Να το φεγγάρι! Να η σελήνη
ολόστιλπνο, χρυσό σελίνι.
Η σάλπιγγα σιωπή σαλπίζει.
Ο κύριος διοικητής γυρίζει.
Απέναντι ηχούν σονάτες.
Και στην πλατεία περνούνε γάτες.
Ύπνος βαθύς στην επαρχία.
Κι η ύστερη παραφωνία:
Το κάλυμμα του πιάνου κλείνει.
Τι ώρα πήγε; Ω σελήνη
Τι εξορία είναι αυτή;
Γιατί κανείς να υποταχτεί;
Σελήνη πλέεις, αιώνια, ίδια
πλέεις σ’ απέραντα ταξίδια,
Στου Μισσισίπη τις σιωπές
στου Παρισιού θολές σκεπές,
στον Βόρειο και στον Νότιο Πόλο
στη Νορβηγία ― στον κόσμον όλο.
Μα δες, φεγγάρι χαρωπό,
Κοίτα τον νυφικό χορό.
Δες την γυναίκα που αγαπώ
Να φεύγει μ΄άλλον στο πλευρό.
Τα ποιήματά μου ― Αχ! Μακάρι
Στα σοβαρά να τα ’χε πάρει.
Αλήτικο φεγγάρι. Μίλα!
Σου δίνω απ΄ της καρδιάς τα φύλλα,
τους πόθους μου και τις χαρές.
Στείλε μου τις χρυσές σου χάρες.
Ω πλούσια νύχτα! Έχω στο στήθος
της επαρχίας το μαύρο βύθος
κι εσύ Σελήνη πας να δύσεις.
Την ακοή μου την χρυσίζεις.