οι δικές του οι ώρες τον θεωρούσαν καταδότη· ενοχή και αθωότητα μοιράζονταν / την ενοχή / στα δύο
Για να γίνεις ευνοούμενη θα χρειαστεί να φτιάξεις ένα βάθος ψυχής και από εκεί να περιφρονήσεις ανυπόκριτα το δέον, τον κανόνα
Μου τράβηξε την προσοχή από την πρώτη στιγμή. Πρέπει να ήταν γύρω στα εξήντα, με ρωμαλέο παράστημα και χέρια πιανίστα ή ποιητή –
Σκέφτεται το τωρινό, στεγνό, λυπημένο σώμα της κι αισθάνεται το χάσμα του χρόνου, το ανεπίστρεπτο, το ανεξαγόραστο της νεότητας.
Σήμερα είναι η μεγάλη μέρα, το τέλος της υπομονής και της προσπάθειας. Έχει τα 90 ευρώ στο μπουφάν του. Κολλαριστά.
[Άκου τώρα κάτι σοβαρό: αυτός ο δρόμος που χαράζεις με το νύχι / οδηγεί σ’ ένα σημείο χωρίς επιστροφή. / Εγώ έχω ήδη φτάσει.]
Το κλείστρο πρόλαβε / Την έκοψε απ’ τη ζωή / Την φύλαξε στη μνήμη
Άλλοι για να αποκοιμηθούν μετρούν πρόβατα. Η Έλινορ μετράει φυσίγγια.
παρ’ όλα αυτά οι Έλληνες θα διασκεδάζουν / η ζέστη θα έρχεται απότομα και θα μαραίνει
Χρώμα και χρώμα, χρώματα και κύανος και ώχρα, / ουσίες υλικών επιστροφής: / κιννάβαρι, χρυσόκολλα, ιός χαλκού και μίλτος…
«Μια εβδομάδα ολόκληρη μίλαγε για τη μοναξιά του, για την ομορφιά μου και άλλα μεταφυσικά απ’ αυτά που ήθελα ν’ ακούω».
γδαρμένος τοίχος / κι η πληγή / κόκκινη βουκαμβίλια