Αμάρι 1952

Ευαγγελία (Κασιμάτη) και Ανέστης Αναγνωστάκης
Ευαγγελία (Κασιμάτη) και Ανέστης Αναγνωστάκης

Τον Αύγουστο του '52 η συντροφιά μας στο Αμάρι [Ρεθύμνου] πήρε τη χαρά της άφιξης εκεί της οικογένειας Αναγνωστάκη με όλα τα μέλη της. Έφτασαν αιφνιδιαστικά στο χωριό καταγωγής και πρώτης νιότης της μητέρας Βαγγέλας, μοναχοθυγατέρας του ομοχώριου πλούσιου λαδέμπορου Γιάννη Κασιμάτη. Ήταν γυναίκα γλυκιά και λεβεντόκορμη, απλή και ομιλητική, που αγαπούσε με πάθος το χωριό της και το εκθείαζε συχνά σαν φορέα σπάνιας βιοτοπικής συνύπαρξης ανθρωπιάς, λεβεντιάς, πολιτισμικής παρουσίας και υπολογίσιμης τότε πνευματικής πρωτοπορίας. Ήρθε μαζί και ο συμπαθέστατος σύζυγος της Ανέστης.
Για μας βέβαια, την αμαριανή παρέα, το κέντρο του ενδιαφέροντος ήταν αποκλειστικά στραμμένο στα παιδιά τους, στον Μανόλη και στη Λούλα. Και οι δύο τους ανταποκρίθηκαν αυθόρμητα και με απλότητα στην πρόσκλησή μας και σχεδόν αμέσως συνταίριαξαν και έδεσαν με την κεφάτη συντροφιά, χαρίζοντάς μας τη χαρούμενη διάθεση, τον εξαίσιο χαρακτήρα και το διακριτικά αποκρυπτόμενο –οπωσδήποτε όμως υπερέχον– πολιτιστικό τους επίπεδο. Άρχισαν έτσι οι καθημερινές συντροφιές για επιλεκτικές εκδηλώσεις, όπως ομαδικοί βραδινοί περίπατοι σε κήπους και αλώνια, μικρές αποδράσεις στις γύρω εξοχές [...], πρωινές εξορμήσεις και απογευματινές διαδρομές, αναζητώντας το άρωμα και τη δρόσο της αυγής ή τα ειρηνικά ηλιοβασιλέματα και την φωτεινή ιλαρότητα του απερχόμενου λυκόφωτος.
Μέσα σε όλα αυτά εμπλέκονταν ποικίλου ενδιαφέροντος συζητήσεις, για τις γενιές που διαβήκανε και τα ιστορικά τους, και συχνότερα επίμονοι προβληματισμοί της πρώτης νεότητας που σπάνια παίρνανε απαντήσεις, άλλοτε γιατί τους απορροφούσαν τα στίλβοντα κισσόδεντρα που κρέμονταν στα πυκνά ακρόκλαδα των βαθύσκιωτων πλατάνων της ρεματιάς και άλλοτε παρασύρονταν από την ήρεμη και γλυκόφωνη ροή του διπλανού ρυακιού. Αρκετές φορές, που καταλήγαμε σε καφεδοταβερνάκια κοντινών χωριών, η ειρηνική παρέα έπαιρνε την όψη δυσκυβέρνητου θορυβώδους ομίλου ευφραινομένων και λαλίστατων νέων που τραγουδούσαν με κέφι αισθηματικά «τανγκό» του μεσοπολέμου.
Ο Μανόλης Αναγνωστάκης κεφάτος και χαμογελαστός, αισιόδοξος, γλεντζές, πρόθυμος για κάθε καλόγουστη γήινη απόλαυση, εγχώρια ή εισαγόμενη.
Η Λούλα, αντίθετα, ένα λεπτό ευαίσθητο κορίτσι με βελούδινη ματιά, με χάρη και ιδιόρρυθμη γοητεία. Πολύ σκεπτόμενη, λιγότερο εκφραζόμενη, αθόρυβη, ρομαντική και χαριτωμένα διστακτική στην όλη συμπεριφορά της, κυριαρχημένη από φυσική συστολή και διακριτική επιφυλακτικότητα. Έτσι δεν μας φάνηκε αφύσικη η άρνησή της να μας ακολουθήσει στην πολύωρη και κοπιαστική –μαζί με τον Μανόλη– εκδρομή μας στη Μονή Αρκαδίου. [...]
Όσον αφορά, ειδικότερα, τη Λούλα πρέπει να σημειώσω ότι λόγω του κοινού επιστημονικού μας ενδιαφέροντος –εκείνη δικηγόρος ήδη, εγώ φοιτητής των πρώτων ετών– αναλώσαμε χρόνο σε νομικού περιεχομένου και άλλες συναφείς συζητήσεις, ελάχιστα ωστόσο αποκαλυπτικές της κυοφορούμενης συγγραφικής και δραματουργικής δημιουργίας της.


[ Αποσπάσματα από το βιβλίο Ανάδρομος περίπατος, 2015 ]


Η Λούλα και ο Μανόλης με φίλους. Αμάρι 1952. Ύπτιος ο Στέλιος Χριστονάκης
Η Λούλα και ο Μανόλης με φίλους. Αμάρι 1952. Ύπτιος ο Στέλιος Χριστονάκης
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: