«Ένα απλό ατύχημα» του Τζαφάρ Πανάχι

«Ένα απλό ατύχημα» του Τζαφάρ Πανάχι




Μπορούμε ένα βράδυ καθώς ετοιμαζόμαστε να φύγουμε από τη δουλειά να συναντήσουμε τυχαία την ανάγκη μας για εκδίκηση; Τί είναι η εκδίκηση αν όχι μια προσωπική εκδίκαση του θύτη από τα θύματα του, μιας χούφτας ανθρώπων που αδικήθηκαν από αυτόν, ιδίως όταν αυτός δεν πρόκειται ποτέ να εκδικαστεί από το ίδιο το κράτος. Αυτό θα συμβεί στον Βαχίντ και μέσα στη διάρκεια μιας μέρας θα παρακολουθήσουμε τις απεγνωσμένες προσπάθειες του ίδιου και της υπόλοιπης παρέας να βρουν νόημα σ' αυτή την ομολογουμένως δίκαιη καταδίκη που αναζητούν. Η λαϊκή ρήση «η εκδίκηση είναι ένα πιάτο που τρώγεται κρύο» είναι μια πετυχημένη μεταφορά, αφού καταφέρνει να μεταφράσει τα συστατικά του νοήματος της εκδίκησης. Φυσικά υπονοεί την πράξη ετεροχρονισμένα σε σχέση με το πλήγμα, υπονοεί όμως και ένα «μαγείρεμα», ένα «ψήσιμο» εξού και η ανάγκη για αυτήν τη χρονική μετατόπιση, για να δοθεί χρόνος να στηθεί μια στρατηγική ακρίβειας που το θύμα μηχανεύεται για να εκδικηθεί τον βασανιστή του. Είμαστε λοιπόν σε ένα τέτοιο πλαίσιο στο «‘Eνα απλό ατύχημα»; Προφανώς ακόμα και ο ίδιος ο τίτλος μας προϊδεάζει, σχεδόν μας ομολογεί πως πρόκειται στ’ αλήθεια για μια ατυχή στιγμή, που ανοίγει πληγές τις οποίες το πολιτικό καθεστώς του Ιράν δεν επιτρέπει ούτε καν να συζητηθούν ανοιχτά, ούτε να γίνουν τέχνη, και έτσι φυσικά ούτε και να επουλωθούν . Όχι, λοιπόν, δεν βρισκόμαστε απαραίτητα σε αυτό το πλαίσιο, η έννοια της εκδίκησης εμφανίζεται εδώ εκφυλισμένη από την ίδια της τη φύση. Η εκδίκηση προαποφασίζεται, είναι μια μελετημένη διαδικασία και όχι ένα απλό ατύχημα.
H ιδέα του ατυχήματος, είναι ένα από τα σεναριακά εργαλεία του Τζαφάρ Πανάχι, η τοποθέτησή του είναι βαρύνουσα. Ο ίδιος έχει εξηγήσει ότι το ατύχημα στην ιρανική κουλτούρα μπορεί να ερμηνευθεί ως κάτι θεόσταλτο που έρχεται για να σταματήσει ένα μεγαλύτερο κακό. Η ιδέα του ατυχήματος ωστόσο, είναι μια συνθήκη που χρησιμοποιείται επίσης από αυταρχικά καθεστώτα όπως αυτό του Ιράν, διανύοντας ωστόσο την ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση. Άκρως μελετημένες και στοχευμένες δολοφονίες παρουσιάζονται και παρερμηνεύονται στη δημόσια σφαίρα συχνά υπό την μορφή ενός ατυχήματος. Η σχέση έτσι κράτους και κοινωνίας ως προς την έννοια του τυχαίου και του «απλού» υποκρύπτει διακριτικά μια σημαίνουσα διαφορά. Το κράτος θα χρησιμοποιήσει την έννοια του ατυχήματος για να καλύψει την ανομολόγητη φύση της βίας που εξασκεί στα «ατίθασα» ανυπάκουα μέλη της κοινωνίας. Το βασανιστήριο αποτελεί ένα είδος οριοθέτησης μεταξύ μιας βιτρίνας δημοκρατικού κράτους και του χάους στο εσωτερικό της, και φυσικά το ατύχημα είναι αυτό που έρχεται να μασκάρει την πραγματική εικόνα. Από την άλλη ο Πανάχι χρησιμοποιεί την έννοια του ατυχήματος για να ξύσει ένα τραύμα που συγκαλύφθηκε για να μπορέσει κανείς να προχωρήσει να «ζήσει» να επιβιώσει στα πλαίσια ενός θεοκρατικό καθεστώτος. Στο θύμα που τείνει να προχωρήσει, να ξεχάσει και να καταπιεί τον πόνο του, ένα απλό ατύχημα δουλεύει ακριβώς προς την αντίθετη κατεύθυνση, δεν συγκαλύπτει αλλά αποκαλύπτει το τραύμα που η καθημερινότητα προσπάθησε να προσπεράσει, τη μετατόπιση που η επιβίωση επέβαλε σκληρά, ίσως και γλυκόπικρα ή ως την μόνη ανθρώπινη επιλογή. Γιατί για τον Πανάχι του «Ένα απλό ατύχημα» η πιο επείγουσα συνθήκη είναι αυτή του μέλλοντος και όχι αυτή της εκδίκησης.
Ο Πανάχι μας δίνει τη δική του εκδοχή για την αντιμετώπιση ενός εθνικού τραύματος και πράγματι αυτή είναι ήρεμη, λιτή και απέριττη, χαρακτηρίζεται από την ψυχραιμία ενός σκηνοθέτη που έχει ζήσει σε κάθε έκφανση της ζωής του, το αυταρχικό καθεστώς και τις συνέπειές του και παρ’ όλ’ αυτά το σύνθημα του δεν είναι η εκδίκηση, τα βέλη του κατευθύνονται προς το μέλλον και μας γεμίζουν ελπίδα και τρυφερότητα. Είναι όμως και μια ταινία που καταφθάνει με χιούμορ, με μια ενίοτε παράφωνη νότα προς το δραματικό που της αναλογεί. Και εκεί βρίσκεται και το κινηματογραφικό της εύρημα, μοιάζει σχεδόν απλοϊκό, μακριά από εντυπωσιακές τεχνικές και μεγαλεπήβολα κινηματογραφικά κατορθώματα, είναι μια διακριτική αφηγηματική μετατόπιση από μια αναμενόμενη δραματική ατμόσφαιρα σε μια χιουμοριστική σχεδόν μπεκετική ανατροπή προσδοκιών, της αίσθησης του θεατή στο τι θα θεωρούσε ότι έπρεπε να γίνεται και στο τι γίνεται τελικά. Μα είναι σε αυτή την τρυφερότητα μιας πρωτογενούς μυθοπλασίας που ο Πανάχι κερδίζει έδαφος. Όχι γιατί μας κάνει να διπλωθούμε από το γέλιο, μα γιατί αντιμετωπίζει το χιούμορ ως ένα ακόμα τρόπο επιβίωσης ως βασικό συστατικό για την κατάκτηση της τέχνης του να ζει κανείς και να επιβιώνει σ΄ έναν ανέλπιδο κατά τα άλλα κόσμο. Ο Βίκτορ Φρανκλ στο βιβλίο του Man's Search for Meaning έγραφε για το χιούμορ : «Η προσπάθεια να καλλιεργήσει κανείς την αίσθηση του χιούμορ, να βλέπει τα πράγματα με μια χιουμοριστική ματιά είναι ένα είδος τεχνάσματος που μαθαίνεται καθώς κανείς βαδίζει προς την κατάκτηση της ίδιας της τέχνης του να ζεις. Κι όμως, είναι δυνατόν να εξασκεί κανείς αυτή την τέχνη του ζην ακόμη και μέσα σ’ ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης, παρ’ όλο που ο πόνος είναι πανταχού παρών.» Πάνω σ’ αυτή την ευαλωτότητα στήνει ο Πανάχι τη χροιά του χιούμορ του στο «Ένα απλό ατύχημα» .

Πού φωλιάζει όμως τελικά η ελπίδα στον περσινό Χρυσό Φοίνικα των Κανών; Ο Πανάχι δεν δίνει φυσικά απαντήσεις, δίνει όμως σαφέστατα κατεύθυνση. Η ελπίδα εμφανίζεται όχι ως μια επιλογή αλλά ακριβώς ως μια απουσία επιλογής, ως μια επείγουσα συνθήκη που ενσωματώνεται στο βιολογικό ρυθμό της ζωής. Γιατί όσο εμείς πονάμε και σκαρφιζόμαστε διάφορα για να επιλύσουμε τον υπαρξιακό μας γρίφο και να αδράξουμε την ευκαιρία μιας εκδίκηση, υπάρχει μια «βιολογία» της συνέχειας που πιέζει προς μια διαφορετική κατεύθυνση. Υπάρχει τίποτα πιο επείγον από την μελλοντική συνθήκη, την ελπίδα εκείνη που πιέζει για να γεννηθεί και να ξεσκίσει με αναίδεια το ξεψυχισμένο σώμα του παρόντος και του παρελθόντος, να επουλώσει πληγές παρά να τις πολλαπλασιάσει. Υπάρχει κάτι πιο επίκαιρο από αυτό το σύνθημα πως η ελπίδα να προχωρήσουμε μετατρέπεται κάποια στιγμή από ευχή στην πιο επείγουσα συνθήκη επικράτησης μιας αλλαγής. «Είμαστε ελεύθεροι να αλλάξουμε τον κόσμο και να ξεκινήσουμε κάτι καινούργιο μέσα σ’ αυτόν. Μια τέτοια ελευθερία είναι η ελευθερία της νέας αρχής», γράφει η Άρεντ· όταν και η ίδια μετά από μια σκοτεινή ανάλυση στις Απαρχές του Ολοκληρωτισμού θέλει να ψάξει κάπου την ελπίδα, είναι σε αυτή την κυριολεκτική δυνατότητα «γεννησιμότητας» στην δυνατότητα κάθε ανθρώπου να φέρει με την γέννησή του μια νέα αρχή που θα την εντοπίσει. Και κάπου θα την βρει και ο ίδιος ο σκηνοθέτης. Φτιάχνοντας για χρόνια πλέον ένα σινεμά που συζητάει την πολιτική και κυρίως τον κοινωνικό της αντίκτυπο ο Πανάχι ―ένας δημιουργός που έχει κάθε λόγο να θέλει να εκδικηθεί― επιλέγει την συγχώρεση ως δείγμα πολιτικής ωριμότητας και αφήνει την ελπίδα να αιωρείται αναμεσά μας σ' αυτές τις κρίσιμες ώρες που διανύουμε εδώ και κάποια χρόνια…