Έρωτες και φαντάσματα

Έρωτες και φαντάσματα

O Αμπδόν Ουμπίδια (Kίτο, 1944) είναι, μάλλον, ο πιο σημαντικός εν ζωή συγγραφέας από τον Ισημερινό. Ήταν, μάλλον, και ο μόνος γνωστός συγγραφέας από τον Ισημερινό στη χώρα μας μέχρι την έκδοση, φέτος, του μυθιστορήματος Mandíbula, της συμπατριώτισσάς του Μόνικα Οχέδα (εκδ. Σκαρίφημα, μετ. Ιφιγένεια Ντούμη). Ανήκει στη γενιά των λατινοαμερικανών συγγραφέων του ’60 και του ’70, οι οποίοι άρχισαν να παίρνουν διακριτικά αποστάσεις από τους συγγραφείς του λατινοαμερικανικού λογοτεχνικού boom, όπως π.χ. τον Γκ. Γκ. Μάρκες. Πρόκειται για συγγραφείς που δεν ενδιαφέρονται και τόσο για το λεγόμενο «απόλυτο μυθιστόρημα» σε μια λατινοαμερικανική εκδοχή, δηλαδή μια φιλόδοξη σύνθεση η οποία πειραματίζεται με τη γλώσσα ενώ, παράλληλα, φιλοδοξεί να αναδείξει και το κοινωνικό και το ανθρωπολογικό στοιχείο και να μεταφέρει θέματα και αφηγηματικά και εκφραστικά μοτίβα από τις παραδόσεις των αυτοχθόνων λαών. Ο Α. Ουμπίδια, ο οποίος συγκρούσθηκε με το λογοτεχνικό κατεστημένο του τόπου του, ανήκει σε μια γενιά που αναζητεί/διεκδικεί μια οικουμενική απήχησης βασιζόμενη στις ντόπιες ρίζες. Χωρίς παραχωρήσεις προς τον «επαρχιωτισμό» και την εύκολη ηθογραφία, ο Α. Ουμπίδια καλλιεργεί συστηματικά το στοιχείο του glocal (γλωσσικό υβρίδιο από το global + local).  

Ο Α. Ουμπίδια έχει επισκεφθεί δύο φορές στη χώρα μας. Την πρώτη για να παρουσιάσει την επηρεασμένη από τον Υπαρξισμό νουβέλα του Χειμωνιάτικη πόλη (εκδ. Ροές 2009, μετ. Βιργινία Γαλανοπούλου). Τη δεύτερη για να παρουσιάσει την επιλογή φανταστικών διηγημάτων του, συγκρινόμενων κάπως ακόμη με φανταστικά διηγήματα του Μπόρχες, με τον τίτλο Τερπινοήσεις. Ιστορίες φαντασίας και ουτοπίας (εκδ. Ροές 2015, σε συλλογική μετάφραση: Ελένη Βότση, Χρυσούλα Γιαννιά, Μάρω Γολικίδου, Μαρία Μελαδάκη, Ειρήνη Οικονόμου, Ελένη Οικονόμου, Αγγελική Παλασοπούλου, Μαρία Στρατηγάκου, με συντονισμό από τον Νίκο Πρατσίνη). Στο χώρο του φανταστικού κινείται και το διήγημά του Ιστορία των βρώσιμων βιβλίων, σε ομότιτλη συλλογή φανταστικών λατινοαμερικανικών διηγημάτων (εκδ. Γαβριηλίδης 2017, μετ. Κωνσταντίνος Παλαιολόγος). Στην κατηγορία των φανταστικών διηγημάτων του εγγράφεται και το διήγημα που παρουσιάζουμε στο ΧΑΡΤΗ.

Ο Α. Ουμπίδια χαρακτηρίζεται από την ποικιλότητα των λογοτεχνικών ειδών που υπηρετεί. Εκτός των προαναφερόμενων, στην Ελλάδα έχει ακόμη εκδοθεί το εξαιρετικό και μοναδικό στο είδος του λογοτεχνικό δοκίμιο για το φαινόμενο του έρωτα στη ζωή και στη λογοτεχνία Η ερωτική περιπέτεια και οι χαρακτήρες της (εκδ. Ροές 2017, μετ. Δήμητρα Παπαβασιλείου) καθώς και η κομψή νουβέλα του Σιωπηλή σαν τον θάνατο (εκδ. Carnívora, 2020, μετ. Ασπασία Καμπύλη), με έντονο το πολιτικό, το ηθικό αλλά και το αστυνομικό στοιχείο. Ο Α. Ουμπίδια έχει ακόμη ασχοληθεί με την καταγραφή της λαϊκής προφορικής λογοτεχνικής παράδοσης της χώρας του.  

Η μετάφραση όσο και η επιμέλεια του διηγήματος πραγματοποιήθηκαν ομαδικά και στα πλαίσια του Τμήματος κατάρτισης μεταφραστών του Κέντρου Γλωσσών και Πολιτισμών της Ιβηρικής και της Λ. Αμερικής Abanico (2020/2021 -συνεχίζεται).  Συμμετείχαν: Αντωνία Βλάχου, Μάχη Γεωργιάδου, Βάσια Καρκαντζού, Δήμητρα Λαμπρίδου, Αναστασία Λιανοπούλου, Μαρία Μπαχλαβά, Μαρουσώ Χατζηαναγνώστου. Συντόνισε και διηύθυνε: Νίκος Πρατσίνης.

Η συλλογική μετάφραση δηλαδή η κατάτμηση και ο επιμερισμός ενός κειμένου ή ο επιμερισμός πολλών κειμένων από μια συλλογή σε μια ομάδα μεταφραστών και, στη συνέχεια, η ομαδική επιμέλεια/ομογενοποίηση των μεταφρασμάτων από τους ίδιους ευνοούν την ανάδειξη της πολυσημίας του έργου και διευκολύνουν την πολυεστιακή ανάγνωση. Πόσω μάλλον αν πρόκειται για ένα διήγημα, όπως αυτό που ακολουθεί, το οποίο στοχεύει στις πληθυντικές αναγνώσεις, γραμμένο από ένα συγγραφέα με ποικίλα ενδιαφέροντα σε μια χώρα μεγάλης βιοποικιλότητας.
————ΝΙΚΟΣ ΠΡΑΤΣΙΝΗΣ

H X O Σ

«Ένα ολάνθιστο κατακόκκινο αρούπο»
«Ένα ολάνθιστο κατακόκκινο αρούπο»

Έρωτες και φαντάσματα

«Είναι τόσο όμορφο όσο ένας έρωτας που ξεκινά» είπε ο Χουλιάν στη Μαργαρίτα, κάπως θλιμμένα, κάπως νοσταλγικά, ενώ διέσχιζαν το πάρκο με κατεύθυνση προς το Ινστιτούτο Ωμέγα κοιτώντας τα νεαρά ζευγάρια που βολτάριζαν στις όχθες της λίμνης. Δεν ξεκαθάρισε αν αναφερόταν σε ένα κολιμπρί ή σε ένα ολάνθιστο κατακόκκινο αρούπο. Πληγωμένη όπως ήταν από ένα πρόσφατο διαζύγιο, η Μαργαρίτα άλλαξε σιωπηρά τη φράση του συναδέλφου της. «Είναι τόσο φρικτό όσο ένας έρωτας που τελειώνει», είπε. Εδώ και καιρό δεν ήθελε να ξέρει τίποτα για τον έρωτα.

Ο Χουλιάν και η Μαργαρίτα, για διαφορετικούς λόγους, είχαν καθυστερήσει για χρόνια τις σπουδές τους, και τώρα η συγκυρία θέλησε να γνωριστούν και να ετοιμάσουν μαζί μια αναβληθείσα διδακτορική διατριβή σχετικά με τα «Συστήματα ανάκτησης του απολεσθέντος παρελθόντος».

Τα τελευταία χρόνια, το ενδιαφέρον των σοφών καθηγητών του Ινστιτούτου Ωμέγα είχε επικεντρωθεί στα αλλοτινά «σπίτια φαντασμάτων» με το πασίγνωστο ιστορικό τους – ανεξήγητες φωνές, θόρυβοι και οπτασίες – και προς αυτή την κατεύθυνση προσανατόλιζαν τις εργασίες τους. Γι’ αυτούς - επιστήμονες σε τελική ανάλυση -, οι εσωτεριστικές ερμηνείες απορρίπτονταν ως αντικείμενα μελέτης. Δεν είναι πως τις θεωρούσαν εσφαλμένες αλλά απλώς άρμοζαν περισσότερο σε άλλους ερευνητές. Για το Ινστιτούτο, οι εμφανίσεις πνευμάτων και τα συναφή, δεν είχαν καμία σχέση με το υπερφυσικό, ήταν απλώς φυσικά ίχνη που έμειναν χαραγμένα με πολλούς τρόπους σε τοίχους, πατώματα, ταβάνια, στις εσοχές μέχρι και στα έπιπλα, από τα άτομα που είχαν κατοικήσει τα αποχαρακτηρισμένα πλέον, χάρη στην επιστήμη, σπίτια φαντασμάτων.

«Το ενδιαφέρον μας έρχεται από πολύ παλιά» έλεγε ένας καθηγητής. Η αρχαία μέθοδος ραδιοχρονολόγησης με τον άνθρακα 14 ήταν μόνο η αρχή. Μετά ήρθε η περίφημη ανακάλυψη των ήχων που είχαν εγγραφεί πάνω στα αγγεία που ήταν φτιαγμένα πριν από χιλιάδες χρόνια από Κινέζους, Αιγύπτιους και Έλληνες αγγειοπλάστες, οι οποίοι ποτέ δεν έμαθαν ότι, καθώς γύριζε ο τροχός, τα χέρια τους αιχμαλώτιζαν πάνω στον νωπό πηλό τις δονήσεις των ίδιων τους των φωνών. Τώρα, το Ινστιτούτο ήθελε να αναπτύξει μια «συσκευή ιχνηλάτησης κυμάτων σε αιχμαλωσία», η οποία θα επέτρεπε τον συντονισμό τους, με κάποια πιστότητα, σαν ένα είδος ραδιοφωνικού δέκτη, με τους αντίλαλους από ένα παρελθόν ενίοτε ολοζώντανο, καλά φυλαγμένο στα παλιά σπίτια, το οποίο, για την ώρα, κατάφερναν να αντιλαμβάνονται μόνο τα επονομαζόμενα διάμεσα, καθώς και κάποια χαρισματικά άτομα με εκλεπτυσμένη ευαισθησία.

Μετά την ενδελεχή εξέταση πολλών αρχείων, ο Χουλιάν και η Μαργαρίτα, αποφάσισαν, χωρίς σοβαρές συγκρούσεις, να επιλέξουν για τη διατριβή τους μια μικρή έπαυλη, η οποία είχε χτιστεί και είχε κατοικηθεί από ένα παντρεμένο ζευγάρι, τον Αλμπέρτο και την Ελίνα, το οποίο, σύμφωνα με όλο το υλικό τεκμηρίωσης, αγαπήθηκε πολύ για μια ζωή.

Πολλές μέρες και πολλές νύχτες εφάρμοσαν τους αισθητήρες των συσκευών τους σε όλες τις γωνίες του σπιτιού και κατάφεραν να ακούσουν κάποιες συζητήσεις σχεδόν ολόκληρες.

«Πόσο όμορφα ήξεραν να ξεπερνούν όλα τους τα προβλήματα, τις στεναχώριες και τις πικρίες τους. Τι όμορφος τρόπος να αγαπάς και να αγαπιέσαι στο πέρασμα του χρόνου», είπε ο Χουλιάν.

«Έχουν αφήσει εδώ τη θετική τους ενέργεια», ψιθύρισε εκείνη.

«Η αγάπη κάποιου ατόμου για μένα θα κατέληγε στην αγορά αυτού του σπιτιού, την αναπαλαίωσή του και της προσπάθεια να μάθουμε περισσότερα για τους φίλους μας, τον Αλμπέρτο και την Ελίνα».

Η Μαργαρίτα ήξερε ότι ο Χουλιάν σκεφτόταν εκείνη. Αλλά δεν αναστατώθηκε. Μέχρι που τον κοίταξε με κάποια συμπόνια και τρυφερότητα. Ήταν συνεσταλμένος και μοναχικός τύπος και θα περνούσε κάποιος χρόνος προτού αποτολμούσε να υπαινιχθεί οτιδήποτε σχετικά. Κάποιος χρόνος. Μάλλον ο αρκετός για εκείνη χρόνος ώστε να αρχίσει να νιώθει, και πάλι, την επιτακτική ανάγκη να αγαπήσει. Μήπως όμως, παρά τις προθέσεις της, είχε αρχίσει ήδη να τη νιώθει; «Είναι τόσο όμορφο όσο ένας έρωτας που αρχίζει» σκέφτηκε.

«Δεν ξέρω πώς μου ήρθε αυτή η φράση» αναστέναξε από μια γωνιά η Ελίνα.

«Ποια φράση;» ρώτησε ο Αλμπέρτο από μια άλλη γωνιά.

«Είναι τόσο όμορφο όσο ένας έρωτας που αρχίζει», απάντησε η Ελίνα.

Ο Χουλιάν και η Μαργαρίτα τούς άκουσαν ολοκάθαρα. Ήταν η πρώτη φορά που τους άκουγαν να μιλούν χωρίς τη βοήθεια κάποιας ειδικής συσκευής

 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: