Ο φωτογράφος Martín Chambi (1891-1973)

Αυτοπορτρέτο, 1925
Αυτοπορτρέτο, 1925

Ο Martín Chambi, εί­ναι ένας από τους εξέ­χο­ντες και ο σπου­δαιό­τε­ρος αυ­τό­χθων φω­το­γρά­φος της Λα­τι­νι­κής Αμε­ρι­κής των αρ­χών του 20ού αιώ­να. Γεν­νή­θη­κε το 1891 από αγρό­τες γο­νείς στο Πού­νο του ΝΑ Πε­ρού στις όχθες της λί­μνης Τι­τι­κά­κα σε υψό­με­τρο 3.812 μέ­τρων και αρ­χί­ζει να φω­το­γρα­φί­ζει από τα πρώ­τα χρό­νια της εφη­βεί­ας του. Η σχέ­ση του με τις Άν­δεις και τους γη­γε­νείς όπως ο ίδιος, υπήρ­ξε μο­να­δι­κή. Έχο­ντας μη­τρι­κή του γλώσ­σα τα κέ­τσουα, ένοιω­σε και απει­κό­νι­σε τους «αν­θρώ­πους του» όπως τους έλε­γε, με μιά ιχνο­γρα­φι­κή μα­τιά του εσω­τε­ρι­κού τους κό­σμου τε­λεί­ως απρό­σι­τη στους «ξέ­νους» ως προς την κουλ­τού­ρα των ιθα­γε­νών στα ορο­πέ­δια και στους τό­πους των Ίν­κας. Το 1920 με­τα­κι­νεί­ται στην αρ­χαία πό­λη Κού­σκο, την πρω­τεύ­ου­σα των Ίν­κας, σε υψό­με­τρο 3.500 μέ­τρων. Εκεί θα ζή­σει μέ­χρι το τέ­λος της ζω­ής του, το 1973. Από το Κού­σκο, συ­χνά κα­τε­βαί­νει 80 χι­λιό­με­τρα πιο κά­τω, στα 2.700 μέ­τρα, στο Μά­τσου Πί­τσου, που στη γλώσ­σα του ση­μαί­νει «αρ­χαίο βου­νό».

Μάτσου Πίτσου, 1930
Μάτσου Πίτσου, 1930
Το χιονισμένο Αουσανγκάτε στις περουβιανές Άνδεις, 1937
Το χιονισμένο Αουσανγκάτε στις περουβιανές Άνδεις, 1937
Κούσκο. Plaza de Armas, 1925
Κούσκο. Plaza de Armas, 1925

Τα ερεί­πια, τα το­πία και κυ­ρί­ως η κα­θη­με­ρι­νή ζωή στη νέα του πό­λη, θα δια­μορ­φώ­σουν μια νέα, δια­τυ­πω­μέ­νη για πρώ­τη φο­ρά, ταυ­τό­τη­τα για τους γη­γε­νείς κα­τοί­κους των Άν­δε­ων. Με κα­θα­ρή μα­τιά που τι­μά τους τα­πει­νούς χω­ρίς να μειώ­νει τους έχο­ντες, απο­κα­λύ­πτει την «αλή­θεια τους» με ει­κό­νες με­γά­λης τεκ­μη­ριω­τι­κής ση­μα­σί­ας και μο­να­δι­κής αι­σθη­τι­κής ποιό­τη­τας. Ο ήπιος και φι­λο­σο­φη­μέ­νος χα­ρα­κτή­ρας του, μα­ζί με την συ­νε­χώς αυ­ξα­νό­με­νη καλ­λι­τε­χνι­κή του φή­μη, του επι­τρέ­πουν να κι­νεί­ται εύ­κο­λα ανά­με­σα στους Iν­διά­νους και τους Iσπα­νούς. Η διεισ­δυ­τι­κή και εμπνευ­σμέ­νη μα­τιά του, συν­θέ­τει μιά ολι­στι­κή ει­κό­να των αν­θρώ­πων και του χώ­ρου τους στις πε­ρου­βια­νές Άν­δεις. Η κα­τα­γρα­φι­κή πι­στό­τη­τα σε συν­δυα­σμό με την ει­κα­στι­κή πρό­θε­ση, τον φέρ­νουν στις πρώ­τες θέ­σεις ανά­με­σα στους ομό­τε­χνούς του στο πρώ­το μι­σό του 20ού αιώ­να.

Κο­ρυ­φαία φι­γού­ρα στην ομά­δα δια­νο­ου­μέ­νων και καλ­λι­τε­χνών, τους «indigenistas», με κα­θο­ρι­στι­κή προ­σφο­ρά στον αγώ­να ενα­ντί­ον της Ισπα­νο-αποι­κιο­κρα­τι­κής αντί­λη­ψης που θέ­λει τους Ιν­διά­νους να εί­ναι πο­λί­τες δεύ­τε­ρης κα­τη­γο­ρί­ας. Ένας φω­το­γρά­φος «σε απο­στο­λή».

Η οικογένεια Chambi, 1930
Η οικογένεια Chambi, 1930

Οι απει­κο­νί­σεις των αρ­χαιο­λο­γι­κών χώ­ρων, οι εθνο­γρα­φι­κές απο­τυ­πώ­σεις στα ρού­χα και τις συ­νή­θειες των πε­ρου­βιά­νων και κυ­ρί­ως οι χα­ραγ­μέ­νες ιστο­ρί­ες στα πρό­σω­πα των αν­θρώ­πων, τον κα­τα­τάσ­σουν στην πρω­το­πο­ρία του κοι­νω­νι­κού τεκ­μή­ριου και του ει­κο­νο­γρα­φι­κού σχο­λια­σμού στην ιστο­ρία της αν­θρω­πι­στι­κής φω­το­γρα­φί­ας.

Οικογενειακή γιορτή, 1932
Οικογενειακή γιορτή, 1932
Καρναβάλι στο Κούσκο, 1928
Καρναβάλι στο Κούσκο, 1928

Ο Martín Chambi δου­λεύ­ο­ντας στο Κού­σκο από το 1920 έως τα μέ­σα της δε­κα­ε­τί­ας του 1950, φω­το­γρά­φι­σε όλες τις τά­ξεις, κα­τα­γρά­φο­ντας την πραγ­μα­τι­κή ιστο­ρία της πό­λης. Τη δια­δρο­μή των κα­τοί­κων, ιν­διά­νων και μι­γά­δων στην κοι­νω­νι­κή έντα­ξή τους, με εξαι­ρε­τι­κά συ­νει­δη­τή και κα­θα­ρή μα­τιά για τους ίδιους και τις κα­τα­βο­λές τους με βά­θος και αυ­θε­ντι­κό­τη­τα. Τα πορ­τραί­τα στο στού­ντιο αλ­λά και στον φυ­σι­κό χώ­ρο, ατο­μι­κά και ομα­δι­κά, απο­τυ­πώ­νο­νται ρε­α­λι­στι­κά με σχε­δόν φυ­σιο­γνω­μι­κή διά­θε­ση που δια­περ­νά το προ­φα­νές και αγ­γί­ζει τις ψυ­χές των «αν­θρώ­πων του», που γνω­ρί­ζει όσο κα­νείς άλ­λος. Με το βα­θύ δέ­σι­μο που συν­δέ­ει την τέ­χνη του με τα βιώ­μα­τα των αυ­το­χθό­νων των Άν­δε­ων, νοιώ­θει πως εκ­προ­σω­πεί τη φυ­λή του και θε­ω­ρεί πως οι «δι­κοί του» μι­λούν μέ­σα από τις φω­το­γρα­φί­ες του.

Γερμανοί τεχνικοί στο εργοστάσιο μπύρας στο Κούσκο, 1929
Γερμανοί τεχνικοί στο εργοστάσιο μπύρας στο Κούσκο, 1929
Ο γίγαντας του Paruro, Juan de la Cruza Sihuana, 1925
Ο γίγαντας του Paruro, Juan de la Cruza Sihuana, 1925
Ινδιάνες, 1934
Ινδιάνες, 1934
Φραγκισκανός μοναχός και στρατιώτες, 1937 / Μικρός ζητιάνος, 1930
Φραγκισκανός μοναχός και στρατιώτες, 1937 / Μικρός ζητιάνος, 1930
Προσαγωγή.., 1924 / Παιδί με καπέλο στο στούντιο, 1928
Προσαγωγή.., 1924 / Παιδί με καπέλο στο στούντιο, 1928
Ο φωτογράφος Martín Chambi (1891-1973)
Ο φωτογράφος Martín Chambi (1891-1973)
Μουσικοί, 1934
Μουσικοί, 1934

Δεν έχω υπό­ψη μου άλ­λο πα­ρά­δειγ­μα τέ­τοιου δε­σμού ανά­με­σα σε φω­το­γρά­φο και φω­το­γρα­φι­ζό­με­νο, εκεί­νη την επο­χή. Σχέ­ση όπου ο φω­το­γρά­φος εί­ναι το μο­ντέ­λο του. Ού­τε στην Αμε­ρι­κή, νό­τια και βό­ρεια, ού­τε στην Ευ­ρώ­πη. Με­τά το 1936 κά­νει μιά σει­ρά από εκ­θέ­σεις στην Χι­λή, προ­σπα­θώ­ντας ου­σια­στι­κά να ευαι­σθη­το­ποι­ή­σει και να πεί­σει το κοι­νό πως οι γη­γε­νείς και οι μι­γά­δες αξί­ζουν κα­λύ­τε­ρης τύ­χης, συ­γκρι­νό­με­νοι με τους λευ­κούς και τους ευ­ρω­παί­ους.
Πα­ρ’ όλη όμως την ανα­γνώ­ρι­ση και τον σε­βα­σμό που κερ­δί­ζει στη λα­τι­νι­κή Αμε­ρι­κή και τις δε­κά­δες εκ­θέ­σεις του (ξε­κι­νώ­ντας από την Αρε­κί­πα, το 1917, έως την πρω­τεύ­ου­σα Λί­μα το 1935 και τις δε­κά­δες άλ­λες, από το 1935 και με­τά, σε διά­φο­ρες χώ­ρες της λα­τι­νι­κής Αμε­ρι­κής, πα­ρέ­με­νε σχε­δόν άγνω­στος στον υπό­λοι­πο κό­σμο, μέ­χρι τα μέ­σα της δε­κα­ε­τί­ας του 1970, με­ρι­κά χρό­νια με­τά τον θά­να­τό του το 1973.
Λί­γα χρό­νια αρ­γό­τε­ρα, ένα νέ­ος αμε­ρι­κα­νός φω­το­γρά­φος, ο Edward Ranney, ο οποί­ος εί­χε κερ­δί­σει υπο­τρο­φία για να φω­το­γρα­φί­σει τις αρ­χαιό­τη­τες των Ίν­κας, γνω­ρί­ζει στο Κού­σκο το αρ­χείο του Chambi, το οποίο εί­χε πε­ρά­σει στη φρο­ντί­δα των αδελ­φών του και του εγ­γο­νού του. Βλέ­πει πρώ­τα τα με­γά­λα γυά­λι­να αρ­νη­τι­κά (20Χ25 εκ.) και αντι­λαμ­βά­νε­ται πως η καλ­λι­τε­χνι­κή αξία τους ξε­περ­νά κα­τά πο­λύ την τεκ­μη­ριω­τι­κή. Παίρ­νει με­ρι­κά μα­ζί του στις ΗΠΑ και τα δεί­χνει σε ει­δι­κούς και χρη­μα­το­δό­τες και κα­τα­φέρ­νει να εξα­σφα­λί­σει μια έρευ­να στο αρ­χείο του φω­το­γρά­φου. Επι­στρέ­φει στο Κού­σκο το 1977 και τυ­πώ­νει 5.000 από τις 15.000 γυά­λι­νες πλά­κες του αρ­χεί­ου. Με τη συν­δρο­μή πα­νε­πι­στη­μί­ων και μου­σεί­ων ορ­γα­νώ­νει μιά σει­ρά με­γά­λων εκ­θέ­σε­ων με τη δου­λειά του Chambi για πρώ­τη φο­ρά εκτός Πε­ρού και Χι­λής. Αρ­χί­ζο­ντας το 1979, οι φω­το­γρα­φί­ες εκτί­θε­νται στο University of New Mexico Art Museum, στην Photographer’s Gallery στο Λον­δί­νο, στο Μο­ΜΑ στη Νέα Υόρ­κη, στο Kunsthaus στη Ζυ­ρί­χη και αλ­λού, προ­κα­λώ­ντας το διε­θνές εν­δια­φέ­ρον για τη δου­λειά του. Η εκτί­μη­ση για το μο­να­δι­κό έρ­γο του Chambi, δεν εί­ναι μό­νο η ομορ­φιά της κά­θε ει­κό­νας, ο αρ­χαί­ος πο­λι­τι­σμός και η εθνο­γρα­φι­κή της αξία, αλ­λά κυ­ρί­ως η δια­πε­ρα­στι­κή και βα­θειά μα­τιά του, σε ένα μο­να­δι­κό και ζω­τι­κής ση­μα­σί­ας πο­λι­τι­σμι­κό και κοι­νω­νι­κό πε­ρι­βάλ­λον.

Μι­κρός επί­λο­γος για την τέ­χνη του πρω­το­πό­ρου αυ­τού φω­το­γρά­φου.

Η φω­το­γρά­φι­ση ομα­δι­κού πορ­τραί­του, εί­ναι από τις πιό δύ­σκο­λες και χρο­νο­βό­ρες δια­δι­κα­σί­ες στη φω­το­γρα­φία. Όσο πε­ρισ­σό­τε­ρα τα πρό­σω­πα τό­σο πιό δύ­σκο­λο. Τό­σο τε­χνι­κά, στο στή­σι­μο και στις εκ­φρά­σεις των προ­σώ­πων, όσο ει­κα­στι­κά και νοη­μα­τι­κά. Ο Chambi δεν βλέ­πει διε­ρευ­νη­τι­κά ού­τε ψά­χνει. Κά­θε άλ­λο, αυ­τό που βλέ­πει το γνω­ρί­ζει πο­λύ κα­λά όπως γνω­ρί­ζει και τη δύ­να­μη του μέ­σου του. Στα ομα­δι­κά πορ­τραί­τα των μου­σι­κών, τούς ζη­τά να κρα­τούν τα όρ­γα­νά τους όπως τα κρα­τούν όταν παί­ζουν, αλ­λά να μην «πα­ρι­στά­νουν» πως παί­ζουν. Απο­φεύ­γει τα στιγ­μιό­τυ­πα και τις «αυ­θόρ­μη­τες» φω­το­γρα­φί­ες. Τους θέ­λει στη­μέ­νους και υπε­ρή­φα­νους για την τέ­χνη τους, να πα­ρου­σιά­ζουν τον εαυ­τό τους στην κα­λύ­τε­ρη εκ­δο­χή του. Οι ίδιοι το νοιώ­θουν και κα­τα­λα­βαί­νουν τη ση­μα­σία της φω­το­γρα­φί­ας για τη δι­κή τους ιστο­ρία, την ιστο­ρία της φυ­λής τους και την ιστο­ρία του τό­που τους.

Οικογένεια μουσικών
Οικογένεια μουσικών
Μουσικοί
Μουσικοί
Μουσικοί
Μουσικοί

Οι «κα­θα­ρές» φω­το­γρα­φί­ες, με μο­να­δι­κά τους στο­λί­δια τους δια­κρι­τι­κούς φω­τι­σμούς, τα αχνά γκρί­ζα φό­ντα και την αι­σθη­τι­κή πλη­ρό­τη­τα του ξε­χω­ρι­στού αυ­τού φω­το­γρά­φου, ανα­πτύσ­σουν έναν αμ­φί­δρο­μο σε­βα­σμό της ορ­χή­στρας με τον σπου­δαίο «δι­κό τους» μα­έ­στρο.

Martín Chambi
Martín Chambi