Λάρναξ και άλλα...

Λάρναξ και άλλα...

Άφατο

Και εξερράγη η μέρα
καθώς δεν αρκούσε η κατανόηση
μέσα από την ψηλάφηση σημείων
εγκαταλελειμμένων στους αιώνες.
Εποχή ξηρασίας
στροβιλισμός ενσαρκωμένης σκόνης
σε έδαφος σήπουσας στάχτης.
Νύχτα εκτυφλωτικά γαλάζιου πάγου
κατέρρευσαν τα ονόματα,
αυλακιές παγωμένων σημασιών,
γράμματα χαραγμένα σε προϊστορικές παλάμες
βαλσαμωμένα ουρλιαχτά
προς έναν άναστρο κατακρημνισμένο ουρανό.

Λάρναξ

Σαράντα μέρες και σαράντα νύχτες
Μαύρο χιόνι
Πού είναι τώρα η Κιβωτός της Σωτηρίας σου;
Στερεοποιημένες ψευδαισθήσεις τα κουπιά της
Τσακισμένοι ανεμοδείκτες αποπροσανατολισμού
και απενοχοποίησης
τα λάβαρα στα παγωμένα κατάρτια της
Βαλσαμωμένη επίφαση πολιτισμού
Βόλεμα σκέψης και πράξης
όλα για το ξέπλυμα της πίστωσης
Και για σαθρό αποκούμπι
οι δήθεν κατακτήσεις των προπατόρων
Σπασμένο χαμόγελο στη χάση του χρόνου
το βαρυσήμαντο Παρελθόν τους.

Λυκάβας

Βγήκα έξω απ’ το Χρόνο και κοίταξα

κι ένιωσα τα χαρακτηριστικά, που με καθόριζαν
να χάνονται.
Βγήκα έξω απ’ το Λόγο κι αφουγκράστηκα
είδωλα από πάγο τα ψεύδη μου
και έλιωναν.
Βγήκα έξω απ’ την Καρδιά
κενά τα συναισθήματά μου
άχρηστα παιδικά παιχνίδια.
Βγήκα έξω απ’ το Σώμα και βίωσα
παραλυμένα νεύρα, νεκρές ανάγκες και επιθυμίες
σαρκίο σηπόμενο.
Βγήκα έξω απ’ τον Κόσμο
κι ήταν σα να μην είχα ποτέ μέσα του εισέλθει
αγέννητο, άδειο κέλυφος με κούφια ρίζα.
Στο δρόμο της αυτοΓνωσίας βγήκα
και στο βωμό της όλα τα θυσίασα.
Βγήκα κι οι πόρτες κλείσαν πίσω μου·
Αδιανόητη η όποια επιστροφή, απαγορευμένη.
Κρατώ λοιπόν στα χέρια μου σαν θησαυρό
Αυτή τη Γνώση.
Ως ο τα πάνθ’ ορά.
Κι ονόματα της δίνω και την καλώ
συνδιαλέγομαι μαζί της.
Ψάχνοντας μάταια να ξεγελάσω τη δίκαια κερδισμένη
και αιώνια Μοναξιά μου.

Χρονομηχανή

Νύχτα γλυκιά και στρώνω πάλι την απλότητα των λέξεων
για να σκεπάσει χρόνια περασμένα
και ξοδεμένα στις σιωπές
Αμφισημία λιωμένη στην υψικάμινο της αλήθειας σου
Νύχτα γλυκιά κι ας φαίνεται πως έφτασε αργά η ώρα
Κίτρινο φώς κι η ανάσα σου ζεστή και μαγική
εξαφανίζει τους αόρατους τριγμούς των άδειων δωματίων
κι η πόλη χάνεται ξανά
πνηγμένη σ’ένα θόρυβο από κούφιες υποσχέσεις
Λαβυρινθώδης πόλη, φασματική
Κι όμως ο μίτος των βημάτων μας
μπλεγμένος με εικόνες παλιές
και αναμνήσεις προσώπων ξεχασμένων στους αιώνες
με κόμπους ασημένιους δένει το πλακόστρωτο
και ορίζει με σημάδια σταθερά
τόπους μικρούς και μυστικούς
που θα σε ξαναβρώ

 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: