«Infinite Jest»: Το μνημειώδες μεταμοντέρνο μυθιστόρημα του Ντ. Φ. Ουάλας

Ο Ντέιβιντ Φόστερ Ουάλας
Ο Ντέιβιντ Φόστερ Ουάλας

Ο Αμερικανός μυθιστοριογράφος, δοκιμιογράφος και πανεπιστημιακός Ντέιβιντ Φόστερ Ουάλας, από την Ίθακα της Νέας Υόρκης, έδωσε τέλος στη ζωή του στις 12 Σεπτεμβρίου 2008, σε ηλικία μόλις 48 ετών. Μεγαλωμένος στο Ιλινόι, ο Ουάλας ξεκίνησε ως έφηβος να παίζει ημι-επαγγελματικά τένις, αλλά και να καταγράφει τις εμπειρίες του με το σπορ, σε δοκίμια όπως το «Τένις, Τριγωνομετρία, Σίφωνες: Ένα αγόρι μεγαλώνει στα Μεσοδυτικά» (μεταφρασμένο στα ελληνικά από τον Κωνσταντίνο Καλτσά για τις εκδόσεις Πλήθος), που τυπώθηκε για πρώτη φορά στο Harper's Magazine, το 1991. Παιδί-θαύμα και ταυτόχρονα ένα αγόρι με μείζονα καταθλιπτική διαταραχή, ο νεαρός συγγραφέας έκανε το ντεμπούτο του στο χώρο της λογοτεχνίας με το μυθιστόρημα, Η σκούπα και το σύστημα, το 1987 (μτφρ. Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης, εκδ. Κριτική). Ενώ ορισμένα από τα δοκίμιά του διδάσκονται ακόμα σε πανεπιστήμια ανά τον κόσμο, αποτελώντας ορόσημα στην εξέλιξη της μεταμοντέρνας λογοτεχνίας, το αδιαμφισβήτητο magnum opus του Γουάλας είναι το μνημειώδες έργο, Infinite Jest (1996), ένα βιβλίο λογοτεχνικής μυθοπλασίας 1.079 σελίδων, εκ των οποίων οι τελευταίες 96 είναι γεμάτες από υποσημειώσεις, με ορισμένες από αυτές να έχουν και δικές τους υποσημειώσεις ή να έχουν έκταση 5 με 6 σελίδες. Το έργο, που τοποθετείται χρονικά σε ένα δυστοπικό μέλλον (το οποίο, συχνά, μοιάζει πολύ με το ανιαρό παρόν του Ουάλας, στις Βόρειες Ηνωμένες Πολιτείες τής δεκαετίας του 1990), έχει ως κεντρικό θέμα την μελαγχολία και χάρισε στον συγγραφέα το περίβλεπτο βραβείο «Genius Grant» του MacArthur Foundation Fellowship (1997-2002). Σήμερα, 17 χρόνια μετά την αυτοκτονία του Γουάλας (που κρεμάστηκε στην πίσω αυλή τού σπιτιού του, στην Καλιφόρνια, μην μπορώντας να αντέξει τη στέρηση των αντικαταθλιπτικών του), το βιβλίο διαβάζεται ακόμα από ανθρώπους όλων των ηλικιών, μέχρι και μέσα στο νεοϋορκέζικο μετρό, παρά το βάρος του και τις μεγάλες διαστάσεις της έκδοσής του, από τον εκδοτικό Little, Brown Book Group. Η ελληνική μετάφραση, επάνω στην οποία δουλεύει εδώ και μερικά χρόνια ο Κώστας Καλτσάς (που μετέφρασε και το δοκίμιο του Γουάλας, Αυτό εδώ είναι νερό, εκδ. Κριτική), δεν έχει κυκλοφορήσει ακόμα από τις εκδόσεις Gutenberg, εξαιτίας του τεράστιου όγκου του βιβλίου και των αμέτρητων αναφορών του, που είναι μάλλον άγνωστες στον μέσο Έλληνα αναγνώστη και χρειάζονται τις κατάλληλες παραπομπές και επεξηγήσεις.

Σύμφωνα με τους συναδέλφους του και διεθνώς αναγνωρισμένους λογοτέχνες, Τζόναθαν Φράνζεν, Ντέιβ Έγκερς και Ζέιντι Σμιθ, ο Γουάλας ήταν ο πιο χαρισματικός συγγραφέας της γενιάς του. Ορισμένοι κριτικοί τον έχουν αποκαλέσει μέχρι και Προυστ της Γενιάς Χ. Αν αυτή η προσφώνηση ακούγεται κάπως αστεία, δεν είναι τυχαίο, καθώς σε όλα του τα έργα υπάρχει αρκετή όρεξη για αυτοσαρκασμό. Από αυτή την άποψη, ο Γουάλας είναι περισσότερο ο Τζέιμς Τζόις του μεταμοντερνισμού, ενώ υπάρχουν και αρκετές ομοιότητες με τον επίσης μεταμοντερνιστή λογοτέχνη, Τόμας Πίντσον. Το συνολικό έργο, βέβαια, του Ουάλας είναι τόσο πρωτότυπο και ταυτόχρονα αυτοαναφορικό, που αποτελεί sui generis. Αν προσπαθήσουμε να το κατηγοριοποιήσουμε, θα λέγαμε πως χωρίζεται σαφώς σε δύο ενότητες, τα δοκίμια και τα μυθιστορήματα.


Διαβάζοντας ένα δοκίμιο του Ντέιβιντ Φόστερ Ουάλας, σίγουρα δεν θα πρέπει να ξεκινήσουμε κατευθείαν το «fact checking». Ο Ουάλας δεν ασχολείται με την «πραγματικότητα» του γεγονότος ή του αντικειμένου που περιγράφει. Μπορεί να μιλάει για ένα ταξίδι του στην Καραϊβική με κρουαζιερόπλοιο ή για την σκηνοθετική προσέγγιση του Ντέιβιντ Λιντς, όμως τα πορίσματά του συνήθως είναι εξίσου σουρεαλιστικά ή «λιντσικά» με τα θέματα που εξετάζει. Συχνά, αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι, ενώ ορισμένα δοκίμια παρουσιάζονται ως ρεπορτάζ (καθώς, τυχόν, είχαν ξεκινήσει ως τέτοια, πληρωμένα από κάποιο περιοδικό, αλλά στην πορεία ο Γουάλας αποφάσισε να μην κάνει καθόλου έρευνα και να γράψει ολόκληρο το θέμα από το μυαλό του), στην ουσία αποτελούν φιλοσοφικά άρθρα γνώμης. Και στα δοκίμιά του (βλ. για παράδειγμα τη συλλογή A Supposedly Fun Thing I'll Never Do Again, Little, Brown & Co., 1997) υπάρχει πληθώρα υποσημειώσεων, όχι απαραίτητα προκειμένου να εξηγήσει καλύτερα αυτά που ισχυρίζεται, αλλά περισσότερο για να διακόψει τον ειρμό της αφήγησης, στο πλαίσιο ενός avant-garde πειραματισμού. Οι τακτικές του αυτές —που σήμερα αποτελούν σήμα κατατεθέν της γραφής του— έχουν βοηθήσει και στο να δοθεί ένας πληρέστερος ορισμός της μεταμοντέρνας λογοτεχνίας, που για χρόνια δεν μπορούσε να περιγραφεί με σαφήνεια. Μεταμοντερνισμός είναι, όπως προκύπτει από μια περισσότερο σε βάθος ανάλυση κειμένων τέτοιου είδους υφής, μία εμβριθής παρατήρηση των εκφάνσεων του Μοντερνισμού στη ζωή και την Τέχνη, θωρακισμένη με κυνισμό και μία λανθάνουσα πεποίθηση ότι ο Μοντερνισμός τελικά δεν είναι αξιόπιστος. Εδώ, αξίζει βέβαια να σημειωθεί πως ο Ουάλας διαφοροποιείται λιγάκι από τους υπόλοιπους μεταμοντερνιστές, καθώς στα έργα του, μπορεί μεν ο κόσμος να έχει στερέψει από αισθητικές και πνευματικές αξίες χάρη στην γελοία, πλην ιλιγγιώδη εξέλιξη του καπιταλισμού, όμως εκείνος παραμένει αθεράπευτος νοσταλγός της εποχής που υπήρχε έστω και μια ψευδαίσθηση ενός βαθύτερου νοήματος. Αυτή είναι άλλωστε και η πηγή της μεγάλης του απογοήτευσης, σε σημείο που θα μπορούσαμε να βάλουμε ένα εικόνισμα του Γουάλας, πλάι σε εκείνα του Κερτ Κομπέιν και του Λέιν Στάλεϊ, από τους Alice in Chains.

Τα μυθιστορήματά του ανήκουν σε μια άλλη, ξεχωριστή κατηγορία. Όσον αφορά το ύφος του, ο Ουάλας δεν είναι τόσο σύνθετος, σε επίπεδο δομής των προτάσεών του, όσο ας πούμε είναι ο Τζόις ή ο Oυίλιαμ Μπάροουζ. Όπως είχε πει και σε μία συνέντευξή του με τον Τσάρλι Ρόουζ το 1997, σκοπός του δεν ήταν να μπερδεύει πολύ τις προτάσεις στα βιβλία του, γιατί «κανένας δεν θα μπορούσε να τα διαβάσει». Κυρίως το Infinite Jest, που έχει περιγραφεί ως «εγκυκλοπαιδικό μυθιστόρημα», αλλά και τα υπόλοιπα πεζογραφήματά του ως ένα βαθμό, παρουσιάζουν την δυσκολία ότι περιλαμβάνουν μεγάλο όγκο πληροφορίας, για θέματα όπως το τένις, τον avant-garde κινηματογράφο, τους Ανώνυμους Αλκοολικούς, όλων των ειδών τις ναρκωτικές ουσίες κ.ά. Όπως ο Έζρα Πάουντ, λόγου χάρη, ζητά από τον αναγνώστη να έχει διαβάσει τα κλασικά έργα, από τα ομηρικά έπη, μέχρι την Θεία Κωμωδία του Δάντη και να γνωρίζει μπόλικη μεσαιωνική και αναγεννησιακή ιστορία για να κατανοήσει το εκτενές ποιητικό του έπος Cantos (1915-1962), έτσι και ο Ουάλας απαιτεί ένα συγκεκριμένο βαθμό κατανόησης της αμερικανικής κοινωνίας για να επιτρέψει στον αναγνώστη να εισέλθει στο μυθοπλαστικό σύμπαν που έχει δημιουργήσει. Βέβαια, πρόκειται για μία ιστορία επιστημονικής φαντασίας, που εκτυλίσσεται σε ένα φανταστικό σύμπαν ανεπτυγμένο με τέτοια έμφαση στη λεπτομέρεια που θυμίζει εκείνο του «Dune», από την ομώνυμη σειρά βιβλίων του Φρανκ Χέρμπερτ. Η μόνη διαφορά με τον Πάουντ, τον Χέρμπερτ ή ακόμα και τον Άλντους Χάξλεϊ στον Γενναίο νέο κόσμο (1932) και τον Τζορτζ Όργουελ στο 1984 (1949) είναι ότι ο Ουάλας είναι μονίμως έτοιμος να αποδομήσει αυτό το φανταστικό σύμπαν, με αποτέλεσμα να μην μπορούμε ούτε στιγμή να τον πάρουμε στα σοβαρά.

Το Infinite Jest, που δανείζεται τον τίτλο του από μια φράση που λέει ο Άμλετ, στο ομώνυμο θεατρικό έργο του Σαίξπηρ, όταν πιάνει στα χέρια του το κρανίο του γελωτοποιού Γιόρικ, στην ουσία δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα «ατέρμονο σκώμμα». Στο βιβλίο, αναφέρεται στον τίτλο μιας avant-garde ταινίας του πειραματικού σκηνοθέτη, Τζέιμς Ο. Ινκαντένζα, που θεωρείται «χαμένη» και εξαιρετικά επικίνδυνη, καθώς όσοι την έχουν δει έπεσαν ύστερα σε βαθιά κατάθλιψη, με αποτέλεσμα να αποπειραθούν να δώσουν τέλος στη ζωή τους. Τα παιδιά του Τζέιμς, Χαλ, Μάριο και Όριν, που συνεχίζουν τη ζωή τους μετά την αυτοκτονία του πατέρα τους, παίρνοντας ναρκωτικά, παίζοντας τένις και παρακολουθώντας συνεδρίες των Ανώνυμων Αλκοολικών και Ναρκομανών, στο κέντρο αποτοξίνωσης που βρίσκεται δίπλα στην Ακαδημία Τένις του Ένφιλντ, κάπου στην Οργάνωση των Βόριων Αμερικανικών Εθνών O.N.A.N. [λογοπαίγνιο με τη λέξη «onanism» (=αυνανισμός)], δεν γνωρίζουν τίποτα για την ύπαρξη αυτού του κινηματογραφικού «όπλου», όμως γρήγορα εμπλέκονται σε μία διεθνή συνωμοσία, την οποία έχει ενορχηστρώσει μια ομάδα ριζοσπαστικών από το Κεμπέκ, προκειμένου να κάνει πραξικόπημα εναντίον των Βόριων Αμερικανικών Εθνών. Σκοπός της ομάδας A.F.R. (Les Assassins des Fauteuils Rollents ή οι Δολοφόνοι με τα Αναπηρικά Καροτσάκια) είναι να βρει το «χαμένο φιλμ» και να τρομοκρατήσει την κυβέρνηση της O.N.A.N., απειλώντας τους πολίτες της με ομαδικές αυτοκτονίες. Όπως γίνεται γρήγορα αντιληπτό, από τις πρώτες 200 σελίδες του βιβλίου, οι χαρακτήρες δεν έχουν τίποτα να φοβηθούν από το φιλμ του Τζέιμς Ο. Ινκαντένζα, καθώς όλοι υποφέρουν ήδη από κάποιου είδους κατάθλιψη.

Το Infinite Jest, όσο φανταστικό και να είναι, διαθέτει πολλά αυτοβιογραφικά στοιχεία. Ο Ουάλας, ένας άριστος μαθητής, πολύ ακριβής στις περιγραφές του, με μια μπαντάνα μονίμως δεμένη γύρω από το κεφάλι του, ίσια μακριά μαλλιά και γυαλιά οράσεως, υπέφερε από μανιοκατάθλιψη και διάφορους εθισμούς σε ναρκωτικές ουσίες για πολλά χρόνια, ενώ από τις συνεντεύξεις του φαίνεται ότι έπασχε από κάτι σαν αγχώδη διαταραχή. Παρόλα αυτά, είχε κερδίσει δεκάδες σημαντικά λογοτεχνικά και δημοσιογραφικά βραβεία και δίδαξε Αγγλική Φιλολογία σε διάφορα πανεπιστήμια και κολέγια των Ηνωμένων Πολιτειών. Αυτή είναι και η κληρονομιά που έχει αφήσει σήμερα στους αναγνώστες του. Ο Γουάλας είναι το πρότυπο του «λειτουργικού» μανιοκαταθλιπτικού. Το Infinite Jest, περισσότερο από τις συλλογές διηγημάτων του Κορίτσι με παράξενα μαλλιά, του 1989 (μτφρ. Μαργαρίτα Κουλεντιανού, εκδ. Τραυλός) και Σύντομες συνεντεύξεις με απαίσιους άντρες του 1999 (μτφρ. Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης, εκδ. Κριτική), συνιστά έναν ανδριάντα σε έναν ημιτελή άνθρωπο, τον σύγχρονο Αμερικανό. Μπορεί να υποφέρει από επίκτητα ψυχολογικά προβλήματα, τα οποία τον αφήνουν σχεδόν παράλυτο και το επίπεδο της μόρφωσής του ίσως να μην μπορεί να αξιοποιηθεί ποτέ σε αυτό το εξαιρετικά περιορισμένο περιβάλλον που είναι αναγκασμένος να ζει (είτε για ταξικούς, είτε για άλλους λόγους), όμως θα ζήσει την κάθε μέρα του με στυλ και το «εγώ» του θα είναι πάντοτε η αρχή και το τέλος, ακόμα και της πιο τρελής του αναζήτησης. Σχεδόν 30 χρόνια αφότου γράφτηκε το βιβλίο, λίγα πράγματα φαίνεται να έχουν αλλάξει στον κόσμο μας και το Infinite Jest διαθέτει σήμερα την ίδια επιδραστικότητα που διέθετε το 1996.

 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: