin, Μ. (1941). Epic and Novel: Towards a Methodology for the Study of the Novel. Διαθέσιμο από http://users.uoa.gr/~cdokou/TheoryCriticismTexts/Bakhtin%20Epic-Novel.pdf
Barry, P. (2013). Γνωριµία µε τη θεωρία: Μια εισαγωγή στη λογοτεχνική και πολιτισµική θεωρία (μτφρ. Α. Νάτσινα), Βιβλιόραµα.
Βελουδής, Γ. (2006). Γραμματολογία. Θεωρία Λογοτεχνίας, Πατάκης.
Benoit-Dusausoy, A. & Fontaine, G. (1999). Ευρωπαϊκά Γράμματα: Ιστορία της Ευρωπαϊκής Λογοτεχνίας, τ. Β΄, Σοκόλης.
Eagleton, Τ. (2004). The English Novel: An Introduction. Wiley-Blackwell.
Furst, L.R. & Skrine, P.N. (1990). Νατουραλισµός (μτφρ. Λ. Μεγάλου), Ερµής.
Goldhill, S. (2021). Finding the Time for Ancient Novels. Daedalus 150(1): 26-39.
Hawthorn, J. (2022). Studying the Novel. ΗΠΑ, Bloomsbury Publishing.
Hume, R. (1969). Gothic Versus Romantic: A Revaluation of the Gothic Novel. PMLA, Cambridge University Press. Διαθέσιμο από https://knarf.english.upenn.edu/Articles/hume.html
Jameson, F. (1991). Postmodernism, or, The Cultural Logic of Late Capitalism. Duke University Press.
Κακριδής, Φ. (2013). Αρχαία Ελληνική Γραμματολογία. Alter - Ego
Lodge, D. (2002). Consciousness and the Novel: Connected Essays. Harvard University Press.
Lukács, G. (2004). Η θεωρία του μυθιστορήματος, Πολύτροπον.
Ντόκος, Θ. (1998). Χρηστική εισαγωγή στο μυθιστόρημα. Σχολές και τάσεις από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, Καστανιώτη.
Παρίσης, Ι. & Παρίσης, Ν. (2015). Λεξικό Λογοτεχνικών Όρων, ΟΕΔΒ.

 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: