Γρηγόριος Ναζιανζηνός (4ος αι.)
[ Στη χαμένη οικογένεια ]
Πρώτα έφυγε ο Καισάριος· θρηνήσαμε όλοι. Κι όμως,
το Γοργονάκι πιο μετά κι αργότερα ο πατέρας.
Η μάνα τώρα… Χέρι μου, πικρή γραφή σκαλίζεις.
Απέμεινε ο Γρηγόριος· θα γράψω τον χαμό μου.
Αγαθίας ο Σχολαστικός (6ος αι.)
[ Στην αδελφή του, Ευγενία ]
Το κάποτε πανέμορφο, καλλίφωνο λουλούδι,
την υπηρέτρια την πιστή της ξακουσμένης Δίκης,
την Ευγενία, καλύπτει αυτό το χώμα. Τρεις πλεξούδες
η Μούσα, η Θέμις κι ο Έρωτας στο μνήμα της αφήσαν.
Αρέθας Καισαρείας (9ος/10ος αι.)
[ Στην αδελφή του, Άννα ]
Η μοίρα μού έσβησε νωρίς τον λύχνο της ζωής μου
κι η λάμψη απ’ το καντήλι μου διαλύθηκε στη νύχτα.
Ακόμα κι έτσι, ο δαίμονας με χτύπησε με λύσσα·
χρόνια καλά δεν έζησα, μόνο με δυστυχία.
Τον άντρα μου τον έχασα λίγο πριν γίνω μάνα 5
μα το παιδί δεν είδα εγώ να παίζει στην αυλή μου
― χαρά πολλή για τον γονιό σαν το σφιχτοκρατάει.
Αφόρητο το πένθος μου, σφοδρό και μανιασμένο·
με δάμασε και μ’ έκαψε στα εικοσιτρία χρόνια
και τώρα πια αναπαύομαι στο χώμα της πατρίδας. 10
Εδώ οι γονείς μ’ ευπρέπεια, μπροστά σ’ όλη την πόλη,
θρηνούν, αν κι έχουν βάσανο πικρό τα γηρατειά τους.
Μαζί τους και τα αδέρφια μου, καλής βλαστάρια φύτρας,
οδύρονται στη θύμηση μιας ομορφιάς χαμένης.

Σ Η Μ Ε Ι Ω Σ Ε Ι Σ
1. Για το επίγραμμα του Ναζιανζηνού: Καισάριος και Γοργονία (χαϊδευτικά Γοργόνιον στο ποίημα): Αδέλφια του Γρηγορίου.
2. Για το επίγραμμα του Αγαθία: Οι τρεις πλεξούδες εκπροσωπούν την καλλιφωνία, τις σπουδές στα νομικά και την ομορφιά, προσόντα της Ευγενίας για τα οποία μίλησε ο ποιητής στους προηγούμενους στίχους.
3. Για το επίγραμμα του Αρέθα:
Οι στ. 6-7 δεν είναι απόλυτα σαφείς. Όσον αφορά στον στ. 6, πιθανώς εννοείται ότι μετά τον άντρα της η Άννα έχασε και το μοναχοπαίδι της, το οποίο γέννησε λίγο αφότου είχε χάσει τον σύζυγό της. Ωστόσο, σε άλλο επιτύμβιο επίγραμμα που συνέγραψε ο Αρέθας για την αδελφή του δεν αφήνεται καμία υπόνοια για απώλεια παιδιού, ενώ αναφέρεται εκ νέου η χηρεία της. Η διατύπωση ἀειρομένου μοι μαζοῦ (στ. 5) στο πρωτότυπο προέρχεται από τον Ιπποκράτη και δηλώνει το διογκωμένο, λόγω παραγωγής γάλακτος, γυναικείο στήθος. Το επίρρημα ἐγγὺς φαίνεται να εννοεί ότι η Άννα βρισκόταν «στις μέρες της», όπως λέμε.
Ο στ. 7 είναι επίσης κάπως δυσνόητος. Καταρχάς, ο τύπος παραγκάς αποτελεί νεολογισμό του Αρέθα. Ο αρχαίος τύπος είναι ἀγκὰς και πρόκειται για επίρρημα που έχει τη σημασία «μέσα στην αγκαλιά». O Tissoni, στη δική του έκδοση των επιγραμμάτων του Αρέθα, σχολιάζει πάνω στο νόημα του στίχου ως ακολούθως: «[η Άννα] πέθανε πριν προλάβει να δει τον γιο της να παίζει με τον παππού και τη γιαγιά του» (βλ. F. Tissoni, «Gli epigrammi di Areta», Medioevo Greco 3 (2003), σ. 287), ερμηνεία που προκύπτει από την κατανόηση του τοκεῦσιν στο πρωτότυπο ως «των δικών μου (δηλαδή της Άννας) γονιών». Αυτή η ερμηνεία δεν μου φαίνεται πιθανή. Νομίζω, συμφωνώντας με τον H. Beckby (Anthologia
Graeca
IV, Μόναχο 21965, σ. 285), ότι ο στίχος έχει αποφθεγματικό χαρακτήρα: «Ο γονιός χαίρεται όταν σφιχταγκαλιάζει το παιδί του».

Τ Α Π Ρ Ω Τ Ο Τ Υ Π Α
1. Γρηγόριος Ναζιανζηνός
Πρῶτος Καισάριος ξυνὸν ἄχος· αὐτὰρ ἔπειτα
Γοργόνιον· μετέπειτα πατὴρ φίλος· οὐ μετὰ δηρὸν
μήτηρ· ὦ λυπρὴ παλάμη καὶ γράμματα πικρά·
Γρηγορίου γράψω καὶ ἐμὸν μόρον ὑστατίου περ.
[Πηγή: Β. Π. Βερτουδάκης, Το όγδοο βιβλίο της Παλατινής Ανθολογίας: Μια μελέτη των επιγραμμάτων του Γρηγορίου του Ναζιανζηνού, Αθήνα 2011, σ. 96-97 – με πεζή μετάφραση]
2. Αγαθίας ο Σχολαστικός
Τὰν πάρος ἀνθήσασαν ἐν ἀγλαΐᾳ καὶ ἀοιδᾷ,
τὰν πολυκυδίστου μνάμονα θεσμοσύνας,
Εὐγενίαν κρύπτει χθόνα κόνις· αἱ δ’ ἐπὶ τύμβῳ
κείραντο πλοκάμους Μοῦσα, Θέμις, Παφίη.
[Πηγή: Θ. Δετοράκης, Βυζαντινή φιλολογία: Τα πρόσωπα και τα κείμενα, τ. Β΄, Ηράκλειο 2003, σ. 67 – με λεξιλόγιο και βασικά σχόλια]
3. Αρέθας Καισαρείας
Εἰ καί μοι λύχνον αἰῶνος ταχὺς ἔσβεσεν οἶτος
λαμπάδος ἡμετέρης φέγγος ἀμερσάμενος,
ἀλλὰ γ’ ἄρ’ ἤρκεσε λύσσῃ ἑῆς κακότητος δαίμων
πᾶσαν ἐμὴν τελέσαι στυγναλέην βιοτήν·
θῆκέ με χήρην ἐγγὺς ἀειρομένου μοι μαζοῦ 5
οὐδ’ ἐπὶ τέκνον ἴδον καλὸν ἀθυρόμενον,
ἡδὺ τοκεῦσιν ἄγαλμα παραγκάς· τῷ γέ με πένθος
ἄτλητον μαλερῷ τηκεδόνος δάμασε
πυρσῷ· τρεῖς πρὸς ἐεἰκοσ’ ἐποιχομένην ἐνιαυτοὺς
ἔσχεν τύμβος ὅδε ξεινοδόκος γενέθλης 10
ἡμετέρης· ἔνθ’ ὕφηνον γενετῆρες ἅπασι
γηραλέοι θρῆνον τιλλόμενοι πολιὴν
καὶ χορὸς εὐγενέων στενάχοντες ἀδελφῶν Ἄννης
μνώμενοι ἀσπασίως εἴδεος ἀγλαΐης.
[Πηγή: H. Beckby (έκδ.), Anthologia Graeca IV, Μόναχο 21965, σ. 284 – το «άλλο επιτύμβιο επίγραμμα» για την Άννα, ό.π., σ. 284-286]