«Βάθος ουρανού»

«Βάθος ουρανού»

Γιάννης Στεφανάκις, «Βάθος ουρανού – 137 χαϊκού και 35 σχέδια», εκδ. ΑΩ, 2020

———

Δυό λέξεις: «Βάθος ουρανού». Και ο εικαστικός-ποιητής, έπιασε την πένα του για να ζωγραφίσει. Ο ουρανός είναι απέραντος· μέσα στα βάθη του αποδιπλώνεται χαλί ολόκληρη η ζωή από την αρχή μέχρι το τέλος της, και χίλιες γλώσσες λαλεί. Μήπως αυτό θέλει να μας μεταφέρει, μέσα από τον τίτλο του ποιητικού του βιβλίου, ο ζωγράφος; Μήπως ο τίτλος αγκαλιάζει ολόκληρη τη ζωή μας τελικά; Και αν ο τίτλος δεν είναι επεξηγηματικός του συνόλου του ποιητικού δημιουργήματός του, τότε τι είναι; Ο λόγος για την ποιητική συλλογή με χάικου, του πολυτάλαντου ζωγράφου και χαράκτη Γιάννη Στεφανάκι.
Πρόκειται για ένα βιβλίο-πνευματικό «παιδί», που συνταιριάζει απόλυτα, θα ΄λεγε κανείς, με όλες τις ιδιότητες του δημιουργού του. Σου δίνει την εντύπωση πως γεννήθηκε από τον συγκεκριμένο νου και την συγκεκριμένη πένα για να είναι αυτό και μόνον αυτό – με ολόκληρο τον κόσμο που περιγράφει. Και στη συγκεκριμένη αίσθηση συμβάλλει τα μέγιστα ο συνδυασμός ποιημάτων και σχεδίων τον οποίο επιτυχέστατα επιχειρεί, και ο οποίος συνθέτει ένα τέλειο σύνολο.
Το Βάθος ουρανού μας προσφέρει μια πολυεπίπεδη ποίηση, που περιγράφει τον κόσμο, τον εξωτερικό και τον εσωτερικό, της ψυχής μας, χρησιμοποιώντας ως εργαλείο την λακωνικότερη και πλέον συμπυκνωμένη σε νοήματα ποιητική φόρμα του κόσμου: τα πανέμορφα χαϊκού.
«Αίμα η λέξη // χρωματίζει το χαρτί //φωτιά του βάζει», μας λέει ο Γιάννης Στεφανάκις μέσα από τρεις στίχους, κι αυτοί μπορούμε να πούμε ότι χαρακτηρίζουν με τον πιο αντιπροσωπευτικό τρόπο το βιβλίο του. Τα λιλιπούτεια ποιήματά του βάζουν φωτιά σε όλες μας τις αισθήσεις. Μέσα από τα λόγια τους ευφραίνονται εξίσου η όραση, η ακοή, η όσφρηση, η αφή και η γεύση: «Τζιτζίκια ψάλλουν // ελιά ευλογημένη // πράσινος καρπός», γράφει στη σελίδα 9 ξεκινώντας την ποιητική του περιπλάνηση, κι εμείς, μέσα στη ζέστα του καλοκαιριού γευόμαστε, τόσο τη γαλήνη και την ευλογία, όσο και την βελούδινη υφή και την γλυκύτητα του καρπού του δέντρου της ειρήνης, που θα ωριμάσει το φθινόπωρο.
Αλλά υπάρχουν κι άλλα παραδείγματα, ων ουκ έστιν αριθμός: «Σκιά σαν άμμος // βότσαλα, αλισάχνη // κορίτσι γλυκό» (σ. 12), «Άσπρο γιασεμί: // το φεγγάρι κρυμμένο // έρωτος νύχτα» (σ. 29), «Κόκκινα χείλη // καρπούζι και σταφύλι // τι να δοκιμάσω;» (σ. 56), «Μαύρος αχινός // στο βράχο περιμένει // βελόνες καρφιά» (σ. 57), είναι μερικά απ’ αυτά.
