Το αστρικό σώμα του καταναλωτή

Paul Charles Chocarne Moreau (1855-1931): «Ο πονηρός κλέφτης»
Paul Charles Chocarne Moreau (1855-1931): «Ο πονηρός κλέφτης»



Περί διαδρόμων & αχλαδιών

Οι διάδρομοι των κτηρίων εγκυμονούν κι αυτοί. Οι άνθρωποι εντός τους πηγαινοέρχονται. Διάδρομοι νοσοκομείων, παιδαγωγικών ιδρυμάτων και (κυρίως) σουπερμάρκετ, διάδρομοι δημόσιων υπηρεσιών, εργοστασίων και τελικά διάδρομοι νεκροταφείων. Τα σώματα περιοδεύουν διαρκώς, οι σάρκες και τα κόκαλα μας όλο κάπου θέλουν να πάνε. Το δικό μου σώμα είναι το σώμα ενός κλέφτη, αγγλιστί shoplifter, ένα σώμα φιλάσθενο από πολλές απόψεις. Ο Πλάτωνας στην Πολιτεία του αναρωτήθηκε αν ένας κλέφτης γίνεται ή γεννιέται. Εγώ ξέρω σίγουρα πως ένας κλέφτης περιφέρεται, γυρίζει σαν σβούρα αλλά ποτέ δεν ικανοποιείται, το ίδιο και ο υποχόνδριος – και οι δύο ψάχνουν απεγνωσμένα να βρουν την καταδίκη τους. Το είδος του κλέφτη που το βρίσκει κανείς εντός των διαδρόμων ενός ΑΒ ή ενός Σκλαβενίτη ή έστω ενός Coop ή ενός Monoprix* είναι το πλέον ταπεινό. Ο Άγιος Αυγουστίνος έγραψε πως η κλοπή είναι το ίδιο δελεαστική όσο είναι και το σεξ. Στο δεύτερο βιβλίο των Εξομολογήσεών του ξεκινάει λέγοντας πως η κλοπή είναι καταδικασμένη από τον Θεό. Αναφέρει το αμάρτημα της Εύας και στη συνέχεια θυμάται τα δικά του αμαρτήματα: Όταν ήταν δεκαέξι χρονών έκλεψε αχλάδια από έναν οπωρώνα μαζί με τους φίλους του. Απαλλοτρίωσε, όχι γιατί πεινούσε, ούτε γιατί ήταν φτωχός, το έκανε λόγω της εγγύτητας των κλοπιμαίων, λόγω της ευκολίας τού αμαρτήματος. Ο Άγιος Αυγουστίνος απόλαυσε μία και μοναδική φορά την αμαρτία της κλοπής. Δεν έβαλαν ούτε ένα αχλάδι στο στόμα τους, όπως αναφέρει, τα πέταξαν στους χοίρους. Ο κλέφτης εγκυμονεί την τιμωρία του όπως ο υποχόνδριος εγκυμονεί την ασθένεια του.


____________
* Ελβετική και Γαλλική αλυσίδα σουπερμάρκετ αντίστοιχα.


Περί δωματίων

Είχα την αίσθηση, καθώς περιπλανιόμουν εντός του μηνός Φεβρουαρίου, πως περιόδευα ανελλιπώς εντός της οικίας, αναζητώντας ένα μέρος για να πεθάνω. Η ήττα που είχε δεχθεί το σώμα από την κακοήθεια που παρουσίασε, με είχε καταβάλει. Εκεί συνειδητοποίησα όμως πως, λόγω κάποιου ενστίκτου, δεν είχα συσσωρεύσει πολλά αντικείμενα ή έπιπλα μέσα στο σπίτι. Λες και ήμουν από πάντα έτοιμος για αναχώρηση, ανά πάσα στιγμή. Ένα MacBook, ένα στρώμα, μία αξιοπρεπής σύνδεση στο ίντερνετ. Άλλωστε δεν είχα καμία όρεξη να σηκωθώ από το στρώμα, δεν χρειαζόμουν καρέκλες ή τραπέζια, έτρωγα όρθιος ή ξαπλωμένος. Κοίταξα έξω από το παράθυρο και είδα την θολή συστοιχία από κτίρια που τίποτα δεν ανακοίνωνε τις ιδιότητες τους, το περιεχόμενο τους ή την ποιότητα της κατασκευής τους. Βασικό στοιχείο ήταν η αιθαλομίχλη η οποία τα σκέπαζε, όπως επίσης και την γραμμή του ορίζοντα. Εδώ δεν υπήρχε καμία ανάγκη για κάποια ειδυλλιακή θέα, ένα ανακουφιστικό συναίσθημα άπλετου χώρου, έναν περιβαλλοντολογικό ρομαντισμό έστω. Σε αυτή τη θέαση πρωτεύοντα ρόλο είχε η υποκειμενικότητα του παρατηρητή, στοιχείο όχι και τόσο αξιόπιστο αν το καλοσκεφτόσουν, κρίνοντας από τις συνήθειες του. Έβρισκα παρηγοριά μόνο εντός του διαδρόμου ενός ΑΒ Shop & Go ή ενός OK Market στο κέντρο ή έστω ενός Σκλαβενίτη κάπου στα προάστια, αν είχα όρεξη για ταξίδι με το τρένο. Πόσο ορθή κρίση θα μπορούσε να έχει ένας τέτοιος άνθρωπος; Με τι βλέμμα θα αντίκριζε το μέλλον και με τι λέξεις θα περιέγραφε αυτά που είχε ζήσει στους επόμενους; Κι όμως ήταν το πιο λογικό πράγμα να κάνεις, τέλος πάντων, ιδιαίτερα αν δεν είχες κλιματισμό στο σπίτι. Ο μόνος ήχος που ακουγόταν ήταν από τις πλαστικές συσκευασίες που έπεφταν στο καλάθι του, κανένας ενδιαφέρων ή έστω εξωτικός χρωματισμός δεν πλαισίωνε το στέρνο του, παρά μόνο εκείνος ο γνώριμος, ισχνός παλμός της αδύναμης καρδιάς που εργάζεται λιγάκι αναγκαστικά αλλά και στωικά, χωρίς να έχει επιλογή, διατάζοντας τα χέρια να αναποδογυρίζουν κουτιά και τους οφθαλμούς να στέλνουν σήματα στον εγκέφαλο, έτσι ώστε εκείνος με τη σειρά του να συγκρίνει τιμές και προσφορές, νέα προϊόντα και υλικά κατασκευής.

Περί «λίφτινγκ» & Rousseau

Είναι άραγε το shoplifting κάτι παραπάνω από μία μονωμένη περιοδεία εντός των άγονων διαδρόμων ενός σουπερμάρκετ, μία παραβολική πορεία προς την αποτυχία και την τιμωρία; Είναι εμμονή ή μόνο μία ανάγκη για τροφή; Μήπως είναι απλά ένας τρόπος να διυλίσουμε την καταναλωτική ανία μας; Μία άρρητη ανάγκη του εαυτού προς την συσσώρευση αγαθών, όπως είχε αναφέρει ο Σωκράτης για το κλέψιμο. Στη Γαλλία, ένας γνωστός στοχαστής, ο Jean-Jacques Rousseau, ανήγαγε την μικροκλοπή από αμαρτία σε μία πολιτική πράξη των φτωχών έτσι ώστε να ισορροπήσουν τα προνόμια της αριστοκρατίας και της μοναρχίας. Δημοσιευμένες το 1787, οι Εξομολογήσεις του Rousseau, δύο χρόνια πριν Γάλλοι χωρικοί και κτηνοτρόφοι μπουν με τη βία στην Βαστίλη, περιγράφουν τις συνήθειες του φιλόσοφου ο οποίος «διαπρέπει» στον αυνανισμό, στα ménage à trois, στον μαζοχισμό, στην εγκατάλειψη τέκνου και στις μικροκλοπές. Όταν ο Rousseau πιάνεται στα πράσα ενώ «λιφτάρει» καταστήματα της Γενεύης, παραδέχεται πως τιμωρία και ευχαρίστηση αναμειγνύονται.


Περί συναγερμών

Η κλεπτομανία, διαβάζω, ίσως να είναι μία εγγενής ανάγκη μου για εκδίκηση προς τον πατέρα ή μία λοξή έκφραση καταπίεσης της λίμπιντο. Περιοδεύοντας μέσα στους διαδρόμους ενός Σκλαβενίτη, αντιλαμβάνομαι μία ύπουλη διασπορά υπότασης η οποία πρέπει άμεσα να μετουσιωθεί σε ταχυκαρδία, αν δεν θέλω να σωριαστώ ανάμεσα στους συμπυκνωμένους χυμούς και τα αξεσουάρ κατοικίδιων. Ο πατέρας μου έλεγε «σφίξε τα δόντια και θα περάσει», κι αυτό ακριβώς κάνω ασυναίσθητα. «Γενικά στους δημόσιους χώρους δεν έχεις την αίσθηση ότι η πραγματικότητα σου ανήκει ή ότι της ανήκεις. Μολονότι δεν έχεις παραισθήσεις, νιώθεις να πνέει ένας ύπουλος λίβας πάνω από το κεφάλι σου ή μέσα από την καρδιά. Τα πράγματα ένα γύρο χάνουν κάποια από την βαρύτητα τους και αφουγκράζεσαι να σου ζητούν επιτακτικά να υποκύψεις»* Αισθάνομαι σαν μία σύγχρονη Madame de Boves** η οποία δεν έχει άλλη διέξοδο να εκτονώσει το σεξουαλικό της ένστικτο ή τελικά τον εθισμό της προς το έγκλημα. Βάζοντας ένα πακέτο μπαταρίες στην τσέπη μου, νιώθω ήδη καλύτερα, λίγο πιο δυνατός – δεν τις χρειάζομαι καν, απλά έπρεπε κάτι να κλέψω. Ο εθισμός είναι σαν το νερό, πάντα βρίσκει διέξοδο και διαποτίζει τα πάντα, το νερό «θυμάται», χαράσσει αόρατα δεδομένα που μπορούν να «διαβαστούν» μετά από αιώνες χωρίς να χάνουν ούτε στιγμή την συνεκτικότητα τους. To 1977 o Arthur Minasy ανακαλύπτει το αντικλεπτικό σύστημα EAS και γίνεται δισεκατομμυριούχος. Από τότε πάντα βρίσκουμε ένα τέτοιο μαγνήτη σε πολλά προϊόντα πολυκαταστημάτων. Ο Stevie Wonder, μάλιστα, είχε ζητήσει από τον Minasy να του φτιάξει ένα προσωπικό σύστημα EAS έτσι ώστε να μην πέφτει από τη σκηνή καθώς παίζει πιάνο.*** Σε ένα σουπερμάρκετ έχει την αίσθηση κανείς πως συντελείται διαρκώς μία αμφίδρομη εγκληματική πράξη: κλέβεις αλλά την ίδια στιγμή σε κλέβουν. Αναρωτιέμαι αν στο μέλλον θα χρειαστεί να κουβαλάμε κάποιον μαγνήτη στην τσέπη έτσι ώστε να μην μας απολέσουν ακόμη και το περιβόητο «αστρικό σώμα του καταναλωτή».

____________
* Κ. Παπαγιώργης, Σύνδρομο αγοραφοβίας, εκδ. Καστανιώτης, σ. 45.
**
Ηρωίδα του Émile Zola από το μυθιστόρημα Au bonheur des dames (βλ. Στον παράδεισο των κυριών, μτφ. Ιφιγένεια Μποτουροπούλου, Στερέωμα 2016) η οποία ήταν κλεπτομανής, ανήκε όμως στα ανώτερα κοινωνικά στρώματα.
***
Rachel Shteir, The Steal: A Cultural History of Shoplifting, Penguin, σ. 74.



Περί Ελβετικών σούπερ μάρκετ

Περιδιαβαίνω τους διαδρόμους ενός γιγαντιαίου Coop σε μία κεντρική οδό της Γενεύης. Η θλίψη στην ατμόσφαιρα είναι διάχυτη, δεν έχω ιδέα αν εγώ είμαι η πηγή της ή αν όλες εκείνες οι βιολογικές κρεμασμένες, vegan πίτσες (μοιάζουν με πουκάμισα ή πατάκια αυτοκινήτων) δημιουργούν ετούτο το απόξενο φως που κάνει τα δέρματα μας χλωμά και ικτερικά σαν πολυκαιρισμένα σεντόνια. Φαντάσματα. Είμαι ένα από αυτά. Ο κόσμος έρχεται εδώ για να ανακουφιστεί από κάποιο παράξενο είδος φόβου ή πόνου. Γεμίζω το καλάθι μου με τροφή που δεν χρειάζομαι – άλλωστε θα μείνω στην πόλη μόνο για μία μέρα, μετά θα συνεχίσω για Φράιμπουργκ, για την επόμενη ζωντανή εμφάνιση. Γεμίζω το καλάθι από καθαρή ανασφάλεια, από κάποιο υποχθόνιο κατοχικό σύνδρομο. Τυρί από φιστίκι κάσιους, μπιφτέκια από σόγια, γάλα από αρακά. Οι συσκευασίες είναι ταυτόχρονα καθησυχαστικές (παστέλ χρώματα, λευκό, απαλά, καθαρά γράμματα, εκείνο το μικρό πράσινο σημάδι της βιολογικής καλλιέργειας) αλλά την ίδια στιγμή υπόσχονται μία εγγενή αγευσία, αλλά όσο πιο καθησυχαστικές και άγευστες δείχνουν, τόσο πιο πολύ επιθυμώ να τις αγοράσω. Είναι τόσο επεξεργασμένα αυτά τα τρόφιμα που ουσιαστικά υπάρχουν για να γεμίζουν μόνο το έντερο σου και να απαλλάσσεσαι από την αίσθηση της πείνας ή τελικά από τις τύψεις του ζωικού φόνου. Παρόλο που ο θυρεοειδής αδένας έχει φύγει πλέον από το λαιμό μου, έχω την αίσθησή του ακόμη στα νεύρα. Στο τηλέφωνό μου έχω την φωτογραφία που μου έστειλε ο χειρούργος στο Viber: μοιάζει με κάτι που θα πέταγε ο Έλληνας πάραυτα στα κάρβουνα, ένα όμορφο τριήμερο, ας πούμε, του Αγίου Πνεύματος.


Περί ναπολιτάνικων αγελάδων

Στο γνωστό κείμενο του Walter Benjamin για τη Νάπολη, βρίσκουμε ένα εξαιρετικό απόσπασμα παρμένο από κείμενο του Alfred Zon-Retel: «Την απολύτως ιδιαίτερη μεταχείριση των ζώων την είδα κοντά στην Πόρτα Καπουάνα, μία από τις πιο παλιές ναπολιτάνικες γειτονιές. Σε κάποια από εκείνα τα σπίτια, οι άνθρωποι είχαν τις αγελάδες τους στον τέταρτο και πέμπτο όροφο. Τα φτωχά ζώα έμεναν εκεί πάνω αφότου ήταν ακόμη μοσχαράκια. Ξεχνούσαν γρήγορα τι σήμαινε να στέκονται όρθια και οι οπλές τους μεταμορφώνονταν σε τεράστια νύχια».* Διαβάζοντας το απόσπασμα σε ένα μπαλκόνι της Χαριλαόυ Τρικούπη, αυτομάτως μεταφέρομαι νοητικά σε ένα υποκατάστημα του AB Shop & Go, εκείνα τα μικρά, υπέροχα σουπερμάρκετ, που όπως τα ΟΚ Market, τα βρίσκει κανείς ανοιχτά μέχρι αργά, ακόμη και τον δεκαπενταύγουστο ή ανήμερα της πρωτοχρονιάς. Αισθάνομαι κι εγώ όπως εκείνες οι ναπολιτάνικες αγελάδες, παίρνω το σχήμα μου και τα χαρακτηριστικά μου ανάλογα με το περιβάλλον μου, κλεισμένος καθώς είμαι μέσα σε κάποιο διάδρομο σουπερμάρκετ. Τα σουπερμάρκετ και τα πολυκαταστήματα είναι οι μόνοι τόποι εντός των οποίων κοσκινίζω την ουσία μίας κάποιας παρηγοριάς, ταυτόχρονα εκεί συνειδητοποιώ την αστοχία της αγάπης μέσα στον δυτικό πολιτισμό και την προσωρινή ανακούφιση του δικού μου πόνου. Κοιτάζω προς στιγμήν τα πέλματα μου για να δω αν έχουν μεταμορφωθεί σε νύχια.


____________
*
Walter Benjamin, Lacis Asja, Νάπολη, μτφρ. Π. Καλαμαράς, εκδ. Παρέγκλισις, σ. 33.


Περί της κορυφής του πολιτισμού

Οι διαθέσεις του σύγχρονου αστικού πλάσματος αναπαρίστανται ως αποχρώσεις μέσω μιας εξαντλητικής εναλλαγής τους. Η αχνή απόδοση των μορφών στα ηχητικά μου τοπία υποδηλώνει μια εγγενής χημική θήρα για την θεραπεία του πόνου ή έστω της ανακούφισης του – ίσως η κορυφή του πολιτισμού. Ο πολιτισμός εξαφανίζεται σταδιακά μέσα στην αυτοδημιουργημένη του μοναξιά ― ο ανεπιθύμητος επίγονός του είναι ανίκανος να ξεπεράσει τα φυσικά φαινόμενα. Σειρές από νέα σουπερμάρκετ στέκουν πίσω από την αιθαλομίχλη. Τα πάντα, θεωρητικά, μπορούν να αναπτυχθούν εντός τους ― από την εξάπλωση νέων βιολογικών προϊόντων έως αιφνίδιοι έρωτες ή θάνατοι. Κι όμως τελικά αυτό που ανθίζει ωσάν φρέσκια βλάστηση από το τσιμέντο των κατασκευών αυτών είναι μόνο η ανυπαρξία. Ετούτα τα κτίσματα δεν υπάρχουν, μόνο το ηχητικό τους στίγμα απομένει σαν αιωρούμενη πάχνη στην ατμόσφαιρα. Από εκεί γεννιέται κάτι σαν θόρυβος ή παλμός ο οποίος δημιουργεί νέες θεάσεις, ακροάσεις ή προοπτικές. Κι εκείνες πρέπει όμως να μεταλλαχθούν αν δεν θέλουν να αφανιστούν από το εσωτερικό τους ξεθώριασμα.


Περί αποφθεγμάτων

Λίγο κλέψιμο σε κάποιο Coop ή σε κάποιο Monoprix μου αρκεί, μαζί με την καθημερινή θεραπεία με Entact.


Περί του αστρικού σώματος του καταναλωτή

Ο οργανισμός αφομοιώνει ό,τι χρειάζεται για να επιβιώσει και απορρίπτει το υπόλοιπο των τροφών. Μια καταναλωτική καταιγίδα ξεκινάει από το γυαλί του τηλεφώνου και εμφορείται τον ρόλο ενός «ρυθμιστή» διαθέσεων. Καθώς διασχίζω τον διάδρομο ενός Σκλαβενίτη στην Αθήνα, η ψυχή μου αυξομειώνει σε μέγεθος ανάλογα με τις συσκευασίες των νέων βιολογικών προϊόντων που έχουν προστεθεί στις προσφορές. Στο σπίτι, αργότερα, τελείται η αναβίωση του σουπερμάρκετ ταξιδίου μου μέσω του τηλεφώνου: εδώ κάποιος έχει την αίσθηση πως όλα του τα όνειρα βγαίνουν αληθινά προς στιγμήν ― μάλλον η μοναδική συσκευή που σε «καταλαβαίνει» απόλυτα. Ο χρόνος διπλώνει σαν έντερο κι ο πόνος είναι το εισιτήριο για διαφορετικά δωμάτια, venues, ευρωπαϊκά αεροδρόμια, σταθμούς τρένων και αίθουσες αναμονής· σε αυτούς τους μη-χώρους καινοτόμα προϊόντα ξεπετάγονται διαρκώς, χτίζοντας τον κώδικα της παρατεταμένης κι αναπόφευκτης μοναξιάς των καταναλωτών. Εξερευνώντας ένα Coop στην Ζυρίχη, ανακαλύπτω συσκευασμένες φέτες στρουθοκάμηλου. Μετά την αφαίρεση του θυρεοειδούς, η ικανότητα μου να εκπλήσσομαι από το γαστρεντερικό timeline μου δεν έχει επηρεαστεί ιδιαιτέρως. Μια κρίση υποθυρεοειδισμού είναι σε θέση να μετακινεί το κέντρο ισορροπίας όπως επίσης και την ευαισθησία στον πόνο και την κακουχία. Τώρα κάθομαι σε μια μπλε πλαστική ξαπλώστρα, κάτω από τη σκιά μιας μπλε πλαστικής ομπρέλας, στο νοτιότερο άκρο της Μεσογείου, μετρώντας τα τάνκερ (tankerspotting) και τα εμπορικά πλοία που σταματάνε στις κοντινές δεξαμενές καυσίμου ― εκατοντάδες container που γυαλίζουν στον ήλιο κι εντός τους αναπαύονται χιλιάδες προϊόντα. Στον αέρα αυτής της σχεδόν τροπικής, αποσαρκωμένης ζώνης κυριαρχεί η οσμή του πετρελαίου και τα ικτερικά φώτα των πλωτών Βαβυλώνων που περιμένουν υπομονετικά, ωσάν κοριζασμένα προϊστορικά κήτη, να ανεφοδιαστούν. Πάνω στα βράχια τα θερμοκήπια βράζουν ολημερίς εντός μιας φυτοφαρμακευτικής καταχνιάς μέσα από την οποία ξεπροβάλλουν αιγοπρόβατα και ποιμένες-φαντάσματα. Ανοίγω τη συσκευασία του βιολογικού στρουθοκάμηλου την οποία συνοδεύω με ένα μέτριο ροζέ Kylie Minogue Côtes de Provence του '22, αγορασμένο τυχαία από κάποιο φιλήδονο e-shop. Η λεβοθυροξίνη των 150 μιλιγκράμ έχει κάνει τη δουλειά της από το πρωί, παρόλα αυτά αισθάνομαι τα πόδια μου μουδιασμένα ― μια ακατανόητη θλίψη πεταρίζει στο στήθος μου σαν πλαστική συσκευασία που την παρέσυρε ο λίβας. Η μόνη μου συντροφιά ένας εκσκαφέας παρκαρισμένος πάνω στην άμμο. Αργότερα, εντός του απόπατου του ξενοδοχείου, ανακαλύπτω μικροσκοπικά κομμάτια νάιλον ―τι παράξενο ιριδίζον μωσαϊκό― αναμειγμένα περίτεχνα με τα κόπρανα μου από την ορμή της βαρύτητας και την πίεση του εντερικού υμένα. Τα καλοκαιρινά μου «ευρήματα» μοιάζουν κοινότοπα και αμελητέα μπροστά στη σιωπή αυτού εδώ του αρχαίου μη-τόπου. Ψυχή και σάρκα γίνονται ένα, πλαστικά και πετρέλαιο κυλάνε στο αίμα καθώς αιωρείται στον καθρέπτη του μεσημεριού ετούτο το πολυεστερικό αστρικό σώμα, ωθούμενο από μιαν άγνωστη καύση που μαυρίζει τους τοίχους. Εύχομαι να ήμουν ικανός να διακρίνω το ίδιο ανώδυνα και καθαρά τη μνήμη, την ιστορία των ανθρώπων, την ζήτηση και την προσφορά της αγάπης, ακόμη και τις αναδιπλούμενες τάσεις της αγοράς, εντός των ψυχικών μου περιττωμάτων.

 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: