André Hodeir: και κλασικός και τζαζ και συγγραφέας

André Hodeir: και κλασικός και τζαζ και συγγραφέας


O André Hodeir, γάλλος συνθέτης, ενορχηστρωτής, μουσικολόγος, βιολιστής, συγγραφέας, πέθανε την 1η Νοεμβρίου 2011 σε ηλικία ενενήντα ετών. Στο ιταλικό περιοδικό Musica Jazz του Ιανουαρίου 2012 διαβάζουμε τον υπότιτλο στο σημείωμα του Marco Camerim: «André Hodeir, μια μεγαλοφυία που διηύρυνε την τζαζ». Και είναι απολύτως αληθές. Πρόκειται για μία προσωπικότητα της μεταπολεμικής μουσικής σκηνής, τόσο της σύγχρονης μουσικής όσο και της τζαζ, η οποία επηρέασε (με τις απόψεις, το έργο, το πάθος, το υψηλό επίπεδο) τους μουσικούς, τους κριτικούς, τους εκπαιδευτικούς, τους παραγωγούς, τους δημοσιογράφους. Τα βιβλία του περιλαμβάνουν αναλύσεις μουσικολογικές της σύγχρονης μουσικής, από τον Debussy έως τον Boulez και κυρίως αναλύσεις της τζαζ από τις πιο σοβαρές και εις βάθος.

Ας ξεκινήσουμε με τα απαραίτητα βιογραφικά στοιχεία. Ο André Hodeir γεννήθηκε στο Παρίσι, 22 Ιανουαρίου 1921. Πέντε μόλις χρονών αρχίζει να μαθαίνει μουσική. Προορισμός του, αρχικά να παίξει βιολί και να κάνει καριέρα στην κλασική μουσική. Φυσικά, αυτό είναι αυτονόητο, αν σκεφτεί κανείς ότι μιλούμε για το Παρίσι του 1926. Από το 1942 έως το 1947 σπούδασε στο Ωδείο των Παρισίων με καθηγητή τον Olivier Messiaen. Αποφοίτησε με τρία πρώτα βραβεία: αρμονίας, αντίστιξης και ιστορίας της μουσικής. Αλλά αυτά δεν του είναι αρκετά, δεν τον ικανοποιούν πλήρως. Ο νεαρός André Hodeir έχει ήδη ανακαλύψει την τζαζ και μάλιστα έχει αρχίσει να παίζει βιολί, με το ψευδώνυμο Claude Laurence, στο σεξτέτο του André Εkyan. Στη συνέχεια συνεργάστηκε ως ενορχηστρωτής του Django Reinhardt, στην κινηματογραφική ταινία Le village de la colère του 1946, και με τον ντράμερ Kenny Clark, από τον οποίο έμαθε πώς να προσαρμόσει το βιολί στη γλώσσα του μπίμποπ. Παράλληλα, από το 1941 γράφει για την τζαζ και το 1945 εκδίδεται το πρώτο του βιβλίο με τον τίτλο Le jazz, cet inconnu, δηλαδή «Η τζαζ, αυτή η άγνωστη». Ίσως σήμερα ακούγεται κάπως περίεργος ο τίτλος. Ήταν πράγματι άγνωστη η τζαζ στους Γάλλους το 1945 μετά τη νίκη των συμμαχικών δυνάμεων; Ασφαλώς δεν ήταν, αλλά ο συγγραφέας προφανώς εννοεί ότι η τζαζ ήταν ακόμη άγνωστη για τις αξίες της, τις πρωτοτυπίες της, για τις καθαρά μουσικές της επιτεύξεις. Και στη δεκαετία του ’50 συνεχίζει να γράφει βιβλία και να συνθέτει. Από το 1947 έως το 1950 υπήρξε διευθυντής του περιοδικού Jazz Hot. Γύρω στο 1950 σταμάτησε τις εμφανίσεις του ως βιολιστής προτιμώντας να ρίξει όλο το βάρος στις υπόλοιπες δραστηριότητές του, οι οποίες δεν ήταν λίγες.
Το 1954 σχηματίζει το σύνολο Jazz Groupe de Paris, το οποίο διευθύνει ο ίδιος μέχρι το 1960 (χωρίς όμως να παίζει) με ρεπερτόριο κυρίως δικές του συνθέσεις και ενορχηστρώσεις ή διασκευές θεμάτων τζαζ. Ευτυχώς έχουμε την επανέκδοση ορισμένων ηχογραφήσεων από τη σειρά Jazz in Paris.Τρία CD της περιόδου 1956-1960 με τους τίτλους: Le Jazz Groupe de Paris joue André Hodeir (No 70), Kenny Clarkes sextet plays André Hodeir (No 39), André Hodeir: Jazz & jazz (No 97).


Aς πάρουμε το πρώτο CD με ηχογραφήσεις του Ιουνίου και του Ιουλίου του 1956 στο Παρίσι. Περιλαμβάνει δέκα κομμάτια, από τα οποία τα έξι είναι συνθέσεις του André Hodeir και τα τέσσερα των Βud Powell, Duke Jordan, Thelonious Monk και John Lewis. Συμμετέχουν Γάλλοι, όπως ο τρομπετίστας Roger Guérin, o σαξοφωνίστας Georges Grenu, ο μπασίστας Pierre Michelot, ο ντράμερ Christian Garros. Επίσης ο αμερικανός τρομπετίστας Nat Peck και ο Βέλγος Fats Sadi βάιμπραφον. O André Hodeir γράφει για το συγκεκριμένο νονέτο, το οποίο βρίσκεται στα ίχνη του ιστορικού σχήματος του Miles Davis με το άλμπουμ Birth of the Cool (1948-1950). Από τότε είχε ήδη γίνει φανερό ότι ο André Hodeir προσπαθούσε να βρει λύσεις οι οποίες να μην αποτελούν αντιγραφή αμερικανικών προτύπων. Αργότερα, η προσπάθειά του αυτή στα μέσα της δεκαετίας του ’50 χαρακτηρίστηκε ως προσωπικός συνδυασμός της τζαζ «Δυτικής Ακτής» και του «Τρίτου ρεύματος». Ουσιαστικά όμως ο André Hodeir γνώριζε μόνο το Modern Jazz Quartet και τον John Lewis. Άλλωστε, το άλλο ιστορικό άλμπουμ The Birth of the Third Stream κυκλοφόρησε το 1957.

  Ο André Hodeir προχωρούσε στα σκοτάδια της συναρμολόγησης ήχων με βάση την κλασική του παιδεία, τις μουσικολογικές αναλύσεις της τζαζ που τον απασχολούσαν χρόνια και φυσικά με την τόλμη του πειραματισμού. Στόχος του να βρει την χρυσή τομή οργάνωσης και ελευθερίας. Το αιώνιο πρόβλημα της τέχνης αλλά και των ανθρώπων και της κοινωνίας. Η τζαζ το έθεσε και πάλι από την αρχή και ο André Hodeir είναι χωρίς αμφισβήτηση από τους πρώτους Ευρωπαίους που πρότειναν τρόπους σύγκλισης. Δεν είναι τυχαίο ότι στο άλμπουμ αυτό ο γάλλος ενορχηστρωτής επιλέγει τις συνθέσεις Criss Cross του Thelonious Monk και Milano του John Lewis ενώ μία δική του τιτλοφορείται Evanescence.

To επόμενο άλμπουμ πραγματοποιείται με παραγωγό τον Boris Vian και ηχογραφείται λίγους μήνες μετά το πρώτο, τέλη Οκτωβρίου και αρχές Νοεμβρίου 1956. Στο σεξτέτο συμμετέχουν Γάλλοι και Αμερικανοί με επικεφαλής τον ντράμερ Kenny Clarke, o οποίος από τα μέσα της δεκαετίας του ’50 έμενε οριστικά στο Παρίσι και εκεί απεβίωσε το 1985. Όταν πρωτοεκδόθηκε αυτός ο δίσκος το 1957 πήρε πολύ καλές κριτικές στην Ευρώπη και στην Αμερική και βραβεία από την Charles Cros Academy και το περιοδικό Jazz Hot. Ήταν μια μορφή της τζαζ αρκετά δύσκολη – και στο παίξιμο και στην ακρόαση – και πολύπλοκη για τους φίλους των τζαζ κλαμπ και της νυχτερινής ατμόσφαιρας στο Παρίσι. Και σήμερα, ύστερα από μισό αιώνα και βάλε, οι ηχογραφήσεις αυτές ακούγονται πυκνές από θέματα, αντιστίξεις και χρωματισμούς. Στο σεξτέτο του Kenny Clarke παίρνουν μέρος τρία μεγάλα ονόματα της γαλλικής σκηνής: ο Pierre Michelot κοντραμπάσο, ο Roger Guérin τρομπέτα και ο Martial Solal πιάνο. Παρόλο που το σεξτέτο βρίσκεται κάπου στη μέση του μικρού και του μεγάλου σχήματος, ο André Hodeir βρήκε τρόπους να δημιουργήσει πολλά επίπεδα και να ενσωματώσει τα σόλο στο κύριο σώμα των θεμάτων. Δούλεψε και τις λεπτομέρειες, όπως το ρόλο του κοντραμπάσου και των ντραμς, τη λειτουργία του αυτοσχεδιασμού εντός προκαθορισμένων πλαισίων που πολλές φορές προέρχονται από τις αρχές της κλασικής μουσικής. Πρόκειται για ένα δίσκο-σταθμό στην ευρωπαϊκή σκηνή και ίσως για την μεταπολεμική τζαζ. Μετά την ιδιαιτερότητα του Django Reinhardt, η ευρωπαϊκή τζαζ αποκτά και μια ιδιαίτερη άποψη στη σύνθεση και ενορχήστρωση. Στο σεξτέτο ξεχωρίζει ο πιανίστας Martial Solal. Κινείται ελεύθερα μέσα στις δομές, αναπτύσσει με απίθανη εφευρετικότητα τις φράσεις και βρίσκεται ήδη στην πρωτοπορία χωρίς να θυμίζει κάποιον Αμερικανό. Επίσης, να σημειωθεί ότι στο άλμπουμ με το σεξτέτο ο André Hodeir έχει μόνο τρεις δικές του συνθέσεις ενώ επιλέγει και πάλι από τον Thelonious Monk άλλες τρεις συνθέσεις και από μια των Duke Ellington, Miles Davis, Tadd Dameron, Gerry Mulligan, Benny Carter, Milt Jackson.


Tώρα το τρίτο CD της σειράς Jazz in Paris που ηχογραφήθηκε το 1960. Εδώ όλα τα κομμάτια είναι συνθέσεις του André Hodeir. Επίσης υπάρχουν καινοτομίες που αξιοποιούν την νέα τότε τεχνολογία των πολλαπλών εγγραφών. Στο κομμάτι Flautando ακούμε τρία φλάουτα σε ντο και δύο φλάουτα σε σολ, παιγμένα από ένα μουσικό, τον Raymond Guiot. Οι χρωματισμοί και ορυθμός προέρχονται κατευθείαν από τα μπλουζ. Οι συνθέσεις Osymetrios I και II αποτελούν προεκτάσεις του Misterioso του Thelonious Monk. Στο ολιγόλεπτο Jazz et jazz, ο Martial Solal καλείται να αυτοσχεδιάσει το 1960 πάνω σε ένα κομμάτι με κουαρτέτο ηχογραφημένο το 1952 στο οποίο ο Jean Barraqué παίζει «προετοιμασμένο πιάνο» – τρομπέτα, κοντραμπάσο, ντραμς τα άλλα τρία όργανα. Επομένως, το προϋπάρχον υλικό αποτελεί το υποχρεωτικό πλαίσιο και τη σταθερή δομή. Ο Martial Solal τα διαπερνά όλα με άνεση και τους δίνει νέα πνοή. Στο ίδιο CD, που είναι συλλογή συνθέσεων του André Hodeir, περιλαμβάνεται κινηματογραφική μουσική υψηλών προδιαγραφών. Η Jazz Cantata για μικρού μήκους ταινία του Michel Fano του 1958 με την τραγουδίστρια Christiane Legrand (αδελφή του Michel Legrand) στα φωνητικά και το Jazz Groupe de Paris. Δύο κομμάτια από την κινηματογραφική ταινία Saint-Tropez Blues του Μarcel Moussy. Μια άλλη μοναδική συνεργασία του André Hodeir με τον Άδωνι Κύρου, σκηνοθέτη και συγγραφέα γνωστό από το βιβλίο του για τον σουρεαλισμό στον κινηματογράφο – Le palais idéal, ο τίτλος της ταινίας. Πάντως σε όλες αυτές τις συνθέσεις και ενορχηστρώσεις, πέραν της πρωτοτυπίας τους, προκαλεί εντύπωση ο τρόπος με τον οποίο η τζαζ συνδέεται με την κλασική και τη σύγχρονη μουσική, το αόρατο πέρασμα από την αυστηρή δομή στη χαλαρότητα του αυτοσχεδιασμού. Ο Alain Tercinet μιλάει για την «ομορφιά του περίπλοκου» και υποστηρίζει ότι το Le Jazz Groupe de Paris υπήρξε το πιο απαιτητικό σχήμα της δεκαετίας του ’50 στην γαλλική πρωτεύουσα. Ακολουθεί ένα ποίημα του Hodeir σε μετάφραση του Άγγελου Φιλιππάτου, από το μυθιστόρημα τού Andre Hodeir Ο βιολιστής, εκδ. Λιβάνη 1995.


Απογραφή

Ένα μπλε παγόνι
ένας κλώνος

νιφάδες από λεύκες
ένας χάρτης του ουρανού

μία εκκλησία με αυστηρές γραμμές
ένα ζευγάρι παλιά γυαλιά

μία μαγνητοταινία
ένα αστυνομικό μυθιστόρημα

ένα εξώφυλλο δίσκου
ένα αινιγματικό χαμόγελο

ένας δαίδαλος
μία πτυσσόμενη καρέκλα σ’ ένα διάδρομο

μικρές διαστάσεις
μία μπάλα στην άμμο

ένα ασφαλιστικό συμβόλαιο
ένα σημάδι ομορφιάς στο μέτωπο

μία γενειάδα
κοντά παντελόνια

«ξύλινες σφήνες»
ένα αδέξιο σχέδιο

ένα μικρό δωμάτιο καλλιτέχνη
η Λουίζ Μπρουκς

ένα ποτήρι κρασί
ένα μαλακό καπέλο

ένα ανθρακί κοστούμι
μία ντουλάπα γεμάτη φράκα

ένα παλιό τετράδιο
μία κραυγή πάπιας

μία ερειπωμένη πρόσοψη
μία φωτογραφική μηχανή

ένα κουδούνι
ένα σακί με πατάτες

αφίσες
ένα μοτοποδήλατο

τα μάτια μιας πριγκίπισσας.


Ο André Hodeir έχει γράψει μουσική για τριάντα περίπου γαλλικές κινηματογραφικές ταινίες της περιόδου 1952-1972. Συνήθως μεγάλου μήκους αλλά και μικρού μήκους καθώς και αρκετά ντοκιμαντέρ. Στο CD Jazz & cinéma, τόμ. 3, το Νο 71 της σειράς Jazz in Paris, περιλαμβάνονται πέντε σύντομες συνθέσεις και ενορχηστρώσεις του για την ταινία Les tripes au soleil, σκηνοθεσία Claude Bernard-Aubert το 1959. Στις ηχογραφήσεις συμμετέχει το Le Jazz Groupe de Paris και φωνητικό σύνολο με επικεφαλής την Christiane Legrand και σολίστ τον τρομπετίστα Roger Guérin και τον σαξοφωνίστα Pierre Gossez. Ο André Hodeir είχε δηλώσει τότε ότι σ’ αυτή την ταινία την μουσική την θεώρησε «ένα σχόλιο στην όπερα». Όπως όμως γράφει ο Alain Tercinet, οι καλές ταινίες σπάνια γίνονται με καλά αισθήματα. Και συμπληρώνει ότι η μουσική του André Hodeir, τα σόλο των μουσικών και η φωνή, δικαιολογούν την ύπαρξη του φιλμ.


Στην φιλμογραφία του αναγνωρίζουμε δύο ταινίες με την Briggitte Bardot: «Η Παριζιάνα», το 1957, και «Θέλετε να χορέψετε μαζί μου;» το 1959. Ταινίες ελαφρού τύπου, οι οποίες πότε πότε θυμίζουν και ελληνικές ταινίες με τις απιστίες και τις ζήλιες, τους πλούσιους και τους φτωχούς, τους πονηρούς και τους αφελείς κλπ. Βέβαια είναι η εποχή της Briggitte Bardot. Δεν χρειάζεται να κάνει πολλά για να κατακτήσει τους άνδρες εντός και εκτός οθόνης. Η Bardot λοιπόν τη δουλειά της και ο Hodeir τη δική του. Αξίζει να προστεθεί ότι στις δύο αυτές ταινίες στενός του συνεργάτης υπήρξε ο σεμνός κιθαρίστας Henri Crolla, «ένας από τους πιο σπουδαίους γάλλους μουσικούς της τζαζ, ο οποίος τιμά την γαλλική σχολή», έγραψε ο Charles Delaunay. Σε τέτοιες κινηματογραφικές παραγωγές, ο André Hodeir καταλαβαίνει πολύ καλά ότι δεν μπορεί να προτείνει πειραματισμούς. Πάντως, για να πούμε την αλήθεια, και τα δύο ζενερίκ παρουσιάζουν ενδιαφέρον και είναι επιτυχημένα. Στην «Παριζιάνα» ακούμε αρκετά μεγάλη ορχήστρα και γρήγορους βοκαλισμούς καθώς βλέπουμε το Παρίσι των κεντρικών δρόμων και τις σειρές των αυτοκινήτων. Είναι φανερή η επίδραση της μεταπολεμικής τζαζ με την φωνή να μετατρέπεται σε μουσικό όργανο και να κάνει ακροβασίες. Στο άλλο φιλμ, «Θέλετε να χορέψετε μαζί μου;», ακούμε στους τίτλους ένα τραγούδι, μια χαρακτηριστική γαλλική μελωδία με τζαζ απόχρωση, πολύ ταιριαστό στο πρόσωπο, το σώμα και τις γοητευτικές κινήσεις της πρωταγωνίστριας.

        (Μια συνειρμική προσωπική παρέμβαση. Ως μηχανικό ήχου διαβάζω το όνομα William Sivel και θυμάμαι την γιαγιά, από την πλευρά της μητέρας μου, τη δεκαετία του ’50 που μου έλεγε ότι ο Sivel είναι θείος μου, ότι μένει στη Μασσαλία και δουλεύει στα κινηματογραφικά στούντιο. Δυστυχώς δεν πρόλαβα να τον γνωρίσω).

        Ο André Hodeir δίδαξε στο Παρίσι και το 1976 στο Harvard. Για ένα διάστημα διηύθυνε το τμήμα ερευνών του IRCAM. Έγραψε ορισμένα κομμάτια για το Modern Jazz Quartet. O John Lewis μάλιστα είπε για τον André Hodeir ότι «είναι αυτός που προτείνει νέες ιδέες και υποδεικνύει κατευθύνσεις». Στον δίσκο The Modern Jazz Quartet & Orchestra, Atlantic SD-1359, το 1960, περιλαμβάνονται έργα του John Lewis, του Gunther Schuller και του André Hodeir. Η σύνθεση του André Hodeir έχει τον τίτλο Around the Blues. Την ορχήστρα διευθύνει ο Gunther Schuller και ο δίσκος κατατάσσεται στο «Τρίτο ρεύμα». Ουσιαστικά ο André Hodeir είναι μάλλον ένας από τους ελάχιστους Ευρωπαίους συνθέτες και ενορχηστρωτές που είχαν σχέση με το «Τρίτο ρεύμα» ενώ βρισκόταν πολύ μακριά από τους Αμερικανούς πρωτεργάτες – τουλάχιστον για την περίοδο μέσα της δεκαετίας του ΄50 αρχές δεκαετίας του ΄60. Η μουσική αυτή του «Τρίτου ρεύματος» του 1960 δεν ακούγεται σήμερα πρωτοποριακή ή πειραματική. Από τότε δημιουργούνται διαρκώς πολλά ρεύματα μέσα στα οποία δεν συνυπάρχουν πλέον μόνο η κλασική, η σύγχρονη μουσική και η τζαζ, αλλά και εθνικές μουσικές από όλο τον κόσμο, οι εφαρμογές της νέας τεχνολογίας, οι προσωπικές ιδιαιτερότητες και ό,τι άλλο.

        Η δισκογραφία του André Hodeir είναι περιορισμένη, ιδίως αν κριθεί με τα σημερινά δεδομένα της υπερπροσφοράς και της εύκολης παραγωγής. Ίσως όμως ο ίδιος να θεώρησε ότι με τα έργα που κατέθεσε είπε αυτό που ήθελε την κατάλληλη στιγμή. Άλλωστε έτσι έκανε όταν σταμάτησε να παίζει βιολί, είτε με σύνολα κλασικής είτε τζαζ, όταν διέλυσε το σχήμα Le Jazz Groupe de Paris στη δεκαετία του ΄60, και όταν το 1972 υπέγραψε την τελευταία κινηματογραφική μουσική του.

        Ένας σημαντικός δίσκος του ηχογραφείται στο στούντιο της Γαλλικής Ραδιοφωνίας σε τρεις μέρες, τον Απρίλιο 1984, και κυκλοφορεί από την Carlyne Music με τον τίτλο Martial Solal et son orchestra jouent André Hodeir. Το σεξτέτο του πιανίστα και ένα σχήμα 12-14 μουσικών σε συνθέσεις του André Hodeir και πρωτότυπες ενορχηστρώσεις δύο θεμάτων του Thelonious Monk. Το ευρωπαϊκό ύφος του γάλλου συνθέτη στις πιο καθαρές στιγμές του και με επικεφαλής τον Martial Solal, ένα μουσικό ο οποίος ομολογουμένως κατέχει ολοκληρωτικά την τέχνη και την τεχνική των πλήκτρων και έχει ανεβάσει το επίπεδο της ευρωπαϊκής τζαζ όσο πολύ λίγοι.

        Μια τελευταία αναφορά στη δισκογραφία του André Hodeir. Πρόκειται για ένα έργο-σταθμό στη σχέση τζαζ και λογοτεχνίας. Πόσοι θα τολμούσαν να ασχοληθούν με τον James Joyce και πόσοι να συνδυάσουν τη γραφή του με την τζαζ; Ο André Hodeir έχει δύο άλμπουμ στο ενεργητικό του: Bitter Ending το 1972, το οποίο δεν έχει κυκλοφορήσει σε CD, και το Anna Livia Plurabelle, πρώτη εκδοχή το 1966 και δεύτερη εκδοχή το 1994 σε CD από την Label Bleu. Το Anna Livia Plurabelle βασίζεται στο κεφάλαιο οκτώ του περίφημου Finnegen’s Wake του James Joyce. Οι ηχογραφήσεις έγιναν στο στούντιο της Γαλλικής Ραδιοφωνίας 16-20 Σεπτεμβρίου 1993. Δύο γυναικείες φωνές και μεγάλη ορχήστρα, κυρίως μπάντα με πολλά πνευστά αλλά και φλάουτα, κιθάρα, βιολί και βάϊμπραφον υπό τη διεύθυνση του μπασίστα Patrice Caratini.

        Mετά την φιλμογραφία και τη δισκογραφία ερχόμαστε στη βιβλιογραφία του   André Hodeir. Κι εδώ τι να ξεχωρίσει κανείς; Είναι τα βιβλία για την τζαζ τα οποία μεταφράστηκαν σε πολλές γλώσσες, τα βιβλία για τη σύγχρονη μουσική, τα θεωρητικά της μουσικής, δοκίμια, μυθιστορήματα, βιβλία για παιδιά κ.α. Εκτός από τα βιβλία του για την τζαζ που είναι θησαυρός διεισδυτικών παρατηρήσεων, μου είχε κάνει εντύπωση το βιβλίο La musique depuis Debussy, του 1961. Κεφάλαια για τους Στραβίνσκι, Σένμπεργκ, Μπεργκ, Βέμπερν, Μπάρτοκ, για τον καθηγητή του Ολιβιέ Μεσιέν, τον συμμαθητή του Πιερ Μπουλέζ και άλλους όπως ο Κέϊτζ, ο Βαρέζ, ο Στοκχάουζεν. Από την έκδοση αυτή είχα επιλέξει το δοκίμιο για τον Άντον Βέμπερν και η Λουκία Γκαντίνα το μετέφρασε για το περιοδικό «Διαγώνιος», τεύχος Μαΐου 1973.