Ενώ όπως διαπιστώνουμε, τούτος ο ποιητικός καμβάς, δημιούργημα ενός ζωγράφου, δεν μπορεί να μην κυριαρχείται και από όλα τα χρώματα της ίριδας, τα οποία φανερώνουν και την εκάστοτε ψυχική του διάθεση. Διότι τα χρώματα, όπως και η κατάσταση του ουρανού (μαύρα σύννεφα, ξαστεριά, φεγγάρι π.χ.), δεν περιγράφουν μονάχα τη ζωή (ή τον θάνατο), αλλά αντικατοπτρίζουν και ανθρώπινα συναισθήματα: Αγάπη, χαρά, πίκρα, ευφορία, φόβο, θλίψη: «Η ζωή φεύγει // μεγαλώνουν οι σκιές // των κυπαρισσιών» (σελ. 67), «Πουλάκι μόνο // στο κλαδί σαν κελαηδάς // ζωή χαρίζεις» (σ. 59).
Η ζωή και ο θάνατος είναι δύο από τα θέματα που απασχολούν τον Γιάννη Στεφανάκι. Το τελευταίο μάλιστα χαϊκού του βιβλίου στη σ. 77, «Άφησες το φως // σαν να σου ήταν βάρος // σκοτάδι πήρες», θα ’λεγε κανείς ότι λειτουργεί σαν επίλογος στο βιβλίο, αφιερωμένος στο νεκρό αδελφό του, από τη στιγμή που η αφιέρωση «Στη μνήμη του αδερφού μου Στέφανου», στην αρχή του βιβλίου, μοιάζει να καταλαμβάνει τη θέση προλόγου.
Οπωσδήποτε όμως υπάρχει και ο έρωτας, η ασχήμια των μεγαλουπόλεων, καθώς και οι σύγχρονες κοινωνικές συνθήκες. Πλάθοντας εντυπωσιακές εικόνες, παρομοιώσεις και μεταφορές, ο ποιητής φιλοσοφεί, περιγράφοντας πολλές φορές με εξαιρετικά παραστατικό τρόπο ολόκληρες καταστάσεις μέσα σε 17 συλλαβές, και δημιουργώντας εύστοχα αποφθέγματα, αγγίζοντας έτσι την απόλυτη ποιητική συμπύκνωση.
Σταχυολογώ χαρακτηριστικά: «Κεραίες τοτέμ // σε υψηλά κτήρια // ψέματα ξερνούν» (σ. 15), «Σκουπίδια βουνό // τα ποντίκια χορεύουν // άδειο το γέλιο» (σ. 44), «Να περιμένεις // το φιλί σαν ουρανό // μέσα στην πίκρα» (σ. 26), «Αιθαλομίχλη // φανάρια στο κόκκινο // άνθρωποι μόνοι» (σ. 50), «Στήθος ο τρούλος // ξωκκλήσι ερημικό // σταυρός και ρώγα» (σ. 66).
Θεματική «μητέρα» όλων αυτών, είναι η φύση. Τα πλάσματά της, ζώα και φυτά, καθώς και το περιβάλλον της λειτουργούν τόσο σε κυριολεκτικό, περιγραφικό επίπεδο, όσο και, κυρίως, σε μεταφορικό, και αγγίζουν τον αναγνώστη με μια γενικότερη «θωπευτική» αύρα.
Το Βάθος ουρανού του Γιάννη Στεφανάκι αποτελεί ένα λογοτεχνικό διαμαντάκι. Ακόμα κι αν τα ρητορικά ερωτήματα που διατυπώσαμε στην αρχή αυτής της ανάλυσής μας, ο κάθε αναγνώστης τα απαντήσει διαφορετικά, ανάλογα με την προσωπική του πρόσληψη τούτης της ποιητικής-εικαστικής σύνθεσης, πράγμα που θα είναι φυσιολογικό, ο τίτλος της δεν μπορεί να μην μας βυθίσει τελικά μέσα σ’ ένα απέραντο γαλάζιο. Η λεπτότητα και η γλαφυρότητα που την διακρίνουν, εκπέμπουν φωτεινότητα και θετικότητα, και οι στίχοι του ποιητή προσδίδουν ξεχωριστό βάθος στο ποιητικό είδος των χάικου. Πρόκειται για μια φόρμα, την οποία ο Στεφανάκις υπηρετεί με πραγματική αριστοτεχνία.

 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: