Κατά μήκος και κατά πλάτος πηλός με υπόγεια ρεύματα να το χτυπούν –ενίοτε– κατά πρόσωπο. Το ζώο μου είναι στη θλίψη του μοναδικό.
[ «Είσαι ταχύς», μου λέει ο παθολόγος, εννοεί ταχυκαρδία. Με ήρεμη και σταθερή φωνή του απαντώ: ]
Αλλά της ίδιας το περίγραμμα / το θάμπωνε μια ασάλευτη κουρτίνα – θυμάσαι, τελοσπάντων, εκείνη τη γυναίκα απ’ το άλλο ποίημα;
Τα σπίτια τα επιπλώνουμε με / την ανάσα μας / και όταν αυτή τελειώσει / με την ψυχή μας
Διαλέγει η Κλυταιμνήστρα προσεχτικά τα κοσμήματα με τα οποία θα στολίσει λαιμό και δάχτυλα.
Τα πορτοκάλια κατρακυλούν ανάμεσα στα σύννεφα / τα κυδώνια γίνονται μακρινοί ήλιοι / και τα μήλα γυρίζουν σαν ρόδινα φεγγάρια
Η Τέχνη υπόσχεται να μας προφυλάξει από την απουσία
Άρμα τού βασιλιά των Σούσων Αβραδάτα / με τέσσερα τιμόνια και οκτώ άλογα. / Από την Πάνθεια το άρμα λαμπροστολισμένο.
Λίγο καιρό αφού σταματήσαμε να βλεπόμαστε κλέφτηκε με τον χασάπη που ήταν κρυφός εραστής της ήδη από την εποχή της εφηβείας της
Χωράφια σπαρμένα / με ξυπνητήρια και μηχανικές ατζέντες / η ζωή μας
Ένας νεαρός λοχαγός της έφερε, σαν δώρο από τον άλλο κόσμο, ένα δέμα με έξι πυκνογραμμένα τετράδια
Αποφεύγω να γράφω στο δάσος. Την τελευταία φορά που το επιχείρησα μια πεταλούδα εισχώρησε στο ποίημα. Άρχισε να τρώει τα φωνήεντα