Είδε πρώτη φορά τις υγρές πατημασιές στο πάτωμα του μπάνιου, να οδηγούν στο διάδρομο, μετά να χάνονται, σαν εκκρεμότητα...
Πολλούς, αφού τους προσκαλούσε σε πρόγευμα και δείπνο, μόλις σηκώνονταν απ’ το τραπέζι, τους φούρκιζε ή τους αποκεφάλιζε...
Συμβαίνει πού και πού, μια στις τόσες, μυστήρια πράγματα, αντί να σαπίσουν γίνονται τεράστια τα μήλα Μαγκρίτ...
Άτιτλο: Να ΄χα / λίγο κυπαρίσσι / να σού ΄δειχνα με υπομονή / τον ουρανό
Με κυνηγά μια κόκκινη γαλοπούλα, η ίδια νύχτα καλοκαίρι χειμώνα // η ζωή μου κάτω από τη σκιά της χαραγμένη
Μια άδεια παιδική χαρά: τσουλήθρες. Κενό που πίνει γάλα. Παντού ακολουθεί και μπαίνει το άκαρδο. Εκτός απ’ το ψαλίδι στο κουρείο
Kατέρρευσαν τα ονόματα, γράμματα σε προϊστορικές παλάμες βαλσαμωμένα ουρλιαχτά προς έναν άναστρο κατακρημνισμένο ουρανό
Φανταστείτε κάποιον που κατεβαίνει στο υπόγειο τού ανθοπωλείου για να διαβάσει ένα κομμάτι της πραγματικότητας ...
Το παιδί καταλαβαίνει πως το κοιτάζει ο πατέρας του από απέναντι, σηκώνεται με την πορτοκαλάδα στο χέρι κι απομακρύνεται...
Και ο μεγάλος ποταμός τίποτα δε θα σώσει. Ούτε το τελευταίο βλέμμα σου λίγο πριν το τέλος. Μόνο τη δυτική απαρασάλευτη πορεία του
Γύριζα το κεφάλι μου πίσω στην καρότσα και κοίταζα το φέρετρο, φοβόμουνα μήπως λασκάρουν τα σχοινιά και πάθουμε καμιά ζημιά
Ήταν τόσο δυσδιάκριτη που αδυνατούσε να δει / Της συνείδησης της τα σημάδια / Αισθάνεται ένα άγγιγμα δισταγμού