Είμαι η Ζουλί, 16 χρονών. Τους ακούω που πανικοβάλλονται. Η απόγνωσή τους φτάνει σε κύματα που μυρίζουν αλλιώτικα στον καθένα
Δεν πλαγιάζουμε άλλο με τα υπάρχοντά μας / στις τονισμένες ωμοπλάτες κουβαλάμε λιόσπορους / και ζεστές ανάσες
Τελευταίο βράδυ. / Κρύο, πανσέληνος και τα δυό αστέρια. / Με κατέχω.
Ένα μικροδιήγημα με τίτλο «Ισαβέλλα» (εμπνευσμένο από το διήγημα της Βιρτζίνια Γουλφ «Η κυρία στον καθρέφτη»)
Μπουκέτο από μωβ και κίτρινα άνθη /Λιώνει δηλητηριάζοντας τη γλώσσα μου /Ένα κόκκινο άτι /Καλπάζει ξέφρενα στον οισοφάγο
Πρέπει να παραδεχτείτε ότι εμείς οι δυο είχαμε πάντα ένα δικό μας, ξεχωριστό τρόπο για να κάνουμε τα πάντα
Έτσι ασκεπείς και ελεύθεροι ανεβαίνουμε στον ουρανό κι ο γέροντας χαμογελά έχοντας μνήμες ακριβές από χείλη σαν άνθη ανοιγμένα...
Η δεσποινίς Έλλη κατέβηκε βιαστικά τις σκάλες με τη βαλίτσα παραμάσχαλα και η μαμά έκλεισε ορμητικά την πόρτα πίσω της
Αλλά, σε αντίθεση με αυτό που γράφει ο τίτλος, δεν είναι ακριβώς κριτική του βιβλίου
Ξέρω ότι το ποίημα με περιμένει. / Φροντίζω να μην αργήσω
Και ύστερα μαγείρεμα, /προετοιμασίες στην εντέλεια, /φόβος μην έχει μαζευτεί το κατακάθι της ζωής στου φλιτζανιού τον πάτο
Λεπίδες, θειάφι, ολοφυρμούς: αντιδωρίζει μας ο ουρανός ό,τι του στείλαμε. Δε μας λυπάται.