Ελεύθερη πάλη ή Κατς

Ελεύθερη πάλη ή Κατς

Εισαγωγή

Τα ζεστά καλοκαιρινά βράδια στην Αθήνα στο τέλος της δεκαετίας του '60, αρχές του '70, μέσα στην ραστώνη της καλοκαιρινής νύχτας, πήγαινα στη Λεωφόρο, το γήπεδο του Παναθηναϊκού, όπου στο πέταλο της Θύρας 13 γινόντουσαν αγώνες ελεύθερης πάλης, ή κατς (από το αγγλικό Catch wrestling), που δεν έχει καμιά σχέση με το ολυμπιακό άθλημα της πάλης. Με καλό πρόγραμμα γέμιζε όλο το πέταλο. Ανάμεσα στους θεατές ιερείς και καλόγεροι με τα ράσα, που θα έλεγε κανείς ότι είναι άριστοι γνώστες «γαλλικών» και θα απορούσε πως τους αφήνουνε να φοράνε τα ράσα. Παραδίπλα στους ρασοφόρους μερικές νοικοκυρές, με φτιαγμένο το μαλλί και βαμμένα τα νυχάκια, και φωνές μέτζο-σοπράνο που δεν τραγουδούσαν μια άρια, αλλά καθύβριζαν τα γενοφάσκια ενός παλαιστή ή του διαιτητή και παρότρυναν τον άλλο παλαιστή να εξοντώσει τον αντίπαλο του, ενίοτε συνοδεύοντας την εξόντωση με ανομολόγητες γενετήσιες πράξεις. Την καλή εποχή οι πρωταθλητές έκαναν και «τουρνέ», δηλαδή περιοδεία. Κάποια χρονιά τους είχα πετύχει στην Ρόδο, συγκρατώ το όνομα του Πέτρου Ασημάκη, που στην δεκαετία του 1980 τον έβλεπα πάντα με αγέρωχο ύφος στο θυρωρείο του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας (ΥΠΕΘΟ) στην πλατεία Συντάγματος.
Με τα χρόνια το κατς παράκμασε, το κοινό του μειώθηκε, και το πέταλο της Λεωφόρου δεν γέμιζε πια. Έτσι οι αγώνες μετακινήθηκαν στις δυτικές συνοικίες, όπως το Αιγάλεω και ο Κορυδαλλός. Οι τελευταίοι αγώνες που θυμάμαι, το 1990, έγιναν στην «κλούβα», το κλειστό του ΠΑΟ στη Λεωφόρο.
Όπως κάθε τι που κανείς γεύεται όταν είναι παιδί, ασκεί ακόμη και σήμερα την ανεξίτηλη γοητεία του πάνω μου. ‘Έτσι κάθισα και έγραψα αυτή την αναδρομή στην ελληνική ελεύθερη πάλη, το κατς, όπως το έζησα και διατηρώ ζωντανό στις αναμνήσεις μου. 

Οι παλαιστές

Ο πρώτος που θυμάμαι από τους αγώνες στη Λεωφόρο, είναι ο Αττίλιο. Η φήμη του τον έκανε “Ασιάτη”, κατά πάσαν πιθανότητα ήταν Μικρασιάτης από τη Νίκαια η τον Κορυδαλλό. Στην κουλτούρα του κατς υπάρχει έντονο το εθνικιστικό στοιχείο: ο Έλληνας πρωταθλητής τσακίζει στο ξύλο έναν “ξένο”. Όσο πιο ξένος, τόσο περισσότερο ξύλο θα πρέπει να “φάει”. Ποτέ βέβαια δεν ήταν ακριβώς έτσι, αφού το κατς είχε “σασπένς” και αίμα και δάκρυα. Ο Αττίλιο ήταν βρώμικος και θηριώδης παλαιστής. Η αγαπημένη του κίνηση ήταν να βάζει τα δάχτυλα του στα μάτια των αντιπάλων του.
Ο Σπύρος Αρίων ήταν ο Έλληνας «Μασίστας» που πάλεψε στο «κλουβί» με τον Ρώσο «Κοριένκο». Το «κλουβί» ήταν μια από τις ατραξιόν του θεάματος. ΄Ήταν ένας μεγάλος μεταλλικός κύβος, κλειδώνανε μέσα δυο παλαιστές μέχρι τελικής πτώσεως. Ούτε διαιτητές, ούτε διακοπές.
Μεγάλη μορφή και ο βρόμικος καλόγερος «Ρασπούτιν», που εμφανιζόταν ως Άγγλος. Εδώ πρέπει να αναγνωρίσω την φαντασία και δημιουργικότητα των μάνατζερ του κατς. Βάπτισαν τον «Άγγλο» παλαιστή Ρασπούτιν, αντί για κάτι εγγλέζικο, όπως Τζέιμς η Τζον. Είναι φανερό ότι τα ξενέρωτα εγγλέζικα ονόματα δεν ενέπνεαν το δέος, ενώ «Τζακ ο Αντεροβγάλτης» παρέπεμπε σε άλλα εγγλέζικα σπορ. ‘Έτσι, οι μάνατζερ του κατς που δεν γνώριζαν τη λέξη αδιέξοδο, βάφτισαν τον «Άγγλο» Ρασπούτιν για να είναι σίγουροι. Ο προνοητικός συντάκτης της Αθλητικής Ηχούς προειδοποιεί τους αναγνώστες της το Σάββατο 9 Αυγούστου 1969:

«Προσοχή! Μ ‘αυτήν την ιερή φορεσιά κυκλοφορεί ένα ανθρωπόμορφο τέρας με ψυχή αδίστακτη και κατεστραμμένη. Πρόκειται για τον σατανικό “Ρασπούτιν”…»

Σε ένα ματς ο δαιμόνιος και μανιακός καλόγερος κατάφερε να δέσει στα σχοινιά του ρινγκ τον Αττίλιο και του «έριξε» το ξύλο της χρονιάς. Έξαλλος μετά το ματς το Αττίλιο έκανε δηλώσεις ότι θα πάρει εκδίκηση στη ρεβάνς. Πάντα η «ρεβάνς» ήτανε το καταφύγιο του κάθε ηττημένου. Εκεί θα έκανε όσα δεν μπόρεσε να κάνει στον πρώτο αγώνα.
O Κώστας Παπαλαζάρου ήταν ένας «τζέντλεμαν» του ελληνικού κατς. Στην καριέρα του απειλήθηκε πλειστάκις από τερατόμορφους και πανούργους αντίπαλους. Θυμάμαι τον Παπαλαζάρου ατσαλάκωτο, ακόμη και όταν τον έπαιρναν τα αίματα. Είχε τον αέρα του αριστοκράτη, του ευπατρίδη, που και στην χειρότερη στιγμή του, διατηρούσε τον αέρα και τη νοοτροπία της υπεροχής.
Ένας τερατόμορφος παλαιστής ήταν ο Κουασιμόδος, ή Κουασιμόντο επί το Ευρωπαϊκότερον. Είχε δείρει πολλά καλά παιδιά της Ελλάδας, όπως ο Καρυστινός, ένας σταθερός και θεαματικός παλαιστής, που έτρωγε αλλά και έριχνε πολύ ξύλο.
Ο «γερόλυκος» Θανάσης Καμπαφλής έδερνε μέχρι που μεγάλωσε αρκετά. Σε ένα ματς έδειρε πολύ τον   «Δράκουλα», που όμως για να αγωνισθεί είχε πάρει άδεια από το ΚΑΠΗ της γειτονίας του.

Η παράσταση

Εκτός από τους αγώνες «ενός προς ένα» υπήρχαν και οι διπλοί αγώνες, όπου συνήθως είχαμε την αποκορύφωση της τραγικής εξέλιξης της πάλης. Συνεχές κυνηγητό, σύγχυση, ο διαιτητής σαν αλλοπαρμένος να προσπαθεί να επιβάλει την τάξη και τους κανόνες, τη στιγμή που όλο το κοινό, μηδενός εξαιρουμένου, επιθυμούσε διακαώς την πλήρη και άνευ περιτροπών παραβίαση όλων των κανόνων και των κανονισμών. Οι κλωτσιές στα γεννητικά όργανα ήταν απλό παράπτωμα, αλλά βέβαια δεν ήταν πραγματικές, αλλιώς όλοι οι παλαιστές θα ήταν άκληροι από τις κλοτσιές που τρώγανε συνέχεια στην ευαίσθητη περιοχή του σώματος.
Σε έναν αγώνα Παπαλαζάρου-Μεγαρίτη εναντίον Αττίλιο-Ναζιριάν, ο Αττίλιο κάποια στιγμή εκτόξευσε από το ρινγκ τον Παπαλαζάρου, ενώ ο Μεγαρίτης απλά παρακολουθούσε εξ αποστάσεως τον «Αρμένιο» Ναζιριάν. Αυτή η σύντομη εκδρομή εκτός ρινγκ προσέδιδε πάντα μια αμεσότητα στα δρώμενα, και οδηγούσε πολλούς παλαιστές στο να συνεχίσουν τον αγώνα εκτός ρινγκ, μερικές φορές δε να εισχωρήσουν στον χώρο των θεατών.
Απαραίτητο στοιχείο της όλης εμπειρίας ήταν ο ιδιόμορφος διάλογος του παλαιστή με το κοινό, ιδιαίτερα όταν ο παλαιστής είχε «αδικηθεί» από τον αντίπαλο του. Σε ένα ματς ο Μεγαρίτης αιμόφυρτος συνομιλεί με το εξαγριωμένο κοινό, και του υπόσχεται ότι θα συντρίψει τον αντίπαλο του, όποτε του δοθεί η ευκαιρία.
Το αίμα ήταν ένα από τα κύρια στοιχεία της σκηνογραφίας, όπως στο τέλος ενός αγώνα με τον θηριώδη Αττίλιο, που ο Παπαλαζάρου αποχωρεί αιματοβαμμένος φορώντας τη ζώνη του πρωταθλητή.
Τα λεγόμενα «αεροπλανικά» κόλπα ήτανε στην πρώτη γραμμή. Ο εκτελών το κόλπο παλαιστής έπαιρνε φόρα, απογειωνόταν, και κατά την προσγείωση του επέφερε συντριπτικό κτύπημα επί του αντίπαλου του.
Συνεχίζω με την στρεβλωτική ποδολαβή που εφάρμοσε σε ένα αγώνα ο Αττίλιο επί του «Ρώσου» Κοριένκο. Έπιασε το πόδι του αντίπαλου που βρισκόταν με την πλάτη στο καναβάτσο και επιχείρησε να το γυρίσει προκειμένου να του δημιουργήσει θλάσεις στους μυς του γονάτου, πρακτικά καταστρέφοντας τους. Βέβαια ποτέ κάνεις δεν έφτασε στο σημείο αυτό, παρόλον ότι οι κραυγές και οιμωγές του πεσμένου «Ρώσου» παλαιστή έδιναν την εντύπωση ότι τουλάχιστον σφαγιαζόταν.

Οι κανόνες, οι κώδικες, οι κανονισμοί

1. Παραβίαση όλων των κανόνων
2. Ο διαιτητής είναι εκεί απλώς για να προξενεί δυσφορία στους παλαιστές και τους θεατές. Όταν τα αίματα ανάβουνε, ο παλαιστής δικαιούται να χειροδικήσει κατά του διαιτητού.
3. Ο αγώνας έχει και εθνικές διαστάσεις, οι Έλληνες εναντίον όλων των άλλων φυλών και εθνικοτήτων. Σημειώνω ότι ουδέποτε παρακολούθησα αγώνα Έλληνα με Τούρκο παλαιστή.
4. Υπάρχουν πολλοί πρωταθλητές και άπειρες ζώνες, όσο πιο φαρδιά η ζώνη, τόσο πιο σημαντικός ο πρωταθλητής.
5. Αν δεν ματώσει τουλάχιστον ο ένας από τους παλαιστές, θέλουμε τα λεφτά μας πίσω.
6. Οι γυναίκες θεατές είναι πιο αιμοβόρες από τους άντρες.
7. Όλοι καταγγέλλουν ότι οι αγώνες είναι σικέ, όμως αυτή είναι η κρυφή και φανερή πηγή της γοητείας τους, το ξέρουν όλοι, αλλά κανείς δεν το μαρτυράει.
8. Ο παλαιστής είναι κατ’ εξοχήν ηθοποιός και ζογκλέρ, ο κόσμος του κατς είναι στον χώρο ανάμεσα στο τσίρκο και το παλκοσένικο. Γι’ αυτό και οι παραπλήσιες ασχολίες πολλών παλαιστών ήταν συνήθως ρόλοι σε ταινίες.

Παραπλήσιες ενασχολήσεις

Η πάλη δεν μπορούσε να συντηρήσει τα καλά παιδιά της. Ο Απόστολος Σουγκλάκος έγινε ηθοποιός. Πρωταγωνίστησε σε πολλές ταινίες του ελληνικού “τρας” (σκουπίδια) κινηματογράφου. Σε μια σκηνή ταινίας στην οποία πρωταγωνιστεί ως μανιακός σκεπαρνοφόρος δολοφόνος, μοστράρει το τσεκούρι με το οποίο στην παραζάλη του πετσόκοψε ουκ ολίγα αθώα θύματα.
Ο πρωτοπαλαιστής Τρομάρας πραγματοποιούσε διάφορα «σώου», όπως το να σέρνει τρένα με τα δόντια του. Τον Ιανουάριο του 2011, κυκλοφόρησε η είδηση ότι ο βοηθός του Κλιντ Ίστγουντ πρότεινε στον Τρομάρα να πάει στο Χόλιγουντ για να παίξει τον Αλκιβιάδη:

«Τις ημέρες των Χριστουγέννων πήγαινα σε μαγαζί στην Πλάκα. Εκεί με πλησίασε ο κ. Τρόφι και κάποιοι που τον συνόδευαν σχολίασαν την καταπληκτική ομοιότητα που κατά τη γνώμη τους έχω με τον Αλκιβιάδη, τον πολιτικό και στρατιωτικό ηγέτη της Αθήνας του 5ου π.Χ. αιώνα. Μου είπαν λοιπόν ότι αυτό το πρόσωπο θα απασχολήσει τον Κλιντ Ίστγουντ στην επόμενη ταινία του και μου ζήτησαν να συνεργαστούμε»

«Πoλλά χρόνια μετά το μεγαλείο της άθλησης και γυρίζοντας όλο τον κόσμο, είχα πολλές συμμετοχές σε ταινίες», εξηγεί στην Espresso και συνεχίζει:

«Ντουμπλάρισα έναν Γερμανό, έπαιξα με την Καρντινάλε, τον Αζναβούρ, στο σίριαλ «Τόλμη και Γοητεία» και πολλές φορές τούς έκανα να παραμιλάνε…».

 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: