Το τοπίο αποσύρεται με ταχύτητα / νερό γύρω απ’ τους αστραγάλους μου / εδώ, παίρνω τις αποφάσεις / από χαμηλά
Πορτοκαλί ντοσιέ / Τα δάχτυλα στα πλήκτρα / μακρόσυρτο φιλί στη βιβλιοθήκησε / κίνηση ονειρική / να πέφτουν τα βιβλία από το ράφι
Του φωνάζει να αφήσει τα παράθυρα ανοιχτά, θέλει αέρα παγωμένο, να βλέπει το τέλος να έρχεται σαν φως, σαν φλας να τη φωτογραφίσει
Λίγα πράγματα κατάφερα να μάθω για σένα –
Οι λέξεις πιάνουν τόπο, μια θύελλα αγριεμένων ήχων υψώνεται γύρω της κυκλωτικά. Όλοι μοιάζουν με κουλουριασμένα φίδια
Είναι περασμένες τέσσερις. Δεν κοιτάζει το ρολόι, έχει μάθει να μαντεύει την ώρα από τη μυρωδιά.
Το IQ του ήταν τόσο χαμηλό που η ιδιότητα του ως μέλος του ανθρώπινου είδους ήταν υπό αμφισβήτηση κάθε φορά που άνοιγε το στόμα.
Διαβάζει νερό / βουλιάζουν οι λέξεις του / γίνονται ψάρια.
Το μέρος αυτό έχει πολλά ονόματα. Το λένε Βελιγράδι, το λένε Σρεμπρένιτσα, το λένε Σεράγεβο. Το λένε Δαμασκό, Βηρυττό, Μαριούπολη.
Οι μέρες δεν έχουν τρόπο να τις ανοίξεις / Έζησα τις μέρες κλειστές / Ποτέ δεν έμαθα τι είχαν από μέσα
Παλιομοδίτικο το πανωφόρι μου τριμμένοι οι αγκώνες έτοιμες να ξεφτίσουν οι άκρες των μανικιών.
Η μητέρα μου έλεγε πως η αισθητική του καθενός είναι η προσωπική του ηθική. Το ωραίο είναι πάντα το ζητούμενο, το ύψιστο αγαθό.