Ότι δεν ξέρω που πάει ο χρόνος μου και τι κάνω μαζί του. Δεν ξέρω γιατί τελειώνει η μια μέρα και πότε ξεκινάει η επόμενη.
Σκιές, πάλι οι σκιές, προϋποθέτεις σε αυτές τις θάλασσες αυτές τις σκιές. Αδύνατο να τις δεις αλλιώς. ( Για τον ΜΙΜΗ ΣΟΥΛΙΩΤΗ )
Θηλιά τραχιά οι διαβάτες / με τις όξινες φωνές / τα αυτοκίνητα με τα φιμέ τζάμια / μια παρηγοριά.
Και βρέθηκε αυτός ο απρόβλεπτος, ο μελωδικός «ιός» που έμελλε ν’ αλλάξει διά παντός το μουσικό τοπίο και τα αισθήματα των ανθρώπων
Η ξανθιά αεροσυνοδός περνάει απ’ τον διάδρομο και του κάνει νόημα να σηκώσει το κάθισμα. Η προσγείωση ξεκινάει. Έξω μόνο σκοτάδι
Συχνά ξερίζωνε την καρδιά μου δίχως λύπη και παίζανε μπιλιάρδο με τον Χάιντ αυτός τον άφηνε από φόβο να κερδίζει.
Το σώμα σου είχε αρχίζει να γεμίζει, να στρογγυλεύει σε πλήρη αντίστιξη με την συνήθεια του φθινοπώρου να πετάει, να απορρίπτει...
Μνήμη είναι η εξορία που γίνεται πατρίδα στην άκρη μιας αποβάθρας πιο έρημης από ποτέ
Έχω ένα σκυλί μέσα στο κεφάλι μου / που τις νύχτες κλαίει ή αναπολεί / δεν γνωρίζω / δεμένο γύρω από μια σιδερένια πίκρα
Πώς ξεγελιούνται οι τίγρεις με καθρεφτάκια, με το ίδιο τους το είδωλο κοιτώντας το να ξεχάσουν την αιχμαλωσία που έρχεται...
Αργότερα κατάλαβε / πως η οξυδέρκειά του / δεν τον βοήθησε να εννοήσει τη σημασία / ενός και μόνου ρήματος: / αναπνέω
Γιατί πυροβολήσατε τους ποιητές; Δεν καταλαβαίνατε τα ποιήματά τους ή οι φωνές τους ήταν πολύ αληθινές για τη φιλαρέσκειά σας;