Με γεμάτο στόμα

Γιάννης Ευσταθιάδης, «Μικρά πεζά / Διηγήματα» (2 τόμοι), Μελάνι 2022

Κατάστημα υφασμάτων. Κωνσταντινούπολη 2010. Φωτ. Νάσος Ευσταθιάδης
Κατάστημα υφασμάτων. Κωνσταντινούπολη 2010. Φωτ. Νάσος Ευσταθιάδης




Η αμνησία, λέει, ίσως να σημαίνει και αμνηστία
(«Περίεργο μαύρο αντικείμενο»)



Πολύ δύσκολο να κατορθώσεις μια προσπέλαση των 714 σελίδων δύο τόμων με: Μικρά πεζά και Διηγήματα, έργο της πεζογραφικής ζωής του Γιάννη Ευσταθιάδη; Γιατί είναι τόση η συνθετικότητα και η εμβρίθεια στη σύνταξη αυτών των κειμένων που θα χρειαζόταν ολόκληρη μελέτη για την εμβάθυνσή της…
Προϊόντα μεγάλης επιμονής και ευφυούς επεξεργασίας τα κείμενα και των δύο τόμων αποτελούν συνεχή πρόκληση στην επανανάγνωση και επεξεργασία τους από τον κριτικό. Είναι η φύση της γραφής του Ευσταθιάδη τέτοια, που απαιτείται η απόλυτη ευστοχία και επάρκεια στην απόδοσή τους. Η αναδρομή που επιχειρείται στα Μικρά πεζά συναντάει το σκηνικό μέσα στο οποίο αυτή διαμορφώθηκε. « Όπως οι φωτογραφίες που αναζητούσαμε, δεν έχουν μόνο την αξία όσων εικονίζουν, αλλά και την μυθολογία της δημιουργίας τους….».
Εάν δεν έχει κανείς αποδεχθεί ότι το διήγημα είναι ένα είδος ποιητικού λόγου θα δυσκολευθεί να προσεγγίσει με επάρκεια την δουλειά του συγγραφέα. Η ποιητικότητα των κειμένων έγκειται στον τρόπο με τον οποίο ανασυντίθεται η πραγματικότητα γιατί «η μικρή φόρμα των κειμένων τονίζει τα χρώματα τής πραγματικότητας με την τέχνη τής μινιατούρας: το ευσύνοπτο κυριαρχεί, το ακαριαίο και το ταχυδράμα παγιδεύουν την λεπτομέρεια, φωτίζοντας ισχυρά όψεις της ζωής, που στις μεγάλες αφηγήσεις (μυθιστόρημα) παρουσιάζονται χαλαρά και, κάποτε, λιγότερο υποβλητικά στην μακροπερίοδη φράση».
«Όπως φαίνεται πως κάπου το αεράκι των λέξεων, σαν ριπές ανεμιστήρα, έπιανε κι εμένα, κι έτσι μεγάλωσα γρήγορα», γράφει ο Ευσταθιάδης. Οι πρώτες εντυπώσεις, η σχέση των λέξεων με τις παιδικές εικόνες, είναι η πρώτη αφήγηση που αντιμετωπίζει αυτός.
Και έρχεται η κρίσιμη στιγμή, 21 Απριλίου 1967: «Φάε γιατί δεν τρως;», «Χόρτασα μάνα…», «Με δεν έφαγες σχεδόν τίποτα», «Δεν θέλω…δεν μ’ αρέσει …», «Μα πώς; Είναι το ίδιο κρέας που έψησα και χθες…», « Δεν είναι το ίδιο…».
Από την κομψότατη έκθεση των εδεσμάτων και των ποτών που παρουσιάζονται και στους δύο τόμους, μετά την απόλαυση της περιγραφής, μένει η επίγευση της μελαγχολίας: «Ξυπνώ με τα πόδια παγωμένα». «Συμπυκνωμένη επιθυμία ή ψευδαίσθηση: εκείνο το βράδυ του Ιουνίου του ’93, ξύπνησα στη μέση της νύχτας με την επιθυμία να φάω μακαρόνια με κιμά. Εν προκειμένω, η τροφή δεν περνούσε μέσα από το σώμα, αλλά από το πνεύμα μου, το οποίο, ολιγαρκές, ικανοποιήθηκε μ’ ένα ποτήρι παγωμένο νερό». «Πουθενά δεν συναντώ την άμεση σαγήνη του φαγητού, τη φωτογραφική απεικόνιση των συστατικών, και η πείνα μου παραμένει ώς το τέλος μια πείνα αισθητικής περιέργειας».
Τα «Γραμμένα φιλιά», που αφορούν τον χαμένο γιο του Νικόλα (26.9.72-25.12.97) είναι ένα από τα ωριμότερα κείμενα. Σημείωση: ο Νικόλας μάς έγραψε ένα μικρό κομμάτι στο Δέντρο —ίσως δεν ξανάγραψε άλλο— που το ζήλεψαν φτασμένοι συγγραφείς. «Έκανα προχθές σκηνή στη γυναίκα που φροντίζει το σπίτι, όταν βρήκα κάποια ρούχα σου με μεγάλες τρύπες από σκόρο. Με κοιτούσε με τα μάτια της διεσταλμένα, με αμήχανο παράπονο, αλλά και με ελάχιστη ειρωνεία. Κατάλαβα. ‘Άλλο να τρώνε τα σκουλήκια το σώμα’ της είπα». «Εδώ πρέπει να διασώσουμε την αδιαιρετότητα των πειστηρίω.». Απαιτεί μεγάλη ικανότητα η αποστασιοποίηση σε παρόμοιες περιστάσεις: το συναισθηματικό βίωμα να μετατρέπεται σε αισθητικό γεγονός. Ο Ευσταθιάδης το κατορθώνει, αφήνοντας στο βάθος δείγματα της πραγματικής του αγάπης για το αντικείμενο. Έχει να κάνει με λέξεις που τον προδίδουν ανά πάσα στιγμή, που τον οδηγούν σε δικά τους συμπεράσματα, και αυτός προσπαθεί να τις συγκρατήσει, να τις ελέγξει.
Το ίδιο συμβαίνει και με την «Πορσελάνη (Διηγήματα για νεκρές φύσεις) όπου ζωντανεύουν πράγματα καθημερινά, τα περισσότερα από τα οποία διαφεύγουν της προσοχής μας. Εδώ η συγγραφική επιτυχία αγγίζει τα όριά της σε μια προσπάθεια να απαθανατισθούν σε μια ποιητική αναπαράσταση. Πώς θα μπορούσε να αποδοθεί συγγραφικά μια μαύρη ομπρέλα πίσω από την πόρτα ή μια αλατιέρα πλάι σε πιάτο, αν δεν υπάρχει η συναισθηματική και ταυτόχρονα αποστασιοποιημένη ματιά στο θέμα;
Στον «Καθρέφτη» περνούν τα πράγματα πλαγίως, τίποτα δεν αντανακλάται με πιστότητα. Ο καθρέφτης είναι μια δικαιολογία να αποτυπωθούν ιδέες και σκέψεις με τρόπο μοντέρνο, όπως και στο «Εκατό»: εδώ μια αφορμή απλή, ένα νούμερο, κινητοποιεί τον ποιητή να δράσει και να εκμεταλλευθεί την ευκαιρία να γεννήσει καταστάσεις εκ του μηδενός…Κινητοποιείται ολόκληρος ο πνευματικός εξοπλισμός του συγγραφέα η μουσική, η λογοτεχνική και εν γένει παιδεία του, ώστε να δημιουργηθεί ένας πλήρης κόσμος που να περιέχει μέσα του το νούμερο εκατό.

Και στον άλλο τόμο με τα Διηγήματα αποθαυμάζει κανείς την προσπάθεια του Ευσταθιάδη να περάσει αλώβητος μέσα από την πίεση της μεγάλης φόρμας και να τιθασεύσει το νόημα. Στο «Δωμάτιο παντού», επί παραδείγματι, η θεματική ποικιλία —που παρουσιάζεται σχεδόν σε ολόκληρο τον τόμο— κυριαρχεί. Αντιγράφω μονολεκτικές σημειώσεις μου από κάθε διήγημα: «Υποκατάστατο ζωής», «Γυναικεία βουλιμία», «Ανάμνηση», «Μοναξιά», « Ο κομπάρσος», «Καταδίωξη μνήμης»…Αυτό που προέχει στην γραφή του Ευσταθιάδη είναι η άνεση με την οποία χειρίζεται το καθημερινό, η πειθώ με την οποία μεταφέρει στη σελίδα τον διάλογο, η εκφραστική οικονομία του…
Στους «Ανθρώπους από λέξεις» (Διηγήματα μεγάλου μήκους) το πείραμα με την μορφή της μικρής νουβέλας αποδίδει καρπούς. Αποφασιστικής σημασίας προσπάθεια είναι και το εκτενές «Η σαρδέλα θα κολυμπήσει στην κονσέρβα»: ένα γλυκόπικρο κομμάτι γύρω από την φιλοδοξία του επιχειρηματία ήρωα να δημιουργήσει μία κονσέρβα η οποία θα περιέχει ζωντανές τις σαρδέλες… Αντίθετα στο «Μαύρο εκλεκτό» επανέρχεται στην παλιά φόρμα, της μικρής ιστορίας. Θα ξεχώριζα το ευφυές «Η οδοντόβουρτσα», ένα εγχείρημα να αποδοθεί το κύριο και πρωτεύον μέσα από μια τετριμμένη συνήθεια του καθαρισμού των δοντιών στην ασφυκτική κατάσταση της συζυγικής συμβίωσης.
Το «Κλεινόν» (μυθιστορίες για την Αθήνα) είναι μια έκθεση «πεπραγμένων» για την πρωτεύουσα, όπως τα κατέγραψε ο συγγραφέας, απεικονίζοντας με μεγάλη χάρη μαρτυρίες και συμβάντα, που έλαβαν χώρα την τελευταία εκατονταετία στο κλεινόν άστυ.
Στο «Ανοιχτό μικρόφωνο» και πάλι σε θέλγει η μεγάλη θεματική γκάμα. Η μουσική σύνθεση και η γραμματολογική μέριμνα συνδυάζονται ώστε να προκύψει ένα σύνθετο αποτέλεσμα.

Να το επαναλάβω: χρειάζεται ειδική μελέτη ώστε να γίνει απόπειρα αποκρυπτογράφησης στοιχείων από τα δεδομένα της ευσταθιαδιακής κατάθεσης. Απόπειρες σαν την παρούσα απλώς παροτρύνει τον αναγνώστη να εγκύψει με (όποιο) ενδιαφέρον στο κείμενο.

 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: