Το ειλικρινέστερο δοκίμιο που μας δόθηκε για τη γενναιότητα της ήττας

Το ειλικρινέστερο δοκίμιο που μας δόθηκε για τη γενναιότητα της ήττας


Osamu Dazai, «Δεν ήμουν πια  άνθρωπος», μτφρ. Στέλιος Παπαλεξανδρόπουλος, εκδ. Gutenberg 2022

——————

«αυτή τη δυστυχία, ότι τους φοβάμαι τόσο πολύ όλους, κι ότι όσο περισσότερο τους φοβάμαι τόσο περισσότερο αρέσω, κι όσο περισσότερο αρέσω τόσο περισσότερο φοβάμαι, έτσι που τελικά πρέπει ν’ απομακρύνομαι απ΄ τους πάντες»

Αν το βιβλίο του Osamu Dazai ήταν δοκίμιο, θα μπορούσε να είναι το ειλικρινέστερο δοκίμιο που μας δόθηκε για τη γενναιότητα της ήττας. Το βιβλίο του, όμως, είναι ένα υπαρξιακό μυθιστόρημα, μια νουβέλα-απορία, που απευθύνεται στον αναγνώστη στα ίσα, ρωτώντας τον πόσο αντέχει, πόσο φοβάται και αν μπορεί να σταθεί γενναίος κολυμπώντας στον φόβο του.

Μετά από καιρό, να ένα βιβλίο χωρίς παρηγοριά, ένα βιβλίο γυμνό, χωρίς φτιασιδώματα, στο οποίο δεν υπάρχουν πια άλλοθι. Με χειρουργική ακρίβεια, μα όχι χωρίς ευαισθησία, ο αφηγητής του θα σηκώσει το πέπλο ξανά και ξανά, αποκαλύπτοντάς μας τη σκληρότητα του εαυτού και του κόσμου· ελπίδα καμιά, μοναδικό μας τρεμάμενο φως, η τυχαία και περιστασιακή «καλοσύνη των ξένων».

Σε πρωτοπρόσωπη αφήγηση, ο πρωταγωνιστής του βιβλίου Γιό-τσαν μάς αφηγείται την ιστορία της ώς τώρα ζωής του. Τρομοκρατημένος από τους άλλους ανθρώπους, είναι ένας εξαντλημένος διασκεδαστής από φόβο· η ζωή του κυλά γεμάτη αστεία και θεατρινισμούς, και η επίγνωση της υποκρισίας του τον κάνει να υποφέρει.

Δυστυχώς για τον (ενδεχομένως, δειλό) αναγνώστη και ευτυχώς για τον κόσμο της λογοτεχνίας, ο Dazai δεν θα σταματήσει εκεί. Συνθέτοντας ένα βιβλίο αποδόμησης, ο (τελικά, καθόλου ονειροπαρμένος) αφηγητής του θα πάρει ένα ένα τα στηρίγματα μας, και θα τα καταρρίψει. Βυθισμένος στον φόβο, διαθέτει ωστόσο τη διορατικότητα και το ψυχικό σθένος να καταλάβει ότι τα πράγματα δεν πάνε καλά όχι μόνο εντός του, αλλά και στους ανθρώπους που τον περιβάλλουν· ενώ δήθεν ζουν ευχάριστα και εύθυμα, είναι και οι ίδιοι δυστυχισμένοι – τους λείπει απλώς η συνείδηση της δυστυχίας τους. Προχωρώντας, αντιλαμβάνεται ακόμη ότι το πρόβλημα ενυπάρχει και στο ίδιο το σύστημα, ότι το σύστημα είναι αδύνατον να λειτουργήσει:

«Αυτό που με τρόμαζε περισσότερο ήταν η νομιμότητα που επικρατούσε στον κόσμο. Σ’ αυτήν αισθάνομαι να υπάρχει κάτι απύθμενα ισχυρό. Ο μηχανισμός της είναι εντελώς ακατανόητος».

Αποδομώντας τα τρία βασικά επίπεδα της ύπαρξης (το ατομικό, το διαπροσωπικό και το κοινωνικό-συστημικό), ο Γιό-τσαν θα απομακρυνθεί από κάθε κατασκευασμένη έννοια της ηθικής, και θα σταθεί μόνος. Εκεί, μακριά από το σωστό και το λάθος, εξόριστος σε έναν κόσμο που δεν μπορεί να του προσφέρει το ήθος, θα μας καταθέσει την οδυνηρή του γνώση, για το πώς ανατροφοδοτείται ο μάταιος κύκλος, της διαψευσμένης μας ύπαρξης.

 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: