Σχολικά επικυρωμένη και σχεδόν μονοπωλιακά καθιερωμένη, η επικρατούσα ερμηνεία της Αντιγόνης θέλει την ηρωίδα μοναχικό φάρο αντίστασης στην κρατική αυθαιρεσία. Τα βασικά συστατικά της ερμηνείας αυτής είναι, λίγο-πολύ, γνωστά: μια νεαρή κοπέλα, ίσως ανήλικη με τα σημερινά μέτρα, υπερασπίζεται, κυριολεκτικά μέχρι θανάτου, τους αιώνιους νόμους των θεών απέναντι στα εφήμερα διατάγματα της εξουσίας· και με την ιδεολογικά αταλάντευτη στάση της, η αδύναμη Αντιγόνη αποκτά αδιαμφισβήτητο ηθικό προβάδισμα σε σχέση με την απάνθρωπη τυραννία του Κρέοντα. Μπορούμε όμως στ’ αλήθεια να συρρικνώσουμε το έργο του Σοφοκλή σε μια τέτοια μονοσήμαντη αντίθεση, που κινδυνεύει να το υποβαθμίσει σε απλοϊκή ηθικοδιδασκαλία;
Κρέων: η συλλογική σωτηρία ως προτεραιότητα
Είναι αλήθεια ότι, στον πρόλογο του δράματος, η Αντιγόνη παρουσιάζει τον Κρέοντα σαν εκπρόσωπο ενός ανάλγητου αυταρχισμού:
«Και τώρα τι διάταγμα είναι αυτό που έβγαλε ο στρατηγός; … Σ’ όλη την πόλη, λέει, γυρνούν οι κήρυκές του και διαλαλούν: Του Πολυνείκη το σώμα κανείς να μην το κηδέψει, κανείς να μην το θρηνήσει, παρά έτσι να τ’ αφήσουν άκλαυτο, άταφο, δείπνο λαχταριστό για όρνια πεινασμένα. Τέτοια, λένε, διαταγή έβγαλε ο σπουδαίος μας Κρέων.»
Ωστόσο, ο Πολυνείκης, που την ταφή του απαγόρευσε ο Κρέων, δεν είναι μονάχα, όπως θέλει η Αντιγόνη, ο αδικοσκοτωμένος αδελφός που στερήθηκε τις επικήδειες τιμές. Μια πολύ διαφορετική εικόνα του δίνει ο Χορός στην πάροδο του έργου. Ο Πολυνείκης, ακούμε εκεί, οδήγησε ενάντια στην ίδια τη γενέτειρά του ένα εχθρικό στράτευμα, που σαν αρπαχτικό πτηνό θέλησε να κατασπαράξει την πόλη· ευτυχώς όμως εκδιώχθηκε «πριν να χορτάσουν τα σαγόνια του απ’ το αίμα μας, πριν η φωτιά του Ηφαίστου πυρπολήσει τους πύργους που στεφανώνουνε τα τείχη μας».
Την ταφή λοιπόν ενός προδότη και επίδοξου καταστροφέα της πατρίδας του απαγόρευσε ο Κρέων. Και έχοντας υπόψη αυτό το κρίσιμο δεδομένο, είναι δύσκολο να δούμε τον Κρέοντα μόνο σαν τον εξουσιομανή τύραννο που περιγράφει η Αντιγόνη. Αντίθετα, όταν ο Κρέων εμφανίζεται στη σκηνή, και έχουμε για πρώτη φορά τη δυνατότητα να μορφώσουμε προσωπική γνώμη για τον χαρακτήρα του, διαπιστώνουμε ότι πρόκειται για ηγέτη με συγκροτημένη πολιτική σκέψη και με κύριο μέλημά του τη σωτηρία και την ευημερία της πόλης:
«Για μένα, εκείνος που βαστάει το τιμόνι της πόλης κι ωστόσο δεν πορεύεται με γνώμονα την πιο ορθή κρίση, παρά από φόβο κρατά το στόμα του κλειστό, αυτός είναι το χειρότερο είδος ανθρώπου· έτσι πίστευα πάντα, έτσι πιστεύω και τώρα. Κι όποιος νομίζει πως οι φίλοι κι οι δικοί του είναι ανώτεροι απ’ την πατρίδα, αυτόν εγώ τον λέω τιποτένιο. Εγώ —μάρτυράς μου ο Δίας ο παντεπόπτης— δεν πρόκειται ποτέ μου να σωπάσω, αν δω την πόλη να βαδίζει τον δρόμο του ολέθρου κι όχι της σωτηρίας· ούτε και πρόκειται ποτέ να ’χω για φίλο μου τον εχθρό της πατρίδας. Γιατί ξέρω καλά πως από αυτήν κρέμεται η επιβίωσή μας και πως φίλους αποκτούμε μονάχα όταν το πλοίο της ταξιδεύει με σίγουρη πορεία.»
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι διακηρύξεις του Κρέοντα εκφράζουν αρχές εναρμονισμένες με τα ιδεώδη της αθηναϊκής πολιτείας: τους παραθέτει, περίπου έναν αιώνα αργότερα, ο Αθηναίος ρήτορας και πολιτικός Δημοσθένης, προσυπογράφοντάς τους σαν «ωραίους στίχους, που μπορούν να σας σταθούν ωφέλιμοι».
Ωστόσο, θα μπορούσε να αντιτάξει κανείς, ακόμη κι αν δεχτούμε πως ο Κρέων κυβερνά με τις καλύτερες προθέσεις, πώς μπορούμε να αρνηθούμε ότι η απαγόρευση της ταφής του Πολυνείκη είναι το αυθαίρετο και απάνθρωπο διάταγμα ενός απόλυτου μονάρχη; Μια προσεκτική όμως ανάγνωση της Αντιγόνης δείχνει πως η απόφαση αυτή, έστω κι αν εκπορεύεται από μονοπρόσωπη αρχή, δεν στερείται πολιτικής νομιμοποίησης: αντίθετα, παρουσιάζεται να έχει την ίδια δεσμευτική ισχύ με συλλογικά θεσπισμένο νόμο. Νόμος και ψήφος είναι οι όροι με τους οποίους περιγράφεται στο έργο το διάταγμα του Κρέοντα — όροι που παραπέμπουν στη λειτουργία μιας συντεταγμένης πολιτείας. Άλλωστε, η ανάθεση της θεσπιστικής δικαιοδοσίας σε ένα μόνο πρόσωπο ήταν φαινόμενο κάθε άλλο παρά άγνωστο στην ελληνική αρχαιότητα. Αρκεί να θυμηθούμε νομοθέτες όπως ο Σόλων στην Αθήνα, ο Λυκούργος στη Σπάρτη, ο Ζάλευκος στους Επιζεφυρίους Λοκρούς ή ο Χαρώνδας στην Κατάνη — πρόσωπα που συνέταξαν την καταστατική νομοθεσία των πόλεών τους και περιβλήθηκαν γι’ αυτό με ξεχωριστές τιμές. Αλλά και η ίδια η απαγόρευση της ταφής ως τιμωρία των προδοτών είναι μέτρο ιστορικά μαρτυρημένο και τεκμηριωμένο: εφαρμόστηκε στην περίπτωση του Θεμιστοκλή (ναι, του θριαμβευτή της Σαλαμίνας), του ρήτορα Αντιφώντα και του πολιτικού και στρατηγού Φωκίωνα. Ένα τέτοιο μέτρο φαντάζει στα μάτια μας αποκρουστικό, αλλά το προσυπογράφει ο ίδιος ο Πλάτων στους Νόμους του, όταν ορίζει ότι τα πτώματα όσων φόνευσαν συγγενικά τους πρόσωπα θα πρέπει να ρίχνονται γυμνά έξω από τα σύνορα της πόλης και να εγκαταλείπονται εκεί άθαφτα και άκλαυτα — όπως δηλαδή ο νεκρός Πολυνείκης.