Συμπέρασμα

Φωτογραφικό αρχείο Ν. Λάμπρου
Φωτογραφικό αρχείο Ν. Λάμπρου

Περιμένω στο σαλόνι αναμονής εδώ και ένα τέταρτο. Φωνάζει το όνομά μου. Τον ακολουθώ. Κλείνω την πόρτα πίσω μου.

– Καλημέρα.
–Γεια σας.

    Αφήνω τα πράγματά μου στην καρέκλα. Κάθομαι. Μπροστά του έχει ένα χαρτί που το κοιτάει. Εκεί αναγράφονται τα στοιχεία μου. Του εξηγώ πώς έχει η κατάσταση, τι θέλω. Σκέφτεται. Με ρωτάει. Του απαντώ. Τον κοιτάζω. Τον παρατηρώ. Είναι εμφανίσιμος. Έχει λεπτά χαρακτηριστικά. Μεγάλα καστανά μάτια. Μελαγχολικά. Σαν κάτι να βαραίνει τα βλέφαρά του. Το πρόσωπό του εκπέμπει ηρεμία. Μέτριο ανάστημα, αδύνατος, γύρω στα 40. Ωστόσο βγάζει μια νεανικότητα μιας άλλης εποχής. Σαν κάποια νοσταλγία για τα παλιά να του χορηγεί τη νιότη. Άρα δυσάρεστο παρόν. Γυμνασμένος, αλλά όχι φουσκωμένος. Της μετριότητας. Ρολόι στο αριστερό χέρι. Όχι ακριβό. Τυπικός, συνεπής, προγραμματίζει για να έχει τον έλεγχο, σκέφτομαι. Ο αυχένας του έχει μια μεγάλη κλίση προς τα εμπρός· θα περνάει πολλές ώρες μπροστά από τον υπολογιστή. Το βλέμμα μου πέφτει πάνω στα δάχτυλά του: είναι λεπτά, αδούλευτα. Δεν άλλαξε εκατό δουλειές, δεν έκανε ποτέ του καμιά δύσκολη. Δε χρειάστηκε. Άρα βολεμένος από σπίτι. Μπορεί ο μπαμπάς του να διάλεξε το επάγγελμά του. Αυταρχικό οικογενειακό περιβάλλον. Είναι σχολαστικός στη δουλειά του. Δε βιάζεται. Άρα την αγαπά. Ή ίσως να είναι τελειομανής λόγω ανασφάλειας. Ή και τα δύο. Κάθε φορά που μου απευθύνει το λόγο διακρίνω λιτότητα και ευγένεια. Ξέρει να μιλά – είναι μορφωμένος. Τον κοιτώ βαθιά μέσα στα μάτια. Μόνο τον κοιτώ. «Τελειώσαμε» μου λέει. Μου χαμογελά και κάνει ένα αστείο σχόλιο για το επίθετό μου, έξυπνο, διακριτικό, σχεδόν κάτι σαν κοπλιμέντο. Ξυπνώ από τις σκέψεις μου. Του ανταποδίδω το χαμόγελο. Παίρνω τα πράγματά μου. Φεύγω.

    ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
     

    αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: