14 ποιήματα

Μετάφραση: Βάσω Χρηστάκου
Βίλχελμ Πικάρεφ: «Ο κύβος του Γκαρθία Λόρκα»
Βίλχελμ Πικάρεφ: «Ο κύβος του Γκαρθία Λόρκα»



Το μπαλκόνι

Αν πεθάνω,
αφήστε το μπαλκόνι ανοιχτό

Το παιδί τρώει πορτοκάλια
(απ’ το μπαλκόνι μου το βλέπω)

Ο θεριστής θερίζει το σιτάρι
(απ’ το μπαλκόνι μου το νιώθω)

Αν πεθάνω,
αφήστε το μπαλκόνι ανοιχτό.



Η κιθάρα

Αρχίζει το κλάμα
της κιθάρας.
Σπάζουν τα ποτήρια
της αυγής.
Αρχίζει το κλάμα της κιθάρας.
Είναι ανώφελο
να τη σωπάσεις.
Είναι αδύνατο
να τη σωπάσεις.
Κλαίει μονότονα
όπως κλαίει το νερό
όπως κλαίει ο άνεμος
στη χιονισμένη γη.
Είναι αδύνατο
να τη σωπάσεις.
Κλαίει για πράματα
μακρινά.
Άμμος του Νότου καυτή
που ζητά άσπρες καμέλιες.
Κλάψε βέλος δίχως στόχο,
το βραδινό δίχως αύριο,
και το πρώτο νεκρό πουλί
πάνω στην κλάρα.
Ω, κιθάρα!
Καρδιά λαβωμένη
από πέντε σπαθιά.


Μετά – Ποίημα της σεγκιρίγια τσιγγάνας (Κάντε χόντο1)

Οι λαβύρινθοι
που φτιάχνει ο χρόνος
σβήνουν.

(Μόνο
η έρημος μένει)

Η καρδιά
πηγή του πόθου,
σβήνει.

Η ψευδαίσθηση της αυγής
και τα φιλιά
ξεθυμαίνουν.

Μόνο
η έρημος μένει.
Μια κυματιστή
έρημος.



Θορόνγκο (Λαϊκά τραγούδια)

Τα χέρια της στοργής μου
σου κεντούν έναν μανδύα
με τρέσα από ματθιόλες2
κι έναν γιακά από νερό.

Όταν ήσουν αγαπημένος μου
στην άσπρη άνοιξη
οι οπλές του αλόγου σου
τέσσερις λυγμοί από ασήμι.
Το φεγγάρι είναι μικρό πηγάδι,
τα λουλούδια δεν αξίζουν τίποτα∙
αυτό που αξίζει είναι τα μπράτσα σου
όταν τη νύχτα μ’ αγκαλιάζουν.
Αυτό που αξίζει είναι τα μπράτσα σου
όταν τη νύχτα μ’ αγκαλιάζουν.


Ένα-Έρως με μπαστούνι (Τραγούδια 1921-1924)

Κάτω απ’ την πικροδάφνη χωρίς φεγγάρι
ήσουν άσχημη, γυμνή.

Η σάρκα σου έψαξε στον χάρτη μου
το κίτρινο της Ισπανίας.

Τι άσχημη ήσουν, Γαλλίδα,
στο πικρό της πικροδάφνης.

Κόκκινο και πράσινο, έριξα στο κορμί σου
το πέπλο του ταλέντου μου.

Πράσινο και κόκκινο, κόκκινο και πράσινο.
Εδώ είμαστε άλλοι άνθρωποι.


Αρλεκίνος – Θεωρίες (Τραγούδια 1921-1924)

Μαστός κόκκινος του ήλιου.
Μαστός γαλάζιος του φεγγαριού.

Κορμός μισός κοράλλι
μισός ασήμι και ημίφως.


Αχ! Ποίημα της σολφά (Κάντε χόντο)

Η κραυγή αφήνει στον άνεμο
μια σκιά από κυπαρίσσι.

(Αφήστε με σ’ αυτό το χωράφι
να κλαίω).

Όλα έχουν σπάσει σ’ αυτόν τον κόσμο.
Δεν μένει άλλο από τη σιωπή.

(Αφήστε με σ’ αυτό το χωράφι
να κλαίω).

Ο ορίζοντας χωρίς φως
δαγκωμένος από φωτιές.

(Σας είπα ήδη να μ’ αφήσετε
σ’ αυτό το χωράφι
να κλαίω).


Χορός – Τρεις πόλεις (Κάντε χόντο)

Η Κάρμεν χορεύει
στους δρόμους της Σεβίλλης.
Έχει άσπρα τα μαλλιά
και λαμπερές τις κόρες.

Κορίτσια,
τραβήξτε τις κουρτίνες!

Στο κεφάλι της κουλουριάζεται
ένα κίτρινο φίδι,
και ονειρεύεται στον χορό
παλιούς καβαλιέρους.

Κορίτσια,
τραβήξτε τις κουρτίνες!

Οι δρόμοι είναι έρημοι
και στα βάθη διακρίνονται,
ανδαλουσιάνικες καρδιές
να ψάχνουν παλιά αγκάθια.

Κορίτσια,
τραβήξτε τις κουρτίνες!


Το καφέ σαντάν3

Λάμπες από κρύσταλλο
και πράσινοι καθρέφτες.
Πάνω στο σκοτεινό σανίδι4
η Παράλα συνομιλεί
με τον θάνατο.
Τον φωνάζει
δεν έρχεται
και τον ξαναφωνάζει.

Ο κόσμος
εισπνέει τους λυγμούς,
μακριές ουρές από μετάξι
σαλεύουν.


Τραγούδι του λίκνου

Στη Μερθέδες, νεκρή

Σε βλέπουμε πια κοιμισμένη.
Η βάρκα σου είναι ξύλινη στην όχθη.

Λευκή πριγκίπισσα του ποτέ.
Κοιμήσου στη σκοτεινή τη νύχτα!
Σώμα από χώμα και χιόνι.
Κοιμήσου την αυγή, κοιμήσου!

Ήδη απομακρύνεσαι κοιμισμένη.
Η βάρκα σου είναι αχλή, όνειρο, στην όχθη.


Κασίντα του θρήνου (Κασίδας ― ανθολογία του Ταμαρίτ)

Έκλεισα το μπαλκόνι μου
γιατί δεν θέλω ν’ ακούω τον θρήνο
πίσω όμως από τους γκρίζους τοίχους
τίποτα άλλο δεν ακούγεται απ’ τον θρήνο.

Υπάρχουν ελάχιστοι άγγελοι που να τραγουδούν,
υπάρχουν ελάχιστοι σκύλοι που να γαβγίζουν,
χίλια βιολιά χωρούν στην παλάμη του χεριού μου.

Μα ο θρήνος είναι ένας σκύλος τεράστιος,
ο θρήνος είναι ένας άγγελος τεράστιος,
ο θρήνος είναι ένα βιολί τεράστιο,
τα δάκρυα φιμώνουν τον άνεμο
δεν ακούγεται άλλο τι παρά ο θρήνος.


Ο έρωτας κοιμάται στο στήθος του ποιητή (Σονέτα τη σκοτεινής αγάπης)

Ποτέ δεν θα νιώσεις πόσο σ’ αγαπώ
γιατί κοιμάσαι μέσα μου κοιμισμένος
σε κρύβω κλαίγοντας, κυνηγημένος
από φωνή σαν κοφτερό ατσάλι.

Νόμος που σείει σάρκα με άστρο
διαπερνά το πονεμένο στήθος
κι οι λέξεις οι θολές έχουν δαγκώσει
τις φτερούγες του αυστηρού του νου σου.

Πλήθος ανθρώπων πηδά στους κήπους
απαιτώντας το κορμί σου, την αγωνία μου,
σε άλογα φωτός και πράσινες χαίτες.

Μα εσύ κοιμήσου ακόμα, ζωή μου.
Άκου το αίμα μου σπασμένο στα βιολιά!
Κοίτα που μας παραφυλάν ακόμα.


Έκπληξη ― Ποίημα της σολεά4 (Κάντε χόντο)

Νεκρός έμεινε στο δρόμο
μ’ ένα στιλέτο στο στήθος.
Κανείς δεν τον γνώριζε.
Πώς έτρεμε το φανάρι!
Μάνα!
Πώς έτρεμε το φαναράκι
του δρόμου!
Ήταν χάραμα. Κανείς
δεν μπόρεσε να εμφανιστεί στα μάτια του
ανοιγμένος στον σκληρό αέρα.
Νεκρός έμεινε στο δρόμο,
μ’ ένα στιλέτο στο στήθος,
κανείς δεν τον γνώριζε.


Το νεότατο τραγούδι των γάτων

Ο σπιτίσιος Μεφιστοφελής
είναι ξαπλωμένος στον ήλιο.
Είν’ ένας γάτος κομψός με έκφραση λιονταριού,
μορφωμένος και καλός
αν και λίγο πλακατζής.
Έχει μουσικό αυτί∙ καταλαβαίνει
τον Ντεμπισί, μα
δεν του αρέσει ο Μπετόβεν.
Ο γάτος μου βολτάρισε
τη νύχτα στα πλήκτρα,
ω, τι αγαλλίαση
της ψυχής του! Ο Ντεμπισί
υπήρξε ένας γάτος φιλόμουσος στην προηγούμενη ζωή του.
Αυτός ο λαμπρός Γάλλος κατάλαβε την ομορφιά
της γατίσιας συγχορδίας στη σκεπή. Είναι
μοντέρνες συγχορδίες θολού νερού από σκιά
(εγώ, γάτε, το καταλαβαίνω).
Εκνευρίζουν τον αστό: θαυμαστή αποστολή!
Η Γαλλία θαυμάζει τους γάτους. Ο Βερλέν ήταν σχεδόν ένας γάτος
άσχημος, μισοκαθολικός, μισάνθρωπος και παιχνιδιάρης,
που νιαούριζε ουράνια σ’ ένα αόρατο φεγγάρι
γλειμμένος απ’ τις μύγες και καμένος από αλκοόλ,
Η Γαλλία αγαπά τους γάτου όπως η Ισπανία τον ταυρομάχο.
Όπως η Ρωσία τη νύχτα, όπως η Κίνα τον δράκο.
Ο γάτος είναι ανησυχητικός, δεν είναι αυτού του κόσμου. Έχει
το τεράστιο προνόμιο να έχει υπάρξει ήδη θεός.
Έχετε παρατηρήσει όταν μας κοιτά νυσταγμένος;
Μοιάζει να μας λέει: Η ζωή είναι διαδοχή
σεξουαλικών ρυθμών. Το φύλο έχει το φως,
το φύλο έχει τ’ αστέρι, το φύλο έχει τον ανθό.
Και κοιτά χύνοντας την πράσινη ψυχή του στη σκιά
Εμείς όλοι βλέπουμε από πίσω τον μεγάλο κερατά.
Το πνεύμα του είναι ερμαφρόδιτο από φύλα πια μαραμένα,
θηλυκή νωχέλεια και ανδρική δόνηση,
ένα σπάνιο πνεύμα αθωότητας και λαγνείας,
γήρας και νιότη παντρεμένα με έρωτα.
Είναι Φίλιπποι δογματικοί και υπεροπτικοί,
μισούν ως πιστό τον σκύλο, ως δουλικό το ποντίκι,
δέχονται τα χάδια με ξεχωριστή έκφραση
και μας κοιτάζουν με ύφος ήρεμο κι ανώτερο.
Μου μοιάζουν δάσκαλοι της υψηλής μελαγχολίας,
θα μπορούσαν να θεραπεύσουν πολιτισμικές θλίψεις.
Η μοντέρνα ενέργεια, το τανκ και το διπλάνο
ζωντανεύουν στις ψυχές τον αρχαίο φόβο…
Η ζωή σε κάθε βήμα εκλεπτύνει τις θλίψεις,
οι ψυχές κρυσταλλώνουν και η αλήθεια πέταξε,
ένας σπόρος πίκρας θάβεται στη γη και δίνει το στάχυ του.
Αυτό το ξέρουν καλύτερα οι γάτοι από τον σπορέα.
Έχουν κάτι από κουκουβάγιες και τραχιά φίδια,
θα ’πρεπε να έχουν φτερά με τη δημιουργία τους.
Και να μίλαγαν εκ του ασφαλούς μ’ εκείνα τα σατανικά
εκτρώματα που είδε ο Αντόνιο από τη σπηλιά του.
Ένας γάτος οργισμένος είναι σχεδόν Σοπενάουερ.
Απαίσιος γκρινιάρης με φάτσα κατεργάρη,
όμως οι γάτοι είναι πάντα καλλιεργημένοι
και επιδίδονται σοβαροί στο να ξαπλώνουν στον ήλιο.
Ο άνθρωπος είναι ελεεινός (λένε), ο θάνατος
θα ’ρθει αργά ή νωρίς. Ας απολαύσουμε τη ζέστη!
Τούτος ο μεγάλος γάτος είναι αρχιεπισκοπικός κι ωραίος,
κοιμάται με το νεκρικό νανούρισμα του ρολογιού.
Τι τον νοιάζουν τα στήθη του νέγρου Εκκλησιαστή,
οι σοφές συμβουλές του γερο-Σολομώντα;
Κοιμήσου εσύ, γάτε μου, σαν ένας τεμπέλικος θεός,
καθώς εγώ στενάζω για κάτι που πέταξε.
Ο ωραίος Πεκοπιάν χαμογελά στον καθρέφτη μου
από νεκροκεφαλή έχει το χαμόγελό του έκφραση.
Κοιμήσου εσύ αγιασμένα ενόσω παίζω πιάνο,
αυτό το τέρας με δόντια και κάρβουνο.
Κι εσύ γάτε του πλούσιου, αποκορύφωμα της τεμπελιάς,
πάρε χαμπάρι ότι υπάρχουν αδέσποτοι γάτοι που είναι
μάρτυρες των παιδιών που με πετριές τους σκοτώνουν
και πεθαίνουν σαν τον Σωκράτη
δίνοντάς τους τη συγγνώμη τους.


1. Το κάντε χόντο (cante jondo) είναι η πιο σοβαρή και συγκινητική μορφή του φλαμένκο ή του ισπανικού τσιγγάνικου τραγουδιού. Διαθέτει ένα ιδιαίτερο μελωδικό ύφος, που χαρακτηρίζεται κυρίως από στενή φωνητική έκταση, προτίμηση στην επανάληψη μιας νότας σαν απαγγελία, δραματική χρήση περίτεχνης μελωδικής διακόσμησης, προσοχή στους μικροτόνους (δηλαδή στα διαστήματα μικρότερα από το ημιτόνιο) και έναν λεπτό, περίπλοκο ρυθμό που αντιστέκεται στη μουσική σημειογραφία.
2. Κοινό καλλωπιστικό φυτό, με γλυκό, χαρακτηριστικό άρωμα, που ανθίζει την άνοιξη 
3. Ο όρος προέρχεται από το γαλλικό καφέ τραγουδιού (café chantant), δηλαδή καφενείο όπου τραγουδούσαν ή έπαιζαν μουσική. Ήταν τόποι ψυχαγωγίας, θεάτρου και αισθησιακής τέχνης, που άνθισαν από τον 19ο αιώνα ως τις αρχές του 20ού σε ολόκληρη την Ευρώπη — Παρίσι, Μαδρίτη, Αθήνα, Σμύρνη. Το ισπανικό «café cantante» ήταν η ανδαλουσιανή εκδοχή του ίδιου φαινομένου: ο τόπος όπου γεννήθηκε το φλαμένκο ως δημόσιο θέαμα. Εκεί οι τραγουδιστές, χορεύτριες, κιθαρίστες (cantaores, bailaoras και tocaores) έδιναν παραστάσεις γεμάτες πάθος και πόνο — αυτό που ο Λόρκα ονομάζει «ντουέντε» (duende)
4.Η ισπανική λέξη «tablado» σημαίνει το ξύλινο πάτωμα, την σκηνή όπου μια επιφάνεια από ξύλο πάνω στην οποία ανεβαίνουν χορευτές ή μουσικοί. Είναι όρος αποκλειστικά του φλαμένκο. Μεταφράστηκε ως «σανίδι».
5. Από τη λέξη soledad (μοναξιά). Είναι ποικιλία του κάντε χόντο.

(Σ.τ.Μ.) 

 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: