Του φαινόταν τώρα πως φύλλα από κάποιο άγνωστο δέντρο έπεφταν τριγύρω κάθε φορά που έλεγε το όνομά της...
Η Τέχνη υπόσχεται να μας προφυλάξει από την απουσία
Τα πορτοκάλια κατρακυλούν ανάμεσα στα σύννεφα / τα κυδώνια γίνονται μακρινοί ήλιοι / και τα μήλα γυρίζουν σαν ρόδινα φεγγάρια
Ο δυνατός ξύλινος ήχος με τραβούσε πρωί πρωί έξω απ’ τον ύπνο και μαζί η γυναικεία φωνή: «ήρθε το λελέκι! Απ'την Αφρική»
Διαλέγει η Κλυταιμνήστρα προσεχτικά τα κοσμήματα με τα οποία θα στολίσει λαιμό και δάχτυλα.
Το απόγευμα η μητέρα είχε καλεσμένη τη διάσημη chanteuse που είχε μόλις φτάσει μαζί με τον γερμανό διοικητή που τη φιλοξενούσε
Κορίτσια που ’χουν μαγικό στα πόδια τους σκονάκι / πώς τόλμησες και πίστεψες, άθλιε, πως αγαπάνε;
Πάντα σε ξάφνιαζε η βραχνή ερώτηση / και για να μην προδοθείς / βιαζόσουν να προφέρεις χαμηλόφωνα / τ’ όνομα του πατέρα
Ένας νεκρός στα πόδια τους έχει το πρόσωπο του αστυνόμου κι ο ουρανός: το ιερό χρώμα της μπλούζας του
Αποφεύγω να γράφω στο δάσος. Την τελευταία φορά που το επιχείρησα μια πεταλούδα εισχώρησε στο ποίημα. Άρχισε να τρώει τα φωνήεντα
Μ’ αυτό το καλαμπούρι κόπηκε η βραδιά στα δυο: πριν και μετά. Το «μετά» συζητήθηκε πολύ τις μέρες που ακολούθησαν
Ένας νεαρός λοχαγός της έφερε, σαν δώρο από τον άλλο κόσμο, ένα δέμα με έξι πυκνογραμμένα τετράδια