(από νερό)

Φράγμα

Πρώτα αποχώρησαν τα πουλιά
ρίψη εκρηκτικού υλικού
σαν απάντηση οργής
θόρυβος | τρόμος | δάκρυα.

Έφυγαν όλοι
σταδιακά
παγώνοντας τον μέλλοντα
ξεριζωμένο
χρόνο
μια για πάντα.

Ο κόσμος πήρε το πραγματικό του χρώμα
γέμισε μολυσμένο νερό.

Σώματα επιπλέουν
νηστικά
κοιμισμένα
κρατάνε την ανάσα τους.

Κάθομαι στην είσοδο του ισογείου
πλημμυρίζουν τα παράθυρα
ακούω τη ροή του νερού
περικυκλώνει
τα άναρχα σπίτια
ανεβάζει τη στάθμη στα πόδια.

Το απέναντι βουνό
όμως
είναι προκλητικά ψηλό
έχει τη βεβαιότητα πως
αυτή η
―μέχρι πρότινος―
κρυμμένη θάλασσα
δεν το απειλεί·

το πολύ
να καταλήξει
(ισχυρίζεται)
στάσιμη λίμνη
στη γερή βάση του.


Ρα

Ζέστη·

ένας ευρύτερος πόνος με λούζει στο μέτωπο
γεμίζει νερό το κεφάλι μου.                   

Η εσωτερική, αβαθής λίμνη
γίνεται βάλτος
τρώει τις σκέψεις
διαταράσσει τη μνήμη

                       (παιδική φοβία αυτή η βύθιση
                       στο πυκνό κενό του κόσμου)

αναγνωρίζω τα γόνατα
πονάνε
τόσες μέρες λυγισμένα
και η ναυτία έγινε ένα σώμα
με το λεγόμενο ταξίδι.

Στηρίζομαι στην πλάτη σου
γέρνεις στον ώμο μου
ονειρεύομαι καθαρό νερό
δροσερό, να ρέει
γεμίζοντας με χώρο τις στριμωγμένες μου αρθρώσεις.

Η λέξη είναι πολύ μικρή
για να συλλάβει
την πραγματικότητα που όλο ανατρέπεται
σκάφος αλιευτικό
διακινεί διακινεί

άπαντες άντρες διασωθέντες
σε γλώσσα μοιρολόι να παλεύουν να ακουστούν.

Βρίσκομαι στο αμπάρι
δε διακρίνω
τα σύννεφα βροχής στον ορίζοντα
τα διαδοχικά επίπεδα λόφων που πλησιάζουν
τα όμορφα σπίτια καθώς μεγαλώνουν και ανήκουν.

Αδυνατώ να καταλάβω
την κίνηση αντιστροφής
άχρονη περίοδος
αχαρτογράφητη
ανοίγει σκοτεινές τρύπες στο αλμυρό νερό
αλλάζει αβίαστα και ξαφνικά, μετατοπίζοντας
σε μια στιγμή
την ευστάθεια των γεγονότων.

Απότομα
κόπηκε η κλωστή και σήμε·

(από νερό)
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: