Χήρα

Wolfgang Lenx, «Η χήρα», 1969
Wolfgang Lenx, «Η χήρα», 1969

Συνόδευσε τον σύζυγό της στην τελευταία κατοικία πριν από δέκα χρόνια, Λίγες μέρες πριν να συμβεί αυτό, είχε σβήσει δύο κεριά με τους αριθμούς επτά και πέντε στην τούρτα της.
Μετά από σαράντα ημέρες με το δίχρωμο φόρεμα σε γκρι και μαύρο, συνέχισε μόνο με το γκρι για μερικές μέρες, για να επιστρέψει στα αγαπημένα της χρώματα.
Και όχι μόνο αυτό.
Δεν της έλεγε τόσες φορές ο σύζυγός της να ντύνεται και μέσα στο σπίτι τόσο όμορφα και σέξι, στον περίπατο πίνοντας καφέ κάπου στη φύση ή για μεσημεριανό στο αγαπημένο εστιατόριο δίπλα στη θάλασσα; Με εμένα ή χωρίς εμένα, έτσι θέλω να είσαι.
«Ναι, αγάπη μου, αυτό κάνω», απάντησε δυνατά στον άντρα της στην φαντασία της.
Σηκώθηκε από την πολυθρόνα και κατευθύνθηκε προς τον καθρέφτη.
Ίδιο σώμα στην κομψότητα, ακόμη και μετά από δέκα χρόνια από την "κατάσβεση" των δύο κεριών.
Τι γίνεται με το πρόσωπο; Το πήγε πιο κοντά στον καθρέφτη και παρατήρησε την έλλειψη αυτού που είχε πριν από δέκα χρόνια.
Άρχισε να κάνει την απογραφή του κεφαλιού, σαν να είχε μπροστά της μια ντουλάπα ρούχων.
Με τα μαλλιά δεν είναι άσχημα. Κυρίαρχο το γκρίζο, κανένα πρόβλημα.
Ζήτω ο κομμωτής!
Τι γίνεται με τα φρύδια, που χάθηκαν; Πόσες λίγες τρίχες, σπάνιες σαν γρασίδι στην έρημο. Λένε ότι τα θαύματα έχουν συμβεί και στην έρημο.
Μια φίλη της είχε πει για άλλα θαύματα και στην ανθρωπότητα. Ένα από αυτά ήταν η αποκατάσταση των φρυδιών. Για την ηλικία της το θαύμα θα μπορούσε εύκολα να επιτευχθεί μέσω του τατουάζ φρυδιών.
Ζήτω το τατουάζ!
Συνεχίζουμε με τα μάτια. Όπως στα νιάτα της.
Αχ, πώς μπορούν αυτά τα ουράνια μάτια να ζουν σε αυτό το ζαρωμένο δέρμα που είναι κάτω τους;
Άγγιξε το δέρμα με το δάχτυλο της, σαν να πιέζει ένα μπαλόνι, αλλά αμέσως το άφησε από φόβο έκρηξης.
Και πάλι σώθηκε από την απελπισία από την φωνή της φίλη της, που της θύμισε ένα άλλο θαύμα της επιστήμης μπροστά στα σημάδια της γήρανσης.
Το θαύμα ονομάζεται botox.
Ζήτω botox!
Μπροστά στον καθρέφτη, εμφανίζεται το νέο της πρόσωπο. 
Ωραία, πολύ ωραία.

*

Με τη χαρά της νέας εμφάνισης, επέστρεψε στη πολυθρόνα.
Πέρασε το δεξί πόδι σταυρωτά πάνω από το αριστερό. Από το τέντωμα του ποδιού μειώθηκε η ρυτίδα του δέρματος.
Παρηγορήθηκε, συγκρίνοντας τον εαυτό της με τα πόδια των συνομηλίκων της. Ακόμη και η φίλη της, που επιδίωκε κάθε εφεύρεση για τη φυσική ανανέωση του σώματος, ζήλευε τα πόδια της.
Μερικά πράγματα δημιουργούνται στο γονίδιο και δεν αλλάζουν, ανεξάρτητα από το πόσο εφευρίσκεται η πλαστική χειρουργική, της είπε μια μέρα στην παραλία. Και ο Θεός σου έδωσε αυτό το δώρο. Σε ζηλεύω.
Τις σκέψεις της, τις διέκοψε ο γείτονας απέναντι. Τις δύο οικοδομές τις χώριζε ένας δρόμος αυτοκινήτων.
Ήταν γείτονες από την ημέρα που μπήκε νύφη σε αυτό το διαμέρισμα.
Εκείνος ζούσε με μια φοιτήτρια, αλλά μετά από μερικά χρόνια τον είδε με μια άλλη κοπέλα με την οποία παντρεύτηκε και συνέχισαν να ζουν μαζί. Και τώρα, βγήκε μόνος του στο μπαλκόνι.
Ήταν πεπεισμένη ότι την ήθελε, του άρεσε από την πρώτη μέρα που συναντήθηκαν στο αρτοποιείο, αλλά δεν το έδειξε ανοιχτά. Και αυτή τον συμπαθούσε, αλλά μόνο τόσο. Αυτά τα είδη συμπαθειών συμβαίνουν μεταξύ των ανθρώπων, ειδικά μεταξύ των δύο φύλων και, επιπλέον, μεταξύ του γοητευτικού και του όμορφου.
Ωστόσο, ένιωθε ότι την αγάπησε και την ονειρεύτηκε όχι μόνο τότε, όταν ξεχώριζε ανάμεσα στις γυναίκες, αλλά και μετά. Ακόμα και όταν ήταν μισός αιώνας, από τη δεκαετία του εξήντα, στη δεκαετία του εβδομήντα, ακόμη και τώρα. Ναι, ναι, τώρα. Τώρα, όταν βγήκε στο μπαλκόνι μόνο για αυτήν, αλλιώς δεν θα είχε βγει. Και προσποιείται ότι κοιτάζει τον ουρανό ή τα λουλούδια στο μπαλκόνι. Αλλά από την άκρη τον ματιών του, την κοιτάζει.
Θα το επιβεβαιώσω, είπε στον εαυτό της, και τον χαιρέτησε με το χέρι της. Ταυτόχρονα την χαιρέτησε και ο γείτονας.
Ένα ρίγος ευχαρίστησης διαπέρασε το σώμα της.
Τι έπαθε αυτή που βγήκε στο μπαλκόνι; Ζηλιάρα! φώναξε μέσα της, βλέποντας την νευρική γυναίκα του γείτονα. Σίγουρα διέταξε τον άντρα της να μπει μέσα. Διαφορετικά αυτός δεν θα την ακολουθούσε. Αχ ο καημένος, πόσο υποφέρει από αυτήν την μάγισσα.
Παρόλο που ο ευχάριστος ρίγος σταμάτησε στη μέση, η σκέψη ότι βγαίνει στο μπαλκόνι μόνο για εκείνη, ότι μόνο αυτήν ονειρευόταν και φανταζόταν, και όταν ήταν μόνος αλλά και όταν φιλούσε και έκανε σεξ με τη μάγισσα, την ευχαριστούσε πάρα πολύ.

*

Τράβηξε την κουρτίνα, όπως κλείνει η σκηνή του θεάτρου.
Χάιδευε το γυμνό πόδι, δημιουργώντας την εικόνα του γείτονα στη κουρτίνα. Σηκώθηκε και κατευθύνθηκε προς το καλάθι με τα μπουκάλια, πήρε το ένα με ουίσκι και γέμισε το μισό ποτήρι. Έτσι, όρθια, πήρε μια γουλιά και επέστρεψε στην πολυθρόνα. Δεν θυμόταν τι μέρα και ποιο έτος ήταν όταν μετακίνησε για πρώτη φορά την πολυθρόνα κοντά στην μπαλκονόπορτα
Θυμήθηκε μόνο ότι η τοποθέτησή της συνέβη ένα από τα χρόνια που ήταν χήρα.
Όχι, όχι, δεν την έβαλα γι΄ αυτόν. Γιατί, τι είμαι, μια βρόμικη γυναίκα που προκαλεί τους άντρες; Αν ήμουν έτσι, θα έπαιζα με τους πιο όμορφους άντρες.

Την άνοιξε λίγο την κουρτίνα.
"Η μάγισσα", μουρμουρούσε νευρικά, κοιτάζοντας το άδειο μπαλκόνι του γείτονα, "τον έχει κάνει σαν κουταβάκι τον καημένο".
Και με την αηδία προς τη μάγισσα, ήπιε το ουίσκι. Ένιωθε μια φωτιά στο στήθος, που σαν ηφαιστειακή λάβα άρχισε να ρέει μέσα στις φλέβες.
"Θεέ μου, τι μου συμβαίνει, μήπως πεθαίνω;" Άκουσε την φωνή της σαν να προερχόταν από τα βάθη του πηγαδιού.
Έβαλε το χέρι στο στήθος στην πλευρά της καρδιάς. Το έντονο χτύπημα της υπενθύμισε τις οικείες ερωτικές στιγμές με τον σύζυγό.
Ένα άλλο θαύμα συνέβαινε. Αν πριν από λίγα δευτερόλεπτα φοβήθηκε ότι πεθαίνει πραγματικά, τώρα πραγματικά ανασταίνεται. Μια ανάσταση διαφορετική από αυτήν του Χριστού.
Ήταν η ανάσταση της ανάφλεξης.
Αλλά αυτή τη φορά για έναν άλλο. Ένας άλλος που δεν άνηκε στον άλλο κόσμο όπου ο σύζυγός της είχε φύγει πριν από δέκα χρόνια, αλλά ζεί εκεί, στην απέναντι πολυκατοικία.
Άκουσε τον θόρυβο της πόρτας του μπαλκονιού, που συνέβαινε πάντα κατά το άνοιγμα και το κλείσιμο. Η κουρτίνα κινήθηκε αργά και μπροστά της εμφανίστηκε αυτός, αλλά νεότερος.
Την πλησίασε, υποκλίθηκε σαν να προσεύχεται μπροστά σε μια εικόνα, άγγιξε τα γόνατα της με τα χέρια του και άρχισε να τα φιλάει.
Ένιωσε σαν μια πεινασμένη αρκούδα, που μόλις ξύπνησε από τον λήθαργο. Το θήραμα ήταν εκεί, έτοιμο να θυσιαστεί στην πείνα της χήρας.
Ήταν πείνα μετά από μια δεκαετία ύπνου.
"Ω Θεέ μου, γιατί έπρεπε να αργήσει τόσο πολύ; Γιατί τώρα, Θεέ μου;"
Το σαλόνι αντηχούσε από τις φωνές της ικανοποίησης.

*

Αργότερα ακούστηκε ο σιγασμένος ήχος της τελευταίας της αναπνοής.
Μια απόλυτη ηρεμία συνέχισε μέχρι το πρωί, όταν η φίλη της ήρθε για καφέ. Ήταν το πρώτο πρωί που η χήρα δεν άκουσε το κουδούνι.
Ούτε το σπάσιμο της πόρτας.


 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: