Βουκεφάλα το 'πες

Βουκεφάλα το 'πες

Ποίημα για τον οίστρο του θανάτου




στον αξιότιμο Κ.Χ.
φίλον και ποιητήν μεγάλον
σάμπως το ζήτησες, καλέ μου

——————

ἐπεὶ καὶ αὐτῷ Ἀλεξάνδρῳ ἡ Ἡφαιστίωνος τελευτὴ οὐ σμικρὰ ξυμφορὰ γεγένητο, ἧς καὶ αὐτὸς Ἀλέξανδροςπροαπελθεῖν ἂν δοκεῖ μοι ἐθελῆσαι μᾶλλον ἢ ζῶν πειραθῆναι,οὐ μεῖον ἢ καὶ Ἀχιλλέα δοκῶ ἂν ἑλέσθαι προαποθανεῖν Πατρόκλου μᾶλλον ἢ τοῦ θανάτου αὐτῷ τιμωρὸν γενέσθαι.*

ταύρος τ' άλογο
ταύρος κι ο ίδιος στην οικουμένη πέρα
διός παις και άμμωνος
Αμυμώνη των συντρόφων
γυρεύει το ίσο και το δίκαιο
κόβει εξάπαντος
διά μιάς τον γόρδιο δεσμό
περαίνει με σπουδή τον βίο

παντρεύεται τη Ρωξάνη
νέος και στιβαρός πολεμιστής
μπροστάρης μεταξύ σφύρας και άκμονος
πολεμάει όπως ζατρίκιον επί πεδίου παίζει
κάμη τέκνα προς σφαγήν
κι ερώτων πέφτει δριμύς στα παγωμένα τα νερά
Τίγριτος χάριν

ευφράτως
βασιλεύει ίσαμε τα όρη του ουρανού
τα παραδείσια Τιέν Σαν
τα υψηλά και εκτενή εκείνα της Ασίας επί κέντρου
με τ' αγριοκυπάρισσα
uniperus οξύκεδρους δόξες των ευκράτων
κι αρκεύθους μυρωδάτους θάμνους
κι ίσαμε τον Ιαξάρτη εουπάτορα χώρας
καὶ ποταμῶν πλοΐμων*
διὰ Σκυθῶν*
Συρ Ντάρια κι Αλεξάνδρεια η Εσχάτη
Ουζμπεκιστάν Τασκένδη

μεγαλόδωρος στους ηττημένους Σκύθες (329 π.Χ.)
έφιππους τοξότες μάχης
κι όμως

τ' άλογό μου, έλεγε
το είπα Βουκεφάλα
χοντροκέφαλο άτι
ατίθασο και
τού μιλούσα
μού μιλούσε
φίλος
φίλης κεφαλής και χνώτα
βοός βοόζ και λάλο
στίχος ευφράτως δίκαιος
δικαίως μού 'δωκε το σανδάλι του πεταλωμένο
σκύλος
πιστός το άτι φίλος

σὺ δέ, ὦ βασιλεῦ, ἔφασαν οἱ Χαλδαῖοι, μὴ πρὸς δυσμὰς ἀφορῶν αὐτὸς
μηδὲ τὴν στρατιὰν ταύτῃ ἐπέχουσαν ἄγων παρελθεῖν,
ἀλλὰ ἐκπεριελθὼν πρὸς ἕω μᾶλλον*

και μ' απαντούσε, τ' άτι μου, ο Βουκεφάλας —γνώστης Εουριπίδου— σκύλος
πιστός επί μαρτυρία άτης
«Μάντις δ᾽ ἄριστος
ὅστις εἰκάζει καλῶς»*

τεθνάναι τεθνηκέναι τεθνηκώς έσσομαι
μονολογεί αίφνης ο βασιλέας

και ιδού
θνήσκω
επί υδάτων βαπτισθείς
ετών λγ'
λήγοντος του έτους εκείνου

αυτά αυτός
εγώ όμως μόνον εδώ 'μαι
ανάξιος ανάξια θαμμένος
ἀλλὰ ἦγε γὰρ αὐτὸν ταύτῃ τὸ δαιμόνιον*
θα πούνε


ευφράτως
ο ίδιος
ποταμός νεκρός και λάλος

——————
* σποράδην ειλημμένα εκ της Αρριανού συγγραφής, Αλεξάνδρου Ανάβασις (Βιβλίον ζ΄, παρ. 16η)

 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: