Η φαινομενολογία του έρωτα

Μαρία Πατακιά, «Περί έρωτος ως μόνου δαιμονίου», Μελάνι 2020

Η φαινομενολογία του έρωτα

Η τρίτη ποιητική συλλογή της Μαρίας Πατακιά (η πρώτη, Βηματιστές του χρόνου, Μελάνι 2016 και η δεύτερη, Ζυγός ψυχοστασίας, Μελάνι 2018), από την ηχηρή δήλωση του τίτλου, Περί έρωτος ως μόνου διαμονίου, είναι αφιερωμένη «στους μυθικούς και μη ηθικούς έρωτες», ενδεχομένως συστοιχίζοντας το μυθικό με το μη ηθικό (σύμφωνα με την χριστιανή ηθική, αλλά τις κοινωνικές διαχρονικά κατασκευές περί έρωτος).
Αποτελεί, στην ουσία, ένα ποιητικό μετακείμενο που συνομιλεί με κινηματογραφικούς, λογοτεχνικούς, μυθολογικούς έρωτες, όπως έχουν εγγραφεί ορισμένοι από αυτούς στο συλλογικό φαντασιακό ή όπως έχουν μνημειωθεί, άλλοι πάλι, σε ταινίες, θεατρικά, πίνακες, μυθιστορήματα, αλλά και στην προφορική παράδοση. Ωστόσο, η Πατακιά, μέσα από σύντομες αλλά και πιο εκτενείς συνθέσεις, ελευθερόστιχες και έμμετρες, χρησιμοποιεί το οπλοστάσιό της, τις άλλες τέχνες, για να μιλήσει για τις πολλές μορφές του έρωτα, σε επίπεδο στοχαστικό και θεωρητικό, με εμφανή την απουσία του σώματος και της σεξουαλικής επιθυμίας. Κάτω από τον τίτλο κάθε ποιήματος, ως υπότιτλο εντός παρενθέσεως, σημειώνει την αρχική αφορμή, κλείνοντας το μάτι στον/στην αναγνώστη/αναγνώστρια, στα δικά του/της διαβάσματα, ακούσματα και αισθητική. Δημιουργεί ήδη μια αναγνωστική προσδοκία, ένα περιβάλλον κοινό, ένα διάσημο περικείμενο, όπου συγκεράζει το αλλότριο με το δικό της βλέμμα.
Σε πολλές περιπτώσεις, δεν ξέρουμε αν η Πατακιά απευθύνεται στον ήρωα ή στην ηρωίδα που αποτελεί το αρχικό έναυσμα της έμπνευσής της, δημιουργώντας ως αποδέκτρια αλλά και νέα πομπός ένα καινούργιο «μυθολογικό» ποιητικό περιεχόμενο ή αν όλες οι αναγνώσεις, οι ταινίες, τα τραγούδια, οι πίνακες είναι μια αφορμή για τη συνομιλία με τον εαυτό, για τη απροσδιόριστη και διαρκώς μεταβαλλόμενη ιδιοσυστασία του έρωτα.
Η λεκτική αποτύπωση, άλλοτε παιγνιώδης («Τα παιδία παίζει», «Το σεξ σ’ εξήντα εννιά σεξιστορήσεις»), άλλοτε κρυπτική («Η αφιέρωση») όπως πρέπει για τους κρυφούς έρωτες, άλλοτε κυνική («Εκών άκων στον Ελικώνα», «Απόσυρση», «Αστροπελέκι), άλλοτε δοξαστική («Ο παράδεισος – σε ένα χαϊκού»), προσπαθεί να καταυγάσει ποιητικώ τω τρόπω την αχαρτογράφητη ύπαρξη στο κορυφαίο σημείο της παράδοσής της («Η καύτρα»), της θέωσή της («Εκεί ο χρωστήρας του Έρωτα/ γεννά Αθανασία», ποίημα «Αθανασία»), αλλά και της καταδίκης της σε μοναξιά («Αισθήσεις και αισθήματα»).
Η Loveman’s land, η έρημη χώρα του ερωτευμένου, η ερωτική ουτοπία, είναι ένας τόπος ψευδαισθήσεων, όπου η επιθυμία παραμένει χωρίς σώμα, χωρίς λέξεις που διακονούν την αλήθεια. Ο αισθησιασμός, «η απαστράπτουσα γυμνότητα των σωμάτων» θα επισυμβεί, όταν σπάσει ο κύκλος της σιωπής ή της λεκτικής επίφασης. Η μοναδική επιθυμία (όπως αναφέρεται η έκτη αίσθηση σε μια σειρά από ταπισερί με τίτλο «Κυρία με τον Μονόκερο», όπου απεικονίζονται αλληγορικά οι πέντε αισθήσεις – ποίημα «Με τις πέντε αισθήσεις»), υπερβαίνει την συμβατική λειτουργία των πέντε αισθήσεων. Βιώνεται με έναν άλλο τρόπο, τον λιγότερο τετριμμένο και συμβατικό της ανθρώπινης κατάστασης.

Κλείσε τα μάτια
να δεις την αθέατη πλευρά.
Βούλωσε τ’ αυτιά
ν’ αφουγκραστείς τη σιωπή.
Φράξε τη μύτη
να οσφρανθείς τις επιθυμίες.
Σφράγισε τα χείλη
να γευτείς την ευαισθησία.
Μάζεψε τα χέρια
ν’ αγγίξεις τη μοναξιά.

Με άλλα λόγια
—και χωρίς παρανοήσεις—
μάθε να νιώθεις μόνο
με τις πέντε σου αισθήσεις.

Μετά την πτώση των θεών της αρχαιότητας, την επέλαση της χριστιανικής ηθικής (ορθόδοξης, προτεσταντικής κλπ) και τον θάνατο του Θεού, ο ανθρωπόμορφος έρωτας, γνωστός από τις χαριτωμένες αναγεννησιακές απεικονίσεις του, παρουσιάζεται στην παρούσα συλλογή ως μια ζώσα θεότητα, αλλά με την γνωστή διαμονική φύση της, την πλέον δίβουλη και χειριστική.
Φυσικά, ο άνθρωπος του 21ου αιώνα, μόνο μεταφορικά μπορεί να μιλήσει για τα ερωτικά βέλη, ως στοιχείο του τυχαίου που μπολιάζεται από μια δόση μαγείας, μια κοινοτοπία της ποπ κουλτούρας. Ο άνθρωπος που ζει ελεύθερος από θέσφατα, αυτός της ελεύθερης βούλησης είναι τελικά και ο πλέον περιδεής μπροστά στην ολοκληρωτική παράδοση του περιχαρακωμένου εαυτού.

Δι’ αισθήσεως και ευφυίας

Στο μείγμα της διαίσθησης μα και της ευφυΐας
πίστεψε θα συναντηθούν, έτσι δια μαγείας.
Ξέρουν πως
δεν χαρίζονται ποτέ
το μαγικό και το τυχαίο.
Προβάλλει πάντοτε μπροστά
το σφάλμα πηχιαίο.
Ευάλωτοι, ανελεύθεροι μα ωραίοι
αφήνουνε το χρόνο τους να ρέει.
Δεν δίνονται στο δωρεάν
Μα ούτε και στο οικείο.
Δανείζονται απ’ τον πόθο τους
το δυνατό ηχείο.
Και σ’ έναν χώρο άξενο, σαφώς ανευλαβή
Κρατιούνται από του έρωτα
Την ασταθή λαβή.

Κάποια ποιήματα —με τη ρυθμικότητά τους, την έξυπνη ρίμα και την ελαφρά ειρωνεία τους— θα μπορούσαν μελλοντικά να μελοποιηθούν (χαρακτηριστικό παράδειγμα το ποίημα «Ερωτικό-άφιλτρο»).
Πέρα από τις διαφορετικές εκφάνσεις του έρωτα, άλλος βασικός θεματικός άξονας της συλλογής είναι ο χρόνος, το εφήμερο της ύπαρξης που «κατά την ένωση των σωμάτων» αφήνει ως αποτύπωμα «ένα ψήγμα αθανασίας» («Το ίχνος»). Ακόμα και η πολυθρύλητη ελευθερία, λόγω της περατότητας των σωμάτων, είναι μια χίμαιρα. Αθάνατος είναι μόνο «ο αχός της φαντασίας» («Το φάντασμα της ελευθερίας») όπως αποκρυσταλλώνεται στις λέξεις, στο φακό, στον χρωστήρα. Αυτό που δεν μπορεί να κερδίσει το σώμα, το κερδίζει οριστικά η γλώσσα και η καλλιτεχνική δημιουργία.
Η τρίτη συλλογή της Πατακιά, με πολλές αναφορές στη σύγχρονη και παλαιότερη τέχνη και λογοτεχνία, διατρέχει τον τόπο και τον χρόνο, σε μια επαναλαμβανόμενη προσπάθεια να καταγραφεί η πολυδιάστατη φύση του ερωτικού φαινομένου, οι αμφισημίες του, οι μικρές και μεγάλες προσδοκίες και προδοσίες του. Αλλά η μελαγχολία που την χαρακτηρίζει, ως συνολική αναγνωστική επίγευση, θέτει τελικά τον διαιρέτη πόνο, μαζί με τον έρωτα ως τους βασικούς πρωταγωνιστές στην μεταποίηση που υφίστανται οι «μυθικοί έρωτες», στους οποίους αφιερώνεται.

 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: