Τα σπίτια τα επιπλώνουμε με / την ανάσα μας / και όταν αυτή τελειώσει / με την ψυχή μας
Διαλέγει η Κλυταιμνήστρα προσεχτικά τα κοσμήματα με τα οποία θα στολίσει λαιμό και δάχτυλα.
Τα πορτοκάλια κατρακυλούν ανάμεσα στα σύννεφα / τα κυδώνια γίνονται μακρινοί ήλιοι / και τα μήλα γυρίζουν σαν ρόδινα φεγγάρια
Η Τέχνη υπόσχεται να μας προφυλάξει από την απουσία
Άρμα τού βασιλιά των Σούσων Αβραδάτα / με τέσσερα τιμόνια και οκτώ άλογα. / Από την Πάνθεια το άρμα λαμπροστολισμένο.
Λίγο καιρό αφού σταματήσαμε να βλεπόμαστε κλέφτηκε με τον χασάπη που ήταν κρυφός εραστής της ήδη από την εποχή της εφηβείας της
Χωράφια σπαρμένα / με ξυπνητήρια και μηχανικές ατζέντες / η ζωή μας
Ένας νεαρός λοχαγός της έφερε, σαν δώρο από τον άλλο κόσμο, ένα δέμα με έξι πυκνογραμμένα τετράδια
Αποφεύγω να γράφω στο δάσος. Την τελευταία φορά που το επιχείρησα μια πεταλούδα εισχώρησε στο ποίημα. Άρχισε να τρώει τα φωνήεντα
Πάντα σε ξάφνιαζε η βραχνή ερώτηση / και για να μην προδοθείς / βιαζόσουν να προφέρεις χαμηλόφωνα / τ’ όνομα του πατέρα
Κορίτσια που ’χουν μαγικό στα πόδια τους σκονάκι / πώς τόλμησες και πίστεψες, άθλιε, πως αγαπάνε;
Το απόγευμα η μητέρα είχε καλεσμένη τη διάσημη chanteuse που είχε μόλις φτάσει μαζί με τον γερμανό διοικητή που τη φιλοξενούσε