Πόσοι σαν ήρωες, πόσοι σαν Τρώες, τυφλοί τα τ΄ ώτα και τω στόματι, την αιτία τους είδαν κι αισθάνθηκαν νεκροί;
Έχουν μια χάρη / παλαιωμένου πένθους / τα έπιπλά μας
Φούστες κύματα / μαγεύουν την Ίριδα / Θρύψαλα σκόρπια
Είναι περασμένες τέσσερις. Δεν κοιτάζει το ρολόι, έχει μάθει να μαντεύει την ώρα από τη μυρωδιά.
Υφαίνεις από τα κόκκινα ιμάτια/ του θανάτου σου/ μεταξωτά συρματοπλέγματα/ και με παντρεύεσαι/ βίος ανθόσπαρτος/ αγκαθωτός
Οι λέξεις πιάνουν τόπο, μια θύελλα αγριεμένων ήχων υψώνεται γύρω της κυκλωτικά. Όλοι μοιάζουν με κουλουριασμένα φίδια
Έτσι ριγμένος τώρα μέσα στο λευκό του ολοκαίνουργιο κοστούμι, πανέτοιμος, βγαίνει ξανά απ' το σπίτι, πράγματι όχι μόνος.
Για κάποιες βρέθηκαν ποιητές ερωτευμένοι ή φιλεμένοι για το ακριβό κόσμημα ύμνους ή ελεγείες να πλέξουν.
Η γη θα έχει κάψει όλη την ενέργειά της και εμείς δεν θα ξέρουμε τί σημαίνει η λέξη Επανάσταση
Η μητέρα μου έλεγε πως η αισθητική του καθενός είναι η προσωπική του ηθική. Το ωραίο είναι πάντα το ζητούμενο, το ύψιστο αγαθό.
Παλιομοδίτικο το πανωφόρι μου τριμμένοι οι αγκώνες έτοιμες να ξεφτίσουν οι άκρες των μανικιών.
Οι μέρες δεν έχουν τρόπο να τις ανοίξεις / Έζησα τις μέρες κλειστές / Ποτέ δεν έμαθα τι είχαν από μέσα