ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ / ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ
Θα έλεγα ότι είναι η κύρια απασχόλησή μου. Ο χαρακτηρισμός «επάγγελμα» μου φαίνεται κάπως στεγνός.
Στη διάρκεια των σαράντα χρόνων που ασχολούμαι με τη μετάφραση, έχω συνεργαστεί με πολλούς εκδοτικούς οίκους και οι σχέσεις μας ήταν πάντα πολύ καλές – εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις. Υπήρχε και υπάρχει αμοιβαία συνέπεια στις εκατέρωθεν υποχρεώσεις μας.
Μεταφράζω βιβλία που προτείνω εγώ σε μεγάλο ποσοστό, θα έλεγα στο
70%-80%, κυρίως όταν πρόκειται για έργα της κλασικής λογοτεχνίας.
Έχω μία ρουτίνα που είναι τόσο ευχάριστη, ώστε δυσκολεύομαι να την χαρακτηρίσω σαν τέτοια. Εργάζομαι κάθε μέρα, εκτός από αυτές που δεν αισθάνομαι αρκετά δημιουργική ή που άλλες ασχολίες δεν μου επιτρέπουν να αφοσιωθώ αποκλειστικά στη διαπροσωπική σχέση μεταφραστή/στριας – έργου.
Ναι, έχει χρειαστεί να επικοινωνήσω με τον/τη συγγραφέα που μεταφράζω, και αυτή έχει γίνει με ηλεκτρονική αλληλογραφία.
Η συμμετοχή μου σε συλλογικές μεταφράσεις έχει περιοριστεί στο πλαίσιο των Εργαστηρίων Λογοτεχνικής Μετάφρασης του Γαλλικού Ινστιτούτου της Αθήνας, στα οποία δίδασκα για πολλά χρόνια. Ο ρόλος μου όμως σ’ εκείνες τις συλλογικές δουλειές ήταν της δασκάλας. Την ίδια εμπειρία είχα και με αντίστοιχα εργαστήρια που έκανα εξ αποστάσεως την περίοδο της πανδημίας του covid
και του υποχρεωτικού εγκλεισμού.
Νομίζω ότι μία συνεργατική λογοτεχνική μετάφραση μπορεί να είναι πετυχημένη, αν και όχι με περισσότερα από «τέσσερα χέρια».
Δύσκολη ερώτηση! Βασική προϋπόθεση για να αγαπήσω μια μετάφρασή μου είναι να έχω αγαπήσει τον συγγραφέα και το έργο του. Γι’ αυτό και θεωρώ τον εαυτό μου τυχερό που είχα και έχω την ευκαιρία να προτείνω εγώ έργα προς μετάφραση. Από εκεί και πέρα, θα έλεγα ότι απόλυτα ικανοποιημένη δεν μπορώ να είμαι ποτέ. Για παράδειγμα: αν είχα τη δυνατότητα να ξαναμεταφράσω το ίδιο βιβλίο μετά από ένα αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα, αισθάνομαι ότι θα μπορούσα να το μεταφράσω καλύτερα. Ωστόσο, υπάρχουν μεταφράσεις μου για τις οποίες μπορώ να πω ότι αισθάνομαι υπερήφανη.
Υπάρχουν δύο τέτοια έργα: Η Μάγισσα του Jules
Michelet
και Η Ιουλία ή η νέα Ελοΐζ του Jean-Jacques
Rousseau. Η πρόκληση συνίστατο στο μέγεθος αυτών των δύο συγγραφέων, στην ιδιαιτερότητα του ύφους του καθενός, αλλά και στα θέματα που πραγματεύονται στα συγκεκριμένα έργα και τα οποία με ταξίδεψαν σε βαθιές θάλασσες, νοηματικές και υφολογικές.
Διαβάζω τις κριτικές που γράφονται, αλλά δεν τις φυλάω. Δεν μου φαίνονται επαρκείς, ούτε βοηθητικές στη δουλειά μου. Στη συντριπτική πλειοψηφία τους οι κριτικές των μεταφράσεων γενικώς περιορίζονται σε μία δύο φράσεις και σπάνια επισημαίνουν αδυναμίες του μεταφραστή. Φυσικά και είναι ευχάριστο να διαβάζεις καλά λόγια για την δουλειά σου, αλλά θα ήθελα κάτι περισσότερο απ’ αυτό.
Πέντε μεταφράσεις μου που ξεχωρίζω