Έρως, ή η ζωτική ορμή της αιώνιας αναγέννησης

Franc Kavčič, «Ο Σωκράτης και ένας μαθητής του συνομιλούν με τη Διοτίμα» (λάδι σε μουσαμά, 121,5 Χ173,5 εκ.)
Franc Kavčič, «Ο Σωκράτης και ένας μαθητής του συνομιλούν με τη Διοτίμα» (λάδι σε μουσαμά, 121,5 Χ173,5 εκ.)

«Είναι αλήθεια: αγαπάμε τη ζωή όχι γιατί είμαστε συνηθισμένοι να ζούμε, αλλά γιατί είμαστε συνηθισμένοι να αγαπούμε»
«Ας είναι η αγάπη σας για τη ζωή αγάπη για την ύψιστη ελπίδα σας: και ας είναι η ύψιστη ελπίδα σας η ύψιστη σκέψη της ζωής»
Friedrich Nietzsche, Έτσι μίλησε ο Ζαρατούστρα


Βρισκόμαστε στον 4ο αι. π.Χ. στην πόλη των Αθηνών. Ο Πλάτων γράφει το Συμπόσιο. Ο πιο αινιγματικός χαρακτήρας αυτού του έργου είναι μια γυναίκα, η Διοτίμα, η οποία μυεί τον Σωκράτη – και όχι το αντίστροφο όπως είναι το συνηθισμένο – σε ένα από τα εγγενή μυστήρια της ανθρώπινης φύσης: τον Έρωτα. Μέχρι τότε, ο Έρως θεωρούνταν ένας τέλειος και ωραίος θεός. Ο Πλάτων δημιουργεί έναν νέο μύθο σχετικά με τη γέννηση του Έρωτα, ανατρέποντας τις ιδέες που επικρατούσαν στην αρχαία Ελλάδα σχετικά με αυτόν τον θεό. Ο Έλληνας φιλόσοφος υποστηρίζει μέσω της Διοτίμας ότι ο Έρως είναι η εγγενής τάση της ανθρώπινης ψυχής που επιδιώκει μια ενεργή ζωή - και, κατά συνέπεια, μέτοχο, ψυχή τε και σώματι – ενώπιον των μεγάλων ερωτημάτων της ζωής, μια τάση που σταματά μόνο με τον φυσικό θάνατο του ανθρώπινου όντος.

Ο Έρως παύει να θεωρείται θεός και προσδιορίζεται ως η δύναμη μιας ατέρμονης επιθυμίας. Με αυτήν την μετατόπιση του άξονα της φιλοσοφικής σκέψης, η φύση του Έρωτα ορίζεται πλέον από μια διαρκή επιθυμία, από μια επιθυμία της οποίας οι πολλαπλές διαστάσεις θα προσδώσουν σε αυτόν τον διάλογο έναν μυητικό χαρακτήρα.

Από τη στιγμή που η Διοτίμα παρουσιάζει τον Έρωτα σαν δαίμονα, δηλαδή σαν θεότητα ή ενδιάμεση μεταφυσική δύναμη, δύναμη που προσδίδει νόημα στο πολύπλοκο σύμπαν θεών και ανθρώπων, σαν ιερό δίαυλο μέσω του οποίου η ανθρώπινη φύση μπορεί να επικοινωνήσει με το θείο και το θείο με την ανθρώπινη τάξη, συνάγεται ότι ο Έρως, δύναμη τόσο εξωτερική όσο και εσωτερική του ανθρώπου, υπάρχει όπου υπάρχει η επιθυμία ή ο πόθος της ανάγκης για κάτι, της άγρυπνης συνείδησης κάθε ανθρώπινου όντος που προαισθάνεται την έλλειψη ενός στοιχείου που του λείπει. Και κάνοντας ένα ακόμα βήμα μπροστά σε αυτό το είδος μύησης στα μυστήρια του Έρωτα, η Διοτίμα δηλώνει ότι ο ύστατος σκοπός αυτής της ατέρμονης επιθυμίας είναι η γέννηση ή η δημιουργία εντός του Ωραίου, αντιλαμβανόμενη ως Ωραίο την αποκάλυψη της θεϊκής τάξης μπροστά στα προσμένοντα μάτια της ανθρώπινης ψυχής που την διαπερνά ένας βαθύς πόθος. Γι' αυτό ο Έρως είναι φιλόσοφος: η κατοικία του, η ύπαρξή του στον κόσμο είναι η ίδια η πράξη του φιλοσοφείν. Αναπόφευκτα, ο προαναφερθείς πόθος για την υπαρξιακή σύνδεση του ανθρώπου με την ερωτική δύναμη της ίδιας της ζωής, που συλλαμβάνεται εδώ ως μια σπείρα ανεξάντλητης ενέργειας, μας οδηγεί στην αντιμετώπιση του ζητήματος της ελευθερίας.

Στο Συμπόσιο, το θέμα της ελευθερίας του ανθρώπου αποτελεί τον θεμελιώδη φιλοσοφικό προβληματισμό του διαλόγου. Εκκινώντας από έναν βαθύ και ανατρεπτικό στοχασμό σχετικά με την ελευθερία – ως μεταφυσικού ορίζοντα που εκφράζεται σαν ένα είδος επαγγελίας απελευθερωτικής μέθης – ο Έρως τοποθετείται αδιαμφισβήτητα στο κέντρο της έντασης που προκαλείται από την προσέγγισή της.

Ο Έρως είναι η δύναμη που επιτρέπει στον άνθρωπο να τεντώσει το τόξο για να εκτοξεύσει το βέλος μιας νέας επιθυμίας. Και είναι επίσης ο Έρως εκείνος που θα προστρέξει για να βοηθήσει τον άνθρωπο να τεντώσει ξανά το τόξο της ύπαρξής του μετά την εκτόξευση εκείνης της πρώτης επιθυμίας που ανήκει ήδη στο παρελθόν και που με την εκτόξευσή της προς τον ορίζοντα της υπεσχημένης ελευθερίας, κατέστησε δυνατή την γέννηση μιας δεύτερης επιθυμίας.

Μια προσεκτική δεύτερη ανάγνωση του Συμποσίου του Πλάτωνα, θα μπορούσε να εμπλουτίσει ή να διευρύνει τον διάλογο σχετικά με την απαραίτητη επανατοποθέτηση που κάθε ανθρώπινο ον θα πρέπει να κάνει σε κάθε στάδιο της ζωής του, γιατί από την πλατωνική άποψη, η ζωή είναι μια ατέρμονη αναγέννηση, μια ακατάπαυστη ανακάλυψη των πολλαπλών δυνατοτήτων που προορίζονται να εκφραστούν μέσω μιας συγκεκριμένης συμπεριφοράς, ή, με άλλα λόγια, η ίδια η ζωή εκλαμβάνεται σαν μια πνευματική πρόκληση για την αναγέννηση και όχι για την παρακμή.

Κάποια χρόνια αργότερα, τα ίχνη του Πλατωνικού Έρωτα βρίσκουν κατάλληλο έδαφος για να κάνουν την εμφάνισή τους. Αναφερόμαστε στον μεγάλο αργεντινό συγγραφέα Χούλιο Κορτάσαρ, ο οποίος αισθάνθηκε βαθιά την απουσία του πόθου, ως κέντρου από το οποίο θα έπρεπε να δρα και να σκέπτεται ο άνθρωπος, στην δυτική κοινωνία του εικοστού αιώνα. Το αποκαλυπτικό βιβλίο του Κουτσό αποτελεί μια απεγνωσμένη αναζήτηση των ιχνών αυτής της φτερωτής θεότητας.


«Κιμπούτς του πόθου, όχι της ψυχής, όχι του πνεύματος. Και μολονότι ο πόθος ήταν επίσης ένας αόριστος ορισμός ακατανόητων δυνάμεων, τον αισθανόταν παρόντα και ενεργό, παρόντα σε κάθε σφάλμα και ακόμα σε κάθε άλμα προς τα εμπρός, αυτό σήμαινε το να είσαι άνθρωπος, όχι πια ένα σώμα και μια ψυχή, αλλά εκείνη η αδιαχώριστη ολότητα, εκείνη η ακατάπαυστη σύγκρουση με τις ελλείψεις, με όλα όσα είχαν κλέψει από τον ποιητή, η παράφορη νοσταλγία μιας περιοχής όπου η ζωή θα μπορούσε να ψελλίζει εκκινώντας από άλλες πυξίδες και άλλα ονόματα.»
Julio Cortázar, Κουτσό, Alfaguara, Μπουένος Άιρες 2010, σ. 225.

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: