Δύο ποιήματα

Δύο ποιήματα



Επιτάφιος

Όταν την πρώτη μου πέθανα φορά
έβλεπα τις μέρες να σβήνουν στην σειρά.

Ήμουν περήφανη, με τόση χάρη
όμως φοβόμουν ν’ αντικρύσω το φεγγάρι.

Σκιαζόμουνα να βλέπω την βροχή
τον πόνο ψηλαφούσα στην ψυχή.

Με θάψανε την δεύτερη φορά βαθειά.
Με κλάψανε. Λόγια συνήθη και σαχλά.

Άνθη και ροδοπέταλα την κάσα μου σκεπάσαν.
Απάνω πλάκα πέτρινη. Ησυχάσαν.

Ζεστά είναι ΄δώ. Γαλήνη, λέω, πως θα ’ναι.
Θα βλέπω σκουληκάκια να περνάνε.


Ξημερώνει

Σταμάτησα να τραγουδώ.
Με την καρδιά μου σίδερο,
Κοιτώ την νύχτα το ταβάνι.
Το χάραμα αυγάζει. Φτάνει.

                            *

Χειμώνας. Οι αβασίλευτες νυχτιές.
Σκότεινες, μαύρες, θλιβερές.
Μα πιο πολὐ πονάει που πάλι
Η αυγή σιγά-σιγά προβάλλει.




Δύο ποιήματα

Η Dorothy Parker (1894-1973), γεννήθηκε και έζησε στην Νέα Υόρκη. Στην περίοδο του Μεσοπολέμου, υπήρξε η κινητήρια δύναμη και το κεντρικό πρόσωπο μιας λογοτεχνικής κίνησης, την οποία στελέχωναν μερικοί από τους σημαντικότερους νεοϋορκέζους συγγραφείς. Έγραψε πεζογραφία, θεατρικά έργα, δοκίμια. Για αρκετά χρόνια άσκησε την τέχνη της κριτικής.
Τις πρώτες δεκαετίες της ζωής της, συμμετείχε στο αριστερό κίνημα και στις φεμινιστικές του εκφάνσεις. Μετά την απογοήτευση από τους ιδεολογικούς σεχταρισμούς, η ποίησή της, που αποτελεί την σημαντικότερη έκφανση του πολύπτυχου έργου της, κατακλύζεται από την ατμόσφαιρα ενός κλίματος βαθιάς μελαγχολίας αναμεμειγμένης με σαρδόνια ειρωνεία. Με τον καιρό, η ποιητική της γραφή απεκδύεται τις φενάκες των μορφικών πειραματισμών του μοντερνισμού και γίνεται μια αιχμηρή μελέτη θανάτου, μέσα από απέριττες και καθαρές μορφές. Αναμειγνύει τα μοντερνιστικά επιτεύγματα με την πλούσια παράδοση της αγγλοσαξονικής προσωδίας ― όπως, άλλωστε, κάμποσοι από τους κορυφαίους Αγγλοσάξονες μεταπολεμικούς ποιητές. Η μορφική καθαρότητα στην ποίηση της Πάρκερ, είναι ευθέως ανάλογη με μια ποιητική αντίληψη οντολογικού χαρακτήρα: Η ποίησή της, στις καλύτερές της στιγμές, είναι μελέτη θανάτου και εν ταυτώ πόλεμος εναντίον του θανάτου σε κάθε του μορφή. Από την ματαιότητα της καταναλωτικής συνθήκης και τις διαψεύσεις της καθημερινότητας ως «μαζικής» πλην ψευδούς ευτυχίας, έως το αναπόδραστο συμβάν του θανάτου η Πάρκερ σαρκώνει στα ποιήματά της μιαν ιδιότυπη απελπισία τέτοιας έντασης που καταληγεί ο προάγγελος της αληθινής ελπίδας.

― Δ. Κ.


 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: