Τα δώρισα στην κόρη μου με την εντολή «να τα φοράς κάθε μέρα, να τα χαίρεσαι, μην τα χάσεις σε αυτοκίνητα, να τα φοράς, να τολμάς»
Εκνευρισμένος της φωνάζω: «τι θέλετε πια απ’ τη ζωή μου, πρωινιάτικα;»
Μόνο τη μοίρα των κυμάτων / ξέρει να διαβάζει
Ένας στοχασμός γύρω από το ανείπωτο όνομα, ένα όνομα που απαντάται συνεχώς και που συνεχώς αποφεύγεται
Να έφταιγε που ήταν τυφλωμένος από έρωτα και δεν είδε το ραγισμένο πλακάκι στο πεζοδρόμιο;
Αφιλτράριστα στιγμιότυπα που δεν έχουν την παραμικρή ανάγκη να μασκαριστούν
Με συγχωρείτε που βρίσκομαι εδώ
Δύο διηγήσεις
Κανένας δεν τον είχε πιέσει: μόνος του τη διάλεξε, μόνος του αποφάσισε για το στεφάνι και μόνος του πήρε το καράβι για τα ξένα
Υπό γυναικών λατρεύεται π' έβλεπαν κάτω στις αμμουδερές ακτογραμμές και θίνες να διαγράφεται λίγο λίγο το περίγραμμα μανούλας
Δεκάξι πόντους όνειρο σ’ ερμεία σφυρά / Ελπίζοντας πως δεν θα καταρρεύσει
Ξεκίνησα να ζω πάνω στη σιδερώστρα, εκεί τρώω, εκεί πλαγιάζω τα βράδια. Εκεί σαν αγκάθια ψαριού οι σκέψεις με γδέρνουν
Στην έκθεση «Αλέκος Φασιανός - Βαγγέλης Χρόνης. 30 χρόνια φιλίας. Ζωγραφική και ποίηση»