Επισκέψεις

Επισκέψεις

Έστησε το σιδερένιο κρεβάτι
καταμεσής στην έρημο
και δεχόταν επισκέψεις,
όχι λουλούδια
εδώ δεν είναι νοσοκομείο,
πέτρες μόνο ζητούσε να του φέρουν
πέτρες μικρές με ακανόνιστες γωνίες
με τις οποίες έχτιζε στα πόδια του
πρότυπα καταφυγίων.

Στους περίεργους τυχόντες
πρότεινε δωρεάν διαμονή
σε μικροσκοπικά βραχώδη αναρρωτήρια
μήπως γλυτώσουν τα μάταια ταξίδια
γιατί η έρημος προ πάντων ματαιοδοξεί
και στο τέλος της υπάρχει κενό,
αν δειλιάσεις στη κατάδυση
θα επιστρέφεις διαρκώς στην αρχή
μπουκωμένος στο τέρμα με υποσχέσεις
και δεν θα μάθεις ποτέ
να λατρεύεις το άγνωστο
μονάχα από τυχόν περιέργεια,
και εντέλει για επισκέψεις δεν ήρθατε;

Όπου νάναι καταφθάνουν κι οι φίλοι μας
ο Θέμης και η Λίνα
που κάπου έχουν ξεχάσει το παιδί τους
η μικρή Έρση που κάποτε πνίγηκε
στον έρωτα και έγινε γοργόνα
ο Άγγελος, τετράπαχος, με μια ανεμοδαρμένη κελεμπία
καβάλα σε ένα τόσο δα ποδηλατάκι
πρωτοφανείς ασκήσεις ισορροπίας
που ο Χάρης ανέκαθεν κορόιδευε
γιατί είχε μανία με τις ομπρέλες
όταν τις μάντρες πήδαγε σαν αλεξιπτωτιστής
από την μια ερωμένη στην άλλη –
δεν είδε πίσω του ο άμοιρος
το φάντασμα της Μάχης παρέα με έναν ποιητή
που αυτοσυστήθηκε μ’ ένα συγγνώμη δεν σας ξέρω.

Κοίτα να μάθεις, σκέφτηκε
σαρώνοντας με τη χούφτα ένα καταφύγιο
χτισμένο στο πόδι με οχτώ πέτρες
μικρές με ακανόνιστες γωνίες
στοχεύοντας μεμιάς την άφαντη σχισμή
στο πλέγμα του ουρανού
από όπου ξεχύνονταν μυριάδες
γκρίζα κοντόλαιμα πουλιά σαν ηλιαχτίδες
γκρεμίζοντας τους απέναντι βράχους
μες στην απρόσμενη σιγή.

Συντρίμμια μου χαρίσατε, ψιθύρισε,
πριν του θυμίσει η γυναίκα του
πως τώρα μοιάζει στον πατέρα του
και να τον πνίξει ένα κλάμα ξαφνικό
που γλύτωσε από ένα κόσμο μίζερο
και δεν γλυτώνει απ’ το ρήμα.

 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: