Είναι καλό να ρέει η μετάφραση;

Το αφιέρωμα, όπως αναφέρουμε και στην Εισαγωγή, μπορεί να διαβαστεί με δύο τρόπους, άνετα, ευχάριστα και με εύκολη πρόσβαση στην πληροφορία: Εδώ έχουν ομαδοποιηθεί οι σαράντα απαντήσεις σε καθεμία από τις επτά ερωτήσεις κάτω από τις ακόλουθες επικεφαλίδες:

1. Λόγος περί επαγγέλματος / 2. Λόγος περί εκδοτών / 3. Λόγος περί μεθόδου / 4. Τρόπος συλλογικός / 5. Η «καλή» μετάφραση / 6. Λόγος περί προκλήσεως / 7. Η κρίση της κριτικής.


Σχέδιο του M.C. Escher (1948)
Σχέδιο του M.C. Escher (1948)

1. Είναι η λογοτεχνική μετάφραση το κύριο επάγγελμα σας; Αν όχι, με ποιες άλλες δραστηριότητες το συνδυάζετε;



Μαρία Αγγελίδου
Ναι, η λογοτεχνική μετάφραση είναι το κύριο επάγγελμά μου.

Βίκυ Αλυσσανδράκη
Ας πούμε καλύτερα ότι η λογοτεχνική μετάφραση δεν είναι το μοναδικό επάγγελμά μου! Καμία από τις ασχολίες μου δεν θεωρώ «πάρεργο». Παράλληλα με τη μετάφραση, διδάσκω Λογοτεχνία των Βορείων Χωρών στο Πανεπιστήμιο του Στρασβούργου και Αγγλικά στην Ανώτατη Σχολή Δημόσιας Διοίκησης της Γαλλίας (INSP).

Σοφία Αυγερινού
Είμαι καθηγήτρια γερμανικών και εργάζομαι στο Υπουργείο Παιδείας, στο Τμήμα που μεριμνά για τα μαθητικά ζητήματα των ελληνικών σχολείων του εξωτερικού. Εξάλλου, αφότου ολοκλήρωσα το διδακτορικό μου στη γερμανική λογοτεχνία, έχω διδάξει κάποια εξάμηνα στο Τμήμα Γερμανικής Γλώσσας και Φιλολογίας του ΕΚΠΑ, μια εμπειρία πολύ όμορφη, όπως κάθε φορά που μας δίνεται η δυνατότητα να έρθουμε σε επαφή με νέους ανθρώπους και να ζωντανέψουμε μέσα τους την αγάπη για τη λογοτεχνία. Οπότε όχι, η μετάφραση δεν είναι το κύριο επάγγελμά μου, ευτυχώς ή δυστυχώς. Δυστυχώς γιατί οι υποχρεώσεις μου δεν μου επιτρέπουν να της αφιερώσω ακόμη περισσότερο χρόνο, ίσως και να ζήσω λιγάκι το «όνειρο» του ανθρώπου των γραμμάτων που περνά τη μέρα του αφοσιωμένος σ’ αυτή τη δραστηριότητα, γράφοντας, διαβάζοντας, ενδεχομένως συμμετέχοντας πιο ενεργά στην πνευματική κίνηση της πόλης. Ευτυχώς, γιατί το γεγονός ότι δεν βιοπορίζομαι αποκλειστικά από τη μετάφραση μού δίνει τη δυνατότητα της επιλογής, η οποία, κακά τα ψέματα, είναι πολύ σημαντική και για την ποιότητα της δουλειάς του μεταφραστή, αλλά και για τη χαρά που αντλεί από το έργο του.

Άννα Βερροιοπούλου
Όχι. Το συνδυάζω με μαθήματα ισπανικών, σεμινάρια & συγγραφή

Έφη Γιαννοπούλου
Η λογοτεχνική μετάφραση (και παράλληλα η μετάφραση κειμένων από το χώρο των ανθρωπιστικών και κοινωνικών επιστημών) είναι το κύριο επάγγελμά μου στο βαθμό που προσδιορίζομαι από αυτό, είναι η κύρια ιδιότητα με την οποία συστήνομαι. Επίσης, όταν δεν το κάνω, μου λείπει πολύ. Δεν έχει υπάρξει ωστόσο ποτέ η κύρια πηγή βιοπορισμού μου, βιοπορίζομαι κυρίως από λιγότερο ή περισσότερο συγγενείς δραστηριότητες: από τη γλωσσική επιμέλεια και την επιμέλεια μεταφράσεων για εκδοτικούς οίκους και πολιτιστικούς οργανισμούς (κυρίως το δεύτερο και κυρίως για καταλόγους εκθέσεων, προγράμματα παραστάσεων ή πρακτικά συνεδρίων) μέχρι την επιμέλεια ερωτήσεων για τηλεπαιχνίδια (παλαιότερα) ή την αρθρογραφία και τη δημοσιογραφία.

Κρυστάλλη Γλυνιαδάκη
Όχι, δε θα μπορούσε να είναι λόγω των χαμηλών αμοιβών και της υψηλής φορολογίας/παρακρατήσεων. Έχω υπάρξει κατά καιρούς υπάλληλος εκδοτικών οίκων (υπεύθυνη εκδόσεων, υπεύθυνη δικαιωμάτων, σύμβουλος εκδόσεων) όπως και ιδιωτική υπάλληλος σε εταιρείες ή πρεσβεία ξένης χώρας.

Ευγενία Γραμματικοπούλου
Το επιχείρησα αμέσως μετά τις μεταπτυχιακές μου σπουδές αλλά στάθηκε αδύνατον σε ένα τόσο αφιλόξενο περιβάλλον: δυσβάσταχτες ασφαλιστικές εισφορές, άδικη οριζόντια (αντί για κλιμακωτή) φορολογία, χρονοβόρες δουλειές με δυσανάλογες αμοιβές. Δεν υπάρχουν οι συνθήκες για να ασκηθεί σοβαρά ως ελευθέριο επάγγελμα ούτε καταβάλλονται προσπάθειες για να εξορθολογιστεί το πλαίσιο, στον μικρό βαθμό που θα ήταν δυνατό σε μια χώρα με το μικρότερο αναγνωστικό κοινό πανευρωπαϊκά και αδιάφορη την πολιτεία για την ουσιαστική στήριξη του βιβλίου. Εργάστηκα, συνεπώς, κάποια χρόνια στην ιδιωτική εκπαίδευση, ολοκλήρωσα τη διατριβή μου και από το 2008 ξεκίνησα να διδάσκω στο ΑΠΘ, αρχικά ως συμβασιούχος και στη συνέχεια ως μέλος ΔΕΠ· από άλλη θέση προφανώς και με διαφορετικό τρόπο, λειτουργώ και πάλι σε έναν βαθμό ως διαμεσολαβήτρια κειμένων.

Μαρία Γυπαράκη
Πάντα είχα κάμποσες χορδές στο βιολί μου (όπως λέμε στα γαλλικά). Όχι για λόγους ασφάλειας αλλά για να αποφεύγω όσο γίνεται την πλήξη και την ανία της μίας και μοναδικής δραστηριότητας. Ανέκαθεν –και συνεχίζω πάνω στην ίδια γραμμή– έπραττα ως dilettante αρνούμενη να πάρω εαυτόν σοβαρά. Σοβαρά έπαιρνα και παίρνω μόνον αυτό που κάνω είτε είναι στο θέατρο είτε στη μετάφραση είτε στη συγγραφή ή ακόμη και στις εκδοτικές δραστηριότητές μου που είναι σχετικά πρόσφατες. Έχω μάθει να παίρνω τις αρμόζουσες αποστάσεις από τα πράγματα και να αποφεύγω τις «θερμοκεφαλιές» (συγγνώμη για τον νεολογισμό) που οδηγούν σε χάος. Δεν χρειάζεται νομίζω να αναλύσει κανείς γιατί το θέατρο και η λογοτεχνία κάνουν καλή παρέα· το ένα τρέφει και τρέφεται από το άλλο. Η μετάφραση και μάλιστα η λογοτεχνική είναι και αυτή, πέραν του προαναφερθέντος λόγου, ένας είδος σκηνοθεσίας μια που ο μεταφραστής καλείται, εν τέλει, να επανατοποθετήσει το έργο του λόγου σε μια άλλη γλώσσα, να το επανασκηνοθετήσει με λίγα λόγια. Από αυτή την άποψη γίνεται λίγο δημιουργός. Αρκεί βέβαια να μην το πιστέψει… Κάπως έτσι και με κάποιους «εσωτερικούς κανόνες» (ή μυστικές συνταγές αν προτιμάτε) τα συνδυάζω.

Αγαθή Δημητρούκα
Όχι, αν και κάποιες φορές μού παίρνει περισσότερο χρόνο από τις άλλες μου δραστηριότητες που είναι συνήθως η συγγραφή ποίησης και παιδικής λογοτεχνίας, τα σεμινάρια στιχουργικής και μετάφρασης και η διαχείριση του έργου του Νίκου Γκάτσου.

Δήμητρα Δότση
Εργάζομαι ως μεταφράστρια από το 2000. Μέχρι το 2008 εργαζόμουν παράλληλα στην εκπαίδευση ως καθηγήτρια ιταλικής γλώσσας. Από το 2008 βιοπορίζομαι αποκλειστικά και μόνο από τη μετάφραση.

Φίλιππος Δρακονταειδής
Η λογοτεχνική μετάφραση δεν είναι ούτε κύριο ούτε δευτερεύον επάγγελμά μου. Είναι μια «λόξα» σε τρία επίπεδα, απότοκος της συγγραφικής πορείας μου. Το πρώτο επίπεδο της «λόξας» είναι η μετάφραση «αθάνατων» κειμένων «αθάνατων» συγγραφέων από τα γαλλικά και ισπανικά. Πρόκειται για κείμενα που απαιτούν δεκαετίες προσπάθειας και μελέτης ώσπου να λάβουν τελική μορφή στη γλώσσα μας. Το κέρδος που αποκομίζω είναι ο διαρκής διάλογος με τον συγγραφέα, την εποχή του και το αντίκρισμα του έργου του στα δικά μας χρόνια. Πρόσθετο και μη αμελητέο κέρδος είναι ότι μαθαίνω ελληνικά, καθώς η μετάφραση τέτοιων έργων εκμεταλλεύεται όλο τον πλούτο των αποχρώσεων της γλώσσας μας. Το δεύτερο επίπεδο είναι ότι μεταφράζω συχνά κείμενα παλαιότερων και σύγχρονων συγγραφέων που κρίνω ότι έπαιξαν ή παίζουν καθοριστικό ρόλο στα λογοτεχνικά πράγματα, σπανίως ποιητές, κυρίως πεζογράφους και δοκιμιογράφους. Αυτές οι μεταφράσεις είναι διάσπαρτες σε περιοδικά, ανθολογίες, εφημερίδες. Το τρίτο επίπεδο είναι ότι μεταφράζω ανύπαρκτους συγγραφείς, το έργο των οποίων είναι δικό μου. Πρόκειται για Τσέχους, Γεωργιανούς, Αρμένιους, Ιταλούς, Πορτογάλους, Μογγόλους κ.λπ. με βιογραφικά στοιχεία, επίμετρα, αναλύσεις, κριτικές. Σε αυτό το επίπεδο, έχω μεταφράσει και δημοσιεύσει ανύπαρκτο διήγημα του Τσέχοφ που υπογράφω ως Τσέχοφ! Ακόμα χειρότερα, εκδόθηκε το 2001 από τις εκδόσεις Κέδρος η Ανθολογία Ανύπαρκτων Συγγραφέων, όπου φιγουράρουν 23 ονόματα. Σήμερα, οι ανύπαρκτοι είναι περισσότεροι από 50.

Κλεοπάτρα Ελαιοτριβιάρη
Η λογοτεχνική μετάφραση είναι το κύριο επάγγελμά μου από το 2020 και μετά. Επί 20 χρόνια (2000-2020) εργάστηκα ως μεταφράστρια πλήρους απασχόλησης σε μεταφραστικό γραφείο με γλώσσες εργασίας τα αγγλικά και τα γαλλικά. Παράλληλα παρακολουθούσα σεμινάρια μετάφρασης από τα ισπανικά και άρχισα να ασχολούμαι, δειλά-δειλά, με τη λογοτεχνική μετάφραση περί το 2002, μεταφράζοντας 1 ή 2 βιβλία το χρόνο.

Παναγιώτης Ευαγγελίδης
Όχι, δεν είναι το κύριο επάγγελμά μου και δεν το θεωρώ και επάγγελμα όσον αφορά εμένα μιας και το κάνω μόνο κατά εποχές και συνήθως παράλληλα με άλλες ασχολίες.

Γεωργία Ζακοπούλου
Αποκλειστικά με τη λογοτεχνική μετάφραση ασχολούμαι 35 χρόνια τώρα (τώρα που το λέω μου φαίνονται πάρα πολλά, αν και θυμάμαι σαν χτες τη χαρά που πήρα όταν έμαθα πως πέρασα τις εξετάσεις και έγινα δεκτή στο τμήμα της λογοτεχνικής μετάφρασης του Γαλλικού Ινστιτούτου, με δασκάλους σαν τον Πέτρο Παπαδόπουλο, τον Τίτο Πατρίκιο, τον Φίλιππο Δρακονταειδή κ.τ.λ.), οπότε η απάντηση είναι ναι, αλλά αν σκοπός αυτής της ερώτησης είναι να μάθετε αν ζω από τη λογοτεχνική μετάφραση, η απάντηση είναι όχι. Οι αμοιβές μου ποτέ δεν επαρκούσαν για τον βιοπορισμό μου, οπότε στην αρχή και για κάποια χρόνια συμπλήρωνα το εισόδημά μου ως καθηγήτρια χημείας στο λύκειο. Αργότερα, ένα εισόδημα από ένα ενοίκιο μού έδωσε τη δυνατότητα να εγκαταλείψω το σχολείο και πέραν του εκάστοτε λογοτεχνικού έργου που μετέφραζα, να μπορέσω να ασχοληθώ με την έκδοση του περιοδικού Μετάφραση, ως μέλος της συντακτικής επιτροπής, αλλά και να διοργανώσω κάποιες ενδιαφέρουσες συναντήσεις-εργαστήρια με μεταφραστές λογοτεχνίας. Σήμερα, αν και συνταξιούχος, εξακολουθώ να μεταφράζω και είμαι διευθύντρια σύνταξης του περιοδικού τέχνης και λόγου Νησίδες.

Ιωάννα Ηλιάδη
Ναι, ασχολούμαι αποκλειστικά με τη μετάφραση λογοτεχνικών και μη μυθοπλαστικών έργων από τα αγγλικά.

Γιάννης Καλιφατίδης
Ναι, είναι το κύριο επάγγελμά μου από το 2005. Ενίοτε γράφω και την εισαγωγή ή το επίμετρο για ορισμένα από τα έργα που μεταφράζω. Από εκεί και πέρα, ασχολούμαι με την επιμέλεια και τη διόρθωση κειμένων αλλά και με τον υπερτιτλισμό θεατρικών έργων από ξένους θιάσους. Η άλλη μεγάλη μου αγάπη, πέρα από τη μετάφραση, είναι η μουσική, με την οποία ασχολούμαι ενεργά ως στιχουργός και συνθέτης.

Αλέξης Καλοφωλιάς
Είμαι επίσης μουσικός, αλλά η μετάφραση αποτελεί το κύριο μέσο βιοπορισμού μου εδώ και χρόνια. Η μουσική και η μετάφραση αποτελούν δύο πλευρές του ίδιου δημιουργικού εαυτού.

Μάγκυ Κοέν
Συνδυάζω την ενασχόληση μου με τη λογοτεχνική μετάφραση με τη διδασκαλία της γαλλικής γλώσσας και λογοτεχνίας, έτσι, έχω την πολυτέλεια να ασχολούμαι με τη μετάφραση ως ερασιτέχνης, με άλλα λόγια ως κάποιος που αγαπάει και τον ευχαριστεί αυτό που κάνει.

Έφη Κορομηλά
Θα έλεγα ότι είναι η κύρια απασχόλησή μου. Ο χαρακτηρισμός «επάγγελμα» μου φαίνεται κάπως στεγνός.

Γιώργος Κυριαζής
Κατά κύριο λόγο είμαι μουσικός. Η λογοτεχνική μετάφραση είναι κουσούρι που μου έμεινε από την εποχή της νιότης, όταν ξεκίνησα να μεταφράζω (τότε, βέβαια, ήταν η κύρια ασχολία μου). Αυτός είναι και ο λόγος που έχω μικρότερη παραγωγή σε σχέση με άλλους συναδέλφους.

Αχιλλέας Κυριακίδης
Δεν υπήρξε ποτέ η μετάφραση κύριο επάγγελμά μου. Ήταν ανέκαθεν μία από τις κύριες συναρπαστικές ενασχολήσεις μου όπως η συγγραφή, η ακρόαση μουσικής, η θέαση κινηματογραφικών ταινιών.

Μιχάλης Μακρόπουλος
Ναι, το μοναδικό. Η συγγραφή δεν είναι επάγγελμα. Θα μπορούσε ίσως να ’ναι σε μιαν άλλην περίπτωση, μα στη δική μου δεν είναι.

Αργυρώ Μαντόγλου
Η μετάφραση είναι μια από τις δραστηριότητες μου. Είμαι συγγραφέας, κριτικός λογοτεχνίας, διδάσκω, επίσης, δημιουργική γραφή.

Ιφιγένεια Ντούμη
Ήλπιζα ότι θα ήταν. Όχι για να μπαίνει το όνομά μου σε εξώφυλλα, αλλά για να κάνω ήσυχα τη δουλειά που μου αρέσει και να πληρώνομαι γι’ αυτήν. Ωστόσο, η πλάνη ήταν μεγάλη και απογοητεύτηκα. Δούλεψα με μεγάλη χαρά ως καθηγήτρια αγγλικών, σερβιτόρα, καφετζής, βοηθός σκηνοθέτη, βοηθός ζαχαροπλάστη κ.ά., μεταφράζοντας παράλληλα, κι ελπίζοντας κάποια στιγμή να μπορώ να ασχολούμαι, αν όχι μόνο, κυρίως με αυτό. Αλλά απογοητεύτηκα. Ύστερα ανασκουμπώθηκα κι αποφάσισα να ξανακάνω την προσπάθεια, αλλά δεν τη βλέπω και πάλι να ευοδώνεται. Μία προβληματική συνεργασία εξάλλου δεν αργεί να σε βγάλει εντελώς εκτός προϋπολογισμού –αν δεν έχεις άλλα έσοδα– και να σε οδηγήσει ξανά στην απογοήτευση. Οπότε αναρωτιέμαι αν για τους περισσότερους είναι επάγγελμα ή χόμπι. Αφού κατά κει πάει το πράγμα. Εδώ κάποιοι προσπαθούν να ανταλλάξουν τον κόπο του μεταφραστή με… ορατότητα. Εφόσον αυτό το δεχτούμε (θεωρώντας το ενδεχομένως και νίκη), ε τότε ναι, μάλλον θα δικαιούνται να μας πουν χομπίστες, ψώνια κ.λπ.

Μαρία Ξυλούρη
Δεν είναι το κύριο επάγγελμά μου. Είμαι υπεύθυνη για την αγορά ξενόγλωσσων τίτλων σε εκδοτικό οίκο, καθώς και συγγραφέας.

Μαρία Οικονομίδου
Ασχολούμαι επαγγελματικά με τη μετάφραση και την επιμέλεια κειμένων εδώ και 20 χρόνια. Το βιβλίο είναι μια δύσκολη υπόθεση που από πολλές απόψεις απαιτεί αποκλειστικότητα. Ειδικότερα η μετάφραση είναι μια δραστηριότητα που διαστέλλεται, υπερβαίνοντας σίγουρα τις ώρες που έχω ορίσει ως «ημερήσιο» χρόνο εργασίας. Τόσο το πρωτότυπο όσο και το μετάφρασμα κατακλύζουν το μυαλό σε εικοσιτετράωρη βάση· και αυτή είναι μια σχέση που τελειώνει (αν θεωρήσουμε ότι τελειώνει) μόνο με την τελική παράδοση του κειμένου. Επιπλέον, και αυτό είναι κάτι που συνήθως υποτιμάται, η μετάφραση και η επιμέλεια είναι μια σκληρή εργασία –με την πιο κυριολεκτική έννοια της σωματικής καταπόνησης– που δεν αφήνει περιθώρια για άλλες επαγγελματικές δραστηριότητες.

Γιάννης Παλαβός
Δεν είμαι επαγγελματίας μεταφραστής. Μεταφράζω περιστασιακά, μια στο τόσο, έργα που με συγκινούν και δεν υπάρχουν στα ελληνικά και που υποψιάζομαι ότι, αν δεν καταπιαστώ με τη μετάφρασή τους, οι πιθανότητες να μεταφραστούν, τουλάχιστον στο ορατό μέλλον, δεν είναι πολλές. Αντιλαμβάνομαι τη μετάφραση ως συνομιλία με πεζογράφους και ποιητές που θεωρώ συγγενείς, όχι βέβαια σε επίπεδο ποιότητας έργου αλλά σε επίπεδο αναφορών, βιώματος, βλέμματος και ρίγους. Συνδυάζω τη μετάφραση, όπως και τη συγγραφή, με την πρωινή μου δουλειά: βιοπορίζομαι ως συνεργάτης του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. Χωρίς οικονομική εξασφάλιση είναι αδύνατον να ασκήσεις τη μετάφραση όπως επιθυμώ να την ασκώ εγώ, δηλαδή αριστοκρατικά. Χωρίς οικονομική εξασφάλιση, είσαι υποχρεωμένος να μεταφράζεις αδιάλειπτα και δίχως διάκριση προκειμένου να επιβιώσεις, με ό,τι συνεπάγεται αυτό για το αποτέλεσμα. Ευτυχώς, έχουμε πολλούς επαγγελματίες μεταφραστές που, μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες, παραδίδουν εξαιρετικές μεταφράσεις.

Μαρία Παλαιολόγου
Είναι εδώ και 15 περίπου χρόνια. Είναι όμως μια δουλειά πολύ κοπιαστική και χρονοβόρα, η αμοιβή της οποίας δεν αντιστοιχεί σ’ αυτόν τον κόπο και τον χρόνο, ακόμη κι αν είναι από τις υψηλότερες του χώρου. Οπότε οι περισσότεροι μεταφραστές κάνουμε και άλλες δουλειές παράλληλα, όχι πάντα σχετικές με το βιβλίο.

Βασίλης Παπαγεωργίου
Στην περίπτωσή μου δεν είναι και δεν ήταν ποτέ ούτε κύριο επάγγελμα ούτε επάγγελμά μου. Αρχικά ήταν μια δευτερεύουσα αλλά πολύ ικανοποιητική δραστηριότητα, η οποία με τα χρόνια έγινε κύρια παράλληλα με αυτή της συγγραφής λογοτεχνικών και δοκιμιακών κειμένων και της πανεπιστημιακής διδασκαλίας και έρευνας.

Κλαίρη Παπαμιχαήλ
Η λογοτεχνική μετάφραση αποτελεί το κύριο επάγγελμά μου εδώ και 35 χρόνια και βιοπορίζομαι αποκλειστικά απ’ αυτήν.

Άννα Παπασταύρου
Η λογοτεχνική μετάφραση είναι το κύριο και αποκλειστικό επάγγελμά μου εδώ και πάνω από 30 χρόνια. Τα προηγούμενα χρόνια της ενήλικης ζωής μου ασχολήθηκα με πολλές και ποικίλες δραστηριότητες (στον τραπεζικό χώρο, τον χώρο των πολυεθνικών, της εκπαίδευσης στον τομέα των ξένων γλωσσών, της τέχνης και σε πολλούς άλλους). Πιστεύω ότι αυτή η εμπειρία με βοήθησε ιδιαιτέρως στη μετάφραση, τουλάχιστον στο κομμάτι της έρευνας, κάνοντάς με παράλληλα να αντιληφθώ τη μεγάλη σημασία που είχε για μένα η μετάφραση ως μέσο έκφρασης και δημιουργίας.

Νίκος Πρατσίνης
Όχι, δεν είναι. Ούτε και υπήρξε ποτέ. Τη συνδυάζω με τη διερμηνεία, κατά καιρούς και με τη διδασκαλία (μετάφρασης) και, κυρίως, με τεχνική μετάφραση, η οποία αμείβεται σχετικά καλά. Είναι σχεδόν αδύνατον να επιβιώσει κανείς από τη λογοτεχνική μετάφραση, στην Ελλάδα τουλάχιστον, αλλά, εξ όσων μαθαίνω, και αλλού.
Βέβαια, στον βαθμό που η ΑΙ μεταβάλλει τον μεταφραστή τεχνικής μετάφρασης σε επιμελητή/αναθεωρητή/διορθωτή, με εξαίρεση τη νομική, την creative και, εν μέρει, τη βιοϊατρική μετάφραση, πολλοί μεταφραστές τεχνικής μετάφρασης θα βλέπουν τον όγκο εργασίας τους να μειώνεται αισθητά και ραγδαία, καθότι η επιμέλεια ενός σχετικά καλομεταφρασμένου τεχνικού κειμένου είναι πολύ λιγότερο χρονοβόρα από τη μετάφρασή του. Έτσι, πολλοί μεταφραστές θα στραφούν, αναγκαστικά, από την τεχνική μετάφραση στη ήδη κορεσμένη, σε ό,τι αφορά το ανθρώπινο δυναμικό, λογοτεχνική. Τα αποτελέσματα για τη λογοτεχνική μετάφραση δεν μπορεί παρά να είναι αρνητικά, όσον αφορά την ποιότητα και τις τιμές. Και δεν είναι πολύ μακριά ο καιρός που η λογοτεχνική μετάφραση, ειδικά των περισσότερων σύγχρονων και εμπορικών έργων χωρίς ιδιαίτερες αξιώσεις ως προς το ύφος, στο «πρώτο χέρι της», τουλάχιστον, θα γίνεται από την ΑΙ, με τον μεταφραστή πλέον σε ρόλο επιμελητή. Αν είναι «καλός γραφιάς» θα έχει δουλειά, ίσως και σχετικά καλοπληρωμένη.
Με δυο λόγια, πιστεύω πως η λογοτεχνική μετάφραση δεν μπορεί να είναι επάγγελμα στην Ελλάδα, πλην ελαχίστων περιπτώσεων. Όπως δεν είναι επάγγελμα, πλην ελαχίστων περιπτώσεων, η πεζογραφία και η ποίηση. Πιστεύω πως η προσπάθεια να ζήσει κάποιος/α από τη λογοτεχνική μετάφραση και μόνο, θα τον/την οδηγήσει να ρίξει αισθητά την ποιότητα του μεταφράσματος. Λόγω των γλίσχρων αμοιβών, κατά βάση, σε συνδυασμό με τον μικρό όγκο προσφερόμενης εργασίας και την πληθώρα των ενεργών (και των επίδοξων) μεταφραστών. Δεν μπορεί να όμως να εκλαμβάνεται γενικά ως χόμπι ή δραστηριότητα αναψυχής —μια αφ’ υψηλού προσέγγιση—, γιατί υπάρχουν κάποιοι περιορισμοί, όπως οι προθεσμίες παράδοσης και κάποια ποιοτικά κριτήρια που απαιτεί, ενίοτε, ο εκδότης και η αξιοπρέπεια του μεταφραστή. Εξάλλου, για τα πιο πολλά χόμπι πληρώνει ο χομπίστας και όχι ο παρέχων τις τεχνικές προϋποθέσεις για την ενασχόληση με αυτό. Άρα, το θέμα των αμοιβών θα είναι πάντα επίκαιρο.

Ισμήνη Ραντούλοβιτς
Η μετάφραση γενικότερα και περιστασιακά η διερμηνεία, και κυρίως η λογοτεχνική μετάφραση, είναι τα τελευταία 10 χρόνια το κύριο επάγγελμά μου.

Αγγελική Σιγούρου
Όχι, δεν είναι το κύριο επάγγελμά μου η μετάφραση. Ασχολούμαι με την αραβική γλώσσα ποικιλοτρόπως, μεταφράζω, διδάσκω, ασχολούμαι επίσης με την αραβική διαλεκτολογία (μόλις ολοκλήρωσα ένα διδακτορικό σε αυτήν). Παράλληλα, εργάζομαι στο Κέντρο Χορού και Παραστατικών Τεχνών «Ακροποδητί» στη Σύρο, στην καλλιτεχνική διεύθυνση αλλά και ως χορογράφος.

Θωμάς Σκάσσης
Η λογοτεχνική μετάφραση έγινε κύριο επάγγελμά μου μετά τα 45. Μέχρι τότε εργαζόμουν ως δικηγόρος και είχα μεταφράσει 3-4 βιβλία από τα οποία τα δύο ήταν βιογραφίες του Τσέχοφ και του Γκόρκι. Η δικηγορία αποδείχθηκε μία ατυχής επιλογή της νιότης.

Σωτήρης Σουλιώτης
Ναι, είναι το κύριο επάγγελμά μου. Το συνδυάζω, βέβαια, με μεταφράσεις εμπορικού και καθημερινού περιεχομένου (έχω σφραγίδα), αλλά η κύρια ενασχόλησή μου, ναι, είναι η λογοτεχνική μετάφραση.

Ευρυβιάδης Σοφός
Συνδυάζω τη λογοτεχνική μετάφραση με τη διδασκαλία της ισπανικής γλώσσας εδώ και 21 χρόνια. Τα τελευταία δύο χρόνια απασχολούμαι και ως τουριστικός ξεναγός. Ξεναγώ σε τέσσερις γλώσσες: ισπανικά, αγγλικά, γαλλικά και ιταλικά.

Νίκη Σταυρίδη
Εδώ και 25 χρόνια ασχολούμαι επαγγελματικά με την λογοτεχνική μετάφραση, αν και δεν αποτελεί την κύρια πηγή του εισοδήματός μου. Άλλες δραστηριότητες μου στο παρελθόν κατά διαστήματα ήταν η διδασκαλία της τουρκικής γλώσσας, σεμινάρια λογοτεχνικής μετάφρασης, επιμέλεια εκδόσεων, διόρθωση κειμένων.

Βάσια Τζανακάρη
Είμαι μεταφράστρια και συγγραφέας. Η μετάφραση είναι ο τρόπος που βιοπορίζομαι τα τελευταία 15 χρόνια.

Αθηνά Ψυλλιά
Η λογοτεχνική μετάφραση είναι η σταθερή παράλληλη δουλειά μου εδώ και 28 χρόνια, δίπλα στη δουλειά μου ως ψυχολόγου-ψυχοθεραπεύτριας την οποία θεωρώ κύρια και στην οποία κλείνω 30 χρόνια.

2. Ποια είναι η σχέση σας με τους εκδότες όσον αφορά συχνότητα αναθέσεων, συμβόλαια, προθεσμίες, αμοιβές, δικαιώματα; Σε ποιο ποσοστό μεταφράζετε βιβλία που έχετε προτείνει εσείς στον εκδοτικό οίκο;

Μαρία Αγγελίδου
Συνεργάζομαι με όλους τους εκδότες. Με ορισμένους, φυσικά, έχω σταθερή συνεργασία διαρκείας πολλών χρόνων. Τα βιβλία που μεταφράζω είναι όλα προτάσεις των εκδοτικών οίκων.

Βίκυ Αλυσσανδράκη
Οι αναθέσεις είναι αρκετά συχνές και ως επί το πλείστον, οι εκδότες είναι αυτοί που μού προτείνουν τα έργα. Σε πιο σπάνιες περιπτώσεις, προτείνω και εγώ. Αυτό συμβαίνει πιο πολύ με την ποίηση. Τα ποιητικά έργα από τις Βόρειες Χώρες είναι πολύ λιγότερο γνωστά. Το αναγνωστικό κοινό γνώρισε τη λογοτεχνία των Βορείων Χωρών μέσα από τα αστυνομικά μυθιστορήματα και οι περιπτώσεις που μού προτείνεται η μετάφραση ενός αστυνομικού έργου είναι πολύ πιο συχνές. Τώρα, ως προς τις προθεσμίες και τα συμβόλαια, δεν μπορώ να γενικεύσω. Ο κάθε εκδοτικός οίκος έχει τη δική του πολιτική ως προς αυτά και οι προθεσμίες εξαρτώνται πολύ και από τη φήμη του έργου που πρόκειται να μεταφραστεί. Για παράδειγμα, ένα μυθιστόρημα που σε άλλες χώρες έχει «σπάσει ταμεία», πρέπει να εκδοθεί αρκετά γρήγορα. Τα συμβόλαια που υπογράφω είναι συμβάσεις έργου και τα δικαιώματα του μεταφραστή προβλέπονται πάντα.

Σοφία Αυγερινού
Ο χώρος της μετάφρασης, όπως και κάθε χώρος γραμμάτων και τεχνών στη χώρα μας, χαρακτηρίζεται από μεγάλη προσφορά και σχετικά μικρή ζήτηση: ο αριθμός των αναγνωστών, και μάλιστα των αναγνωστών με αξιώσεις, είναι μικρός σε σχέση με το πλήθος των εξαιρετικών εκδόσεων που βλέπουμε κάθε χρόνο. Εξαρτάται λοιπόν από πολλούς παράγοντες το ζήτημα, εάν και πότε θα αποκτήσει μία/ένας εκπρόσωπος αυτού του χώρου (συγγραφέας, μεταφραστής, εκδότης, επιμελητής) την αναγνωρισιμότητα που θα της/του επιτρέψει να εργαστεί με περισσότερη ευχέρεια, ασφάλεια, σεβασμό και σχετική ανεξαρτησία. Τα αναφέρω αυτά, γιατί η επισφάλεια του χώρου δεν επιτρέπει πολλά «λάθη» και οι σχέσεις εμπιστοσύνης οικοδομούνται, κατ’ ανάγκην, με αργούς ρυθμούς ανάμεσα στους συντελεστές του βιβλίου. Για μένα, μολονότι δραστηριοποιούμαι στον χώρο του βιβλίου από το 2003, τότε που εκδόθηκε το πρώτο μου μυθιστόρημα, και η πρώτη μου μετάφραση, από τις εκδόσεις της «Εστίας», μετρά ήδη 19 χρόνια εκδοτικής ζωής, η δυνατότητα να νιώσω πιο ελεύθερη και να προτείνω ιδέες ή να διεκδικήσω όρους ήρθε με την πάροδο του χρόνου και μάλιστα τα τελευταία δύο χρόνια. Είναι αλήθεια ότι έκτοτε έχουν αυξηθεί οι προτάσεις συνεργασίας που δέχομαι από τους εκδοτικούς οίκους και μου δίνεται η δυνατότητα να προτείνω βιβλία προς μετάφραση. Βέβαια, προϋπόθεση για να θέτει κανείς όρους είναι η συνέπεια στις προθεσμίες και η παράδοση ενός χειρογράφου που σέβεται το πρωτότυπο, τον επιμελητή και τον αναγνώστη – τουλάχιστον, έτσι το βλέπω εγώ. Από την άλλη, στο τυπικό μέρος της δουλειάς (συμβόλαια, αμοιβές), είχα την τύχη πάντοτε να συνεργάζομαι με ανθρώπους έντιμους, γνώστες και λάτρεις του καλού βιβλίου, που συνειδητοποιούν ότι η ποιότητα της εργασίας του κάθε συντελεστή εξαρτάται και από τις συνθήκες υπό τις οποίες αυτή παρέχεται – μιλάμε βέβαια για την κατάσταση όπως έχει παγιωθεί στην Ελλάδα, όπου η μετάφραση είναι δραστηριότητα υποαμειβόμενη σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, καθώς σχεδόν κάθε πνευματική δραστηριότητα θεωρείται, από την Πολιτεία και τους ιδιώτες, ως πάρεργο.

Άννα Βερροιοπούλου
Σε γενικές γραμμές καλή. Είχα μία πολύ άσχημη εμπειρία με ένα συμβόλαιο που αποδείχτηκε ελλιπές και που, δυστυχώς, είχα υπογράψει. Ο εκδοτικός, αφού παρέδωσα τη μετάφραση, δεν ήθελε να με πληρώσει και στο βιβλίο (το οποίο είχα προτείνει εγώ) έβαλαν ως μεταφραστή έναν «μπατζανάκη» τους. Μεσολάβησε η συγγραφέας, ο ατζέντης της, η δικηγόρος που έβαλα, και αφού μου βγήκε η ψυχή, δικαιώθηκα!
Φυσικά, υπάρχει πάντα το ζήτημα των αμοιβών, για τις τόσες ώρες εργασίας είναι ένα κακοπληρωμένο επάγγελμα, και των πνευματικών δικαιωμάτων του μεταφραστή.
Ένα 70% είναι βιβλία που πρότεινα εγώ.

Έφη Γιαννοπούλου
Μεταφράζω τόσο βιβλία που έχω προτείνει εγώ, όσο και προτάσεις από την πλευρά του εκδότη, και ακόμη και στη δεύτερη περίπτωση διατηρώ τη δυνατότητα να δεχτώ ή να αρνηθώ. Συχνά μια πρόταση μπορεί να είναι και μια αποκάλυψη για μένα, μια δυνατότητα να ασχοληθώ με κάτι που δεν είχα πρωτύτερα σκεφτεί αλλά που κέρδισε αμέσως το ενδιαφέρον μου. Όσο για τα υπόλοιπα, οι αμοιβές για τη λογοτεχνική μετάφραση ακόμη και αν είναι από τις υψηλότερες ή κοντά στις υψηλότερες της αγοράς, είναι ελάχιστες σε σχέση με τον κόπο και τον χρόνο που απαιτεί η μεταφραστική εργασία, το γνωρίζουμε όλοι αυτό. Δικαιώματα για τη μεταφράστρια και τον μεταφραστή δεν υπάρχουν στην ελληνική αγορά, δυστυχώς, αλλά πλέον τουλάχιστον οι εκδότες (και οι εκδότριες) με τους οποίους συνεργάζομαι συνάπτουν κανονικά συμβόλαια με τις συνεργάτιδές τους. Για τις προθεσμίες δεν θα πω τίποτα, εγώ είμαι αυτή που συχνά δεν τις τηρεί, αλλά κι από την άλλη πολλές φορές η αφόρητη πίεση που δέχεται η μεταφράστρια για να παραδώσει μια μετάφραση είναι αναντίστοιχη με τον χρόνο που θα περάσει μέχρι να εκδοθεί τελικά ένα βιβλίο. Όλα τα παραπάνω όμως είναι ζητήματα που αφορούν ένα πεδίο χωρίς πολλούς κανόνες και μια αγορά, την εκδοτική, δίχως καμία στήριξη από την πολιτεία. Εκεί θα πρέπει να εστιάσουμε, πώς θα ενισχυθεί η εκδοτική παραγωγή, πώς θα αναπτυχθεί η φιλαναγνωσία, ενώ παράλληλα διεκδικούμε αναγνώριση και καλύτερους όρους εργασίας για μας.

Κρυστάλλη Γλυνιαδάκη
Ανάλογα τον εκδοτικό οίκο. Οι αναθέσεις είναι συνήθως (αλλά όχι πάντα) σε συνεχή ροή, έτσι ώστε όταν τελειώνω το ένα βιβλίο να πηγαίνω στο επόμενο ― συνήθως από διαφορετικό οίκο. Τα συμβόλαια συνήθως περιλαμβάνουν μια εφάπαξ προκαταβολή που υπερκαλύπτει όποια έσοδα θα μπορούσε ποτέ να βγάλουν οι μεταφραστές με τα δικαιώματα που λαμβάνουν επί των λιανικών πωλήσεων (που είναι από 0,1 έως 0,5% ― στην καλύτερη περίπτωση, 1%). Τα συμβόλαια επίσης είναι για όλη τη διάρκεια της πνευματικής ιδιοκτησίας (σύνολο ζωής + 70 έτη), με εξαίρεση ελαχίστους εκδότες που προβλέπουν ανανέωση μετά από 10, 20 ή 25 χρόνια αντιστοίχως. Ακόμα και οι «υψηλές» αμοιβές είναι χαμηλές, με την έννοια ότι δεν επιτρέπουν σε μία μεταφράστρια να ζήσει από τη μετάφραση μετά από τις παρακρατήσεις για φόρους, την απόδοση ΦΠΑ και την πληρωμή του ΕΦΚΑ. Το μίνιμουμ (πια) της δικής μου αμοιβής είναι τα 155 € ανά 16σέλιδο (τα 16σελιδα αλλάζουν ανά εκδοτικό οίκο: κάθε εκδότης υπολογίζει κατά το δοκούν τη σελίδα των λέξεων, άλλοι με 250 λέξεις, άλλοι με 300, άλλοι με 330) και το μάξιμουμ 195.
Περίπου το 50% των βιβλίων που μεταφράζω είναι δικές μου προτάσεις.

Ευγενία Γραμματικοπούλου
Είχα την τύχη να ξεκινήσω τις μεταφράσεις με τις ευλογίες της Μάγδας Κοτζιά του «Εξάντα» που με εμπιστεύτηκε παρά την απειρία μου: ανέλαβα εξ αρχής πολύ απαιτητικά κείμενα αλλά ανταμείφθηκα με μια υποδειγματική επαγγελματική σχέση, που με τον καιρό εξελίχθηκε σε φιλική. Αυτή η αφετηρία λειτούργησε ως καλή σύσταση στον εκδοτικό χώρο αλλά και ως μέτρο σύγκρισης για τις μετέπειτα συνεργασίες μου: προφανώς κι υπήρξαν διαψεύσεις ή συνεργασίες που στράβωσαν, πια όμως έχω την πολυτέλεια να μην κυνηγάω συμβόλαια, αλλά βιβλία που με αφορούν και συνδυάζονται με τα ερευνητικά μου ενδιαφέροντα. Έχω κρατήσει λίγες σταθερές συνεργασίες με εκδότες που λαμβάνουν υπόψη τους τις προτάσεις μου κι αντιλαμβάνονται παρόμοια το βιβλίο. Ανάλογοι όροι συνεργασίας, όμως, είναι μια εξαίρεση στον διόλου ειδυλλιακό γενικό κανόνα. Φοβάμαι πως η συζήτηση γύρω από τις προτιμήσεις των μεταφραστών, την αναγνωρισιμότητά τους, την καταλυτική συμβολή τους σε μια έκδοση (σε υπερθετικό βαθμό, λες κι είναι συν-δημιουργοί του κειμένου) κερδίζουν έδαφος όσο ψαλιδίζεται η επαγγελματική τους υπόσταση· ένα προπέτασμα καπνού την ώρα που οι όροι εργασίας χειροτερεύουν, περίπου όπως ο τιμητικός χαρακτηρισμός του «λειτουργού» για τους δοκιμαζόμενους, υποαμειβόμενους δασκάλους κάθε βαθμίδας.

Μαρία Γυπαράκη
Τις μεταφράσεις τις χωρίζω σε τρία είδη: βιοποριστικές που μεταφράζει κανείς ό,τι του ζητηθεί, δεν χρειάζεται να πω κάτι παραπάνω γιατί η λέξη «βιοπορισμός» αιωρείται ως δαμόκλειος σπάθη πάνω από τα κεφάλια όλων γιατί όλοι πρέπει να βιοποριστούν· ελάχιστες είναι θαρρώ οι εξαιρέσεις που επιβεβαιώνουν, άλλωστε, τον κανόνα. Έρχονται, ύστερα, αυτές που έχουν σχέση με τα ενδιαφέροντά μας και τις αναλαμβάνουμε με μεγάλη χαρά. Κάπως έτσι βίωσα τη συνεργασία μου με την Εθνική Πινακοθήκη και τους ουκ ολίγους καταλόγους των εκθέσεων που πέρασαν από τα χέρια μου. Θυμάμαι τα κείμενα να έρχονται το ένα μετά το άλλο, τα καμπανάκια για τις προθεσμίες να χτυπούν και ένα είδος μαζοχιστικής ηδονής να με σπρώχνει να δώσω τον καλύτερο εαυτό μου. Θυμάμαι εκείνον τον τεράστιο κατάλογο της έκθεσης «Όταν η Ελλάδα έγινε μόδα» όπου είχα «μετακομίσει» στον αιώνα του Louis XV και τίποτα δεν μπορούσε να με φέρει στην καθημερινότητα. Είχα όμως περάσει πολύ ωραία, είχα κάνει ένα μεγάλο ταξίδι και είχα γνωρίσει σε βάθος τον γαλλικό νεοκλασικισμό, εγώ η κατ’ εξοχήν μπαρόκ! Το λέω αυτό γιατί στο θέατρο η κύρια ενασχόλησή μου είναι η μπαρόκ όπερα. Η τρίτη κατηγορία είναι οι μεταφράσεις που κάνουμε γιατί απλά τις «γουστάρουμε» (για να το πούμε ἐν ἀνθηρῷ ἕλληνι λόγῳ) είτε τις έχουμε συμφωνήσει είτε όχι με κάποιον εκδότη. Αυτές βέβαια καμιά φορά μένουν στο συρτάρι και περιμένουν. Αυτή ήταν και η περίπτωση των παραμυθιών της Comtesse de Ségur που κυκλοφόρησαν πρόσφατα στα ελληνικά με τον τίτλο Παραμύθια με νεράιδες για μικρούς και μεγάλους, όταν πλέον απέκτησα τον δικό μου εκδοτικό χώρο. Υπάρχουν στα συρτάρια μου και άλλα παραμύθια –για ενήλικες– που και αυτά θα βρουν τον δρόμο τους. Στη γαλλική λογοτεχνική παράδοση οι θαυμαστές αφηγήσεις ή αφηγήσεις με νεράιδες (conte merveilleux ή conte de fées) είναι από τα μεγαλύτερα κεφάλαια της συγγραφικής παραγωγής ιδίως στον 17ο και 18ο αιώνα. Αλλά εδώ θα σταματήσω γιατί το θέμα αυτό είναι αρκετά περίπλοκο.
Στην κατηγορία αυτή των μεταφράσεων είχα τη χαρά να βρω ενίοτε και σύμφωνους εκδότες. Έτσι εκδόθηκε η Μαργκώ η μανταρίστρα ένα ερωτικό μυθιστόρημα του Fougeret de Monbron, πάλαι ποτέ, από τις εκδόσεις «Ολκός» και ένα μικρό μέρος από τα απομνημονεύματα του Καζανόβα καθώς και ένας τόμος με κείμενα για το λυρικό θέατρο στις εκδόσεις «Μίλητος», εξαντλημένα σήμερα και τα δύο.
Όσο για συμβόλαια, προθεσμίες, αμοιβές, αναθέσεις και άλλα τινά, προσπαθώ όσο γίνεται να τα αποφεύγω. Γιατί άραγε; Ίσως γιατί έχω κάποια γραμμάρια χιούμορ!

Αγαθή Δημητρούκα
Η σχέση μου με τους εκδότες είναι άριστη σε όλα τα επίπεδα. Μεταφράζω, κυρίως, βιβλία που μου αναθέτουν εκείνοι. Εξάλλου, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, τα τελευταία τριάντα περίπου χρόνια συνεργάζομαι σταθερά με τις εκδ. Πατάκη και μεταξύ μας έχουν αναπτυχθεί σχέσεις αμοιβαίας εκτίμησης και εμπιστοσύνης. Σύντομα θα δείτε μια ανθολογία που έχω επιμεληθεί και προτείνει, καθώς και μια σειρά «ειδικής» ποίησης.

Δήμητρα Δότση
Μεταφράζω περίπου δέκα τίτλους ανά έτος. Συνήθως το πρόγραμμά μου είναι κλεισμένο για τουλάχιστον έναν χρόνο, βάσει συμβολαίων. Με τις προθεσμίες, όπως σχεδόν κάθε μάχιμος μεταφραστής, έχω προβληματική σχέση, διότι κανένα συμβόλαιο δεν μπορεί να προβλέψει, στο ακριβές σύνολό τους, τις δυσκολίες, αντικειμενικές και προσωπικές, που μπορεί να προκύψουν στη διάρκεια μιας μετάφρασης. Η αμοιβή μου εξαρτάται από τον βαθμό δυσκολίας και το είδος του βιβλίου, αν πρόκειται δηλαδή για fiction ή για non fiction, για τα οποία λαμβάνω εφάπαξ προκαταβολή έναντι των δικαιωμάτων.
Με έναν πρόχειρο υπολογισμό, θα έλεγα ότι επτά στα δέκα βιβλία που μεταφράζω είναι δικές μου επιλογές.

Φίλιππος Δρακονταειδής
Η «λόξα» συνδέεται άρρηκτα με την ανεξαρτησία και την ελευθερία των επιλογών. Δεν έχω αποδεχτεί ποτέ αιτήματα εκδοτών για μετάφραση του τάδε ή δείνα λογοτεχνικού έργου. Εγώ αποφασίζω τι θα μεταφράσω και δεν έχει συμβεί να αρνηθεί κάποιος εκδότης την μετάφραση που του προτείνω, υπαρκτού ή ανύπαρκτου συγγραφέα. Όσον αφορά σε συμβόλαια και αμοιβές, η κατάσταση είναι γνωστή και δεν χρειάζεται ιδιαίτερο σχόλιο, αφού γνωριζόμαστε μεταξύ μας. Ένας εκδότης είναι συνεπής ως προς τις αμοιβές και τα δικαιώματα σε ό,τι με αφορά. Πόση η έκπληξή μου ότι το συμβόλαιο πρόσφερε προκαταβολή!

Κλεοπάτρα Ελαιοτριβιάρη
Σπάνια προτείνω εγώ τίτλους για μετάφραση, ενώ αρκετές φορές μου έχει ζητηθεί να διαβάσω κάποιους τίτλους ως αναγνώστρια, προκειμένου να γνωμοδοτήσω εάν θα είχε νόημα να εκδοθούν οι εν λόγω τίτλοι στα ελληνικά. Χαίρομαι πολύ που καθώς περνούν τα χρόνια ολοένα περισσότεροι εκδότες εκτιμούν τη δουλειά μου και μου εμπιστεύονται βιβλία τους. Τη συχνότητα των αναθέσεων θα την χαρακτήριζα άτακτη. Οι αναθέσεις προκύπτουν μάλλον συμπτωματικά, διαδοχικά ή επικαλυπτόμενες. Μόνο μία φορά, στη μέχρι τώρα πορεία μου, θυμάμαι να έχω παραδώσει όλα τα έργα που είχα αναλάβει και να μην έχω κανένα επόμενο βιβλίο προς μετάφραση. Η χαρά της αεργίας σε συνδυασμό με τον τρόμο της ανεργίας κράτησαν λίγες μόνο εβδομάδες.
Για πολλά χρόνια υπέγραφα τα συμβόλαια με τους εκδότες χωρίς να δίνω ιδιαίτερη σημασία πέρα από τα βασικά: αμοιβή και προθεσμία. Στην πορεία, χάρη στη δράση του Συλλόγου Μεταφραστών, Επιμελητών και Διορθωτών (ΣΜΕΔ) και της Πανελλήνιας Ένωσης Επαγγελματιών Μεταφραστών Πτυχιούχων Ιονίου Πανεπιστημίου (ΠΕΕΜΠΙΠ) και τη γνωριμία μου με εμπειρότερες συναδέλφισσες και συναδέλφους άρχισα να ενημερώνομαι για τα πνευματικά δικαιώματα του μεταφραστικού μου έργου, αρκετές φορές απευθύνθηκα σε νομικούς που ειδικεύονται στο δίκαιο πνευματικής ιδιοκτησίας, και άρχισα να συζητώ με τους εκδότες κάποιους όρους των συμβάσεων και να διεκδικώ π.χ. την αναγραφή του ονόματός μου στο εξώφυλλο ή ένα έστω συμβολικό ποσοστό πνευματικών δικαιωμάτων επί των πωλήσεων, πέραν της εφάπαξ αμοιβής μου. Η αλήθεια είναι πως κάποιοι εκδότες δεν μπαίνουν καν στη διαδικασία συζήτησης ή αναπροσαρμογής των όρων των συμβολαίων τους, αλλά με ενδιαφέρει πολύ να ανοίγω αυτή τη συζήτηση όποτε μπορώ, ανεξαρτήτως αποτελέσματος, ακόμα κι αν γίνομαι «γραφική». Στην πράξη, συνήθως η διαπραγμάτευση αρχίζει και τελειώνει στο ύψος της εφάπαξ αμοιβής. Αξίζει πάντως να σημειωθεί πως με τα χρόνια έμαθα πως η μη υπογραφή συμβολαίου είναι καλύτερη από την υπογραφή ενός «κακού» συμβολαίου, δεδομένου ότι τα πνευματικά δικαιώματα των μεταφραστών προστατεύονται ούτως ή άλλως από το νόμο.
Όσο για τις προθεσμίες, επιτρέψτε μου απλώς να ευχαριστήσω τους εκδότες με τους οποίους συνεργάζομαι για την κατανόησή τους. Ναι, είμαι από αυτές τις περιπτώσεις.

Παναγιώτης Ευαγγελίδης
Όπως είπα το κάνω κατά καιρούς οπότε ίσως μια φορά τα δύο τρία χρόνια αλλά χωρίς αυτό να είναι απόλυτο προς καμία κατεύθυνση.
Τις προθεσμίες τις διαπραγματεύομαι πάντα ξέροντας ότι το κάνω αργά και αφότου έχω τελειώσει μία μετάφραση την κοιτάζω κάμποσες φορές αφήνοντας ανάμεσα να περάσει κάποιος χρόνος.
Πληρώνομαι μία φορά, δεν μου έχει συμβεί ποτέ να μου δώσει κάποιος εκδότης αργότερα δικαιώματα.
Προτείνω ενίοτε βιβλία, ναι, και ενίοτε η πρότασή μου έχει γίνει αποδεκτή, συνήθως όμως μου προτείνουν και εγώ αποδέχομαι ή όχι.

Γεωργία Ζακοπούλου
Επί 35 χρόνια δεν έχω μείνει ποτέ χωρίς βιβλίο. Πάντα δούλευα με συμβόλαιο και ποτέ με πιεστικές προθεσμίες, επειδή ήταν μια προϋπόθεση εκ των ων ουκ άνευ για μένα για να μπορώ να κάνω καλή δουλειά. Οι αμοιβές, στην Ελλάδα είναι ως γνωστόν τουλάχιστον ανεπαρκείς, και πνευματικά δικαιώματα δεν παίρναμε, εμείς οι παλιοί. Ελπίζω η νέα γενιά να το διεκδικήσει και να το κερδίσει. Από μέρους μου διεκδίκησα να αναφέρεται στο συμβόλαιο η υποχρέωση αναγραφής του ονόματος των μεταφραστών/ μεταφραστριών στο εξώφυλλο της έκδοσης, κάτι που νομίζω πως έχει γίνει πλέον κανόνας για τους περισσότερους εκδότες. Αυτό που ήταν για μένα επίσης πάρα πολύ σημαντικό, και φρόντισα να αναφέρεται στα συμβόλαιά μου, ήταν η έγκριση από μεριάς μου των διορθώσεων της επιμέλειας, γεγονός που μου έδωσε τη δυνατότητα να γνωρίσω ορισμένες σημαντικές επιμελήτριες που με τη δουλειά τους πραγματικά βελτίωναν το τελικό αποτέλεσμα. Και γι’ αυτό τις ευχαριστώ. Από τα βιβλία που κατά καιρούς πρότεινα, είχα την τύχη να δω ορισμένα να εκδίδονται, αλλά το ποσοστό τους σε σχέση με το σύνολο των βιβλίων που έχω μεταφράσει είναι μικρό, περίπου ένα 10%.

Ιωάννα Ηλιάδη
Από την αρχή της ενασχόλησής μου με τη μετάφραση είχα την τύχη να δημιουργήσω καλές και σταθερές συνεργασίες, κάτι που σαφώς διευκολύνει τη συνεννόηση και τον προγραμματισμό ανάμεσα στις δύο πλευρές. Σε ό,τι έχει να κάνει με τα συμφωνητικά, υποθέτω πως λίγο πολύ όλοι οι μεταφραστές υπογράφουμε τους ίδιους γενικούς όρους, με προθεσμίες που ορίζονται από τους εκδοτικούς οίκους, όπως συνήθως και το ύψος της αμοιβής μας, η οποία, ακόμα κι όταν θεωρείται συγκριτικά «καλή», σπανίως αντιστοιχεί στον μόχθο που αφιερώνει σε κάθε βιβλίο ένας ευσυνείδητος μεταφραστής, ειδικά αν συνυπολογίσουμε και τις υποχρεώσεις προς το κράτος. Η δυσάρεστη αλήθεια είναι ότι ο μέσος μεταφραστής αντιμετωπίζει την ανασφάλεια και όλες τις αντιξοότητες του ελεύθερου επαγγέλματος χωρίς πάντα να απολαμβάνει και την ανάλογη αυτονομία. Αν και στο παρελθόν έχουν υπάρξει εξαιρέσεις, κατά κανόνα μεταφράζω βιβλία που μου προτείνονται, ευτυχώς με συχνότητα τέτοια ώστε να εργάζομαι αδιάλειπτα!

Γιάννης Καλιφατίδης
Η σχέση μου με τους εκδότες ποικίλλει. Με ορισμένους έχω πιο τακτική συνεργασία, με άλλους λιγότερο. Εξίσου διαφέρουν και οι προσωπικές σχέσεις μου με τους εκδότες. Ο αλληλοσεβασμός είναι για μένα καθοριστικό στοιχείο στη σχέση μου με κάθε εκδότη. Προσπαθώ όσο μπορώ να τηρώ τους χρόνους παράδοσης που αναγράφονται στο συμφωνητικό. Από κει και πέρα, διεκδικώ όσα δικαιώματα θεωρούνται από τη διεθνή κοινότητα (και είναι) αυτονόητα για κάθε έργο πνευματικής ιδιοκτησίας ή για την αναγνώριση της δουλειάς μας, όπως η αναγραφή του ονόματος στο εξώφυλλο, οι αξιοπρεπείς αμοιβές, η κοινή επιλογή του τίτλου ή του εξωφύλλου και, προπάντων, ο έλεγχος των δοκιμίων. Με άλλα λόγια, εφόσον μια μετάφραση φέρει την υπογραφή μου, κρίνω εύλογο να δίνω ο ίδιος το «τυπωθήτω», εγκρίνοντας ασφαλώς αρκετές από τις παρατηρήσεις του επιμελητή/διορθωτή. Δεν θεωρώ τον εαυτό μου τέλειο ούτε τελειομανή. Οπότε κάθε εποικοδομητικό σχόλιο από τρίτους μόνο καλό κάνει στο τελικό αποτέλεσμα.
Διαβάζω αρκετά βιβλία γερμανόφωνης λογοτεχνίας και προσπαθώ να προτείνω κάποια σε ελληνικούς εκδοτικούς οίκους, συνήθως με επιτυχία. Επίσης, αποφεύγω να αναλαμβάνω μεταφράσεις έργων που είτε δεν θα τα διάβαζα είτε θα μου έφερναν πλήξη ή δεν ανταποκρίνονται στα αισθητικά μου κριτήρια και στα πολιτικά μου πιστεύω.

Αλέξης Καλοφωλιάς
Υπάρχουν πλέον συγκεκριμένοι εκδοτικοί οίκοι με τους οποίους συνεργάζομαι και συνήθως οι αναθέσεις έχουν συχνότητα περίπου ενός βιβλίου τον χρόνο. Παρ’ όλα αυτά ο χρόνος είναι πάντα ένα πρόβλημα, γιατί η μετάφραση ακροβατεί ανάμεσα στην ολοκλήρωση ενός έργου σε προκαθορισμένο χρονικό διάστημα και τη δημιουργική διεργασία η οποία απαιτεί ελευθερία και έμπνευση που δεν έρχεται πάντα κατά παραγγελία. Αυτό από μόνο του μπορεί να κάνει τη λογοτεχνική μετάφραση μία υποαμοιβόμενη εργασία, καθώς συνήθως σου παίρνει πολύ περισσότερο χρόνο απ’ όσο έχεις υπολογίσει∙ πάντα θα ήθελες να διαθέτεις λίγο περισσότερο. Αν προσθέσουμε την ιδιότητα του αυτοαπασχολούμενου με ό,τι αυτό συνεπάγεται σε μια κατεστραμμένη οικονομικά χώρα όπως η Ελλάδα, η υπερεργασία γίνεται συνώνυμη της επαγγελματικής μεταφραστικής συνθήκης. Όσο αφορά τα συμβόλαια, είναι επιτακτική ανάγκη η ύπαρξη ενός συλλογικού προτύπου που θα ορίζει έναν κοινό άξονα για τη διαχείριση των δικαιωμάτων του μεταφραστή, καθιστώντας τον συμμέτοχο της επιτυχίας ενός μεταφρασμένου λογοτεχνικού έργου.
Έχω μεταφράσει βιβλία που έχω προτείνει ο ίδιος, αλλά ως επί το πλείστον μεταφράζω βιβλία που μου προτείνουν οι εκδοτικοί οίκοι. Με τα χρόνια, δημιουργείς μια μικρή εξειδίκευση, και το πράγμα λειτουργεί.

Μάγκυ Κοέν
Όπως είπε ο Valery Larbaud «Πες μου ποιον μεταφράζεις για να σου πω ποιος είσαι», όλα τα έργα που έχω μεταφράσει είναι της δικής μου επιλογής και εκφράζουν τις δικές μου (λογοτεχνικές) αναζητήσεις, αρχικά ως αναγνώστρια. Ειδικά για την περίπτωση του σπουδαίου ισραηλινού συγγραφέα Αβραάμ Β. Γεοσούα, είμαι ιδιαίτερα περήφανη που, προτείνοντας τον στις εκδ. Καστανιώτη, συνέβαλα στο να γίνει γνωστό στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό το μεγαλύτερο μέρος του έργου του.
Θεωρώ εξαιρετικά σημαντικό να δίνεται στον μεταφραστή όλος ο απαιτούμενος χρόνος προκειμένου να «δουλέψει» τη μετάφραση του. Από αυτή την άποψη, οι εκδοτικοί οίκοι με τους οποίους συνεργάστηκα σέβονταν πάντοτε να χρονικά όρια που έθετα για την παράδοση μιας μετάφρασης, όπως και την επιθυμία μου για στενή συνεργασία με τους επιμελητές.
Σε ό,τι αφορά το θέμα της αμοιβής και των δικαιωμάτων του μεταφραστή, ενώ έχει γίνει σημαντική πρόοδος από τότε που ξεκίνησα, (με τη μετάφραση του Κύριου Μάνι, του Αβραάμ Β. Γεοσούα, το 1998), δυστυχώς έχουμε ακόμα μεγάλη απόσταση να διανύσουμε ώστε να εκτιμηθεί πραγματικά και να αμειφθεί ανάλογα ο μόχθος του μεταφραστή.

Έφη Κορομηλά
Στη διάρκεια των σαράντα χρόνων που ασχολούμαι με τη μετάφραση, έχω συνεργαστεί με πολλούς εκδοτικούς οίκους και οι σχέσεις μας ήταν πάντα πολύ καλές – εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις. Υπήρχε και υπάρχει αμοιβαία συνέπεια στις εκατέρωθεν υποχρεώσεις μας.
Μεταφράζω βιβλία που προτείνω εγώ σε μεγάλο ποσοστό, θα έλεγα στο 70-80%, κυρίως όταν πρόκειται για έργα της κλασικής λογοτεχνίας.

Γιώργος Κυριαζής
Με τους εκδότες είχα κατά καιρούς και καλές εμπειρίες και κακές. Συνήθως με προσεγγίζουν εκείνοι, κατά κανόνα με κάτι δύσκολο. Η μοναδική πρόταση που έκανα εγώ σε εκδότη ατύχησε λόγω αδυναμίας να αποκτηθούν τα δικαιώματα.

Αχιλλέας Κυριακίδης
Ακριβώς επειδή δεν ζω από τη μετάφραση, ούτε, φυσικά, ζω μόνο για τη μετάφραση, είναι φανερό, νομίζω, ότι είναι πολύ υψηλό το ποσοστό που μου ζητάτε στη δεύτερη ερώτησή σας, αλλά και συντριπτικό το ποσοστό (αγγίζει το 100%) βιβλίων που μου πρότεινε εκδότης να μεταφράσω και που αρνήθηκα για πολλούς λόγους, κυριότερος των οποίων είναι ότι δεν μου άρεσαν.

Μιχάλης Μακρόπουλος
Φροντίζω, εξυπακούεται, να έχω πάντοτε δουλειά ― δηλαδή να μην έχω ούτε εβδομάδα ελεύθερη. Συμβόλαιο υπογράφεται πάντα για μια ανατεθειμένη μετάφραση. Οι προθεσμίες ποικίλλουν, από εξαιρετικά σφιχτές έως χαλαρές (ποτέ υπερβολικά χαλαρές, ωστόσο). Δικαιώματα δεν παίρνω, παρά μόνο ένα συμφωνημένο ποσό άπαξ, και οι αμοιβές επαρκούν μετά βίας, δηλαδή αρκούν εφόσον δεν υπάρχουν κενά και η εργασία είναι αδιάλειπτη. Όσο για το τελευταίο, αποφεύγω να προτείνω βιβλία, πλην ίσως ελαχιστότατων εξαιρέσεων. Διαχωρίζω το «γούστο» μου από τη μεταφραστική μου εργασία.

Αργυρώ Μαντόγλου
Αναλαμβάνω, μετά από δική τους πρόταση, το βιβλίο που μου αναθέτουν και το παραδίδω μέσα στο χρονικό πλαίσιο που οι ίδιοι έχουν καθορίσει. Σπανίως θα μεταφράσω κάποιο βιβλίο που έχω προτείνει η ίδια. Συνήθως έχουν το δικό τους πρόγραμμα και βιβλία τα οποία έχουν επιλέξει οι συνεργάτες τους.

Ιφιγένεια Ντούμη
Δεν είμαι πολύ καλός «μάνατζερ» του εαυτού μου, είμαι εσωστρεφής. Οπότε η συχνότητα των αναθέσεων μικραίνει εκ των πραγμάτων. Συμβόλαια υπογράφονται πάντα (πλέον). Καλά, κακά, φλου αρτιστίκ, πάντως υπογράφονται. Με το θέμα των δικαιωμάτων δεν νομίζω ότι έχει ποτέ κανείς μας επαφή. Για την αμοιβή δεν μπορώ να πω κάτι, διότι προκύπτει από συμφωνία, δεν με εξαναγκάζουν. Γενικά, με προθεσμίες και αμοιβές δεν είχα ποτέ παράπονο, ό,τι έγινε έγινε κοινή συναινέσει. Εξάλλου σχεδόν όλοι εκείνοι με τους οποίους έχω συνεργαστεί ήταν και είναι σοβαροί. Συνήθως μεταφράζω μετά από ανάθεση. Πράγματα που μου αρέσουν ή και που δεν μου αρέσουν και πολύ καμιά φορά, δεν έχω πρόβλημα με αυτό· δεν έχω την πολυτέλεια να αρνούμαι δουλειές, και, φυσικά, δεν κάνω εκπτώσεις (όχι συνειδητά, τουλάχιστον). Όσο για δικές μου προτάσεις… Νομίζω έχω περισσότερους λόγους να μην προτείνω, παρά για το αντίθετο.

Μαρία Ξυλούρη
Η μόνη περίπτωση στην οποία έχω αυτοπροταθεί για μετάφραση είναι αυτή της Χάνια Γιαναγκιχάρα. Οι μεταφράσεις του Ντέιβιντ Μίτσελ και του Πολ Όστερ μου προτάθηκαν καθώς γνώριζαν οι εκδότες ότι ήμουν πιστή αναγνώστρια των συγκεκριμένων συγγραφέων.
Όπως προείπα, η μετάφραση δεν είναι η κύρια απασχόλησή μου. Αρνούμαι λοιπόν τις περισσότερες από τις προτάσεις που μου γίνονται –ακόμα και αν αφορούν βιβλία που με ενδιαφέρουν πολύ– επειδή, πολύ απλά, δεν έχω χρόνο. (Και σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούσα να αναλάβω δύο μεταφράσεις ταυτόχρονα.)
Προσπαθώ οι προθεσμίες μου να είναι οι μεγαλύτερες δυνατές, πολύ περισσότερο που συνήθως καταπιάνομαι με ογκώδη βιβλία. Τη μία και μοναδική φορά που από τον ενθουσιασμό μου δέχτηκα μια πολύ πιο σφιχτή προθεσμία το μετάνιωσα πικρά.

Μαρία Οικονομίδου
Όλα αυτά τα χρόνια, έχω συνεργαστεί με αρκετούς εκδοτικούς οίκους. Έτσι, η επαγγελματική μου σχέση αλλά και η προσωπική μου εμπειρία παρουσιάζουν έντονες διακυμάνσεις. Η συχνότητα των αναθέσεων καθορίζεται από πολλούς παράγοντες, όπως ο θεματικός προσανατολισμός κάθε εκδότη ή τα αντικειμενικά οικονομικά μεγέθη κάθε οίκου. Συχνά παίζει ρόλο και κάποια «γλώσσα αναφοράς» – για παράδειγμα, υπάρχουν εκδότες που στρέφουν το ενδιαφέρον τους σε μη αγγλόγλωσσα κείμενα. Φυσικά, έχει διαμορφωθεί ένας βασικός πυρήνας εκδόσεων με τις οποίες συνεργάζομαι σε σταθερή βάση. Από εκεί και πέρα, υπάρχει και ένας ευρύτερος κύκλος εκδοτών που από καιρό σε καιρό –ή για κάποιον συγκεκριμένο λόγο– θέλουν να φέρουν στο ελληνικό κοινό ένα ιταλικό έργο.
Οι προθεσμίες παράδοσης είναι ένα σημαντικό πρόβλημα το οποίο καλείται να αντιμετωπίσει όποιος ασχολείται επαγγελματικά με τη μετάφραση. Και σε αυτή την περίπτωση, ένα πλήθος παραμέτρων, όπως η έναρξη μιας εμπορικής περιόδου ή μια συμφωνία που μπορεί να έχει ένας εκδοτικός οίκος σε σχέση με την ημερομηνία ολοκλήρωσης του έργου, καθορίζουν το εύρος του χρόνου που έχουμε στη διάθεσή μας. Οι λύσεις εδώ δεν είναι πολλές. Κάποιες φορές, όχι τις περισσότερες, υπάρχει η δυνατότητα να μεταφέρεις τον τρέχοντα όγκο δουλειάς για να δώσεις προτεραιότητα σε μια «κατεπείγουσα» ανάθεση· συχνά όμως οφείλεις να την αρνηθείς. Ως επιμελήτρια, έχω πέσει πάνω σε κακές –πραγματικά κακές όμως– μεταφράσεις και, ως μεταφράστρια, δεν θα ήθελα ποτέ να έρθω σε αυτή τη θέση.
Όσον αφορά τις αμοιβές, νομίζω ότι για όσους τουλάχιστον βρίσκονται αρκετά χρόνια στον χώρο της μετάφρασης έχει διαμορφωθεί ένα σχετικά σταθερό πλαίσιο. Και εδώ τα πράγματα είναι πιο σύνθετα. Για παράδειγμα, το ύψος των απολαβών επηρεάζεται ασφαλώς και από τη γλώσσα την οποία μεταφράζουμε. Από αυτή την άποψη, όσοι μεταφράζουν μη αγγλόγλωσσα κείμενα είναι ελαφρώς πιο προνομιούχοι· ο νόμος της προσφοράς, βλέπετε. Πάντως, επειδή έχω συχνές επαφές με συναδέλφους στο εξωτερικό, είμαι σε θέση να γνωρίζω ότι η μετάφραση, αλλά και η επιμέλεια, στην Ελλάδα εξακολουθεί να είναι μια κακοπληρωμένη δουλειά.
Μολονότι παρακολουθώ τακτικά τις ιταλικές εκδόσεις και το διάβασμα βιβλίων στα ιταλικά είναι μέρος της καθημερινότητάς μου, αποφεύγω να προτείνω βιβλία προς μετάφραση. Αξιολογώ βεβαίως για λογαριασμό εκδοτών, και από αυτή την άποψη συμμετέχω στην απόφαση για την παραγωγή στα ελληνικά κάποιων βιβλίων, αλλά δεν μπαίνω στη διαδικασία μιας πρότασης. Δεν πρόκειται για κάποιου είδους «αναγνωστικό εγωισμό», ούτε για κάποιους συγκεκριμένους λόγους αρχής. Ίσως είναι ιδιοσυγκρασιακό. Μόνο τελευταία, διαβάζοντας τη σκέψη ενός Ιταλού διανοούμενου, ένιωσα την ανάγκη να προτείνω κάποια κείμενά του –όχι λογοτεχνικά– για παρουσίαση στο ελληνικό κοινό και νομίζω ότι τελικά θα εκδοθούν ένα ή δύο βιβλία.

Γιάννης Παλαβός
Μιας και μεταφράζω αποκλειστικά βιβλία που προτείνω ο ίδιος, συνήθως προϋποτίθεται μια φιλική σχέση με τον εκδότη, μια σχέση συνεννόησης, κι αυτό διέπει τα πάντα: προθεσμία, συμβόλαιο, αμοιβή, επιμέλεια, εξώφυλλο, αισθητική της έκδοσης. Βιβλία που γεννιούνται και ωριμάζουν έτσι έχουν κάτι το λεπταίσθητο, ως έργα περισσεύματος καρδίας. Οπότε συνήθως η συνεργασία γίνεται σε εγκάρδιο κλίμα, κάτι που το έχω ανάγκη – και το έχει ανάγκη και το βιβλίο.

Μαρία Παλαιολόγου
Παρότι είμαι, όπως λέτε, καταξιωμένη μεταφράστρια, οι αναθέσεις έρχονται κυρίως μετά από δική μου πρωτοβουλία. Επικοινωνώ με τα πρακτορεία των συγγραφέων που με ενδιαφέρουν, ζητώ να διαβάσω τα βιβλία τους και αν κρίνω ότι κάποιο απ’ αυτά μπορεί να ενδιαφέρει τους εκδοτικούς οίκους με τους οποίους έχω εδραιώσει μια καλή συνεργασία, το προτείνω και συνήθως εκδίδεται. Άλλες φορές, μου στέλνουν εκείνοι βιβλία να διαβάσω, διότι εμπιστεύονται την ικανότητά μου να διακρίνω ένα κακό από ένα καλό βιβλίο. Δικαιώματα δεν υπάρχουν, δεν έχω λάβει ποτέ χρήματα από τις πωλήσεις των βιβλίων που έχω μεταφράσει.

Βασίλης Παπαγεωργίου
Μεταφράζω μόνο βιβλία που επιλέγω και προτείνω εγώ. Κυρίως ποίηση. Η αμοιβή στη Σουηδία ακολουθεί συνήθως τις συστάσεις της Σουηδικής Εταιρείας Συγγραφέων, είτε πρόκειται για ένα ποσό που προκαταβάλλεται είτε για ποσοστά επί της τιμής κάθε αντίτυπου που πωλείται. Στην Ελλάδα οι εμπειρίες μου είναι διαφορετικές. Ένας εκδοτικός οίκος με μεγάλη και καλή οικονομία πληρώνει ό,τι έχει συμφωνηθεί εκ του προτέρου για τη μετάφραση. Τον εκδοτικό οίκο με μικρή οικονομία, αλλά όμως με πολύτιμες για μένα και δυσπώλητες εκδόσεις τον αντιμετωπίζω διαφορετικά. Είτε δεν δέχομαι να πληρωθώ για να στηρίξω το όραμα του μικρού οίκου είτε θα μπορούσε η αμοιβή μου να συζητηθεί ώστε να πραγματοποιηθεί η απαιτητική έκδοση. Τα συγγραφικά δικαιώματα του πρωτότυπου είναι φροντίδα του εκδοτικού οίκου. Ως μεταφραστής διατηρώ πάντα τα δικαιώματα της μετάφρασης. Και μια εξαίρεση ως τώρα: Μετάφρασα χωρίς συμβόλαιο και αμοιβή το δράμα Χέντα Γκάμπλερ του Χένρικ Ίψεν κατόπιν παραγγελίας από την πρώην θεατρική ομάδα «Ακτίς Αελίου» για την παράστασή τους στο θέατρο Αμαλία το 2016.

Κλαίρη Παπαμιχαήλ
Συνήθως δεν προτείνω βιβλία σε εκδοτικούς οίκους. Δύο φορές που το έχω κάνει, έχουν επιλέξει άλλους μεταφραστές… Επιλέγω να συνεργάζομαι πλέον με εκδότες που πληρώνουν σε τακτές ημερομηνίες. Τα συμβόλαια που υπογράφουμε διασφαλίζουν πρωτίστως τους εκδότες, οι οποίοι καθορίζουν και τις αμοιβές. Κατά τη γνώμη μου, οι αμοιβές είναι πολύ χαμηλές, σε σχέση με τον κόπο, την προσήλωση και την τέχνη που απαιτεί η μετάφραση. Είμαι από τις πολύ τυχερές μεταφράστριες, γιατί σ’ όλη τη διάρκεια της καριέρας μου είχα τη μια ανάθεση μετά την άλλη και οι εκδότες/υπεύθυνοι έκδοσης σέβονται τα τελευταία εννέα χρόνια την αναπηρία μου και δεν με πιέζουν στις προθεσμίες. Πολλές φορές, μάλιστα, υπερεκτιμώντας τις δυνάμεις μου, υπήρξα εγώ ασυνεπής απέναντί τους ως προς τους χρόνους παράδοσης. Όσο για τα δικαιώματα… Όταν στο εξωτερικό οι μεταφραστές ζουν από δικαιώματα 2-3 βιβλίων τον χρόνο, κι εδώ θεωρείται ότι καλύπτονται από την αμοιβή μας, τι να λέμε τώρα… Ακόμα κι όταν γίνονται δεύτερες εκδόσεις των βιβλίων, δικαιώματα δεν παίρνουμε. Κι αν τα ζητήσεις, μπαίνεις αυτομάτως σε μαύρες λίστες. Οι μεταφραστές στην Ελλάδα, όπου τα εκδιδόμενα βιβλία είναι ως επί το πλείστον μεταφράσεις, είμαστε ο τελευταίος τροχός της αμάξης. Συχνά δεν μπαίνει καν το όνομά μας στο εξώφυλλο του βιβλίου. Ακόμα πιο συχνά, επικρατεί η άποψη των επιμελητών! Υπήρξαν περιπτώσεις που ήρθαν ξένοι συγγραφείς στην Ελλάδα και δεν προσκλήθηκαν οι μεταφραστές τους! Να μη μιλήσουμε για τους «αλεξιπτωτιστές» μεταφραστές… Προσωπικά, θεωρώ ότι θα έπρεπε υπάρχει Σωματείο Μεταφραστών, όπου τα μέλη του θα πρέπει να έχουν αξιολογηθεί, και το οποίο θα ορίζει ένα κατώτερο όριο αμοιβής αναλόγως της περίπτωσης (λογοτεχνικά, επιστημονικά, τεχνικά κ.λπ. κείμενα), και οι εκδότες θα είναι υποχρεωμένοι να προσλαμβάνουν από αυτό το επίσημο σωματείο τους συνεργάτες τους. Πιστεύω πως έτσι θα λυθούν πολλά προβλήματα.

Άννα Παπασταύρου
Έχω εξαιρετική σχέση με τους εκδότες μου. Αυτό οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι είμαι πια «παλιά» στο χώρο και έχω την πολυτέλεια να επιλέγω τους εκδότες με τους οποίους ξέρω ότι μπορώ να συνεργάζομαι καλά. Στο παρελθόν είχε τύχει να έχω δυσάρεστες εκπλήξεις, είτε μεγάλες καθυστερήσεις στην πληρωμή της μετάφρασης είτε αθετήσεις συμφωνιών και, το κυριότερο και συχνότερο, μη τήρηση των υποχρεώσεων που αφορούν δικαιώματα. Αυτό το κεφάλαιο είναι ίσως το μόνο που δεν αντιμετωπίζεται στη χώρα μας με τον δέοντα σεβασμό στο πρόσωπο του μεταφραστή.
Συνήθως μεταφράζω βιβλία που μου ανατίθενται από τους εκδοτικούς, οι οποίοι με γνωρίζουν και ξέρουν τι μπορώ να αποδώσω καλύτερα, τι είναι με άλλα λόγια αυτό που «μου ταιριάζει». Τυχαίνει βέβαια να προτείνω βιβλία δικής μου επιλογής, αν και σε μικρό ποσοστό, κυρίως γιατί τα προτεινόμενα από τους εκδοτικούς είναι πολλά και δε μου αφήνουν χρονικά περιθώρια για άλλες προτάσεις.

Νίκος Πρατσίνης
Νιώθω πως δεν κατανοώ απολύτως την έκφραση «συχνότητα αναθέσεων». Εν πάση περιπτώσει, πάντως, δεν είχα ποτέ κάποιου είδους αποκλειστική συνεργασία με έναν εκδότη, οπότε ίσως και να ετίθετο ανάλογο ζήτημα. Προσπαθώ να είμαι εντελώς freelancer. Ακόμη όμως και σε περίπτωση σταθερής συνεργασίας ή και αποκλειστικότητας ενός μεταφραστή με έναν εκδότη, ο δεύτερος δύσκολα μπορεί να δεσμευθεί ως προς τον όγκο ή/και την συχνότητα των αναθέσεων στον πρώτο — με εξαίρεση ίσως, αν και, οπωσδήποτε, εν μέρει, τις λογοτεχνικές μεταφράσεις από τα αγγλικά, που αφθονούν σχετικά, πάντα ευνοώντας την άτυπη οιονεί υπαλληλοποίηση κάποιων μεταφραστών. Και αυτό γιατί το εκδοτικό πρόγραμμα διαμορφώνεται (και τροποποιείται συχνά στην πορεία) ανά έτος, ή και ανά διετία και βάλε, συναρτήσει (και) της «ασταθούς συμπεριφοράς» της αγοράς. Οπότε ο εκδότης αισθάνεται πάντα, πολύ εύλογα, ότι κινείται σε ένα κλίμα αβεβαιότητας. Βέβαια, κάποιοι συνάδελφοι, λόγω επαγγελματικής ανασφάλειας, μπαίνουν, ενίοτε, στον πειρασμό, καμιά φορά να φανταστούν την —εκ των πραγμάτων πάντα ελεύθερη— σχέση τους με κάποιον εκδότη ως σταθερή, και πολλοί εκδότες, με το αζημίωτο, καλλιεργούν αυτή τη γλυκιά φαντασίωση. Ανθρώπινες αδυναμίες…
Τα τελευταία χρόνια η πολυθρύλητη ορατότητα του μεταφραστή, δηλαδή, εν προκειμένω, η αναγραφή ντε και καλά του ονόματός του στο εξώφυλλο, οδηγεί, καμιά φορά, σε «ατύπως» ημισταθερές (sic) σχέσεις με κάποιους εκδότες. Ειδικά όταν πρόκειται για κάποια θεωρούμενα «ευπώλητα» έργα σύγχρονων διαττόντων αστέρων της λογοτεχνίας, την έκδοση των οποίων συχνά αναλαμβάνει, σταθερά, για έναν εκδότη, ένας συγκεκριμένος «ορατός» μεταφραστής. Κάποιες φορές αυτός τυχαίνει (;) να είναι micro-celebrity των γραμμάτων και των τεχνών, της κριτικής, του ακαδημαϊκού χώρου, των ΜΜΕ, της πολιτικής… O επιτυχημένος «ορατός» μεταφραστής, καμιά φορά, μπαίνει στον πειρασμό να επαναλάβει μια επιτυχημένη, μεταφραστικά ή/και εμπορικά, «γραφή» του σε πολύ διαφορετικούς συγγραφείς. Εις βάρος, ενίοτε, του ύφους κάποιου συγγραφέα, επ’ ωφελεία όμως, ενίοτε, κάποιου εκδότη, συχνά δε και του ιδίου του «ορατού» μεταφραστή. Είτε πάλι, βασιζόμενος στην «ορατότητά» του, γίνεται, ενίοτε, υπερπαραγωγικός εις βάρος της ποιότητας που θα ήταν σε θέση να δώσει. Προφανώς, αυτά δεν ισχύουν για τους περισσότερους «ορατούς» καλούς μεταφραστές που νιώθουν αναγκασμένοι, έστω και λόγω ανταγωνισμού και μόνον, να αγωνίζονται συνεχώς για να διαφυλάξουν την «ορατότητά» τους. Πάντως, τα έχουν τα brands κάτι τέτοια προβλήματα, σχεδόν πάντα. Οι δε μεταφραστές/μεταφράστριες δεν είναι όλοι/ες όμορφοι/ες: την πλειονότητά τους μάλλον το ημίφως θα κολάκευε.
Συμβόλαια κάνω σχεδόν πάντα, αφότου ξεκίνησα να μεταφράζω λογοτεχνία, τη δεκαετία του 1980. Δεν μου τα έχει αρνηθεί κανείς και σχεδόν πάντα έχουν τηρηθεί κατά γράμμα από πλευράς εκδότη, με κάποιες «ελληνικές» καθυστερήσεις καταβολής της αμοιβής, ενίοτε.
Στις προθεσμίες προσπαθώ να είμαι συνεπής. Η μετάφραση ενός βιβλίου δεν είναι εκπόνηση πανεπιστημιακής διατριβής. Το timing της έκδοσης είναι σημαντικό. Στις περισσότερες φορές που δεν επέδειξα συνέπεια, το θέμα έτυχε (;) να λυθεί φιλικά και σε συνεργασία με τον εκδότη, χωρίς να υποστεί ζημιά ούτε αυτός, ούτε και εγώ.
Η αμοιβή μου καθορίζεται πάντα ad hoc, ξεχωριστά για κάθε βιβλίο. Αν η προτεινόμενη δεν μου φαίνεται επαρκής, δεν αναλαμβάνω τη μετάφραση του εν λόγω βιβλίου. Χωρίς γκρίνιες. Νομίζω πως αυτό είναι καλό για μένα και τον συγγραφέα. Για τον εκδότη δεν ξέρω…
Γενικά, και λαμβάνοντας υπόψιν και την άνοδο του επικαιροποιημένου δείκτη τιμών στην Ελλάδα, οι αμοιβές από τη δεκαετία του 1980 μέχρι και τις αρχές της πρώτης δεκαετίας μετά το 2000 γνώρισαν μια σχετική άνοδο. (Και η ποιότητα των μεταφράσεων, συνολικά κρινόμενων). Στη συνέχεια η τάση ήταν μάλλον πτωτική, και έγινε πολύ πτωτική την εποχή της οικονομικής κρίσης. (Παρατηρείται δε, σχετικά συχνά πλέον, και μια πτώση της ποιότητας, ακόμη και σε αποδεδειγμένα καλούς μεταφραστές…). Το ποσό της αμοιβής του μεταφραστή δεν έχει ανακάμψει και, κατά τα φαινόμενα, μάλλον δεν προβλέπεται να ανακάμψει. Εξάλλου, οι απαιτήσεις του κοινού και των εκδοτών ως προς την ποιότητα της μετάφρασης είναι, νομίζω, όλο και λιγότερες. Η μείωση της αμοιβής γίνεται, συνήθως, επί του προσφερόμενου ποσού ανά δεκαεξασέλιδο. Οριζόμενο πλέον σήμερα με βάση τον αριθμό των λέξεων, των γραμμάτων, των «χτυπημάτων» με ή χωρίς κενά… Κατά το δοκούν (του εκδότη). Πρόσφατα πληροφορήθηκα ότι μεγάλος και καλός εκδοτικός οίκος πρόσφερε 120 € μικτά/16σέλιδο σε νέα μεταφράστρια, για τον γλωσσικό συνδυασμό ισπανικά προς ελληνικά.
Η επιτυχία ενός μεταφρασμένου βιβλίου, σε αρκετές περιπτώσεις, έχει πλέον οριακή σχέση με την ποιότητα της μετάφρασης, ακόμη και σε μεγάλους εκδοτικούς οίκους. Όχι όλους, καθότι σε πολλούς η «συνολική πρώτη εικόνα» της εκδιδόμενης μετάφρασης διασώζεται, τελικά, από ικανούς και φιλότιμους επιμελητές —είναι εντυπωσιακά πολλοί, ακόμη…— όταν τους παρέχεται επαρκής χρόνος. Οπότε η μετάφραση, αν μη τι άλλο «ρέει». Ούτε γάτα ούτε ζημιά. Το φαινόμενο όμως δεν παύει να υπάρχει, και να εμφανίζεται όλο και πιο συχνά.
Σκέφτομαι καμιά φορά πως, με την ταχεία εξέλιξη της απόδοσης της ΑΙ, σε ένα εγγύς μέλλον, ίσως η μετάφραση, σε ορισμένες τουλάχιστον περιπτώσεις μη απαιτητικών λογοτεχνικών έργων, να γίνεται με τη χρήση ΑΙ και καλών «ορατών» μεταφραστών σε καθήκοντα επιμελητή. Κάτι που ήδη συμβαίνει στην τεχνική μετάφραση, όπως είδαμε.
Προσωπικά προτιμώ τη συνεργασία με μικρούς και νεοφυείς εκδοτικούς οίκους, οι οποίοι, ελλείψει επαρκούς προβολής και διαφήμισης, ποντάρουν, σχετικά συχνά, στην ποιότητα της μετάφρασης. Κούνια που τους κούναγε βέβαια… Άγονος ο αγώνας τους, συνήθως. Εν πάση περιπτώσει, είναι συχνά εκδοτικά «ξαναμμένοι» και διατεθειμένοι να δώσουν «κατιτίς παραπάνω».
Τα πνευματικά δικαιώματα του μεταφραστή στην πράξη είναι μάλλον κάτι άγνωστο και εξωτικό στην Ελλάδα. Πράγμα λογικό και κατανοητό, αφού τα τιράζ της ελληνικής αγοράς είναι πολύ μικρά για τη συντριπτική πλειονότητα των λογοτεχνικών βιβλίων. Και γίνονται όλο και πιο μικρά, με κάποιες εξαιρέσεις πάντα, ελέω εξασφαλισμένης προβολής συνήθως, από τα ΜΜΕ και τα ΜΚΔ (εσχάτως). Επιπλέον, δεν είναι μάλλον εφικτό στον μεταφραστή να προβαίνει σε έλεγχο του αριθμού των πωλούμενων ανά έτος αντιτύπων. Εισπράττω κάποια μικροποσά για τα δικαιώματα από τον ΟΣΔΕΛ· παλαιότερα ήταν πιο γενναιόδωρος (...).
Τα μισά περίπου βιβλία που έχω μεταφράσει τα έχω προτείνει εγώ σε εκδότες στους οποίους είχα εμπιστοσύνη· ότι δηλαδή δεν θα ανέθεταν, τελικά, σε άλλο μεταφραστή το προταθέν βιβλίο, έχοντάς το απορρίψει αρχικά, μιλώντας με μένα. Φαινόμενο όχι και τόσο σπάνιο, για πολλούς και ποικίλους λόγους. Και όχι αποκλειστικά ελληνικό. Φαινόμενο σχετιζόμενο (και) με την επιμόνως επιδιωκόμενη από πολλούς, εκδότες (και μεταφραστές), «ορατότητα» του μεταφραστή. Στα αστόχαστα χρόνια της νιότης πρότεινα βιβλία που άρεσαν (συνήθως μόνο) σε μένα. Με τον καιρό άρχισα να προτείνω και βιβλία που (πιστεύω πως θα) αρέσουν, ίσως, και στον εκδότη ή/και στην τσέπη του, πιο εμπορικά δηλαδή, εν ολίγοις. Η σχέση μεταφραστή-εκδότη, παρότι συχνά είναι διακεκομμένα συγκρουσιακή, πιστεύω πως θα πρέπει να αποβλέπει σε win-win καταστάσεις. Και, πώς να το κάνουμε, αλλιώς σε βλέπει ένας εκδότης αν του έχεις προτείνει κάποτε κάτι κάπως ευπώλητο. Ειδικά στις μέρες μας, που οι εκδοτικές προτάσεις συνιστούν μια ακόμη υπόρρητη υποχρέωση του μεταφραστή. (Μαζί με παρουσιάσεις βιβλίων, συνεντεύξεις, αναρτήσεις σε ΜΚΔ και… δε συμμαζεύεται!).
Τα άλλα μισά μού έχουν προταθεί από εκδότες. Έχω αρνηθεί προταθέντα βιβλία, για τέσσερις λόγους: ασύμφορη προτεινόμενη αμοιβή (σε συνάρτηση πάντα και με τη δυσκολία του εκάστοτε έργου), ασφυκτικά μικρή προθεσμία για την ολοκλήρωση του έργου, μη μεταφρασιμότητα (σπανίως), έργο εντελώς βαρετό και αδιάφορο, την αμοιβή του οποίου θα μπορούσα να εισπράξω εργαζόμενος λιγότερο χρόνο, πιθανόν και πιο ξεκούραστα και με πιο λίγες (ξ)αγρύπνιες και έγνοιες, στην τεχνική μετάφραση.

Ισμήνη Ραντούλοβιτς
Συνεργάζομαι συστηματικά με εκδότες από την Ελλάδα, τη Σερβία και την Κροατία και μαζί τους συνάπτω συμβόλαια στο πλαίσιο των οποίο ορίζουμε από κοινού τις προθεσμίες παράδοσης της μετάφρασης, καθώς και άλλα σχετικά θέματα. Οι αμοιβές και τα δικαιώματα είναι μέρος του ιδιωτικού συμφωνητικού που συνάπτουμε και κυμαίνονται εντός του πλαισίου που καθορίζουν ο νόμος και η αγορά. Κατά μέσο όρο μεταφράζω 3 με 4 βιβλία τον χρόνο και πιο συγκεκριμένα 1-2 από τα σερβικά, τα κροατικά ή τα αγγλικά στα ελληνικά, και 1-2 από τα ελληνικά ή τα αγγλικά στα σερβικά και κροατικά, ενώ ταυτόχρονα συνεργάζομαι και ως μεταφράστρια θεατρικών διασκευών και βοηθός σκηνοθέτη σε παραστάσεις που ανεβάζουν στην Ελλάδα οι Σέρβοι σκηνοθέτες Νικίτα Μιλιβόγεβιτς και Νέμποϊσα Μπράντιτς (Μπουλγκάκοφ, Τσέχοφ, Μπρεχτ, Ίψεν, Άντριτς, Αριστοφάνης, Μρόζεκ, Αισχύλος, Κοβάτσεβιτς / Κουστουρίτσα). Οι εκδότες που συνεργάζομαι τηρούν της συμφωνίες της και γενικότερα είναι αρκετά συνεργάσιμοι, ενώ στα θέατρα η συνεργασία εξαρτάται περισσότερο από τον παραγωγό και εκεί τα πράγματα είναι πιο ρευστά.
Σχετικά με το θέμα των προτάσεων που κάνω της εκδότες, μπορώ να πω ότι αρκετά συχνά οι Έλληνες εκδότες δέχονται της προτάσεις μου αφού οι εν λόγω προτάσεις, όταν τελικά υλοποιούνται, επιδοτούνται τακτικά από τα Υπουργεία πολιτισμού της Σερβίας και της Κροατίας, τα οποία υπουργεία έχουν σταθερά προγράμματα επιχορήγησης μεταφράσεων αντιπροσωπευτικών έργων των λογοτεχνιών της. Από την άλλη, στη Σερβία και την Κροατία, ακούνε με προσοχή της προτάσεις μου και της εξετάζουν σοβαρά, αλλά της περισσότερες φορές αποφασίζουν να επιλέξουν κάποιες από της προτάσεις ελληνικών βιβλίων που επιδοτούνται από το πρόγραμμα Δημιουργική Ευρώπη, εφόσον τα ελληνικά εθνικά προγράμματα επιχορήγησης μεταφράσεων τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια δεν λειτουργούν με σταθερότητα και συνέπεια.

Αγγελική Σιγούρου
Συμβαίνουν και τα δύο, να μεταφράσω βιβλία που μου δίνει ο εκδοτικός οίκος και να προτείνω εγώ έργα στον εκδοτικό οίκο. Πιο συχνά ωστόσο είναι εκείνοι που αποφασίζουν –κυρίως στη λογοτεχνία. Συνήθως γίνεται η ανάθεση προφορικά και αργότερα κάνουμε το συμβόλαιο. Η ημερομηνία παράδοσης ορίζεται από κοινού. Σε σχέση με την αμοιβή, τόσο οι μεταφραστές/μεταφράστριες όσο και οι εκδότες/εκδότριες γνωρίζουν ότι συνήθως δεν υπάρχει αντιστοιχία μεταξύ της μεταφραστικής εργασίας –και του χρόνου που αυτή απαιτεί– και της αμοιβής της.

Θωμάς Σκάσσης
Έχω συνεργαστεί με αρκετούς εκδοτικούς οίκους (Εστία, Πόλις, Μεταίχμιο, Πατάκης, Κέδρος, Libro, Καπόν, Ψυχογιός, Μίνωας) ολοκληρώντας 46 βιβλία που εκδόθηκαν και 4 που έμειναν ανέκδοτα για λόγους που αφορούσαν τον εκάστοτε εκδότη. Πάντοτε αναλάμβανα βιβλία που πρότεινε ο εκδοτικός οίκος. Όταν κάποιος μεταφράζει επαγγελματικά, κάνοντας 2 με 3 βιβλία κάθε έτος, δεν έχει τον ελεύθερο χρόνο να διαβάζει και να προτείνει ο ίδιος βιβλία, ούτε την πολυτέλεια να αρνείται προτάσεις. Θεωρώ ότι σημαντικός παράγοντας για την καλή συνεργασία με τον εκδότη είναι εκ μέρους του μεταφραστή η συνέπεια όσον αφορά την τήρηση του χρόνου παράδοσης και εκ μέρους του εκδότη η έγκαιρη καταβολή της συμφωνημένης αμοιβής. Είχα την τύχη να συνεργαστώ (τις περισσότερες φορές) με συνεπείς εκδότες που εκτιμούσαν την πνευματική εργασία των μεταφραστών και των διορθωτών/επιμελητών τους.

Σωτήρης Σουλιώτης
Αν εννοείτε ποιος εκδότης μου αναθέτει κάτι πιο συχνά, αυτό ποικίλει: συνήθως ένας εκδότης θέλει περισσότερα από ένα βιβλία, και τη συγκεκριμένη περίοδο δίνω βάρος εκεί. Και μετά έρχεται άλλος. Τα συμβόλαια γίνονται αμέσως και οι αμοιβές πληρώνονται ή με την παράδοση της μετάφρασης (συνήθως τμηματικά, δηλ. όχι όλο το ποσό αμέσως) ή με προκαταβολή πριν ξεκινήσω. Οι προθεσμίες είναι πιο χαλαρές, οι εκδότες δεν επιμένουν πολύ στις προθεσμίες, όμως και αυτό ποικίλει. Όσο για τα δικαιώματα, ισχύει ό,τι ορίζει ο νόμος και ο ΟΣΔΕΛ ― και χαίρομαι που τον έχουμε.
Τώρα ως προς το ποσοστό των βιβλίων που προτείνω εγώ για μετάφραση, αυτό εξακολουθεί να είναι μικρότερο από αυτό που προτείνουν οι εκδότες, όμως έχει αυξηθεί σε σχέση με το παρελθόν: παλιά ήταν 90% οι προτάσεις του εκδότη, και 10% οι δικές μου, και το 10% είναι ίσως υπερβολικά πολύ. Τώρα μπορώ να πω ότι είμαστε στο 70-30: 70 % οι εκδότες, 30% εγώ.

Ευρυβιάδης Σοφός
Το ποσοστό μετάφρασης που εγώ προτείνω στους εκδότες είναι το 20%, στα 10 βιβλία που έχω μεταφράσει, τα δύο ήταν δικές μου επιλογές. Συνήθως μεταφράζω ένα με δύο βιβλία τον χρόνο. Πληρώνομαι με τίτλο κτήσης, οι εκδότες σε γενικές γραμμές σέβονται την προθεσμία που προτείνω και η αμοιβή ανταποκρίνεται στα χρόνια εμπειρίας που έχω, το αποτέλεσμα και τη γενικότερη συνεργασία με τον εκάστοτε εκδοτικό οίκο.

Νίκη Σταυρίδη
Δεν έχω σταθερή σχέση με τους εκδότες, αν και έχει συμβεί να συνεργαστώ με κάποιους για περισσότερες από μία μεταφράσεις. Όσον αφορά τις αμοιβές προθεσμίες και δικαιώματα, αυτά συμφωνούνται με τον εκδότη ή την εκδότρια στο ξεκίνημα της ανάθεσης του εκάστοτε έργου και κλείνουν με την ολοκλήρωσή του.
Σε ένα σύνολο 21 βιβλίων, 4 από αυτά τα έχω προτείνει η ίδια σε εκδοτικούς οίκους (και εκδόθηκαν). Όλα τα υπόλοιπα ήταν επιλογή των εκδοτών να μεταφραστούν (εκδόθηκαν όλα ― πλην ενός).

Βάσια Τζανακάρη
Έχω κάποιες σταθερές συνεργασίες και πάντα χαίρομαι να ξεκινάω καινούργιες. Με κάποιους εκδότες υπάρχει ροή, δηλαδή μου κάνουν απανωτές αναθέσεις. Η συχνότητα είναι συνήθως ανάλογη με το μέγεθος του εκδοτικού. Οι πιο μικροί οίκοι έχουν λιγότερα βιβλία, επομένως οι αναθέσεις είναι πιο σποραδικές. Όσοι συνεργάζομαι είναι συνεπείς στους όρους των συμβολαίων, τις πληρωμές. Οι προθεσμίες κάποιες φορές είναι πιεστικές, π.χ. σε περίπτωση που ο εκδότης θέλει να συμπέσει η ελληνική έκδοση με την κυκλοφορία του βιβλίου στο εξωτερικό. Και γενικότερα ο χρόνος είναι ένα ζήτημα, γιατί είναι συνάρτηση των αμοιβών που υπάρχουν στον χώρο. Πολύ απλά, αν υπήρχαν καθιερωμένες καλύτερες αμοιβές, θα είχαμε περιθώριο να αναλάβουμε λιγότερα βιβλία και προφανώς να τα φροντίσουμε περισσότερο. Δεν έχει τύχει να μεταφράσω βιβλίο που πρότεινα εγώ, έχω όμως προτείνει ελάχιστα πράγματα, δεν προλαβαίνω.

Αθηνά Ψυλλιά
Αυτά είναι ερωτήματα που στη διάρκεια σχεδόν 30 χρόνων απαντόνται διαφορετικά. Για πολλά χρόνια, είχα έναν σταθερό συνεργάτη-εκδοτικό, στην πορεία έχω συνεργαστεί με πολλούς εκδοτικούς για κάποιο βιβλίο του οποίου τα δικαιώματα είχαν ήδη εξασφαλίσει. Τα πρώτα 15 χρόνια, υπήρχε πολλή συζήτηση με τον υπεύθυνο ξένης λογοτεχνίας, διάβαζα βιβλία για τα οποία υπήρχε οψιόν, με κάποιο τρόπο συναποφασίζαμε την πρόταση στον εκδότη. Η κρίση από το 2008 και μετά, περιόρισε αυτού του είδους τη συνεργασία. Η συχνότητα των αναθέσεων δεν είναι κάτι που βρίσκεται στον έλεγχό μου, ο περιορισμένος χρόνος μου ορίζει τι μπορώ να κάνω, συνήθως ένα ή το πολύ δύο βιβλία τον χρόνο, ενώ έχει υπάρξει χρονιά που δεν έχω θελήσει να μεταφράσω, αλλά και χρονιά κατά την οποία δεν μου προτάθηκε κάποιο βιβλίο.
Η προθεσμία είναι βασικός λόγος απόρριψης βιβλίου, εφ’ όσον έχω άλλη προηγούμενη υποχρέωση. Η αμοιβή μου είναι περίπου η ίδια εδώ και πολλά χρόνια και αντιπροσωπεύει μικρό ποσοστό του εισοδήματός μου. Δεν έχω λάβει άλλες αμοιβές για δικαιώματα πέρα από την αρχική αμοιβή έναντι πνευματικών δικαιωμάτων που ορίζει το συμβόλαιο. Έχω αρνηθεί να μεταφράσω από κορεσμό, κόπωση, επειδή θεωρώ ότι έκλεισε ένας κύκλος για μένα σε σχέση με κάποιο συγγραφέα, επειδή δεν θέλω πλέον να υπηρετήσω κάποια συγγραφική φωνή, επειδή η αμοιβή που μου προτείνουν είναι χαμηλή ή επειδή δεν έμεινα ευχαριστημένη με τη συνεργασία με κάποιον εκδοτικό. Αναλόγως με τη φάση της οικονομίας, αυτό μπορεί να σημαίνει μεταφραστικό κενό ή ευκαιρία να μεταφράσω καινούρια πράγματα. Στην πιο σταθερή μου συνεργασία, έχουμε συζητήσει τι είναι αυτό που με ενδιαφέρει σε αυτή τη φάση να μεταφράσω, έχω κάνει προτάσεις.

3. Έχετε κάποια συγκεκριμένη μέθοδο/ρουτίνα εργασίας; Σε περίπτωση που μεταφράζετε το έργο κάποιου/κάποιας εν ζωή συγγραφέως, συνηθίζετε να ζητάτε τη συνδρομή του/της και πώς;

Μαρία Αγγελίδου
Η δουλειά μου αποτελείται περισσότερο από διάβασμα. Διαβάζω όσο μπορώ περισσότερες φορές το βιβλίο, μία τουλάχιστον φορά με δυνατή φωνή. Διαβάζω και ό,τι άλλο έχει γράψει ο/η συγγραφέας του. Διαβάζω ακόμα βιβλία άλλων, που συγγενεύουν χρονικά ή υφολογικά μ’ αυτό. Το γράψιμο ακολουθεί. Αν ο/η συγγραφέας μου ζει, φυσικά προσπαθώ να έρθουμε σε επαφή και επικοινωνία.

Βίκυ Αλυσσανδράκη
Δεν θεωρώ πως έχω συγκεκριμένη μέθοδο εργασίας. Αντιπαραβάλλω όμως πάντοτε στο τέλος κάθε μέρας το κομμάτι που μετέφρασα με το πρωτότυπο, για να αποφεύγω τις αβλεψίες και τις παραλείψεις κατά λάθος (μπορεί να συμβεί! Και μάλιστα συχνά!). Πάντοτε είμαι σε επαφή με τους εν ζωή συγγραφείς που μεταφράζω. Έχει για μένα πολύ μεγάλη σημασία. Θέλω να μεταφέρω τη δική τους φωνή στα ελληνικά και γι’ αυτό πρέπει να είμαι σίγουρη για κάθε σειρά που μεταφράζω. Αν δεν είμαι, πάντοτε ζητώ τη συνδρομή των συγγραφέων. Με κίνδυνο να είμαι και... τσιμπούρι!

Σοφία Αυγερινού
Έχοντας διαβάσει το έργο και σχετική δευτερογενή βιβλιογραφία, καταγράφω μια πρώτη μορφή της μετάφρασης. Κατόπιν αφήνω να παρέλθει κάποιο χρονικό διάστημα, για να «καθαρίσει» ο νους μου και να αποστασιοποιηθώ κάπως από τις επιλογές μου και αργότερα επιστρέφω και αντιπαραβάλλω λέξη προς λέξη πρωτότυπο και μετάφρασμα. Έπειτα ξεκινά η δική μου επιμέλεια επί του κειμένου, η επίλυση διλημμάτων και η τελική ανάγνωση. Κάποιες φορές χρειάζεται η βοήθεια φυσικών ομιλητών ή ανθρώπων με εξειδικευμένες γνώσεις σε διάφορα αντικείμενα. Ξαναβλέπω το μετάφρασμα όταν έχει περάσει από τα χέρια του επιμελητή, για να λυθούν επιπλέον απορίες και να φωτιστούν σκοτεινά σημεία. Μετά τη σελιδοποίηση, το διαβάζω ξανά. Είναι πάντα δύσκολη η στιγμή του «τυπωθήτω», αλλά το βιβλίο πρέπει να πάρει τον δρόμο του, η συγγραφή και η μετάφραση είναι ζωντανές διαδικασίες που μας ακολουθούν καθώς εμείς αλλάζουμε, πρέπει όμως να ξέρουμε πότε έχει έρθει η ώρα να βάλουμε τελεία.
Όσο για την επικοινωνία με τους εν ζωή συγγραφείς, εξαρτάται από τις ιδιαιτερότητες του κειμένου, έχει συμβεί και αυτό. Επειδή όμως προτιμώ να μεταφράζω κλασικούς συγγραφείς, δεν μου δίνεται συχνά αυτή η ευκαιρία. Και αυτό είναι ένα από τα παράδοξα της μετάφρασης, γιατί είναι το παρελθόν ίσα ίσα, η παλιότερη μορφή της γλώσσας, οι συνθήκες που αναπαράγονται στα λογοτεχνικά έργα, αυτό που θα είχε μεγαλύτερη ανάγκη διευκρίνισης, ώστε να συνδέσουμε το έργο με την εποχή μας. Στην περίπτωση, λοιπόν, της κλασικής λογοτεχνίας, η έλλειψη αναπληρώνεται από τις κριτικές μελέτες, τα ιστορικά λεξικά, τις βιογραφικές πληροφορίες, τις σημειώσεις των ίδιων των συγγραφέων και φυσικά το σύνολο του έργου τους: Όλα αυτά με βοηθούν να εγκαθιδρύσω μια ιδεατή «επικοινωνία» με τον δημιουργό.

Άννα Βερροιοπούλου
Φαντάζομαι ότι, λίγο πολύ, η ρουτίνα μου είναι αυτή που έχουν οι περισσότεροι. Καφές, λεξικά, βιογραφίες, μελέτες, καφές, ίντερνετ, και ώρες, ώρες, ώρες…. Ξαναδουλεύω το κείμενο πολλές φορές. Αν έχω μεταφράσεις στα αγγλικά, τις συμβουλεύομαι για τα σημεία που με παίδεψαν, αφού πρώτα έχω δώσει εγώ μια λύση. Ναι, μπορεί να ζητήσω τη συνδρομή του/της συγγραφέως μέσω email. Για συγγραφείς που δεν βρίσκονται εν ζωή είχα την τύχη να επικοινωνήσω με μελετητές του έργου τους ή συγγενείς τους.

Έφη Γιαννοπούλου
Αν εννοούμε ως μέθοδο τον τρόπο με τον οποίο προσεγγίζει κανείς ένα κείμενο, θα έλεγα πως για μένα αυτός διαφέρει ανάλογα με το προς μετάφραση έργο. Υπάρχουν περιπτώσεις που έχουν προηγηθεί πολλές αναγνώσεις και προηγούμενη έρευνα, κι άλλες που όλα αυτά συμβαίνουν παράλληλα με τη μεταφραστική δουλειά. Νομίζω πως πάντα με απασχολεί πρώτα το ύφος, το να συλλάβω τη φωνή και το ρυθμό του κειμένου, και σε δεύτερη φάση οι εκλεπτύνσεις που μπορεί να αφορούν είτε πραγματολογικά στοιχεία, είτε σημεία με μεταφραστικές δυσκολίες. Από την άλλη, νομίζω ότι ζώντας πλέον, όπως οι περισσότεροι, πολλές ώρες της μέρας, και της εργασιακής, στο διαδίκτυο, τα πάντα μπερδεύονται γλυκά. Μια απορία στο υπό μετάφραση κείμενο μπορεί να οδηγήσει σε διαδικτυακή περιπλάνηση, που είτε πλουτίζει την κατανόηση του κειμένου, είτε πλουτίζει τις γνώσεις και την ευαισθησία της μεταφράστριας γενικότερα. Αναζητώ τον/την συγγραφέα συχνά, αν και όχι πάντα, μιας και κάπου στο τέλος της μετάφρασης μαζεύονται συνήθως απορίες που μόνο εκείνος ή εκείνη μπορεί να τις λύσει. Η επαφή γίνεται συνήθως μέσω email.

Κρυστάλλη Γλυνιαδάκη
Η ρουτίνα εργασίας μου περιλαμβάνει συνήθως ένα συγκεκριμένο αριθμό σελίδων ανά ημέρα, βρέξει-χιονίσει. Φυσικά, όσο πιο δύσκολο είναι το αρχικό κείμενο, τόσο μειώνεται ο αριθμός των σελίδων.
Πολλές φορές έχει τύχει να επικοινωνήσω με συγγραφέα τον οποίο μεταφράζω, ναι. Υπάρχουν και φορές που του έχω επισημάνει λάθη στο αρχικό κείμενο που ξέφυγαν από την επιμέλεια στην original γλώσσα.

Ευγενία Γραμματικοπούλου
Η γενική φόρμουλα είναι δουλειά μέχρις εξοντώσεως, ατελείωτα αναγνώσματα (γαλλικά και ελληνικά) και διόλου λελογισμένη χρήση του χρόνου: εάν μια υποσημείωση χρειαστεί μια ώρα με το ρολόι ή και παραπάνω, θα της την αφιερώσω. Ως προς τη ρουτίνα, πιο αποτελεσματικό τρόπο θεωρώ την «ολομέτωπη επίθεση» σε ένα κείμενο, ακριβώς όπως στην ανάγνωση ενός μεγάλου μυθιστορήματος, να του επιτρέψεις να λειτουργήσει ως ρουφήχτρα: ιδανικά χωρίς περισπάσεις από άλλες ασχολίες και υποχρεώσεις, με κατεβασμένα τα τηλέφωνα, αποκλεισμένες τις δελεαστικές περισπάσεις. Αν υπήρχαν σοβαρές βιβλιοθήκες στην Ελλάδα με υποδειγματικά αναγνωστήρια θα ήταν ο παράδεισός μου. Δεν είναι πολλοί οι εν ζωή συγγραφείς που έχω μεταφράσει και συνήθως δεν χρειάστηκα τη συνδρομή τους, εκτός από τον ομότιμο σήμερα καθηγητή και ακαδημαϊκό Λάμπρο Κουλουμπαρίτση με τον οποίο βρισκόμασταν ανά τακτά χρονικά διαστήματα και ελέγχαμε κεφάλαιο-κεφάλαιο την Ιστορία της αρχαίας και μεσαιωνικής φιλοσοφίας, έργο ογκωδέστατο και με ειδική ορολογία που δεν θα είχα αναλάβει χωρίς τη διαβεβαίωσή του εξ αρχής ότι θα είχε τον τελικό λόγο στην επιμέλεια.

Μαρία Γυπαράκη
Εγώ πέραν του Λόγου περί της Μεθόδου του René Descartes άλλη μέθοδο δεν ξέρω. Κυρίως δουλεύω το βράδυ, όπου κι αν βρίσκομαι, την ημέρα την αφιερώνω στη μάθηση.
Φυσικά και πρέπει να ζητείται η συνδρομή των συγγραφέων που είναι εν ζωή όπως ζητείται και η συνδρομή των εν ζωή συνθετών από τον μαέστρο και τον σκηνοθέτη (αν πρόκειται για σκηνικό έργο). Αποφεύγω όμως να συνεργάζομαι με όσους είναι ενεργοί και αυτό επειδή στα τελευταία χρόνια έχει κάπως αλλάξει αυτό που εγώ έχω στο κεφάλι μου ως «εργασιακό ήθος».

Αγαθή Δημητρούκα
Η ρουτίνα μου: Επειδή δουλεύω ασταμάτητα, ενώ πάσχω από μυοσκελετικά προβλήματα, αναγκάζομαι, για να αποφεύγω τους πόνους της συνεχούς πληκτρολόγησης, να μαγνητοφωνώ τη μετάφραση prima vista και μια φίλη να την απομαγνητοφωνεί. Έτσι έχω ένα αρχικό κείμενο δακτυλογραφημένο και, παρόλο που απέχει πολύ από το τελικό, το δουλεύω με διαφορετική στάση σώματος, πιο ξεκούραστα, κι ας χρειάζεται περισσότερο χρόνο η φάση της επεξεργασίας.
Όταν έχω κάποιες αμφιβολίες, πάντα ρωτάω τους εν ζωή συγγραφείς που μεταφράζω. Επιτρέψτε μου εδώ να πω κάτι παραπάνω: Το 2018, κλείνοντας τα εξήντα και με αφορμή την πρόσκληση από τον Δημήτρη Καλοκύρη για συνεργασία στον Χάρτη, συνειδητοποίησα ότι η ζωή μου έφευγε χωρίς να έχω παρουσιάσει στην ελληνική γλώσσα σύγχρονους ισπανόφωνους ποιητές. Η πρώτη σειρά ονομάστηκε «Χάρτης θαλάσσης» και κράτησε δύο χρόνια. Η δεύτερη, επετειακή για το 2021, είχε ως τίτλο τον περίφημο στίχο του Εγγονόπουλου «Μπολιβάρ, είσαι ωραίος σαν Έλληνας» και οδήγησε στην ομότιτλη ανθολογία, έναν τεράστιο φιλελληνικό τόμο, που θα εκδοθεί Θεού θέλοντος αυτά τα Χριστούγεννα και ο οποίος μου έδωσε την ευκαιρία όχι απλώς να συνομιλήσω με τους 85 συμμετέχοντες ποιητές αλλά και να εισπράξω και να ανταποδώσω αισθήματα αδελφοσύνης και πολλαπλής συγγένειας.

Δήμητρα Δότση
Το πρωί μεταφράζω από τις 9:00 μέχρι τις 13:00, και ξανά από το απόγευμα μέχρι και μετά τα μεσάνυχτα, αναλόγως με τις αντοχές μου. Η καλύτερη ώρα για μένα είναι όταν έχει πια σκοτεινιάσει και στο σπίτι επικρατεί ησυχία και μηδενικοί περισπασμοί.
Έχω επαφή σχεδόν με όλους τους συγγραφείς μου. Η πρώτη μου κίνηση, όταν αναλαμβάνω ένα βιβλίο, είναι να επικοινωνήσω με τον συγγραφέα του. Η επαφή μαζί του με βοηθάει να τον καταλάβω καλύτερα και να μπω πιο εύκολα στον ρυθμό και το ύφος του βιβλίου του. Με ορισμένους μάλιστα, είμαστε πια φίλοι, συναντιόμαστε όποτε δοθεί η ευκαιρία, οπότε για κάθε μου απορία η επικοινωνία μας γίνεται άμεσα, είτε μέσω των social media, είτε μέσω WhatsApp. Με τους υπόλοιπους, συγκεντρώνω τις μεταφραστικές μου απορίες, αν υπάρχουν, και επικοινωνούμε μέσω email.

Φίλιππος Δρακονταειδής
Η μέθοδος εργασίας μου είναι η συνεχής μέριμνα κατανόησης του πρωτοτύπου, οι κατά τη γνώμη μου συνεχείς μεταφραστικές βελτιώσεις που ανταποκρίνονται στο ύφος και το είδος του πρωτότυπου, στην προσωπικότητα του συγγραφέα. Υπάρχουν περίοδοι «αγρανάπαυσης» όπου αφήνω την μετάφραση στην ησυχία της, επανερχόμενος δριμύτερα για τον έλεγχό της. Είχα την χαρά να γνωρίσω όλους σχεδόν τους σύγχρονους συγγραφείς, είτε προλογίζοντας την μετάφραση που είχε αναλάβει άλλος μεταφραστής, είτε ζητώντας τις απόψεις τους για δική μου μετάφραση. Η περίπτωση των ισπανόφωνων συγγραφέων είναι χαρακτηριστική. Με τους Σέρχιο Ραμίρες, Μπερνάρντο Ατζάγκα, Μάριο Βάργας Λιόσα, Σέρχιο Πιτόλ, Χουάν Μπένετ, Μανουέλ Πούιχ, Κάρμεν Μαρτίν Γκάιτε, Ερνέστο Σάμπατο, Χαβιέρ Θέρκας, Αλβάρο Μούτις, Μανουέλ Σκόρσα και άλλους υπήρξε αλληλογραφία, υπάρχουν συνεντεύξεις και σε λίγες περιπτώσεις ταβερνιακές συζητήσεις με κοψίδια και κρασιά σε Βαρκελώνη, Μαδρίτη, Τολέδο, Αθήνα. Ιδιαίτερη περίπτωση η σχέση μου με τον Μιλάν Κούντερα. Είχαμε συμφωνήσει πως η μετάφρασή μου του δοκιμίου Η τέχνη του μυθιστορήματος δεν θα σεβόταν το πρωτότυπο, θα είχε και προσθήκες! Ιδιαίτερη και η σχέση με την οικογένεια του Χουάν Ρούλφο, τον οποίο μετέφρασα τροχάδην με ενθουσιασμό και κάποιες αστοχίες. Σημειώστε πως το μυθιστόρημά μου Το μήνυμα (Εστία 1990) μιμείται το ύφος του. Η οικογένειά του μου έχει προσφέρει ενυπόγραφα τα λευκώματα των φωτογραφιών του. Γνώρισα τον δον Αντόνιο Τοβάρ στη Βαρκελώνη, μελετητή της πλατωνικής φιλοσοφίας, γλωσσολόγο, που ασχολήθηκε με τους υπό εξαφάνιση Ματάκος στα σύνορα Αργεντινής και Βραζιλίας, έχω το έργο του Relatos y diálogos de los Matacos: seguidos de una gramática de su lengua με θερμή αφιέρωση. Η σύντομη συζήτηση που είχαμε στη Βαρκελώνη μένει αξέχαστη.

Κλεοπάτρα Ελαιοτριβιάρη
Αναζητώ πάντα πληροφορίες για τον/τη συγγραφέα, το ευρύτερο έργο του/της και τον συγκεκριμένο τίτλο. Συγκεντρώνω διάφορες πληροφορίες τόσο προτού ξεκινήσω, όσο και καθόλη τη διάρκεια της μετάφρασης. Προσπαθώ να κάνω το μεγαλύτερο μέρος της έρευνάς μου, είτε σε γλωσσικό είτε σε πραγματολογικό επίπεδο, στο πρώτο χέρι της μετάφρασης, ωστόσο όταν κάποιο σημείο «αντιστέκεται» ιδιαίτερα, το μαρκάρω και προχωράω. Η έρευνα είναι αντιπαραγωγικό σπορ.
Όταν μεταφράζω συγγραφείς εν ζωή δεν θεωρώ δεδομένο πως θα επικοινωνήσω μαζί τους. Ωστόσο μπορεί να το κάνω είτε για να τους/τις συγχαρώ για τη δουλειά τους και να μοιραστώ τη χαρά μου που τους/τις μεταφράζω είτε για να ζητήσω κάποια διευκρίνιση σε συγκεκριμένα σημεία ή και τα δύο. Πάντως, προτού «ενοχλήσω» τον/την συγγραφέα με τις απορίες μου (συνήθως μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή/και μέσω κοινωνικών δικτύων, πλέον), θα έχω φροντίσει να συζητήσω πρώτα τους προβληματισμούς μου τόσο με ομότεχνούς μου όσο και με φυσικούς ομιλητές της γλώσσας που μεταφράζω. Οι πληροφοριοδότ(ρι)ες είναι θησαυρός ανεκτίμητος!

Παναγιώτης Ευαγγελίδης
Δεν έχω κάποια ρουτίνα, όλα ανάλογα με την εποχή που κάνω κάθε μετάφραση, τι άλλα πράγματα έχω να κάνω παράλληλα κτλ. Συχνά το κάνω στο πλάι σαν εναλλαγή για να μην πήζω με αυτό που κάνω κυρίως, όπως και το αντίστροφο. Μπορεί να δουλέψω μερικές μέρες ή μία περίοδο πιο εντατικά και να το συνεχίσω ύστερα από εβδομάδες ή και μήνες καμιά φορά. Ποτέ δεν έχει τύχει να ζητήσω την συνδρομή ενός ή μίας συγγραφέα εν ζωή, των οποίων μεταφράζω το έργο. Συνήθως, επειδή κυρίως μεταφράζω από τα ιαπωνικά, και επειδή τα λεξικά είναι σχεδόν ανύπαρκτα για τα ελληνικά, ζητάω συχνά συνδρομή από φίλες και φίλους Ιάπωνες.

Γεωργία Ζακοπούλου
Η συνήθης ρουτίνα μου: Όταν μου προτείνουν ένα βιβλίο, το διαβάζω (ενίοτε όχι μέχρι το τέλος) και αν μου αρέσει αναλαμβάνω τη μετάφρασή του. Στη συνέχεια, απολαμβάνω μια πρώτη ολοκληρωμένη ανάγνωση του πρωτοτύπου (άθελά του, όμως, το μυαλό συχνά ξεχνιέται και μεταφράζει, ενώ το χέρι αυτόματα κρατάει σημειώσεις).
Κι αμέσως ανασκουμπώνομαι: Κάνω πρώτα μια σχεδόν prima vista μετάφραση, ώστε να έχω το σύνολο του κειμένου στα ελληνικά, ενώ παράλληλα ξεκινάω να μελετάω τον συγγραφέα, την εποχή του, την υπόλοιπη εργογραφία του και τις ελληνικές μεταφράσεις άλλων έργων του, αναζητώντας το ιδιαίτερο συγγραφικό του ύφος.
Έπειτα, μεταφράζω πολύ προσεκτικά: λύνω τους δύσκολους κόμπους, βρίσκω τα πραγματολογικά στοιχεία (εδώ η προσεκτική χρήση του διαδικτύου, παρά τις παγίδες του, μας κάνει να απορούμε για το πώς δουλεύαμε πριν απ’ αυτό!), ξετινάζω τις γραμματικές, τον Βοσταντζόγλου, τα ξενόγλωσσα λεξικά, το λεξικό του Τριανταφυλλίδη, βιβλία με παροικίες και γνωμικά κ.τ.λ. Αυτό το δεύτερο στάδιο παίρνει πολύ χρόνο. Εδώ γίνεται όλη η δουλειά.
Ύστερα, διαβάζω το μεταφρασμένο κείμενο έχοντας πλάι το πρωτότυπο, αλλά δεν ανατρέχω σ’ αυτό παρά μόνο όταν το μετάφρασμα «κλωτσάει».
Και τέλος διαβάζω το ελληνικό κείμενο μακριά από το πρωτότυπο, σαν απλή αναγνώστρια, σαν να μην το έχω μεταφράσει εγώ. Όχι για να δω αν ρέει, αφού κατά τη γνώμη μου το θέμα δεν είναι αν ένα κείμενο ρέει (αναρωτιέμαι ποιο σοβαρό κείμενο ρέει, είτε στο πρωτότυπο είτε στη μετάφρασή του), το διαβάζω για να δω αν μπορώ να το απολαύσω όπως απόλαυσα την ανάγνωσή του στην ξένη γλώσσα (ή περίπου, για να μην υπερβάλλουμε). Εξυπακούεται, ότι και σ’ αυτή φάση συχνά γίνονται μικρές ή μεγαλύτερες διορθώσεις.
Όταν είχα την τύχη να μεταφράσω εν ζωή συγγραφείς, πάντα ή σχεδόν πάντα επικοινωνούσα μαζί τους με email για διευκρινίσεις, που συχνά ήταν πολύ βοηθητικές. Υπήρξαν και φορές που η επικοινωνία μας οδήγησε σε διορθώσεις του πρωτότυπου κειμένου αφού ο/η συγγραφέας διαπίστωνε τώρα κάποια αβλεψία του, αλλά και περιπτώσεις που η επικοινωνία δεν πρόσφερε πολλά πράγματα αφού και οι ίδιοι οι συγγραφείς δεν καταλάβαιναν εκ των υστέρων το απόσπασμα που είχαν γράψει!

Ιωάννα Ηλιάδη
Πρώτο μου μέλημα όταν ετοιμάζομαι να ξεκινήσω μια καινούργια μετάφραση είναι να διαμορφώσω ένα πρόγραμμα εργασίας που θα μου επιτρέψει να παραδώσω το κείμενό μου εντός προθεσμίας. Το επόμενο ζητούμενο είναι η σταδιακή εξοικείωση με το καινούργιο λογοτεχνικό έργο και τις όποιες ιδιαιτερότητές του, κάτι που σύντομα επιτυγχάνεται όταν εργάζομαι με έναν καλό καθημερινό ρυθμό. Όταν η μετάφραση ολοκληρωθεί, προχωρώ στο δεύτερο και στο τρίτο πέρασμα και στις απαραίτητες διορθώσεις, ενώ πάντοτε επιδιώκω τη στενή συνεργασία με τον επιμελητή ή την επιμελήτρια του βιβλίου και τον εκ νέου έλεγχο του επιμελημένου πια κειμένου. Μετά το τέλος και αυτής της φάσης, νιώθω πλέον ότι μπορώ να αφήσω πίσω μου τη συγκεκριμένη δουλειά και να καταπιαστώ με την επόμενη. Όσο για τη συνδρομή του συγγραφέα, όταν υπάρχει σοβαρή ανάγκη διευκρίνισης, ασφαλώς πρόκειται για ανεκτίμητο δώρο, ακριβώς για τον λόγο αυτόν, όμως, πιστεύω ότι πρέπει να αποτελεί και έσχατη λύση.

Γιάννης Καλιφατίδης
Κάποια συγκεκριμένη ρουτίνα όχι. Συνήθως ξυπνάω και δουλεύω μέχρι τελικής πτώσεως. Το ρεκόρ μου είναι 54 ώρες χωρίς ύπνο! Σε γενικές γραμμές, είμαι ικανοποιημένος με τον εαυτό μου αν καταφέρνω να μεταφράζω 3 σελίδες καθημερινά. Τη συνδρομή της/του συγγραφέως τη ζητώ πάντοτε. Είτε παίρνω το θάρρος να τους αναζητήσω στο διαδίκτυο είτε ζητώ το email τους από τον εκδότη. Μέχρι τώρα, είχα άψογη συνεργασία με όλες και όλους τους συγγραφείς που έχω μεταφράσει. Μάλιστα με κάποιους έχω συναντηθεί και διά ζώσης. Στην περίπτωση της Judith Schalansky (Γιούντιτ Σαλάνσκι), είχα την τύχη να συμμετάσχω σ’ ένα εβδομαδιαίο σεμινάριο στη Γερμανία, με καλεσμένες την ίδια τη συγγραφέα και όλες τις μεταφράστριές της, από την Κίνα, την Ιαπωνία, τη Μογγολία και την Ταϊλάνδη αλλά και από πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Ήταν μια καταπληκτική εμπειρία, ενώ η συνεργασία μας συνεχίστηκε κατόπιν και ηλεκτρονικά για τουλάχιστον ένα δωδεκάμηνο, κατά τη διάρκεια του οποίου ανταλλάσσαμε απορίες ή προτείναμε λύσεις σε ερμηνευτικά ζητήματα κ.ά.

Αλέξης Καλοφωλιάς
Η μετάφραση είναι πάντα ένα ταξίδι σε μια άγνωστη χώρα, ακόμα κι αν γνωρίζεις καλά το βιβλίο που θα μεταφράσεις, ακόμα κι αν είναι από τα αγαπημένα σου. Είναι τέτοιος ο βαθμός εμβάθυνσης στο κείμενο που απαιτεί. Κάθε κείμενο σου φανερώνεται με τον δικό του ρυθμό. Συνήθως ξεκινάω να μεταφράζω, φτιάχνω ένα αδρό προσχέδιο όπου προσπαθώ να είμαι όσο πιο πιστός στο πρωτότυπο γίνεται και στη συνέχεια διορθώνω τον εαυτό μου ξανά και ξανά, σε διαδοχικά «περάσματα». Όταν συναντάω στρυφνά σημεία τα επισημαίνω, συνεχίζω παρακάτω και επιστρέφω σ’ αυτά επανειλημμένα∙ καθώς το βιβλίο προχωράει, μου αποκαλύπτει το ίδιο πώς θα τα χειριστώ. Το επί μέρους υπηρετεί το συνολικό το και αντίστροφα. Είναι μια διαδικασία διαρκούς αυτοαναίρεσης ώσπου κάποια στιγμή προκύπτει μία νέα γλώσσα, που είναι ο τρόπος με τον οποίο ο συγγραφέας εκφράζει τη σχέση του με τον κόσμο. Όπως λέει εύστοχα ένας φίλος η λογοτεχνική μετάφραση είναι μια άσκηση στην ταπεινότητα∙ θα πρόσθετα ότι απαιτεί επιμονή που μερικές φορές αγγίζει τον ιδεοληπτικό ψυχαναγκασμό.
Μόνο σε μία περίπτωση χρειάστηκα τη συνδρομή του συγγραφέα για να λύσω κάποια προβλήματα που είχαν προκύψει, στη μετάφραση του βιβλίου Π όπως Πορνογραφία του Conn Andrew Lewis, και τελικά γίναμε φίλοι.

Μάγκυ Κοέν
Θα χαρακτήριζα τη μέθοδο με την οποία εργάζομαι «εμμονική»: ασχολούμαι αποκλειστικά με ένα έργο, αδυνατώ δηλ. να μεταφράζω παράλληλα και κάποιο άλλο, διαβάζω πολύ, κυρίως ελληνική αλλά και μεταφρασμένη λογοτεχνία, πράγμα που μου δίνει ερεθίσματα, με βοηθά να λύνω μεταφραστικούς γρίφους, κυρίως όμως με βοηθά να επαναοικιειοποιηθώ τη γλώσσα-στόχο, που καμιά φορά μοιάζει να την «καταπίνει» η γλώσσα-αφετηρία.
Εργάζομαι καθημερινά, με αυστηρό ωράριο, ακολουθώντας πάντα την ίδια ρουτίνα: ξαναδιαβάζω όλα όσα έχω ήδη μεταφράσει, πράγμα που με βοηθά να ξαναβρώ τον ρυθμό και το ύφος του κειμένου, να ξαναμπώ στον ειρμό του συγγραφέα.
Θεωρώ ότι η διαδικασία της μετάφρασης απαιτεί από τον μεταφραστή την μεγαλύτερη δυνατή ταύτιση, καθώς αυτή κινητοποιεί μέσα του κάτι το βιωματικό, που τον βοήθα να προσεγγίσει την αυθεντικότητα του πρωτότυπου κειμένου. Στο τελευταίο δε ―και το πιο δημιουργικό― στάδιο αυτής της διαδικασίας, ο μεταφραστής μπορεί να επιτρέψει στον εαυτό του να απαλλαγεί από την υποχρέωση να μείνει «πιστός» στο πρωτότυπο, με τη στενή έννοια του όρου, και να αναδείξει όχι μόνο όλη τη ζωντάνια και την ευελιξία της γλώσσας-στόχου αλλά, κυρίως, την δυνατότητα της να ανοιχτεί σε μια άλλη (γλωσσική) κουλτούρα. Τότε, μπορεί να ανατρέψει, λόγου χάριν, κάποια γλωσσικά στερεότυπα, να παραβεί ορισμένους γραμματικούς κανόνες, να αναζητήσει νέα σημαινόμενα και νέες εκφράσεις, που θα του επιτρέψουν να μεταδώσει στον αναγνώστη τον παλμό, «τη ζωή» του πρωτότυπου έργου.
Πριν ρωτήσω τον συγγραφέα για τυχόν σκοτεινά σημεία, προτιμώ να αφήσω το ίδιο το κείμενο να μου αποκαλύψει τα μυστικά του. Η ευκαιρία να μιλήσει ένας μεταφραστής με το συγγραφέα του βιβλίου που μεταφράζει είναι, κατά τη γνώμη μου, πολύτιμη και πάντα εμπλουτιστική. Καμιά φορά, η βοήθεια που θα λάβει μπορεί να μην του λύσει τις απορίες, οπότε θα χρειαστεί να αναλάβει ο ίδιος την ευθύνη της επιλογής του, βασιζόμενος στο αισθητήριο του και τις γνώσεις του. Κάτι ανάλογο μου συνέβη όταν ζήτησα από τον Άμος Οζ να με συμβουλέψει αν έπρεπε να χρησιμοποιήσω την λέξη «αγάπη» ή «έρωτα», (τη στιγμή που δεν υπάρχει στην εβραϊκή γλώσσα αυτός ο διαχωρισμός!) Πρόσφατα, μεταφράζοντας την ισραηλινή συγγραφέα Χιλά Μπλουμ, βρέθηκα μπροστά σε μια κάπως γριφώδη φράση της. Στις επίμονες ερωτήσεις μου, η συγγραφέας μου επεσήμανε ότι η ασάφεια ήταν ηθελημένη από την πλευρά της. Η επισήμανση της, άκρως διδακτική, μου υπενθύμισε πόσο σημαντικό είναι ο μεταφραστής να διατηρεί - στο μέτρο του δυνατού- το διφορούμενο ή το αμφίσημο του πρωτότυπου έργου, να κατανοεί αλλά να μην υποκύπτει στον πειρασμό να επεξηγεί ή να απλουστεύει, να αφήνει τελικά περιθώριο να λειτουργήσει και στη γλώσσα-στόχο η ανάκληση συνειρμών.

Έφη Κορομηλά
Έχω μία ρουτίνα που είναι τόσο ευχάριστη, ώστε δυσκολεύομαι να την χαρακτηρίσω σαν τέτοια. Εργάζομαι κάθε μέρα, εκτός από αυτές που δεν αισθάνομαι αρκετά δημιουργική ή που άλλες ασχολίες δεν μου επιτρέπουν να αφοσιωθώ αποκλειστικά στη διαπροσωπική σχέση μεταφραστή/στριας – έργου.
Ναι, έχει χρειαστεί να επικοινωνήσω με τον/τη συγγραφέα που μεταφράζω, και αυτή έχει γίνει με ηλεκτρονική αλληλογραφία.

Γιώργος Κυριαζής
Η μετάφραση απαιτεί συγκέντρωση, και ο τρόπος να την πετύχει κανείς ποικίλλει από άνθρωπο σε άνθρωπο. Γνωρίζω ότι πολλοί βάζουν μουσική όταν εργάζονται, κυρίως κλασική. Εμένα όμως με αποσπά, ίσως γιατί είμαι μουσικός. Η προσοχή μου στρέφεται αμετάκλητα εκεί, και το παιχνίδι είναι χαμένο. Άλλοι προτιμούν τη σιωπή, στην οποία όμως εγώ δεν έχω συνηθίσει. Οπότε καταλήγω στη λύση του βίντεο ή του πόντκαστ, κατά προτίμηση στα αγγλικά. Ακούγεται παράδοξο, αλλά όταν ακούω ανθρώπους να μιλούν (ως ηχητικό φόντο, βέβαια, όχι δυνατά) χαλαρώνω και μπορώ να συγκεντρωθώ καλύτερα σε αυτό που κάνω.
Ως προς τη συνομιλία με τους συγγραφείς κατά τη διάρκεια της μετάφρασης, αυτή την ευκαιρία την είχα μόνο με τον Γκαρθ Ρισκ Χάλμπεργκ όταν μετέφραζα την Πόλη στις φλόγες (Κέδρος 2015), ο οποίος δεχόταν ερωτήσεις γραπτά μέσω ενός αρχείου στο Google Docs. Παλιότερα είχα προσπαθήσει να έρθω σε επαφή μέσω αλληλογραφίας με τον Τόμας Πίντσον, όταν μετέφραζα το Μέισον και Ντίξον (Χατζηνικολή 2003), αλλά χωρίς επιτυχία.

Αχιλλέας Κυριακίδης
Κλασική μέθοδος: Blitzkrieg στο πρωτότυπο (πρώτο χέρι με δεκάδες παρανοήσεις και εκατοντάδες κενά και αμφιβολίες) και μετά 2, 3, 4, 5 «χέρια» (αναλόγως), ως το τελευταίο, το πιο δύσκολο και πιο επικίνδυνο, που έχει να κάνει με την επιχείρηση «υποταγής» του ελληνικού πια κειμένου στο ρυθμό του πρωτοτύπου. Και ναι, μ’ αρέσει και μ’ έχει βοηθήσει πολύ η αλληλογραφία με έναν ξένο συγγραφέα ενώ μεταφράζω κάποιο βιβλίο του.

Μιχάλης Μακρόπουλος
Πολύ απλά, κάθομαι στο γραφείο μου κι αρχίζω να δουλεύω… Ορίζω τις σελίδες που πρέπει να βγουν μες στη μέρα, κι όταν τις ολοκληρώνω σταματώ. Σε κάποιες περιπτώσεις ναι, έρχομαι σε επαφή με τη/τον συγγραφέα, αλλά οι περισσότεροι έτσι κι αλλιώς δεν είναι διαθέσιμοι.

Αργυρώ Μαντόγλου
Εργάζομαι με συγκεκριμένο ωράριο όπως κάθε εργαζόμενος, 8 με 10 ώρες ημερησίως. Έχει χρειαστεί να συνεργαστώ με εν ζωή συγγραφέα ή με ομάδα μεταφραστών και από άλλες χώρες όπως, για παράδειγμα, με τα βιβλία του Καζούο Ισιγκούρο.

Ιφιγένεια Ντούμη
Δεν δουλεύω πάντα με τον ίδιο τρόπο, ωστόσο κάποιες τακτικές επαναλαμβάνονται. Για παράδειγμα, συνήθως διαβάζω το βιβλίο για πρώτη φορά μεταφράζοντάς το. Μου αρέσει να αιφνιδιάζομαι όπως ο αναγνώστης και νομίζω ότι αυτό περνάει αυθόρμητα και στη μετάφραση. Πράγμα που σημαίνει ότι κάνω πολλές επιμέλειες μετά και αναγκάζομαι να γυρίζω πίσω πολλές φορές, αλλά δεν με πειράζει καθόλου, με συναρπάζει μπορώ να πω (αν και παίρνει χρόνο). Πάντα διαβάζω δυνατά όλο το βιβλίο, όσο μεγάλο και να είναι. Πάντα κάνω διόρθωση σε χαρτί. (Βέβαια έχω κοντέψει αρκετές φορές να πάθω εγκεφαλικό νομίζοντας ότι έχασα το ντοσιέ με την εκτύπωση και τις χειρόγραφες διορθώσεις.) Πάντα βρίσκω αφορμή να μιλήσω με τον/τη συγγραφέα, ακόμα και αν δεν έχω σημαντικές απορίες. Μου αρέσει να τους ακούω να μιλάνε για το βιβλίο τους, καταλαβαίνεις πάρα πολλά έτσι, και αν μάλιστα κάνεις νωρίς αυτή τη συζήτηση, μπορεί να σε οδηγήσει σε συγκεκριμένες επιλογές, ακόμη και ασυναίσθητα. Είναι μέρος της έρευνας για τον συγγραφέα και χτίζει μια διακριτικά τρυφερή σχέση ανάμεσά σας.

Μαρία Ξυλούρη
Η ρουτίνα της μεταφραστικής μου εργασίας ως ένα βαθμό καθορίζεται από το ότι η μετάφραση δεν είναι το κύριό μου επάγγελμα – οπότε δουλεύω, αναγκαστικά, εκτός των συνηθισμένων ωρών γραφείου μου, τα απογεύματα, και προσπαθώ όσο μπορώ να σταματώ στις εννιά το βράδυ το αργότερο (και να εκμεταλλεύομαι όσο μπορώ τις αργίες και τα σαββατοκύριακα).
Πριν ξεκινήσω μια μετάφραση κάνω μια «χαρτογράφηση» των ιδιαιτεροτήτων και των δυσκολιών (βέβαια συχνά στην πράξη προκύπτουν δυσκολίες που δεν τις είχες δει κατά τις πρώτες αναγνώσεις): έχω, έτσι, μια πρώτη ιδέα για τα εξειδικευμένα λεξικά που ίσως μου χρειαστούν, τα άλλα βιβλία στα οποία καλό θα είναι να ανατρέξω, τις ταινίες που ίσως είναι χρήσιμο να δω, τους ανθρώπους που θα μπορούν να απαντήσουν τυχόν απορίες μου κ.ά.
Ως προς τη συνδρομή των συγγραφέων, τη θεωρώ πολύ σημαντική και την επιδιώκω στον βαθμό που οι ίδιοι μου την επιτρέπουν (και έχω την τύχη οι συγγραφείς που μεταφράζω να εκτιμούν βαθιά τη μετάφραση και να είναι γενναιόδωροι με τον χρόνο τους): ο συγγραφέας μπορεί να δώσει σημαντικές διευκρινίσεις –για μια εικόνα ή μια ιδέα που υπάρχει στο κείμενο, για έναν χαρακτήρα–, να απαντήσει σε απορίες αλλά και να εξηγήσει περαιτέρω τους κανόνες και τους περιορισμούς βάσει των οποίων γράφτηκε το κείμενο, κανόνες και περιορισμούς που η μετάφραση δεν μπορεί να μην παίρνει υπόψη της.
Για τη μετάφραση του Άτλαντα νεφών, για παράδειγμα, πέρα από τις πολλές απαντήσεις και διευκρινίσεις που μου έδωσε ο συγγραφέας μέσω ιμέιλ, όπως πάντα συμβαίνει από όταν πρωτοξεκίνησα να τον μεταφράζω, κάναμε εκτενείς συζητήσεις για τους χαρακτήρες και τη γλώσσα τους, τις αποκλίσεις μεταξύ αγγλικής και αμερικανικής έκδοσης κ.λπ., ώστε να βεβαιωθώ ότι οι ιδέες μου είναι σύμφωνες με τις δικές του ιδέες και προθέσεις και υπηρετούν το δικό του σχέδιο για το βιβλίο παρά τις δικές μου εντυπώσεις για αυτό.

Μαρία Οικονομίδου
Η ρουτίνα είναι το παρεπόμενο σχεδόν κάθε επαγγελματικής δραστηριότητας. Η διαφορά με μια αμιγώς εξαρτημένη εργασιακή σχέση είναι ότι εκεί οι κανόνες, τα ωράρια ή η παραγωγικότητα καθορίζονται τρόπον τινά εξωτερικά. Έτσι, στη δουλειά μας η μεγαλύτερη πρόκληση είναι η αυτοπειθαρχία. Πράγματι, η απόκτηση ελέγχου στο μυαλό, αλλά και στο σώμα που είναι υποχρεωμένο να κλειδώνει σε συγκεκριμένες στάσεις, ατελείωτες ώρες στο γραφείο, ήταν για μένα μια άσκηση που κράτησε αρκετά χρόνια. Από εκεί και πέρα, εγκαθίστανται υπό τη μορφή εργασιακής συνήθειας, ή και τελετουργίας, διάφορες πρακτικές διαχείρισης των κειμένων και κατανομής στον διαθέσιμο χρόνο. Για παράδειγμα, ένα βιβλίο το επεξεργάζομαι απαρέγκλιτα σε τρεις φάσεις, τηρώντας ανάμεσά τους μια καθιερωμένη χρονική απόσταση και επιχειρώντας σε κάθε νέα ανάγνωση να αποστασιοποιούμαι, όσο αυτό είναι δυνατόν, από την προηγούμενη.
Θεωρώ ότι η γνώμη του συγγραφέα είναι σημαντική, και συχνά απαραίτητη. Θεωρώ επίσης ότι πρέπει να είναι και οριοθετημένη. Δεν υπαινίσσομαι με αυτό ότι «ο συγγραφέας είναι νεκρός» μετά το πέρας του κειμένου και δεν αποδέχομαι –τουλάχιστον στην ολότητά της– τη μεταδομιστική αντίληψη ότι το κείμενο είναι σε τελική ανάλυση ένα ανοιχτό παιχνίδι άπειρων νοημάτων. Κάτι τέτοιο θα υπονόμευε περισσότερο το ήδη ασταθές πεδίο του μεταφραστικού εγχειρήματος. Ωστόσο, η συνδρομή του θα πρέπει να σταματά σε γλωσσικές ή τεχνικές διευκρινίσεις, αποφεύγοντας ο μεταφραστής τον πειρασμό της εκμαίευσης κάποιων –προσωπικών– περαιτέρω νοημάτων, πέραν όσων αποτυπώνονται στο πρωτότυπο κείμενο.
Ως εκ τούτου, και με δεδομένα τα παραπάνω, φροντίζω να βρίσκομαι σε επαφή με τον συγγραφέα. Ο τρόπος συνομιλίας (τηλεφωνικά ή μέσω διαδικτύου) ποικίλλει ανάλογα με το είδος και τις απαιτήσεις κάθε βιβλίου ή ακόμα και με το επίπεδο της διαπροσωπικής σχέσης που διαμορφώνεται κάθε φορά.

Γιάννης Παλαβός
Η μέθοδος εργασίας είναι η συνήθης όταν παίρνω την απόφαση να καταπιαστώ σοβαρά με κάτι: εμμονή, μονομανία και ενασχόληση με το κείμενο και τον συγγραφέα με όρους, όπως λέει ο φίλος Κώστας Βραχνός, «νοσηρού υπερθεματισμού». Εν μέρει ως απότοκο γενικότερης ανασφάλειας και εν μέρει επειδή η μετάφραση είναι άκρως απαιτητική δουλειά αν φιλοδοξείς να την κάνεις σε υψηλό επίπεδο, ξεψαχνίζω τα πάντα –όσο περισσότερα μπορώ, εν πάση περιπτώσει– γύρω από το κείμενο και τον συγγραφέα, ελέγχω πολλαπλώς τα σκοτεινά σημεία, συγκρίνω τυχόν μεταφράσεις του κειμένου ακόμα και σε γλώσσες που απλώς κουτσοκαταλαβαίνω, αναζητώ μελέτες για το έργο που μεταφράζω, σκαλίζω βιογραφίες και συνεντεύξεις του συγγραφέα, τρυπώνω όσο βαθύτερα μπορώ στον κόσμο του, αφήνομαι να με κατοικήσει. Αλλά όλ’ αυτά τα χρονοβόρα και τα επίμοχθα δεν τα κάνω μόνο από ανασφάλεια ή γιατί πιστεύω, ορθώς ή όχι, ότι έτσι θα είναι καλύτερη η μετάφραση, αλλά επειδή, πιθανώς ανοήτως, το επιθυμώ: πρόκειται για κείμενα που τα πιστεύω, και ο χρόνος και ο μόχθος που επενδύονται μου επιστρέφονται ως ψυχωφέλεια και ως εξοικείωση με τους τρόπους ενός συγγραφέα που αγαπώ και, επίσης, ως επαρκέστερη γνώση της ελληνικής, του υλικού στο οποίο πασχίζω κι ο ίδιος να σμιλέψω τις μορφές μου. Όσο για το αν ζητώ βοήθεια από τον συγγραφέα εφόσον είναι ζωντανός, μέχρι στιγμής κανένας, πλην ενός, από τους συγγραφείς που έχω μεταφράσει δεν ήταν εν ζωή, συνεπώς δεν μου δόθηκε τέτοια δυνατότητα. Τον μοναδικό συγγραφέα που βρισκόταν –και βρίσκεται– εν ζωή, τον Τομπάιας Γουλφ, δεν χρειάστηκε να τον προσεγγίσω: ο λόγος του είναι λιτός και διαυγής, εξού και η γοητεία του.

Μαρία Παλαιολόγου
Μεταφράζω όλη μέρα έως αργά το βράδυ με διακοπές. Όταν ο συγγραφέας βρίσκεται εν ζωή, επικοινωνώ πάντα μαζί του στο τέλος μιας μετάφρασης και αφού έχω εξαντλήσει κάθε άλλο δυνατό τρόπο, για να μου λύσει ορισμένες απορίες, οι οποίες αφορούν κυρίως ιδιωματισμούς. Με τους περισσότερους συγγραφείς που έχω μεταφράσει είμαστε πλέον φίλοι.

Βασίλης Παπαγεωργίου
Συνήθως γράφω το πρωί και μεταφράζω αργά το απόγευμα. Όταν έχω απορίες και είναι εφικτό ζητώ τη βοήθεια της/του συγγραφέως. Ήδη το αρχείο μου που περιέχει μεταφραστικό υλικό και από τις σουηδικές και τις ελληνικές μεταφράσεις μου του Αμερικανού ποιητή Τζον Άσμπερι και τη σχετική αλληλογραφία που είχα μαζί του παραχωρήθηκε, κατόπιν δικής της πρότασης, στη Φιλοσοφική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου.

Κλαίρη Παπαμιχαήλ
Δουλεύω από νωρίς το πρωί έως αργά το βράδυ με ένα διάλειμμα τριών ωρών το μεσημέρι, βγάζοντας συγκεκριμένο αριθμό σελίδων τη μέρα. Στη διάρκεια της εργασίας μου, ελέγχω πάντα τα πραγματολογικά στοιχεία.
Άρχισα να επικοινωνώ σχετικά πρόσφατα με τους συγγραφείς τους οποίους μεταφράζω. Συνήθως τους λέω πως είμαι η μεταφράστρια της ελληνικής έκδοσης και, αν χρειαστεί, ζητώ να μου αποσαφηνίσουν πραγματολογικά στοιχεία, προφορές ονομάτων, τοπόσημα κ.τ.λ, τα οποία δεν έχω βρει εγώ ψάχνοντας σε μηχανές αναζήτησης. Αν έχουν παρουσία στα κοινωνικά δίκτυα, τους γράφω απευθείας, αλλιώς ο εκδοτικός οίκος ζητάει το email τους από τους ατζέντηδές τους. Επίσης, αν επισκεφθούν την Ελλάδα, επιδιώκω να τους συναντήσω, πιστεύοντας ότι η προσωπική γνωριμία και συζήτηση θα με κάνουν να κατανοήσω εις βάθος το έργο τους και άρα να το αποδώσω καλύτερα.

Άννα Παπασταύρου
Εργάζομαι αδιάλειπτα, επτά μέρες τη βδομάδα, το λιγότερο ένα οκτάωρο. Αυτό το τηρώ ακόμα και στις διακοπές ή στο ταξίδι – το λάπτοπ με συντροφεύει πάντα. Αυτό ως προς τον χρόνο της δουλειάς. Όταν έχω να μεταφράσω έργο εν ζωή συγγραφέων (και εφόσον χρειαστώ τη συνδρομή τους), συνηθίζω να επικοινωνώ μαζί τους είτε με email είτε τηλεφωνικά, αν αυτό είναι δυνατό. Η αλήθεια είναι ότι γενικά δεν το κάνω, παρά μόνο αν πρόκειται για κάτι που δεν μπορώ να κατανοήσω ή να βρω με την αναζήτηση.

Νίκος Πρατσίνης
Δεν έχω κάποια μέθοδο, με την αυστηρή έννοια του όρου. Ξεκινώ τη μετάφραση και προχωρώ διαμορφώνοντας σταδιακά μια μεταφραστική στρατηγική και τακτική σε σχέση με τη γλώσσα και το ύφος (ή τα ύφη) του έργου, ενώ, παράλληλα, ξαναγυρνάω πίσω και διορθώνω/(ανα)προσαρμόζω το μεταφρασμένο ήδη μέρος. Στο τέλος κάνω δυο επιμέλειες, τουλάχιστον, διαβάζοντας την μια φορά μεγαλόφωνα το έργο. Αυτά σε σχέση με την πεζογραφία. Στην ποίηση τα πράγματα είναι πιο πολύπλοκα και η αντιμετώπιση αποφασίζεται κατά περίπτωση. Διαβάζω πάντα πολύ σχετικά με το έργο, το συγγραφέα και την εποχή του. Ό,τι βρίσκω.
Αν ο συγγραφέας είναι εν ζωή, σχεδόν πάντα επιδιώκω να έρθω σε επαφή μαζί του. Ενίοτε έρχομαι σε επαφή και με μεταφραστές του έργου σε άλλες γλώσσες, καθώς και με τις μεταφράσεις τους.

Ισμήνη Ραντούλοβιτς
Συνήθως διαβάζω πρώτα το βιβλίο με προσοχή και προσπαθώ να φανταστώ τη δομή, το ύφος, τους χαρακτήρες του κλπ. στη γλώσσα που θα το μεταφράσω. Ολοκληρώνοντας τη μετάφραση και λύνοντας όλα τα θέματα και τα ζητήματα που υπάρχουν επικοινωνώ με τον εν ζωή συγγραφέα, αν έχω κάποιες απορίες. Σε περίπτωση που έχω απορίες για έργο κάποιου συγγραφέα που δεν βρίσκεται στη ζωή επικοινωνώ με κάποιον που ειδικεύεται στο έργο του ώστε να τις λύσω. Αυτό φυσικά μπορεί να συμβεί και στο πλαίσιο της μετάφρασης έργου κάποιου εν ζωή συγγραφέα, γιατί ένας ειδικός που έχει μελετήσει το έργο του μπορεί ενδεχομένως να κατατοπίσει τον μεταφραστή καλύτερα από τον ίδιο το συγγραφέα γύρω από διάφορα θέματα που αφορούν στην απόδοση σε άλλη γλώσσα του συγκεκριμένου έργου.

Αγγελική Σιγούρου
Συνηθίζω να επιστρέφω πολλές φορές στο κείμενο που μεταφράζω. Ξεκινώ δηλαδή με μια πρώτη μετάφραση και μετά προχωρώ σε δεύτερη, τρίτη, τέταρτη κλπ., αναλόγως το έργο. Έχω επικοινωνήσει κάποιες φορές με τους/τις συγγραφείς ή τους/τις ποιητές/ποιήτριες τηλεφωνικώς ή μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, ωστόσο σπανίως έχω ζητήσει τη συνδρομή τους σε σημεία που μου φάνηκαν δυσνόητα, καθώς η κυριότερη δυσκολία του/της μεταφραστή/μεταφράστριας δεν είναι τόσο η μεταφορά ενός κειμένου σε μια άλλη γλώσσα, όσο η απόδοση των νοημάτων αυτού με στόχο τη συν-δημιουργία τελικά ενός έργου που θα ισορροπεί ανάμεσα σε δύο κόσμους, αναγεννημένο όμως σε μία και μόνο γλώσσα. Ο δρόμος είναι σχεδόν απόλυτα μοναχικός και τα όποια διλήμματα ή εμπόδια λύνονται εντέλει σχεδόν αποκλειστικά από τον/την ίδιο/α τον/την μεταφραστή/μεταφράστρια.

Θωμάς Σκάσσης
Τα βιβλία που μεταφράζω δεν τα διαβάζω προηγουμένως γιατί θέλω να διατηρώ ζωντανό το ενδιαφέρον για την επόμενη σελίδα. Αυτή η αντιδεοντολογική (ομολογώ) μέθοδος ενέχει τον κίνδυνο να γίνουν λάθη σε φράσεις που διευκρινίζονται αργότερα στο κείμενο. Πρέπει λοιπόν ο μεταφραστής να προσέχει διπλά και να επιστρέφει να διορθώνει προηγούμενους όρους, διαλόγους ή περιγραφές. Απαραίτητη θεωρώ επίσης τη χρήση λεξικών ακόμα και σε περιπτώσεις που νομίζει ότι ξέρει την απόδοση. Κατά τα άλλα, σημειώνω πάντα λέξεις και φράσεις των οποίων το νόημα μου δημιουργεί αμφιβολία και δεν προκύπτει από την πρώτη γρήγορη έρευνα, για να επανέλθω αργότερα στη φάση της δεύτερης ανάγνωσης. Συνηθίζω να στέλνω τις ερωτήσεις μου στους εν ζωή συγγραφείς και ομολογώ ότι οι απαντήσεις τους είναι διαφωτιστικές και με έχουν σώσει από λάθη και παραβλέψεις. Δυο τρεις φορές τους υπέδειξα κι εγώ κάποια λάθη σε βιβλία τους. Errare humanum est – αυτό ισχύει για όλους. Επίσης ένας καλός επιμελητής προσφέρει πάντα πολύτιμη βοήθεια στον μεταφραστή. Όσες φορές βρέθηκα αντιμέτωπος με ειδική ορολογία διάφορων επιστημονικών πεδίων (π.χ. ιατρική, αστροφυσική, ορυκτολογία, φυτολογία, τέχνη κ.λπ.), θεώρησα υποχρέωσή μου να βρω και να συμβουλευτώ τους αντίστοιχους ειδικούς και να μην αυτοσχεδιάσω. Στις μέρες μας το Διαδίκτυο είναι εξαιρετικά χρήσιμο σε τέτοιες περιπτώσεις.

Σωτήρης Σουλιώτης
Η εργασία μου έχει ως εξής: ξεκινάω το βιβλίο και το μεταφράζω, σημειώνοντας παράλληλα ό,τι μου προκαλεί έστω και την παραμικρή ασάφεια. Μετά, όταν τελειώσει η μετάφραση, ναι, ζητώ βοήθεια από τον ίδιο το συγγραφέα (κατά προτίμηση) ή, αν είναι πολύ απασχολημένος (πράγμα σπάνιο) από κάποιον εκπρόσωπό του εκδοτικού του οίκου. Κατά κανόνα οι συγγραφείς είναι πολύ πρόθυμοι να εξηγήσουν και έχω πολύ καλή συνεργασία μαζί τους.
Αν ο/η συγγραφέας δεν βρίσκεται πια στη ζωή, τότε πάντα υπάρχει κάποιος επιμελητής που γνωρίζει καλά το έργο του, ή ίσως κάποιος συγγενής. Μέχρι τώρα δεν έχω αντιμετωπίσει προβλήματα.

Ευρυβιάδης Σοφός
Η μέθοδος είναι η εξής: ανάγνωση πρωτότυπου, μετάφραση όλου του όγκου σελίδων με οποιαδήποτε κενά, όταν ολοκληρωθεί το πρώτο στάδιο, ανατρέχω ξανά σε όλο το κείμενο, συμπληρώνω τα κενά, διορθώνω και ξεκινώ αναγνώσεις μέχρι το κείμενο να ρέει στα Ελληνικά. Αν ο συγγραφέας είναι εν ζωή, επιδιώκω διαδικτυακή ή δια ζώσης συνάντηση, εφόσον είναι διαθέσιμος. Συχνά συγκεντρώνω θέματα που δεν λειτουργούν στο κείμενο και τα συζητάω με τον συγγραφέα.

Νίκη Σταυρίδη
Η μέθοδος εργασίας μου είναι ολοκληρωτική αφοσίωση στη μετάφραση με το ξεκίνημά της. Πλήρης απουσία «ελεύθερου χρόνου». Κάθε μετάφραση αποτελεί και μια κατά κάποιο τρόπο ασκητική περίοδο. Δουλεύω αργά και επίμονα στην κατανόηση του κειμένου, κάτι το οποίο δεν έχει να κάνει τόσο με το γλωσσικό μέρος όσο με τη στάση του συγγραφέα. Δεν αφήνω εκκρεμότητες, σημεία αμετάφραστα «για αργότερα». Αφού ολοκληρωθεί η μεταφορά από την μία στην άλλη γλώσσα, επιστρέφω στο κείμενο από άλλη θέση πλέον. Είναι μια δεύτερη φάση, ίσως πιο επίπονη από την ίδια τη μετάφραση, όπου διαβάζω το κείμενο στην γλώσσα υποδοχής (τα ελληνικά) και μεταβάλλομαι βαθμιαία από μεταφράστρια σε αναγνώστρια και κριτή, διατηρώντας ακόμη νωπή την έγνοια τού να είμαι πιστή σ' αυτό που ήθελε να πει ο συγγραφέας. Η πλήρης αποστασιοποίηση από το κείμενο και την αρχική γλώσσα, ακόμη και από τη γλώσσα της μετάφρασης, συντελείται σε πολύ μεγαλύτερο χρόνο. Συχνά έχει συμβεί να μην αναγνωρίζω αργότερα φράσεις και εκφράσεις που έχουν βγει από το δικό μου χέρι.
Στις περιπτώσεις που μεταφράζω έργο κάποιου/κάποιας εν ζωή συγγραφέως, ζητώ τη συνδρομή του/της μόνο όταν βρίσκομαι μπροστά σε ανυπέρβλητους γρίφους, ή αν κρίνω ότι χρειάζομαι την συναίνεσή της/του για κάποια ιδιαίτερη μεταφραστική επιλογή. Επικοινωνώ μαζί του/της μέσω του εκδότη πάντοτε.
Η ερώτηση αυτή θα μπορούσε να έχει και άλλη μία ενδιαφέρουσα πτυχή, για τις περιπτώσεις (συχνές) όπου οι συγγραφείς δεν είναι εν ζωή. Πώς χειρίζεται τότε η μεταφράστρια / ο μεταφραστής τα ερωτηματικά που προκύπτουν; Από ποιον «παίρνει άδεια» για τις επιλογές που κάνει;

Βάσια Τζανακάρη
Η μέθοδος μου είναι εξής: πάντα νομίζω ότι έχω χρόνο και μετά τρέχω και δεν φτάνω — αστειεύομαι λίγο αλλά και όχι, είναι δύσκολο ακόμα και μετά από δεκαπέντε χρόνια που κάνω αυτή τη δουλειά να τηρώ απαρέγκλιτα ένα πρόγραμμα, να κρατάω ένα αυστηρό χρονοδιάγραμμα. Ξεκινάω φυσικά με ανάγνωση του βιβλίου, περνάω ένα πρώτο χέρι με κάποιους αστερίσκους, διορθώνω, περνάω ένα δεύτερο χέρι, στο τρίτο διαβάζω φωναχτά για ρυθμό. Βρίσκω πολύτιμη και απαραίτητη τη συζήτηση με συναδέλφους για ζητήματα που με απασχολούν. Έχει τύχει πολλές φορές να ρωτήσω «πώς θα το έλεγες αυτό;» και την ώρα που διατυπώνω την ερώτηση να μου έρθει η απάντηση. Πρέπει να βγαίνεις λίγο από το μυαλό σου. Έχει τύχει να ζητήσω διευκρινίσεις από συγγραφείς, στις περισσότερες περιπτώσεις έχω πάρει ευγενικές απαντήσεις, όχι όμως πάντα κατατοπιστικές.

Αθηνά Ψυλλιά
Συνήθως δουλεύω πρωινά, περίπου τρεις φορές τη βδομάδα ή και λιγότερο. Ενδεχομένως η μία μέρα να είναι στο σαββατοκύριακο. Μεταφράζω και έπειτα διορθώνω 2 φορές. Αναπάντεχες υποχρεώσεις, θέματα υγείας ή φροντίδας στη ζωή μου, πλήττουν απευθείας τη μετάφραση, δηλ. τους χρόνους που διαθέτω εκεί. Ιδανικά, χρειάζομαι ένα διάλειμμα ανάμεσα στην ολοκλήρωση της μετάφρασης και τις διορθώσεις. Σε κάποιες περιπτώσεις, αν πρόκειται για συγγραφέα που δεν έχω μεταφράσει ξανά, συμβαίνει να μεταφράσω ξανά το πρώτο κεφάλαιο στο τέλος, όταν έχω πια μια καλή αίσθηση της γλώσσας του/της συγγραφέα. Κατά καιρούς, έχω μεταφράσει σε χώρους βιβλιοθήκης όταν έχω νιώσει κουρασμένη από τον δικό μου χώρο.
Τα πρώτα χρόνια της μετάφρασης δεν επικοινωνούσα με τους συγγραφείς, επίσης δεν υπήρχε το διαδίκτυο, απευθυνόμουν σε δανειστικές βιβλιοθήκες για πληροφορίες. Εδώ και 20 χρόνια, επικοινωνώ με όλους τους συγγραφείς, εκτός από κάποιες περιπτώσεις ανθρώπων που δεν είναι διαθέσιμοι για διάφορους λόγους. Επικοινωνώ συνήθως στην αρχή της μετάφρασης, τους ενημερώνω ότι μεταφράζω τη δουλειά τους και προς το τέλος στέλνω συγκεντρωτικά ερωτήσεις και υπάρχει μια ανταλλαγή για τη μετάφραση αλλά και την έκδοση συνολικά. Σε κάποιες περιπτώσεις, αυτή υπήρξε η αρχή μια μακράς επικοινωνίας και ανταλλαγής επισκέψεων. Κάποιες φορές, μου γράφουν συγγραφείς απευθείας, μου στέλνουν έργα τους και μου ζητούν να επιδιώξω την έκδοσή τους. Έχει συμβεί, επίσης, να ζητήσω τη βοήθεια συγγραφέα για τη διευκρίνηση σημείων στο έργο άλλου συγγραφέα, που δεν βρίσκεται εν ζωή.
Γενικά, προσπαθώ να περιλαμβάνω τις επιθυμίες των συγγραφέων στην έκδοση, να βγει το βιβλίο όπως το έχουν φανταστεί, πολλές φορές για θέματα έκδοσης μεσολαβώ εγώ, αντί π.χ. ο/η ατζέντης/ισσα και σε πολλές περιπτώσεις έχω συμμετάσχει ή και συνδιοργανώσει εκδηλώσεις-παρουσιάσεις με την παρουσία των συγγραφέων.

4. Έχετε μεταφράσει ποτέ συλλογικά; Ποια είναι η γνώμη σας για τη συνεργατική λογοτεχνική μετάφραση;

Μαρία Αγγελίδου
Δεν το έχω κάνει ποτέ. Δεν έχει τύχει..

Βίκυ Αλυσσανδράκη
Όχι, δεν έχω μεταφράσει ποτέ συλλογικά. Όμως, θεωρώ πολύ ενδιαφέρουσα διαδικασία τη συλλογική μετάφραση. Δεν θα έλεγα όχι, αν γνώριζα την/τον μεταφράστρια/μεταφραστή και ήξερα ότι οι μέθοδοι και οι απόψεις μας για τη μεταφραστική διαδικασία συμπίπτουν σε μεγάλο βαθμό.

Σοφία Αυγερινού
Όχι, δεν έτυχε να μου ζητηθεί να συμμετάσχω σ’ ένα τέτοιο εγχείρημα, αλλά δεν το επιδίωξα και η ίδια, για να είμαι ειλικρινής. Αναγνωρίζω ότι η συνεργατική μετάφραση έχει το πλεονέκτημα της πολυφωνίας και του αμοιβαίου ελέγχου σε ένα πρώιμο στάδιο, καθώς και ότι «σπάει» τη μοναξιά της δραστηριότητας αυτής. Από ό,τι καταλαβαίνω, είναι μια από τις πιο σύγχρονες τάσεις στη μετάφραση και δεν αποκλείεται να τη βλέπουμε όλο και πιο συχνά, ενώ σίγουρα συνιστά μια ευοίωνη στροφή στη συλλογικότητα, που γενικά τείνει να χαθεί ως έννοια στις κοινωνίες μας, και ίσως αποτελεί επίσης μια μορφή αμφισβήτησης της μονοσήμαντης, σίγουρης για τον εαυτό της μετάφρασης που προέρχεται από έναν άνθρωπο. Καλώς ή κακώς, όμως, αυτός ο τρόπος δουλειάς δεν ανταποκρίνεται στην ιδιοσυγκρασία μου και στον πολύ «προσωπικό» τρόπο, με τον οποίο προσλαμβάνω τα λογοτεχνικά έργα και ίσως αυτός είναι ο λόγος που δεν έχω εμπλακεί ποτέ στη συνεργατική μετάφραση.

Άννα Βερροιοπούλου
Όχι, ποτέ. Εννοείται ότι το μεταφρασμένο βιβλίο είναι προϊόν συλλογικής δουλειάς (συνεργαζόμαστε με επιμελητές, εκδότες, συναδέλφους, ανθρώπους διαφόρων ειδικοτήτων που συμβουλευόμαστε, σχεδιαστές εξωφύλλου, τον ίδιο τον συγγραφέα κ.λπ.), αλλά η ομαδική μετάφραση εμένα προσωπικά θα με δυσκόλευε. Τη στιγμή που μεταφράζω χρειάζομαι τη σιωπή, τον εσωτερικό διάλογο με το κείμενο (με τον/τη συγγραφέα), βυθίζομαι σ’ αυτό που κάνω. Επίσης, δε θα μου άρεσε να εργάζομαι σε μέρος του έργου. Από την άλλη, η μετάφραση είναι επικοινωνία και θεωρώ ότι ένα συλλογικό μετάφρασμα είναι πιθανότατα πιο δημιουργικό και σίγουρα εξίσου αξιόλογο.

Έφη Γιαννοπούλου
Έχω μεταφράσει ελάχιστα συλλογικά, κυρίως με μαθήτριες και μαθητές σε σεμινάρια λογοτεχνικής μετάφρασης που έχω διδάξει, αλλά και δυο τρεις φορές σε συνεργασία με κάποιον άλλο μεταφραστή. Αγαπώ όμως πολύ τη συλλογική μεταφραστική δουλειά, κυρίως γιατί μέσα από αυτήν έμαθα να μεταφράζω. Ως μαθήτρια στη λογοτεχνική μετάφραση, έμαθα να φτιάχνω ένα εσωτερικό πολυφωνικό μεταφραστικό εργαστήριο για να προσεγγίσω κάθε κείμενο που μετέφραζα, να αμφισβητώ και να πολλαπλασιάζω τις λύσεις μου, να γίνομαι επιμελήτρια και κριτής του δικού μου κειμένου κ.ο.κ. Τα πρώτα χρόνια αυτό ήταν και πολύ συνειδητό και πολύ εμφανές για μένα όταν μετέφραζα. Τώρα νομίζω πως έχει πια με έναν τρόπο αυτοματοποιηθεί, δεν το σκέφτομαι τόσο.

Κρυστάλλη Γλυνιαδάκη
Έχω μεταφράσει συλλογικά σε συλλογή ποιημάτων της ιδίας ποιήτριας. Δεδομένου του ελαχίστου χρόνου που είχαμε, μόνο με 10 διαφορετικούς μεταφραστές θα μπορούσε να γίνει η δουλειά. Καθείς από εμάς είχε να μεταφράσει τρία ποιήματα.
Παρόλο που σε ενιαίο πεζό κείμενο κάτι τέτοιο θα το έβρισκα λάθος (εκτός, ίσως, από κάποιο τεχνικό κείμενο), στην ποίηση λειτούργησε με έναν δημιουργικό τρόπο.

Ευγενία Γραμματικοπούλου
Το έχω δοκιμάσει πειραματικά στην τάξη, σαν εργαστηριακό μάθημα: μπορεί να έχει οφέλη διδακτικά, όταν η ομάδα έχει δουλέψει στο ίδιο κείμενο και σχολιάζει, αντιπαραβάλλει φωναχτά εναλλακτικές αποδόσεις και λύσεις, όπως το να δουλέψεις ένα κείμενο κι έπειτα να συγκρίνεις τη μετάφρασή σου με μια προγενέστερη· δεν βλέπω όμως να λειτουργεί μια τελική συνεργατική μετάφραση, το βρίσκω ανέφικτο να επιτευχθεί ένα ενιαίο ύφος: μοιραία ξεπηδάν παραφωνίες, κι αν πάλι κάποιος αναλάβει να ομοιογενοποιήσει το σύνολο, καταλήγει να το ξαναγράψει εξ αρχής.

Μαρία Γυπαράκη
Όχι, κατηγορηματικά όχι! Θεωρητικά, δεν είμαι κατά της συνεργατικής λογοτεχνικής μετάφρασης αλλά για να το κάνω θα πρέπει να βρω την «αδελφή συναδελφική ψυχή». Στην Ελλάδα όπου βλέπω έπαρση, πισώπλατα χτυπήματα, μικροψυχίες και υπέρμετρα εγώ το θεωρώ μάλλον αδύνατον. Ως άτομο, όμως, εν γένει αισιόδοξο ελπίζω πως μια μέρα ίσως να γίνει κι αυτό…

Αγαθή Δημητρούκα
Δεν νομίζω πως θα μπορούσα ποτέ να εμπλακώ σε «συνεργατική λογοτεχνική μετάφραση» κι ούτε ξέρω πώς γίνεται ώστε να έχω μια κάποια γνώμη.

Δήμητρα Δότση
Μόνο μία φορά έχω μεταφράσει συλλογικά, στο πλαίσιο του μεταπτυχιακού μου στη Μετάφραση-Μεταφρασεολογία. Βρισκόμουν στην αρχή της μεταφραστικής μου πορείας, άπειρη ακόμα. Η συνεργασία αυτή με τους συμφοιτητές μου, υπό την καθοδήγηση του Ανταίου Χρυσοστομίδη, ήταν για μένα ένα δεύτερο σχολείο, παράλληλα με το μεταπτυχιακό.

Φίλιππος Δρακονταειδής
Υπήρξαν περιπτώσεις μεταφράσεων από ομάδα μεταφραστών υπό την καθοδήγηση και τον έλεγχό μου. Το αποτέλεσμα δεν υπήρξε αρνητικό. Η συνεργατική λογοτεχνική μετάφραση απαιτεί πρόβες, κοινή αντίληψη, παράλληλες λογοτεχνικές απόψεις και κοινά εργαλεία (βιβλιογραφία, σημειώσεις, γλωσσική επάρκεια). Θυμίζω ότι επί μία δεκαετία στο Γαλλικό Ινστιτούτο, η ομάδα Παύλος Ζάννας, Τίτος Πατρίκιος, Πέτρος Παπαδόπουλος και εγώ διδάξαμε λογοτεχνική μετάφραση και υπολογίζω πως έτσι δημιουργήθηκε ένας πυρήνας νέων και αξιόλογων μεταφραστών από τα γαλλικά στα ελληνικά και από τα ελληνικά στα γαλλικά. Η ανάπτυξη της μετάφρασης στην Ελλάδα έχει την ιστορία της και η σημερινή κατάσταση δίνει λαμπρά αποτελέσματα από περισσότερο και λιγότερο ομιλούμενες γλώσσες. Έχει περιοριστεί η επιπολαιότητα που καταστρέφει το πρωτότυπο.

Κλεοπάτρα Ελαιοτριβιάρη
ΝΑΙ! Είχα πολλές φορές τη χαρά να μεταφράσω συλλογικά και δεν χάνω ευκαιρία να το επαναλάβω. Η ιστορία ξεκίνησε όταν με δάσκαλο τον μέντορα Νίκο Πρατσίνη, μια ομάδα πέντε μεταφραστριών μεταφράσαμε τον Αλφανουί του Φερλόσιο (εκδ. Λαγουδέρα 2007) και, μάλιστα, κερδίσαμε το Βραβείο Λογοτεχνικής Μετάφρασης Ισπανόφωνης Λογοτεχνίας ΕΚΕΜΕΛ 2008. Έκτοτε συμμετείχα σε αρκετά εργαστήρια συλλογικής μετάφρασης (και διοργάνωσα κι εγώ ένα-δυο) και πιστεύω πως αυτή η εμπειρία διαμόρφωσε σε μεγάλο βαθμό τον τρόπο με τον οποίο σκέφτομαι και λειτουργώ ως μεταφράστρια. Η δεύτερη και τρίτη και τέταρτη ματιά σε ένα έργο τέχνης είναι πολύ σημαντικό εργαλείο για να αφουγκραστείς με έναν πρισματικό τρόπο το κείμενο, στην περίπτωση της μετάφρασης της λογοτεχνίας, ώστε να καταλήξεις στην καλύτερη δυνατή απόδοσή του. Είναι λίγο σαν την κουβέντα που κάνουμε με την παρέα μας βγαίνοντας από μια κινηματογραφική προβολή. Καθεμιά/καθένας έχει παρατηρήσει/εστιάσει κάπου αλλού, βλέπουμε όλες το ίδιο έργο και όλοι παρατηρούμε κάτι διαφορετικό, εστιάζουμε σε κάτι άλλο, ερμηνεύουμε μέσα από τα προσωπικά μας φίλτρα. Το μοίρασμα αυτό και η διάδραση, που συχνά θυμίζει ψυχαναλυτική ψυχοθεραπεία ομάδας, αποκαλύπτει πτυχές που κατά μόνας μπορεί και να είχαν ξεφύγει. Παράλληλα, η συνεργατική μετάφραση είναι και μια άσκηση ταπεινότητας: ναι, έκανα ό,τι καλύτερο μπορούσα, αλλά, ναι, μπορεί κάποιος άλλος/κάποια άλλη να έχει μια ακόμα καλύτερη ιδέα. Αυτό το πάρε-δώσε, το γεγονός ότι μπαίνεις στο μυαλό της/του συναδέλφου για να δεις με ποιο σκεπτικό κατέληξε στη διαφορετική απόδοση που προτείνει, είναι ένας τρόπος σκέψης που ενσωματώνεις στον τρόπο δουλειάς σου χάρη στην εμπειρία της συνεργατικής μετάφρασης. Δεν γνωρίζω άνθρωπο που να συμμετείχε σε ομαδική μετάφραση (όπου ομάδα = δύο ή περισσότερα άτομα) και να μη βγήκε ενθουσιασμένος από τη διαδικασία. Πρόσφατα είχα τη χαρά να πάρω μέρος σε συνεργατικές μεταφράσεις με την Ελένη Βλάχου (Ο πόλεμος, Λετρία, εκδ. Πουά 2023), με την Δάφνη Παπαδούδη (Μάτια, πόδια και κοιλίτσα, Νίκολς, εκδ. Σιέλ 2024), ενώ με τον αγαπημένο φίλο και συνάδελφο Γιάννη Μπελέγρη έχουμε ξεκινήσει ένα απίθανο μεταφραστικό ταξίδι σε ένα γαλλόφωνο κείμενο του 1836 που ούτε θα τολμούσαμε να αναλάβουμε ο καθένας μόνος του ούτε θα μπορούσαμε το φέρουμε εις πέρας με την ίδια επιτυχία. Ζήτω οι ομάδες!

Παναγιώτης Ευαγγελίδης
Δεν το έχω κάνει ποτέ και δεν ξέρω.

Γεωργία Ζακοπούλου
Συλλογικά δεν έχω μεταφράσει ποτέ. Έχω όμως μεταφράσει ένα βιβλίο σε συνεργασία με έναν φίλο, για την ακρίβεια τον άνθρωπο που με εμπιστεύτηκε στα πρώτα μου βήματα και με έριξε στα βαθιά νερά της λογοτεχνικής μετάφρασης. Η εμπειρία μου έμεινε αξέχαστη για πολλούς λόγους. Πρώτα-πρώτα επειδή κλονίστηκαν κάποιες βεβαιότητές μου, είδα κι από άλλη οπτική γωνία ερμηνείες και λύσεις που ούτε καν είχαν περάσει από το μυαλό μου κι έπειτα επειδή είναι πάντα καλύτερα να πίνεις τον καφέ σου με παρέα παρά μόνος. Όσο για το αποτέλεσμα ήταν φυσικά πολύ καλύτερο από αυτό που θα παρέδιδα αν μετάφραζα μόνη μου.

Ιωάννα Ηλιάδη
Δεν έχω μεταφράσει ποτέ συλλογικά, και καθώς η δουλειά μας, τουλάχιστον σε ό,τι έχει να κάνει με τη μεταφορά του κειμένου από τη μια γλώσσα στην άλλη, είναι εγγενώς μοναχική και αναπόφευκτα χρωματίζεται από το προσωπικό μας γλωσσικό κριτήριο, ομολογώ ότι θεωρώ το εγχείρημα της συλλογικής μετάφρασης δύσκολο, παρότι ίσως ενδιαφέρον. Τείνω, πάντως, να μη βλέπω θετικά το μοίρασμα τμημάτων του κειμένου, καθώς μου φαίνεται μάλλον απίθανο να μη διακρίνονται τα σημεία όπου η σκυτάλη περνάει από το ένα χέρι στο άλλο. Αν, πάλι, το μετάφρασμα είναι στο σύνολο του ένας συγκερασμός της οπτικής και των δεξιοτήτων των συνεργαζόμενων μεταφραστών, τότε ίσως πράγματι το αποτέλεσμα να δικαιώνει την επιλογή μιας τέτοιας διαδικασίας.

Γιάννης Καλιφατίδης
Ως καθηγητής στο ΕΚΕΜΕΛ και αλλού, έχω συντονίσει μεταφραστικές ομάδες σπουδαστών που είχαν αναλάβει να μεταφράσουν από κοινού κάποιο έργο, ενώ πρόσφατα επιμελήθηκα τη μετάφραση και την έκδοση δύο κειμένων του Γκέρχαρτ Χάουπτμαν, που φέρουν την υπογραφή πέντε αποφοίτων του ΕΚΕΜΕΛ. Κατά τη γνώμη μου, η συνεργατική λογοτεχνική μετάφραση είναι μια συναρπαστική διαδικασία, μέσα από την οποία τα μέλη της ομάδας μαθαίνουν να συνεννοούνται και να αλληλοσυμπληρώνονται, δηλαδή να λειτουργούν σαν συλλογικός εγκέφαλος και σαν συλλογική καρδιά. Το κάθε μέλος προσθέτει στο κείμενο τη δική του οπτική και το δικό του γλωσσικό αισθητήριο, οπότε το ζητούμενο είναι να εξομαλυνθούν οι αντιθέσεις ώστε να έχουμε στο τέλος ένα έργο με ενιαίο ύφος. Θα έλεγα ότι, εν προκειμένω, ο συντονιστής/επιμελητής παίζει λίγο πολύ τον ρόλο του θεατρικού σκηνοθέτη.

Αλέξης Καλοφωλιάς
Έχω μεταφράσει μαζί με τον φίλο και συνάδελφο Πάνο Τομαρά μερικά βιβλία, ανάμεσά τους ξεχωρίζω το Innocent When You Dream, μία ανθολογία κειμένων για τον Tom Waits. Ήταν πολύ ωραία εμπειρία, επειδή το κάναμε με καλή διάθεση και η σχέση μας βοήθησε πολύ στην αλληλεπίδραση. Όμως δεν έχω πείρα από συνεργατική μετάφραση που περιλαμβάνει περισσότερα άτομα, έτσι δεν μπορώ να εκφέρω γνώμη.

Μάγκυ Κοέν
Σε ό,τι με αφορά, δεν έχω μεταφράσει ποτέ συνεργατικά. Το να μεταφράζεις, είναι για μένα μια απολύτως μοναχική διαδικασία, που περνάει μέσα από πολλά στάδια αμφιβολιών, ζυγίσματος της κάθε λέξης και συνεχούς αναζήτησης, επομένως θα μου ήταν αδύνατον να μοιραστώ αυτή την περιπέτεια με έναν άλλο μεταφραστή.

Έφη Κορομηλά
Η συμμετοχή μου σε συλλογικές μεταφράσεις έχει περιοριστεί στο πλαίσιο των Εργαστηρίων Λογοτεχνικής Μετάφρασης του Γαλλικού Ινστιτούτου της Αθήνας, στα οποία δίδασκα για πολλά χρόνια. Ο ρόλος μου όμως σ’ εκείνες τις συλλογικές δουλειές ήταν της δασκάλας. Την ίδια εμπειρία είχα και με αντίστοιχα εργαστήρια που έκανα εξ αποστάσεως την περίοδο της πανδημίας του covid και του υποχρεωτικού εγκλεισμού.
Νομίζω ότι μία συνεργατική λογοτεχνική μετάφραση μπορεί να είναι πετυχημένη, αν και όχι με περισσότερα από «τέσσερα χέρια».

Γιώργος Κυριαζής
Όχι, και δεν νομίζω ότι θα μπορούσα. Η συνεργατική μετάφραση είναι κάτι ενδιαφέρον ως πείραμα ή ως εκπαιδευτική άσκηση, αλλά το γλωσσικό αισθητήριο είναι πολύ προσωπική υπόθεση και ο μεταφραστής πολύ συχνά κάνει επιλογές βασισμένες στη δική του διαίσθηση για το τι ταιριάζει καλύτερα σε κάθε περίπτωση, πράγμα που μπορεί να τον απομακρύνει από το στενό νόημα του κειμένου, οδηγώντας τον πιθανώς σε σύγκρουση με τους άλλους συνεργάτες.

Αχιλλέας Κυριακίδης
Χμμμ... Δεν μπορώ να φανταστώ δύο μεταφραστές να κάθονται δίπλα δίπλα και να πασχίζουν από κοινού να βρουν πώς θ’ αποδώσουν μια λέξη ή μια φράση. Είχα συμμετάσχει, αρχές της δεκαετίας του 1990, σ’ ένα τέτοιο εργαστήριο συλλογικής μετάφρασης, στη Σαντορίνη, αλλά δε θυμάμαι κανένα ηφαιστειακό αποτέλεσμα. Κι αν έχω μεταφράσει από κοινού με τον Δημήτρη Καλοκύρη δύο βιβλία, του Μπόρχες, εκεί το πράγμα ήταν εύκολο, γιατί και τα δύο βιβλία ήταν συλλογές μικρών πεζών. Οπότε, σκίσαμε τα βιβλία στη μέση και πήρε ο καθένας από μισό.

Μιχάλης Μακρόπουλος
Όχι, με μόνη εξαίρεση τρία βιβλία που ’χω μεταφράσει από κοινού με τη σύζυγό μου και συνάδερφό μου, Αναστασία Δεληγιάννη. Μα και στις τρεις περιπτώσεις ήταν μάλλον εύκολο. Δύο συλλογές διηγημάτων ―μία της Αγκάθα Κρίστι και μία της Τζέιν Όστεν―, που τα μοιραστήκαμε και στο τέλος διαβάσαμε ο ένας τη μετάφραση του άλλου και κάναμε κάποιες υποδείξεις, κι ένα διήγημα του Ρόμπερτ Λούις Στίβενσον, γραμμένο σε σκοτσέζικα σε κάποιους διαλόγους και σε βρετανικά αγγλικά (ο μεν ανέλαβε τη μια διάλεκτο, η δε την άλλη).

Αργυρώ Μαντόγλου
Δεν έχω τέτοια εμπειρία και νομίζω ότι θα δυσκολευόμουν να συνεργαστώ με άλλους για την απόδοση ενός βιβλίου.

Ιφιγένεια Ντούμη
Έχω συνεργαστεί και με ένα άτομο και με περισσότερα και η εμπειρία ήταν φανταστική. Όταν η επικοινωνία με τους συνεργάτες σου είναι άριστη, υπάρχει χημεία κ.λπ., σταδιακά αρχίζεις να ακούς άλλη μία ή πολλές φωνές μέσα στο κεφάλι σου που σου λένε: «ναι, αλλά δεν λέει αυτό», «όχι, αυτός δεν το λέει έτσι», «καλό είναι, μην αμφιβάλλεις», όλα τα σχόλια δηλαδή που κάνεις μαζί με τους άλλους κατά τη διαδικασία της συλλογικής μετάφρασης. Μπορώ να σας πω ότι αυτές οι συνεργασίες με έχουν κάνει να νιώθω πιο σίγουρη, απομακρύνοντας ταυτόχρονα και το «καλάμι». Όταν ύστερα από μια τέτοια εμπειρία μεταφράζεις ξανά μόνος σου, είσαι πολύ πιο πλούσιος. Έχεις τις φωνές των άλλων μέσα σου. Μπορώ να πω με βεβαιότητα ότι εγώ έχω πια μεταφράζοντας σίγουρα άλλες πέντε φωνές μέσα στο κεφάλι μου. Και είμαι ευγνώμων στα άτομα αυτά.

Μαρία Ξυλούρη
Δεν έχω μεταφράσει συλλογικά.

Μαρία Οικονομίδου
Δεν έχει τύχει ποτέ να μεταφράσω συλλογικά ή να μου προτείνουν κάτι παρόμοιο. Και για να είμαι ειλικρινής, δεν κατανοώ τι ακριβώς εννοούμε όταν λέμε «συλλογική μετάφραση». Υπό μία έννοια, κάθε μετάφραση προϋποθέτει έρευνα πάνω σε λεξικολογικά ή πραγματολογικά στοιχεία, αναζήτηση γλωσσικών ή ευρύτερα αισθητικών επιλογών. Αυτή είναι μια διαδικασία που ενδεχομένως να εμπλέκει και άλλους ανθρώπους, όπως τον συγγραφέα, τον επιστημονικό ή γλωσσικό επιμελητή· ακόμα και έναν φίλο «ακροατή» ή «αναγνώστη» κατά τη διάρκεια της μετάφρασης. Σε ό,τι με αφορά, έχω αποκτήσει ένα παρόμοιο δίκτυο ανθρώπων, τους οποίους εμπιστεύομαι και στους οποίους απευθύνομαι, ανάλογα πάντα και με το είδος ή τις ειδικές απαιτήσεις του κειμένου. Κάτι τέτοιο όμως υποθέτω ότι βρίσκεται ακόμη μακριά από μια συγκεκριμένη απόδοση του «συλλογικού». Η εικόνα της μετάφρασης ως μιας μοναχικής –εμμονικά μοναχικής– διαδικασίας, παρότι είναι μονόπλευρη, ίσως και καρικατουρίστικη, δεν παύει να περιγράφει μια βιωμένη πραγματικότητα. Και σε κάθε περίπτωση, δεν πρέπει να παραγνωρίζουμε ότι το έργο του μεταφραστή, πέρα από αισθητικό αποτέλεσμα, συνιστά μέσο βιοπορισμού για τον ίδιο, και αυτή είναι μια κομβική διαμεσολάβηση με γενική ισχύ.
Ωστόσο, το ίδιο το εγχείρημα μιας καθαυτό συνεργατικής μετάφρασης είναι κάτι που σίγουρα αξίζει να συζητηθεί. Το πιο κρίσιμο ίσως σημείο της σχετικής επιχειρηματολογίας είναι η ιδέα ότι βρίσκεσαι –σε ζωντανό χρόνο– μπροστά σε ένα πλήθος εναλλακτικών λύσεων, ότι γίνεσαι αποστασιοποιημένος παρατηρητής και κριτής της ίδιας σου της επιλογής ως μιας πρότασης ανάμεσα σε άλλες. Μπορούμε να φανταστούμε τις δυνατότητες αλλά και τα προβλήματα μιας τέτοιας προοπτικής.

Γιάννης Παλαβός
Ισχύει ό,τι ισχύει κι όταν γράφω ένα διήγημα: νιώθω ότι ένα κείμενο στέκει κι έχει φτάσει σ’ ένα επίπεδο όταν, μετά από αλλεπάλληλες διορθώσεις, αλλαγές, μετακινήσεις λέξεων και σημείων στίξης, προσθαφαιρέσεις και διαγραφές, αίφνης μοιάζει να είναι κάτι στο οποίο δεν μιλάω εγώ, κάτι που δεν το τροφοδοτώ εγώ, αλλά κάτι που πια μου απευθύνεται εκείνο, ότι έχει αποκτήσει μια υπόσταση σχεδόν υλική, ζωντανή, κι ότι δεν του παρέχω εγώ ό,τι χρειάζεται προκειμένου να ορθοποδήσει αλλά ότι πλέον μου δίνει αυτό. Ότι πλέον ανοίγω διάλογο μαζί του και είναι κάτι αυθύπαρκτο, που αναπνέει τρισδιάστατο πάνω στη δισδιάστατη σελίδα και συζητάμε, και μου αποκαλύπτει αισθήματα και σκέψεις που δεν είχα φανταστεί όσο πάλευα να του δώσω πνοή.

Μαρία Παλαιολόγου
Μια φορά, όταν σπούδαζα μετάφραση στο ΕΚΕΜΕΛ. Η συνεργατική μετάφραση δεν είναι κάτι που μου ταιριάζει.

Βασίλης Παπαγεωργίου
Είναι κάτι που έχω κάνει πολλές φορές και εκτιμώ ιδιαίτερα. Η συζήτηση, ακόμη και η ατέλειωτη, για την ερμηνεία λέξεων, προτάσεων, γλωσσικού ύφους, ρυθμού, ιδιωματισμών, νεολογισμών, ιδεών, ψυχολογικών αποχρώσεων, διακειμενικότητας εμπλουτίζει το μεταφραστικό αποτέλεσμα. Η κοινωνική επίσης διάσταση της δραστηριότητας αυτής είναι εξίσου πολύτιμη. Και μια επένδυση για κάποια επόμενη συνεργασία τουλάχιστον.

Κλαίρη Παπαμιχαήλ
Όχι, δεν έχει τύχει να μεταφράσω ποτέ συλλογικά. Η συνεργατική μετάφραση μου φαίνεται πολύ ενδιαφέρουσα και κυρίως θαρραλέα!

Άννα Παπασταύρου
Δεν έχω μεταφράσει ποτέ λογοτεχνικό έργο συλλογικά. Δεν το επιδίωξα και δε νομίζω ότι θα το επιδιώξω. Νομίζω ότι, ενώ για την απόδοση ενός δοκιμίου, μιας επιστημονικής μελέτης ή όποιου άλλου σχετικού κειμένου, μπορεί και, πολλές φορές ενδείκνυται, να μεταφραστεί συλλογικά, η μετάφραση / απόδοση ενός λογοτεχνήματος προϋποθέτει τη σχέση συγγραφέως / μεταφραστή. Αυτή η σχέση είναι προσωπική, εσωτερική, συναισθηματική θα έλεγα, και δεν μπορεί να σπάσει σε πολλά πρόσωπα. Δεν κατακρίνω, φυσικά, τους συναδέλφους που εφαρμόζουν αυτή την πρακτική, ωστόσο δε νομίζω ότι μου ταιριάζει.

Νίκος Πρατσίνης
Έχω μεταφράσει συλλογικά αρκετές φορές —και συνεχίζω να μεταφράζω με αυτόν τρόπο, μου αρέσει, μαθαίνω πολλά— σε εκπαιδευτικό κατά κύριο λόγο πλαίσιο, σε εργαστήρια/σεμινάρια εκπαίδευσης μεταφραστών, στα οποία είχα τον ρόλο του εκπαιδευτή/συντονιστή. Συνήθως, τα προϊόντα συλλογικής μετάφρασης αυτής της προέλευσης εκδίδονται χωρίς αμοιβή από τον εκδότη. Ο εκπαιδευτής έχει εκ των πραγμάτων αμειφθεί ως διδάσκων, ενώ στους συμμεταφραστές και εκπαιδευόμενους από αυτόν παρέχεται η δυνατότητα να «ξεμυτίσουν» στην αγορά.
Η μη καταβολή αμοιβής δεν συμβαίνει πάντα: για παράδειγμα, το μυθιστόρημα Ο Αλφανουί. Πού περιπλανήθηκε και τι μηχανεύτηκε, του Ισπανού Rafael Sánchez Ferlosio, προϊόν ανάλογου εργαστηρίου, αμείφθηκε (συνολικά) ικανοποιητικά από τον εκδότη (χάρη στην επιδότηση από το ισπανικό ΥΠΠΟ), ενώ τα μέλη της ομάδας και ο συντονιστής (Στέλλα Δούκα, Κλεοπάτρα Ελαιοτριβιάρη, Δάειρα Ζιούβα, Ζήνα Κουφοπούλου, Βαρβάρα Κυριακοπούλου, Νίκος Πρατσίνης) μοιράσθηκαν και το Βραβείο ΕΚΕΜΕΛ - Ινστιτούτου Θερβάντες για την καλύτερη μετάφραση από ισπανικά που τους απονεμήθηκε (2008). Και δεν είναι η μόνη περίπτωση.
Σε γενικές γραμμές πιστεύω πως η συλλογική μετάφραση είναι ποιοτικά πάντα καλύτερη: οι μεταφραστικές ικανότητες και οι προσπάθειες των μελών της ομάδας αθροίζονται (και αναπτύσσονται έτι περαιτέρω), το τελικό προϊόν είναι πιο ισορροπημένο, η όποια «κρυφή» συγγραφική μανία/διαστροφή του ατομικού μεταφραστή τιθασεύεται, το πνεύμα και το γράμμα του συγγραφέα υπηρετούνται εντιμότερα, η μετάφραση είναι διαφανέστερη (ως προς το πρωτότυπο) και εναργέστερη στη γλώσσα προορισμού. Ωραία όλα αυτά, καλά και άγια, όμως η αμοιβή επιμερίζεται σε πολλά άτομα! Συμπέρασμα: η συλλογική μετάφραση με περισσότερα από δύο άτομα δύσκολα μπορεί να αποκτήσει σταθερά μια θέση στην πιάτσα. Ειδικά όταν έχει να αντιμετωπίσει τις γλίσχρες αμοιβές που τείνουν να γίνουν ο κανόνας στην εκδοτική αγορά της χώρας μας. Εξαιρούνται οι συλλογικές μεταφράσεις εντός εκπαιδευτικού πεδίου/πλαισίου που προαναφέραμε ή κάποιες που γίνονται χάριν παιδιάς ή για την παρέα!
Έχω επίσης κάποια εμπειρία συλλογικών —συνεργατικών μάλλον θα ήταν εδώ ο σωστός όρος— μεταφράσεων και εκτός του εκπαιδευτικού πεδίου/πλαισίου, πάντα με (έναν) συμμεταφραστή που ήταν έμπειρος μεταφραστής. Την κρίνω και αυτή πάρα πολύ θετικά.

Ισμήνη Ραντούλοβιτς
Στο παρελθόν έχω μεταφράσει συλλογικά και θεωρώ ότι είναι ο πιο κατάλληλος τρόπος για την επίτευξη ενός πιο ποιοτικού αποτελέσματος, ειδικά όταν πρόκειται για ανθολογίες ποίησης ή διηγήματος, αλλά και στην περίπτωση άλλων λογοτεχνικών ειδών. Θεωρώ ότι το brainstorming στο πλαίσιο ενός εργαστηρίου μετάφρασης πάντα αποδίδει και συμβάλει ουσιαστικά στην επίτευξη ενός καλύτερου αποτελέσματος.

Αγγελική Σιγούρου
Ναι, έχω μεταφράσει κάποια βιβλία με τη φίλη μου και συνάδελφο Ελένη Καπετανάκη. Η αλήθεια είναι ότι αυτό συνέβη στο ξεκίνημα της μεταφραστικής μας πορείας και στη συνέχεια η κάθε μία συνέχισε να δουλεύει πλέον μόνη της, ωστόσο η συνεργασία μας ήταν μια χρήσιμη, δημιουργική και πολύ σημαντική και ωφέλιμη εμπειρία. Νομίζω ότι ίσως δεν είναι στον ίδιο βαθμό εφικτή η συνεργατική μετάφραση για οποιοδήποτε είδος έργου, αλλά και πάλι, εξαρτάται από τη μέθοδο που ακολουθείται από τους/τις εκάστοτε μεταφραστές και μεταφράστριες. Δεν αποκλείω τη συνεργατική μετάφραση δηλαδή, αρκεί να είναι ξεκάθαρος ο ρόλος του/της κάθε μεταφραστή/μεταφράστριας που δουλεύουν μαζί.

Θωμάς Σκάσσης
Δεν έχω μεταφράσει ποτέ συλλογικά και έτσι δεν μπορώ να εκφέρω γνώμη για τη συνεργατική λογοτεχνική μετάφραση. Φαντάζομαι ότι όταν μεταφράζουν δύο ή περισσότεροι ένα μυθιστόρημα, το κύριο ζήτημα που προκύπτει είναι αυτό του ενιαίου ύφους του λόγου αφού ο καθένας μας έχει διαφορετική γλωσσική «ιδιοσυγκρασία».

Σωτήρης Σουλιώτης
Όχι, δεν μου έτυχε στη λογοτεχνική μετάφραση, μόνο στις εμπορικές και πάλι χωρίς πολλή-πολλή συνεργασία. Οπότε η συνεργατική λογοτεχνική μετάφραση για μένα είναι κάτι ξένο, ωστόσο θα ήθελα να πω, ότι αν πρόκειται να υπάρξει, ο αριθμός των μεταφραστών πρέπει να είναι μικρός, δηλ. το πολύ 3 άτομα, γιατί ο κάθε μεταφραστής έχει τη δική του ιστορία (σπουδές, βιωματικές εμπειρίες κλπ.) και αντιλαμβάνεται το ίδιο έργο διαφορετικά, και εκεί προκύπτουν ίσως συγκρούσεις και διαφωνίες, που έχουν ως αποτέλεσμα να αργεί περισσότερο η μετάφραση, χωρίς απαραίτητα να υπάρχει σιγουριά για το αποτέλεσμα.

Ευρυβιάδης Σοφός
Έχω μεταφράσει δύο φορές συλλογικά. Νομίζω ότι αυτή η τακτική μπορεί να λειτουργήσει σε ένα στάδιο της μεταφραστικής διαδικασίας. Προσωπικά χρειάζομαι τον δικό μου χώρο για να αναπτύξω το κείμενο στα Ελληνικά. Φυσικά η συνεργασία σε συγκεκριμένες στιγμές με έναν συνάδελφο μπορεί να είναι καίρια.

Νίκη Σταυρίδη
Δεν έχω προσωπική εμπειρία από συλλογική μετάφραση. Ωστόσο έχω την εμπειρία της συνεργασίας με την μεταφράστρια γαλλικών (και αγγλικών) Françoise Miquet η οποία μετέφρασε από τα ελληνικά στα γαλλικά κάποιες ιστορίες που έχω γράψει (Μικρές αστόλιστες ιστορίες, εκδ. Εστία 2018). Ο διάλογός μας πάνω σε γλωσσικά, ιστορικά και πολιτισμικά θέματα που αναδύονταν μέσα από τα κείμενα κράτησε για καιρό (με ηλεκτρονική αλληλογραφία, Καναδάς-Γαλλία-Ελλάδα) και υπήρξε μια γόνιμη και πολύτιμη ανταλλαγή γύρω από το θέμα της γλώσσας και της μετάφρασης.

Βάσια Τζανακάρη
Στο πλαίσιο του μεταπτυχιακού μου, στη Μετάφραση-Μεταφρασεολογία στο ΕΚΠΑ, μεταφράσαμε μαζί με τις τέσσερις συμφοιτήτριές μου κάποια υπέροχα διηγήματα του Χένρι Τζέιμς, σε επιμέλεια της καθηγήτριας μας, Ε. Μήτση, τα οποία δυστυχώς δεν βρήκαν ποτέ εκδότη. Μεταφράσαμε επίσης το «Τραγουδώντας τον εθνικό ύμνο», των Τζούντιθ Μπάτλερ-Γκαγιάτρι Σπίβακ, σε επιμέλεια της καθηγήτριας μας Μ. Καραβαντά, το οποίο κυκλοφόρησε από τις εκδ. Τόπος. Υπάρχει ένα καταπληκτικό βιβλίο που θέλουμε διακαώς να μεταφράσουμε με τη φίλη και συνάδελφο Μυρσίνη Γκανά κι ελπίζω να τα καταφέρουμε να βρούμε εκδότη κάποια στιγμή. Θεωρώ ότι αν υπάρχει κοινή αισθητική, το αποτέλεσμα μπορεί να είναι πολύ καλό. Το brainstorming επίσης είναι πολύ παραγωγικό, λειτουργεί απίστευτα στη μετάφραση.

Αθηνά Ψυλλιά
Σε μία περίπτωση, σε έργο που μου είχε ανατεθεί, προσκάλεσα ένα άτομο που ενδιαφερόταν για τη γλώσσα και τη μετάφραση και ανήκε σε μια επόμενη γενιά, να επινοήσουμε έναν τρόπο συνεργασίας. Πρόκειται για τη Γειτονιά τού Γκονσάλο Μ. Ταβάρες, που μεταφράσαμε με την Παναγιώτα Μαυρίδου για τις εκδ. Καστανιώτη. Επινοήσαμε έναν τρόπο συνεργασίας, μας ενδιέφερε να καταγράψουμε και τη διεργασία και, μετά την έκδοση, δημιουργήσαμε ένα δίκτυο καλλιτεχνών που συνέχισε τον διάλογο αυτό με έργα που είχαν ως έναυσμα το βιβλίο, με στόχο ένα πολυμεσικό καλλιτεχνικό φεστιβάλ. Δεν φτάσαμε ως την τελική υλοποίηση, δεν μπορέσαμε να λύσουμε όλα τα πρακτικά θέματα, αλλά δημιουργήθηκε μια πολύ δυναμική και ενδιαφέρουσα κατάσταση.
Με ενδιαφέρει πολύ η συνεργατική μετάφραση, είμαι θετική με κάθε δυνατό τρόπο! Έχει πολλά θέματα προς επίλυση ωστόσο: για παράδειγμα, ποιος εκδότης/τρια θα πληρώσει περισσότερα άτομα για την ίδια μετάφραση και ποιοι/ες μεταφράστ(ρι)ες θα δεχτούν να κάνουν την ίδια ή περισσότερη δουλειά για λιγότερα χρήματα; Πού θα βρεθεί ο χρόνος για τις απαιτήσεις της συνεργασίας;

5. Πώς/Πότε ξέρετε ότι έχετε κάνει μια καλή μετάφραση;

Μαρία Αγγελίδου
Όταν αισθάνομαι ότι έχω πετύχει το ρυθμό του κειμένου, αυτόν που θεωρώ σωστό.

Βίκυ Αλυσσανδράκη
Ποτέ! Ποτέ δεν νιώθω απόλυτα ικανοποιημένη από το τελικό κείμενο που παραδίδω στον εκδότη! Πάντα ξαναγυρίζω στο αρχείο και λέω «εδώ θα μπορούσα καλύτερα». Κι ο πιο σίγουρος τρόπος για να μην το κάνω, είναι να μην ξαναδιαβάζω τις μεταφράσεις που έχω παραδώσει! Πέρα από τα αστεία, όμως, αν βλέπω ότι, σε γενικές γραμμές, έχω παραδώσει ένα ρέον κείμενο, με περιεχόμενο που αποδίδει όσο πιο πιστά γίνεται στη γλώσσα-στόχο, τη φωνή του συγγραφέα, τότε μπορώ να λέω πως η δουλειά μου δεν είναι τελικά και τόσο κακή!

Σοφία Αυγερινού
Συνήθως αυτό το καταλαβαίνω ήδη από το πρώτο «χέρι», την πρώτη μορφή μετάφρασης που καταγράφω. Θα έλεγα ότι η μεγάλη δυσκολία για μένα προκύπτει όταν ανακαλύπτω, διαβάζοντας το βιβλίο, ότι δεν επικοινωνώ όπως θα έπρεπε με το κείμενο, ότι κάτι με κρατάει «έξω» από αυτό: προσωπικές αισθητικές αντιλήψεις ή διάφορες άλλες σκέψεις, που ίσως δεν θα έπρεπε να επηρεάζουν τη μετάφραση. Αλλά πρόκειται για μια διαμεσολάβηση πολύ προσωπική, μια διαδικασία όπου καλείσαι να εισέλθεις πλήρως στον ξένο λόγο, να τον αφομοιώσεις και μετά να ξεχάσεις τον εαυτό σου και να έχεις κατά νου την αίσθηση του λόγου που θα ήθελε, κατά την ερμηνεία σου πάντα, να μεταδώσει ο συγγραφέας, μια διαδικασία νοητικής αποστασιοποίησης, αλλά και μέγιστης ενσυναίσθησης. Γι’ αυτό πιστεύω πως έχει επιτευχθεί ο στόχος της μετάφρασης όταν νιώθω πως το μετάφρασμα δεν αντιστέκεται στο πρωτότυπο, αλλά το ακολουθεί αβίαστα, παράγοντας ένα αντίστοιχο, ποτέ ακριβώς ίδιο, βέβαια, αισθητικό αποτέλεσμα.

Άννα Βερροιοπούλου
Πιστεύω ότι ο μεταφραστής πάντα ξέρει (ή νομίζει ότι ξέρει) πότε έχει κάνει μια καλή μετάφραση και σε ποια σημεία χωλαίνει. Πώς αντιλαμβανόμαστε ότι το μεταφραστικό αποτέλεσμα είναι καλό;;; Θεωρώ ότι η μετάφραση δεν είναι ποτέ οριστική, δουλεύουμε και ξαναδουλεύουμε το κείμενο. Όταν πάρω το εκτυπωμένο πλέον βιβλίο στα χέρια μου και, καθώς το διαβάζω, νιώσω να με πλημμυρίζει μια ζεστή ικανοποίηση, λέω ότι κάτι πέτυχα. Πάντα υπάρχουν όμως σημεία που θα σκαλώσω, θα παγώσω, γιατί ξέρω ότι εκεί, κι εκεί, έχω προδώσει τον/τη συγγραφέα μου. Υπάρχουν φυσικά και πιο αντικειμενικοί κριτές, οι επιμελητές και, ίσως, οι αναγνώστες.

Έφη Γιαννοπούλου
Να μια πραγματικά δύσκολη ερώτηση. Υπάρχουν φορές που ποτέ δεν είσαι βέβαιη ότι έχεις κάνει μια καλή μετάφραση, που δυσκολεύεσαι εντέλει να αποχωριστείς το μετάφρασμα, να το θεωρήσεις ολοκληρωμένο. Άλλες φορές πάλι, ακούς τη φωνή του συγγραφέα πεντακάθαρα στο κείμενό σου και τότε νιώθεις πως η προσπάθειά σου έχει πετύχει. Νομίζω πως στην πραγματικότητα αυτό που αποκαλώ εγώ καλή μετάφραση αφορά τον συντονισμό μου με το πρωτότυπο κείμενο σε βαθμό που να γίνομαι με κάποια ασφάλεια πιο δημιουργική στις επιλογές μου, αντίθετα βρίσκω πιο διεκπεραιωτική τη δουλειά μου όταν δεν καταφέρνω να συντονιστώ με τον συγγραφέα και το κείμενό του. Παραδόξως, αυτό δεν το συμμερίζονται απαραίτητα οι άλλοι. Μου έχει συμβεί, με δύο υποψήφιες μεταφράσεις προς βράβευση, να επιλεγεί εκείνη που για μένα ήταν περισσότερο διεκπεραιωτική και όχι εκείνη που πίστευα πως είχα βάλει όλο μου το ταλέντο και την έμπνευση.

Κρυστάλλη Γλυνιαδάκη
Έχω αρκετή εμπειρία για να ξέρω πότε έχω δώσει όση προσοχή χρειάζεται και πότε έχω κάνει χειρότερη δουλειά επειδή ο εκδότης επέμενε σε πολύ ασφυκτικά χρονικά πλαίσια παράδοσης.
Η καλή μετάφραση (από θέμα μεθοδολογίας/ρουτίνας) θέλει: μετάφραση κάθε κεφαλαίου, ξαναδιάβασμα κεφαλαίου, μετακίνηση στο επόμενο, επανάληψη βημάτων. Και στο τέλος τουλάχιστον τρία «χέρια» ανάγνωσης εκ νέου ― ίσως και προφορικά, ώστε ν’ ακούγεται αν ρέει η γλώσσα. Θέλει επίσης εξαιρετικό χειρισμό της γλώσσας στην οποία μεταφέρεται το κείμενο, όχι μόνο της αρχικής.

Ευγενία Γραμματικοπούλου
Αυτό που ξέρω είναι ότι έχω αντιμετωπίσει ισότιμα τα κείμενα που έχω αναλάβει, ανεξαρτήτως προσωπικού γούστου. Προφανώς και ορισμένα τα περιέβαλλα με περισσή φροντίδα, ενδελεχέστερα φινιρίσματα, επίμετρα κ.λπ. γιατί το απαιτούσε το ύφος και με αφορούσε ιδιαίτερα το περιεχόμενο, κανένα όμως δεν το υποτίμησα ούτε το ξεπέταξα βιαστικά. Από κει κι ύστερα, κρίνει το κοινό. Τα περισσότερα κομπλιμέντα πάντως τα έχω πάρει είτε μεμονωμένα είτε συλλογικά σε λέσχες ανάγνωσης για τη Φροσύνη του Bloch-Michel, μια νουβέλα που διαδραματίζεται στη Σκύρο του ’60: το πιο αυθόρμητο σχόλιο ήταν πως αν δεν έβλεπαν το όνομα του συγγραφέα, θα έκοβαν το χέρι τους πως το έχει γράψει «δικός μας, Έλληνας». Το ασφαλέστερο δικό μου κριτήριο είναι, πριν παραδώσω το κείμενο, να το διαβάζω φωναχτά μόνη μου ή ιδανικά σε κάποιον πρόθυμο και ώριμο ακροατή για να διαπιστώσω αν κάπου σκαλώνει το νόημα, κλωτσάει το ύφος ή αν –με φυσικότητα– ξεπηδά μια προσφορότερη απόδοση.

Μαρία Γυπαράκη
Εδώ θα σας απαντήσω πολύ λακωνικά: πώς ξέρετε ότι το φαγητό που μαγειρέψατε είναι καλό; ─ το δοκιμάζετε!

Αγαθή Δημητρούκα
Δεν το ξέρω από πριν, από μόνη μου. Το μαθαίνω από τους διορθωτές ή τον υπεύθυνο παραγωγής και, αφότου το βιβλίο εκδοθεί, από τους αναγνώστες ή τους κριτικούς. Απλώς, παραδίδω τη μετάφραση όταν είμαι σίγουρη πως έχω κάνει ό,τι καλύτερο μπορούσα. Από τον Γκάτσο έμαθα πως, οτιδήποτε καλούμαστε να μεταφράσουμε, το αντιμετωπίζουμε σαν να είναι το αριστούργημα στη γλώσσα του και προσπαθούμε να το μεταφέρουμε στη δική μας όσο καλύτερα γίνεται. Βεβαίως, δεν το πετυχαίνουμε πάντα.

Δήμητρα Δότση
Όταν έχω ολοκληρώσει τη μετάφραση και την ξαναδιαβάζω από την αρχή με τα μάτια του αναγνώστη πλέον και όχι του μεταφραστή. Αν μάλιστα έχει μεσολαβήσει κάποιο, έστω και μικρό, χρονικό διάστημα αποστασιοποίησης από τη διαδικασία της μετάφρασης, μου είναι πιο εύκολο να ξαναδιαβάσω το κείμενο ως αναγνώστης και να καταλάβω πού «κλοτσάει», ώστε να το διορθώσω.

Φίλιππος Δρακονταειδής
Δεν το ξέρω εγώ, το ξέρει ο χρόνος, δηλαδή το χρονικό σημείο όπου λέω «ως εδώ, δεν πάω πιο πέρα». Για να κυκλοφορήσει μια μετάφρασή μου σε τελική μορφή, έχουν μεσολαβήσει προηγούμενες versions. Έχουν μεσολαβήσει πενήντα χρόνια και τρεις versions από την πρώτη μεταφραστική εκδοχή των Δοκιμίων του Μισέλ ντε Μοντένι, σαράντα χρόνια και πέντε versions ως την τελική μορφή του Γαργαντούα και Πανταγκριέλ, 30 χρόνια και δύο versions για το Χρησμολόγιο και η Τέχνη της Φρόνησης, καθώς και για τον Ήρωα του Μπαλτασάρ Γκρασιάν. Ιδιαίτερα για τα Δοκίμια, προχώρησα σε σπουδές συγκριτικής κειμένων ως το επίπεδο διδακτορικού στο Πανεπιστήμιο του Μονπελιέ, κανένα ελληνικό πανεπιστήμιο δεν δέχτηκε να με αναλάβει με το επιχείρημα ότι το προπτυχιακό μου στη Σορβόνη ήταν τριετούς και όχι τετραετούς προγράμματος σπουδών, άσε την ταλαιπωρία που πέρασα ώσπου να αναγνωριστεί το διδακτορικό από τον εσμό της εμετικής ελληνικής πανεπιστημιακής συντεχνίας.

Κλεοπάτρα Ελαιοτριβιάρη
Κάθε φορά που παραδίνω στον εκδότη μια μετάφραση, είναι λίγο σαν να κρατάω την ανάσα μου, μέχρι την πρώτη επικοινωνία με την επιμελήτρια/τον επιμελητή. Πριν από λίγα χρόνια είχα ακούσει έναν ξένο συγγραφέα να λέει πως νιώθει γυμνός/εκτεθειμένος μπροστά στους μεταφραστές του. Το ίδιο νιώθω κι εγώ μπροστά στην επιμελήτρια/τον επιμελητή της δουλειάς μου. Διορθώσεις/βελτιώσεις θα υπάρχουν πάντα, αυτό είναι δεδομένο, αλλά την πρώτη αποτίμηση της δουλειάς μου την κάνει ο πρώτος άνθρωπος που τη βλέπει ολοκληρωμένη και έχει την εμπειρία και τις γνώσεις να την κρίνει. Προσπαθώ να κάνω κάθε φορά ό,τι καλύτερο μπορώ, αλλά ξέρω ότι έχω κάνει μια καλή μετάφραση μόνο όταν διαβάζω μια καλή κουβέντα από τους ανθρώπους που επιμελούνται τη δουλειά μου.

Παναγιώτης Ευαγγελίδης
Δεν το ξέρω ποτέ απόλυτα, εννοείται. Αρχικά, και κυρίως, θέλω να μου αρέσει εμένα, μετά μου λέει πάντα γνώμη ο εκδότης, οι αναγνώστες του οίκου και τα λοιπά. Μια ισορροπία ανάμεσα σ αυτούς και σε μένα. Πάντως το βασανίζω πολύ μέχρι να το παραδώσω για να είμαι εγώ ικανοποιημένος.

Γεωργία Ζακοπούλου
Δεν ξέρω πώς και πότε ξέρω ότι μια μετάφρασή μου είναι καλή. Συνήθως το νιώθω μέσα μου, διαισθητικά, αλλά πάντα το διαπιστώνω με μεγαλύτερη βεβαιότητα όταν διαβάζοντάς την, δεν νιώθω την ανάγκη να προστρέξω στο ξένο κείμενο να δω τι λέει, αλλά απολαμβάνω την ανάγνωση του βιβλίου στα ελληνικά.

Ιωάννα Ηλιάδη
Κάποιες φορές ακούς τις λέξεις που χρειάζεσαι καθαρά και αβίαστα, σαν να κυλούν ή να εκπέμπονται προς το μέρος σου από κάποια γωνιά του μυαλού σου —μολονότι αυτό δεν σχετίζεται απαραιτήτως με το κατά πόσο «ρέει» το μετάφρασμα, όπως συνήθως λέγεται, ειδικά αν το ίδιο το πρωτότυπο κείμενο είναι σχετικά δύσβατο, χαρακτηριστικό που μια καλή μετάφραση οφείλει με τόλμη να μεταφέρει στη γλώσσα στόχο, έστω κι αν έτσι γίνεται στόχος αβάσιμων ψόγων και η ίδια. Αυτή η ανοιχτή γραμμή ανάμεσα στα δύο κείμενα είναι από μόνη της μια ευπρόσδεκτη ένδειξη ότι τα πράγματα πηγαίνουν καλά, πέραν αυτού, όμως, επειδή σχεδόν κάθε λέξη του πρωτοτύπου μάς φέρνει μπροστά σε σταυροδρόμια γλωσσικών και υφολογικών επιλογών, αισθάνομαι μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση όταν η εκάστοτε επιλογή είναι προφανής, και άρα εύκολη, όταν δεν αμφισβητώ τον εαυτό μου από πρόταση σε πρόταση. Τέλος, πρόκειται για μια εσωτερική αίσθηση ότι έχω κάνει καλά τη δουλειά μου, με τον ίδιο τρόπο, φαντάζομαι, που μια ζωγράφος ή μια μαγείρισσα κοιτάζει το έργο των χεριών της νιώθοντας την ικανοποίηση ότι δεν χρειάζεται να προσθέσει ή να αφαιρέσει κάτι.

Γιάννης Καλιφατίδης
Μάλλον δεν το ξέρω ποτέ. Αυτό που ξέρω είναι πως έχω κάνει ό,τι καλύτερο μπορούσα – για τα δικά μου μέτρα. Μάλιστα ενίοτε έχω την αίσθηση ότι ίσως ξεπέρασα τον ίδιο μου τον εαυτό. Η μετάφραση είναι κι αυτή μια τέχνη και, όπως κάθε τέχνη, με ενδιαφέρει, προσωπικά, μόνο όταν καταφέρνει να είναι υπερβατική. Αφού παραδώσω τη μετάφραση, περιμένω κάθε φορά με μεγάλη αγωνία το τηλεφώνημα του εκδότη να με λυτρώσει. Τουλάχιστον μέχρι τώρα, οι αντιδράσεις υπήρξαν πάντοτε θετικές. Εξίσου σημαντικά είναι και τα καλά λόγια που θα ακούσω από αξιόπιστους αναγνώστες, φίλους, γνωστούς ή αγνώστους, ή από δυο τρεις λέξεις σε μια βιβλιοκριτική ή στα social media. Αυτό μου δίνει, μεταξύ άλλων, τη δύναμη να μη χάνω την πίστη στη δουλειά μου.

Αλέξης Καλοφωλιάς
Στο «τεχνικό» πεδίο, συνήθως όταν αρχίζω να προτείνω στον εαυτό μου λύσεις που έχω ήδη απορρίψει. Σε ένα άλλο επίπεδο, όταν το κείμενο μου προκαλεί ένα συγκεκριμένο συναίσθημα που παραπέμπει στις πρώτες αναγνωστικές μου απολαύσεις που με διαμόρφωσαν∙ τότε ξέρω ότι έχω γίνει κάτι καλό.

Μάγκυ Κοέν
Αν δεχθούμε ότι το ύφος και το περιεχόμενο ενός λογοτεχνικού έργου είναι πράγματα αδιαχώριστα, αν όχι ταυτόσημα, θεωρώ «καλή», μια μετάφρασή μου, όταν αυτή διατηρεί και αποδίδει αυτή την ταύτιση ύφους-περιεχομένου.
Επιπλέον, η μετάφραση μου είναι καλή αν κατάφερα να αφουγκραστώ τη «φωνή» του συγγραφέα, την πικραμένη οργή π.χ του επιζώντα της Σοά νομπελίστα συγγραφέα Ίμρε Κέρτες στο Καντίς για ένα αγέννητο παιδί, τον σαρκασμό του, την περιφρόνηση του για κάθε είδους ολοκληρωτισμό.
Είναι καλή η μετάφραση μου όταν, επεκτείνοντας τα όρια της γλώσσας-στόχου, δεν κατέφυγα σε μεταφραστικές ευκολίες, δεν «ισοπέδωσα» ούτε «λείανα» τις λεκτικές ή πολιτιστικές διαφορές που αναμφίβολα υπάρχουν ανάμεσα στα δύο έργα- κάτι που θεωρώ μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις του μεταφραστικού εγχειρήματος.

Έφη Κορομηλά
Δύσκολη ερώτηση! Βασική προϋπόθεση για να αγαπήσω μια μετάφρασή μου είναι να έχω αγαπήσει τον συγγραφέα και το έργο του. Γι’ αυτό και θεωρώ τον εαυτό μου τυχερό που είχα και έχω την ευκαιρία να προτείνω εγώ έργα προς μετάφραση. Από εκεί και πέρα, θα έλεγα ότι απόλυτα ικανοποιημένη δεν μπορώ να είμαι ποτέ. Για παράδειγμα: αν είχα τη δυνατότητα να ξαναμεταφράσω το ίδιο βιβλίο μετά από ένα αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα, αισθάνομαι ότι θα μπορούσα να το μεταφράσω καλύτερα. Ωστόσο, υπάρχουν μεταφράσεις μου για τις οποίες μπορώ να πω ότι αισθάνομαι υπερήφανη.

Γιώργος Κυριαζής
Όταν διαβάζω το ελληνικό κείμενο και μου σηκώνεται η τρίχα στον ίδιο βαθμό που είχε σηκωθεί και με το αγγλικό, ή όταν το αποτέλεσμα ρέει απρόσκοπτα χωρίς να δημιουργεί απορίες που δεν υπάρχουν ήδη στο πρωτότυπο κείμενο.

Αχιλλέας Κυριακίδης
Δεν το ξέρω ποτέ. Όταν ξαναδιαβάζω μεταφράσεις μου, μπορεί να δω σημεία για τα οποία δικαιούμαι να καμαρώνω, αλλά τις περισσότερες φορές εστιάζω σε λάθη ή και σε αποδόσεις που θα μπορούσε να είναι καλύτερες.

Μιχάλης Μακρόπουλος
Όταν οι φράσεις της έχουν κυλήσει σαν να ’ταν ενός δικού μου, προσωπικού κειμένου, και συνάμα νιώθω πως δεν πρόδωσα το αρχικό κείμενο.

Αργυρώ Μαντόγλου
Όταν ολοκληρωθεί και έχουν βρεθεί λύσεις για τα «ανυπέρβλητα» προβλήματα που παρουσίαζε το κείμενο.

Ιφιγένεια Ντούμη
Όταν την ευχαριστιέμαι διαβάζοντάς τη δυνατά, όταν μου το λένε άνθρωποι που εμπιστεύομαι, όταν νιώθω ικανοποίηση και λαχτάρα παραδίδοντάς την. Το ξέρω; Το νομίζω, μάλλον.

Μαρία Ξυλούρη
Το μόνο που ξέρω με σιγουριά είναι ότι έχω κάνει το καλύτερο που μπορώ για να υπηρετήσω το κείμενο· ελπίζω (χωρίς να είμαι πάντα βέβαιη) αυτό να αρκεί. Με καθησυχάζει, συνήθως, η αντίδραση του επιμελητή, του πρώτου και προσεκτικότερου αναγνώστη της μετάφρασης, όμως για εμένα τουλάχιστον η αμφιβολία παραμένει για καιρό. Εξακολουθούν να με απασχολούν επιλογές σε μεταφράσεις από χρόνια δημοσιευμένες – υποψιάζομαι, δε, ότι ποτέ μια μετάφραση δεν μπορεί να είναι «οριστική».

Μαρία Οικονομίδου
Το ερώτημα εμπεριέχει κάτι που δεν γίνεται να απαντηθεί, τουλάχιστον όχι από εμένα: «Τι είναι μια καλή μετάφραση;»
Θα ήταν σκόπιμο, λοιπόν, να θέσουμε το ζήτημα αντίστροφα, λέγοντας ότι η αληθινή πρόκληση είναι να αποφευχθεί μια κακή μετάφραση. Κάθε βιβλίο, ανεξαρτήτως αν θεωρείται «πρώτης γραμμής», αν μη τι άλλο δικαιούται μια έντιμη μεταφραστική απόπειρα, μια όσο το δυνατόν ακριβέστερη μεταφορά στην ελληνική γλώσσα. Αυτό είναι κάτι που με κάνει να αισθάνομαι καλά. Από κει και πέρα, υπάρχουν μεταφράσεις για τις οποίες έχεις μια έξωθεν καλή μαρτυρία: ένα βραβείο ή μια επαινετική κριτική. Υπάρχει και το υποκειμενικό αίσθημα της πληρότητας. Το γεγονός ότι διαβάζεις ύστερα από καιρό κάτι που έχεις μεταφράσει και νιώθεις ότι η λύση που βρήκες σε εκείνο ή το άλλο σημείο είναι πραγματικά καλή.

Γιάννης Παλαβός
Ισχύει ό,τι ισχύει κι όταν γράφω ένα διήγημα: νιώθω ότι ένα κείμενο στέκει κι έχει φτάσει σ’ ένα επίπεδο όταν, μετά από αλλεπάλληλες διορθώσεις, αλλαγές, μετακινήσεις λέξεων και σημείων στίξης, προσθαφαιρέσεις και διαγραφές, αίφνης μοιάζει να είναι κάτι στο οποίο δεν μιλάω εγώ, κάτι που δεν το τροφοδοτώ εγώ, αλλά κάτι που πια μου απευθύνεται εκείνο, ότι έχει αποκτήσει μια υπόσταση σχεδόν υλική, ζωντανή, κι ότι δεν του παρέχω εγώ ό,τι χρειάζεται προκειμένου να ορθοποδήσει αλλά ότι πλέον μου δίνει αυτό. Ότι πλέον ανοίγω διάλογο μαζί του και είναι κάτι αυθύπαρκτο, που αναπνέει τρισδιάστατο πάνω στη δισδιάστατη σελίδα και συζητάμε, και μου αποκαλύπτει αισθήματα και σκέψεις που δεν είχα φανταστεί όσο πάλευα να του δώσω πνοή.

Μαρία Παλαιολόγου
Όταν το δοκίμιο που παραλαμβάνω από τον επιμελητή έχει ελάχιστες διορθώσεις.

Βασίλης Παπαγεωργίου
Αυτό δεν το ξέρω ποτέ απολύτως ικανοποιητικά. Για τον λόγο αυτόν βρίσκω πάντα κάτι αργότερα που σκέφτομαι ότι θα μπορούσα να το είχα κάνει διαφορετικά. Συνήθως σταματώ όταν νομίζω ότι η μετάφρασή μου έχει μέσα της και τη φωνή του πρωτότυπου και τη δική μου, έτσι που μου μιλά με φυσικότητα και με το προσωπικό ύφος ενός αυτόνομου έργου τέχνης.

Κλαίρη Παπαμιχαήλ
Το καταλαβαίνω όταν κάνω τη δεύτερη ή την τρίτη γραφή, όταν μου έρχονται ξαφνικά καταλληλότερες λέξεις ή εμπνεύσεις. Κυρίως, όμως, μου το λέει το ένστικτό μου! Αυτό, φυσικά, δεν συνάδει πάντα με την εμπορική επιτυχία του βιβλίου.

Άννα Παπασταύρου
Πολύ δύσκολη ερώτηση. Θα μπορούσα να πω ότι το ξέρω όταν πια η μετάφραση έχει πάρει τον δρόμο της και έχει την αποδοχή του αναγνωστικού κοινού ή των κριτικών (οι οποίοι βέβαια σπάνια ασχολούνται με τη μετάφραση, καθώς επικεντρώνονται συνήθως στο ίδιο το βιβλίο). Τυχαίνει ωστόσο να νιώσω ότι έκανα μια καλή μετάφραση στην τελευταία επιμέλεια, όταν πια διαβάζω μεγαλόφωνα όλο το βιβλίο και «το ακούω» σαν να μου το διαβάζει κάποιος άλλος. Τότε αναγνωρίζω αν ρέει πραγματικά όπως θα ήθελα να ρέει, αν η γλώσσα έχει αποδώσει το πνεύμα του αρχικού κειμένου και το ύφος του συγγραφέα, με την προϋπόθεση βέβαια, ότι έχω λύσει και όλες τις δυσκολίες και τις απορίες που είχα στη διαδρομή.

Νίκος Πρατσίνης
Όταν, ανατρέχοντας, μετά από κάποιο καιρό, στην εκδοθείσα μετάφρασή μου, δεν εκνευρίζομαι με αυτά που διαβάζω.

Ισμήνη Ραντούλοβιτς
Ξέρω ότι έχω κάνει μια καλή μετάφραση όταν νιώθω ότι είμαι ικανοποιημένη με το κείμενό της, το οποίο, λίγο καιρό μετά την ολοκλήρωση της μετάφρασης, προσπαθώ να διαβάσω σαν να μην πρόκειται για δική μου μετάφραση.

Αγγελική Σιγούρου
Όταν διαβάζω το μεταφρασμένο κείμενο και δεν έχω πλέον την ανάγκη να επιστρέψω στο πρωτότυπο, όταν το κείμενο έχει αποκτήσει μια «αυτάρκεια» και αποτελεί πια ένα σχεδόν ανεξάρτητο έργο ενώ η γλώσσα του (εν προκειμένω η ελληνική) δεν έχει άλλα περιθώρια επέμβασης. Ωστόσο μια μετάφραση δεν τελειώνει ποτέ κατά τη γνώμη μου. Υπάρχει απλώς η χρονική στιγμή που ολοκληρώνεται με τον βέλτιστο τρόπο που εκείνη η χρονική στιγμή υπαγορεύει στον/στη μεταφραστή/μεταφράστρια, αλλά σίγουρα σε μια επόμενη χρονική περίοδο το κάθε κείμενο ή βιβλίο επιδέχεται μια νέα, πιο βελτιωμένη ή πιο σύγχρονη μετάφραση.

Θωμάς Σκάσσης
Η μετάφραση είναι μια διαρκής άσκηση ελεγχόμενης ελευθερίας. Ελευθερίας, γιατί ο μεταφραστής μπορεί και πρέπει να «γυρίσει» τη φράση στα ελληνικά, να την κόψει στα δύο (αν είναι συντακτικά δυσνόητη) ή να την ενώσει με την επόμενη (αν δεν βγάζει νόημα μόνη της), να βρει αντίστοιχες παροιμίες ή να σκαρώσει ανάλογα λογοπαίγνια (το χιούμορ είναι το πιο δύσκολα μεταφράσιμο), να ακολουθήσει το συγγραφέα στα γλωσσικά παιχνίδια του, φτάνοντας την απόδοσή του στο όριο της ερμηνείας, αρκεί το αποτέλεσμα να είναι κατανοητό στη γλώσσα στην οποία μεταφράστηκε. Και ελεγχόμενης, γιατί κάνοντας τα προηγούμενα δεν πρέπει να προδίδει το κείμενο, τη θερμοκρασία, το ύφος και τον ρυθμό του. Άρα στον άξονα πιστή μετάφραση – καλή μετάφραση, τοποθετούμαι ασυζητητί υπέρ της καλής (της όμορφης άπιστης, όπως λένε στα γαλλικά), αυτής που ρέει στα ελληνικά σαν καλό κείμενο ελληνικής λογοτεχνίας και δεν υποχρεώνει τον αναγνώστη να σταματά κάθε τόσο και να ξαναδιαβάζει ένα απόσπασμα για να καταλάβει τι εννοεί ο συγγραφέας. Παρόλα αυτά, δύσκολα σιγουρεύεται κανείς για το πόσο καλή ή κακή είναι η μετάφρασή του – αυτό το κρίνουν οι αναγνώστες, ειδικοί ή μη. Παρανοήσεις και αβλεψίες καραδοκούν πάντα και αποτελούν μέγιστη παγίδα για τον μεταφραστή. Όσο καλά κι αν γνωρίζει κανείς μία ξένη γλώσσα, θεωρώ εξαιρετικά δύσκολο έως αδύνατο να αντιλαμβάνεται όλες τις αναφορές και τις εκφραστικές διαβαθμίσεις (ελαφρότητας, σοβαρότητας, ωμότητας, χυδαιότητας ή αστειότητας), τη χροιά ενός λεξιλογίου, που πολλές φορές δεν είναι σε θέση να εκτιμήσει φερ’ ειπείν ούτε στη δική του γλώσσα. (Έτσι δικαιολογείται εν μέρει και το κοινώς λεγόμενο ότι καλύτεροι μεταφραστές είναι οι συγγραφείς.) Κατά τη διάρκεια των μαθημάτων μετάφρασης που έκανα κάποια χρόνια στο ΕΚΕΜΕΛ διαπίστωσα πόσες φορές μπορεί να βελτιωθεί το ίδιο κείμενο όταν το βλέπουν πολλά μάτια. Ωστόσο ο μεταφραστής, που εργάζεται μοναχικά και κάτω από την πίεση του χρόνου, σπάνια έχει την πολυτέλεια να υποβάλει το κείμενο στον έλεγχο ενός τρίτου ματιού ή να το αφήσει και να το ξαναπιάσει μετά από καιρό, όπως μπορεί να κάνει ο συγγραφέας. Η μετάφραση δεν προσφέρει ποτέ τη βεβαιότητα της τελείωσης· κατά τη γνώμη μου, είναι από τη φύση της καταδικασμένη να μην αγγίζει ποτέ το οριστικά τέλειο αποτέλεσμα. Θα έλεγα, λοιπόν, ότι καλός μεταφραστής είναι αυτός που α) διαθέτει γλωσσικό πλούτο, β) δεν παρασύρεται από τη σύνταξη της ξένης γλώσσας και γ) υποψιάζεται την ύπαρξη λάθους στη μετάφρασή του ανάλογα με τα συμφραζόμενα.

Σωτήρης Σουλιώτης
Το διαισθάνομαι. Αλλά επίσης, όταν διαβάζω τη μετάφραση αφού την τελειώσω και βλέπω πόσο ρέει ο λόγος, και νοιώθω ότι αν ήμουν εγώ ένα από τα πρόσωπα του έργου που λέει κάτι σε μια συγκεκριμένη στιγμή, θα έλεγα το ίδιο. Αν μάλιστα είναι ποίηση και το πρωτότυπο έχει ομοιοκαταληξία, νοιώθω ότι έχω κάνει καλή μετάφραση όταν και στα ελληνικά χρησιμοποιώ ομοιοκαταληξία ―και πάντα έτσι κάνω. Πρώτα μεταφράζουμε σκέψεις και συναισθήματα, και ύστερα λέξεις και φράσεις.

Ευρυβιάδης Σοφός
Όταν το κείμενο δεν έχει ασάφειες, όταν αυτό που διαβάζω ρέει στα ελληνικά και δεν νιώθω ότι διαβάζω ένα κείμενο με δυσλειτουργικά σημεία.

Νίκη Σταυρίδη
Θα απαντούσα ―αυθόρμητα― σε αυτό το ερώτημα λέγοντας ότι έχει να κάνει με τον/την συγγραφέα πρωτίστως. Έχει να κάνει με το εργαλείο της γλώσσας και τον τρόπο που το κατέχει και το χρησιμοποιεί ο/η συγγραφέας στη δική του γλώσσα. Και ακολουθεί βέβαια η πρόκληση για την μεταφράστρια, να σταθεί στο ύψος της πρότασης του συγγραφέα. Η μεταφράστρια / ο μεταφραστής είναι ταυτόχρονα και η πρώτη αναγνώστρια / ο πρώτος αναγνώστης που θα δεχτεί (ή όχι...) θα κρίνει, θα υπερασπιστεί εντέλει τον συγγραφέα/ την συγγραφέα που μεταφράζει. Πρόκειται για μια ζωντανή σχέση είτε ο συγγραφέας είναι εν ζωή είτε όχι.
Για να επιστρέψω στο ερώτημα «πότε ξέρω ή πώς ξέρω ότι έχω κάνει μια καλή μετάφραση» θα πω ότι αυτό συνδέεται με το επίπεδο γοητείας της γλώσσας του συγγραφέα αλλά και με το βαθμό εμπλοκής μου ως μεταφράστριας σε αυτό που ο τελευταίος αφηγείται. Πιθανώς η «καλή μετάφραση» να σχετίζεται και με την ταύτιση που μπορεί να συμβεί, αν συμβεί, μεταξύ του κειμένου και της μεταφράστριας (ερήμην του συγγραφέα μάλιστα).

Βάσια Τζανακάρη
Κάποιες φορές το νιώθω την ώρα που το κάνω, όταν βρίσκω αμέσως τις κατάλληλες λέξεις. Αλλά σ’ αυτό σε οδηγεί κάπως το κείμενο: αν είναι καλό και σου ταιριάζει, είναι σαν να σου λέει το ίδιο πώς να το μεταφράσεις. Άλλες φορές, όταν διαβάζω το τελικό μου κείμενο και βλέπω ότι ο λόγος είναι ζωντανός και το λεξιλόγιό μου πλούσιο, ότι έχω διατηρήσει το ύφος, το χιούμορ, την ειρωνεία, το γλωσσικό επίπεδο και, στο μέτρο του δυνατού, τα λογοπαίγνια, αισθάνομαι ότι τα πήγα καλά.

Αθηνά Ψυλλιά
Ένα μέτρο είναι ο ενθουσιασμός μου στη διάρκεια της μετάφρασης. Επίσης, αν έχω αρκετό χρόνο για να κάνω καλές διορθώσεις.

6. Ποιο ήταν το έργο που, μέχρι σήμερα, απετέλεσε τη μεγαλύτερη μεταφραστική πρόκληση για εσάς; Γιατί;


Μαρία Αγγελίδου
Αυτό αλλάζει. Και είναι πάντα το βιβλίο που μεταφράζω ΤΩΡΑ. Γιατί μόνο όταν το αναγορεύω μέσα μου ως ΤΟ ΚΑΛΥΤΕΡΟ, ΤΟ ΣΠΟΥΔΑΙΟΤΕΡΟ, ΤΟ ΑΝΩΤΕΡΟ απ’ όλα, μπορώ να του τα δώσω όλα.

Βίκυ Αλυσσανδράκη
Δεν χρειάζεται να σκεφτώ καθόλου για ν’ απαντήσω σε αυτή την ερώτηση! Η μεγαλύτερη μεταφραστική πρόκληση για’ μένα ως τώρα, ήταν η Μη aναστρέψιμη aπώλεια cευδαισθήσεων του Ισλανδού Eiríkur Örn Norðdahl. Πέρα από το γεγονός ότι ήταν η πρώτη μου μεταφραστική προσπάθεια από τα ισλανδικά, ήταν ένα πολύ ιδιότυπο έργο, που κολυμπούσε στα αχαρτογράφητα νερά μεταξύ της ποίησης, της λογοτεχνίας, του θεάτρου, του δοκιμίου και του κόσμου των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Πρόκειται για 23 μικρά κείμενα, που ο συγγραφέας ονομάζει «ποιήματα», με μια μοναδική προφορικότητα, ένα πολύ «τωρινό» και σύγχρονο ύφος και μια πολύ ιδιαίτερη φωνή, που έπρεπε να μεταφραστεί ατόφια στα ελληνικά. Αν γινόταν διαφορετικά, αυτό που θα διάβαζαν οι έλληνες αναγνώστες θα ήταν κάτι εντελώς διαφορετικό από το πρωτότυπο. Για κάποιο περίεργο λόγο, όμως, που μόνον εκείνος γνωρίζει, είχα την απόλυτη εμπιστοσύνη του συγγραφέα... τον οποίο και τρέλανα στις ερωτήσεις!

Σοφία Αυγερινού
Με κριτήριο την πολυπλοκότητα και εσωστρέφεια του μοντερνιστικού λόγου, την πειραματική διάθεση και την πληθώρα λογοτεχνικών ειδών, υφών, πλοκών και διαθέσεων που συνυφαίνει ο συγγραφέας στο πρωτότυπο, θα έλεγα ότι η μεγαλύτερη μεταφραστική πρόκληση για μένα μέχρι στιγμής ήταν οι Υπνοβάτες του Μπροχ (Έρμα 2022), λαμβάνοντας επίσης υπόψη ότι κυκλοφορεί ακόμη η εκδοχή του Κώστα Κουντούρη (Μέδουσα 1988) και μια νέα μετάφραση οφείλει να δικαιολογήσει διπλά την ύπαρξή της. Από κάθε άποψη, πάντως, η μετάφραση των Υπνοβατών αποτέλεσε μια τομή στη μεταφραστική μου πορεία, μια διαδικασία που με ωρίμασε και με οδήγησε στο να εργάζομαι με τρόπο ακόμη πιο συνειδητό.

Άννα Βερροιοπούλου
Δύο είναι τα έργα. Το ένα ήταν βιβλίο που δεν μου άρεσε. Καθόλου. Το άλλο είναι το Σάμα του Αντόνιο Ντι Μπενεντέτο. Λατρεύω το έργο του Ντι Μπενεντέτο, ταυτίζομαι μαζί του, οπότε αυτό αποτελεί άλλη μια πρόκληση για μένα. Το ύφος του είναι μοναδικό, η οικονομία του λόγου ιδιοφυής, η σύνταξή του ιδιότροπη, συχνά ο λόγος του δεν ρέει, το λεξιλόγιό του στρυφνό, υπαινικτικό, και οι επιλογές του αυτές ταυτίζονται με την ιδιοτροπία και τη διάθεση του ήρωά του. Η γραφή του διακρίνεται επίσης για τους νεολογισμούς, τη δημιουργία μετοχών και τη διαφορετική χρήση λέξεων. Ο ρυθμός, ο ιδιαίτερος παλμός του κειμένου και οι συχνότατες παρηχήσεις είναι από μόνα τους μια πρόκληση. Υπάρχουν σημεία κομβικά όπου διασταυρώνονται τα νοήματα και το έργο του μοιάζει να διέπεται από μαθηματικούς νόμους. Κι όταν ο μεταφραστής πάει να αλλάξει κάτι, βλέπει συχνά να καταρρέουν μπροστά στα μάτια του κομμάτια του οικοδομήματος. Η ισορροπία της πρότασης αποδεικνύεται τότε ασταθής και καταλαβαίνεις ότι στο πρωτότυπο όλα έχουν μια λειτουργεία.

Έφη Γιαννοπούλου
Δύσκολα θα μπορούσα να πω ποιο έργο ήταν για μένα η μεγαλύτερη μεταφραστική πρόκληση. Στη δική μου αξιολόγηση θα συνωστίζονταν τουλάχιστον τρία ή τέσσερα για αυτή τη θέση, αλλά θα απαντήσω, επικαλούμενη και τις απόψεις άλλων, το Πέδρο Πάραμο του Χουάν Ρούλφο. Από τις δουλειές μου είναι αυτή που προκαλεί δέος κυρίως στο ισπανόφωνο κοινό, που με κοιτά με θάμβος μαθαίνοντας ότι έχω αναμετρηθεί με αυτό το κείμενο. Στο συγκεκριμένο βιβλίο θα εντόπιζα περισσότερα από ένα επίπεδα δυσκολίας. Κατ’ αρχάς την ιδιωματική γλώσσα της επαρχίας του Χαλίσκο, υποσύνολο της μεξικανικής παραλλαγής των ισπανικών. Έπειτα το ιδιαίτερο ύφος του βιβλίου, τη θραυσματική αφήγηση, τις αλλαγές στην αφηγηματική οπτική γωνία (POV), κυρίως όμως η μεγάλη δυσκολία αυτού του κειμένου είναι ότι δεν βλέπεις τις ραφές του ούτε όταν το μεταφράζεις, ότι αισθάνεσαι πως κάθε λέξη είναι αυτή που πρέπει να είναι και δεν υπάρχει ούτε μία περισσότερη, ούτε μία λιγότερη. Το Πέδρο Πάραμο είναι ένα ποίημα γραμμένο με τη μορφή μυθιστορήματος. Πρέπει να έκανα πάνω από δέκα «χέρια» δουλεύοντάς το, διαβάζοντάς και ξαναδιαβάζοντας τη μετάφραση και διορθώνοντας μικροπράγματα, προσπαθώντας να αποδώσω πλήρως το πρωτότυπο. Ήταν από τις δουλειές που δεν ήθελα να παραδώσω ποτέ, που όταν το τέλειωσα σκεφτόμουν πως κάποτε θα ξανασχοληθώ μαζί του. Από την άλλη, νομίζω ότι κάθε σπουδαίο λογοτεχνικό κείμενο είναι μια μεταφραστική πρόκληση, ζητά από τον μεταφραστή την επινόηση μιας ιδιαίτερης γλώσσας, στο βαθμό που κάθε λογοτεχνική γλώσσα είναι μια γλώσσα τεχνητή, ακόμη κι όταν φαίνεται φυσική.

Κρυστάλλη Γλυνιαδάκη
Η τετραλογία του Μπαρόι του Ρόι Γιάκομπσεν και τις εκδόσεις της «Εστίας», λόγω της ιδιολεκτικής υφής της γλώσσας και του πολύ ξεχωριστού λεξιλογίου για τη θάλασσα και τα επαγγέλματα της εξοχής των αρχών του 20ού αιώνα. Είναι επίσης βιβλία που ρέουν λόγω της λυρικότητάς τους και δημιουργούν υποδόριες εντάσεις λόγω του εσωτερικού ρυθμού της γλώσσας. Ώρες-ώρες έμοιαζαν περισσότερο με ποίηση παρά με μυθιστοριογραφία.

Ευγενία Γραμματικοπούλου
Το μυθιστόρημα-ποταμός Οι ρίζες του ουρανού γεμάτο ετερόκλητα πρόσωπα με ξεχωριστό ιδιόλεκτο και σε μόνιμη ένταση μεταξύ τους: αγωνία μην προδώσω τη συγκλονιστική αποτύπωση της αφρικανικής γης, μην χάσει σε καυστικότητα το ιδιότυπο χιούμορ του Γκαρί, η ιερόσυλη αποκαθήλωση παραλογισμών και αυταπατών που μας φαίνονται κανονικότητα· σε πολλές σελίδες χρειάστηκαν αλλεπάλληλες προφορικές αναγνώσεις για να κρατηθεί ο ρυθμός και το μυθοπλαστικό κρεσέντο της αφήγησης. Το Μαύρο Αίμα του Λουί Γκιγιού που μεταφράζω τώρα, το πιο ντοστογιεφσκικό έργο της γαλλικής λογοτεχνίας, εφάμιλλο του Ταξιδιού στην άκρη της νύχτας αλλά επισκιασμένο από αυτό: πολυσέλιδο ομοίως και πυκνό, ένα οξυδερκές μωσαϊκό χαρακτήρων μιας επαρχιακής βρετόνικης πόλης στη διάρκεια του Μεγάλου Πολέμου, επίσης με επισφαλή στην απόδοσή τους ιδιόλεκτα και λογοπαίγνια. Τα μανιφέστα του υπερρεαλισμού του Μπρετόν, μαζί με συνοδευτικά τους κείμενα στην «οριστική» έκδοση του 1962 των εκδ. Pauvert για τις εκδόσεις Άγρα. Οι λόγοι είναι προφανείς: η συνθετότητα του λόγου, οι πυκνές, συχνά κρυπτικές, αναφορές σε πρόσωπα και πράγματα της εποχής που χρωματίζουν τον τόνο και οι λεκτικές ακροβασίες στις σελίδες της αυτόματης γραφής του Poisson soluble όπου το συγκείμενο δεν λειτουργεί ως πυξίδα καθιστούν το όλο εγχείρημα μια σκληρή διανοητική δοκιμασία. Δεν έχω κάνει τίποτα πιο επίμοχθο μέχρι τώρα.

Μαρία Γυπαράκη
Όλα, με τον τρόπο τους, προκλήσεις είναι! Και το λέω αυτό επειδή πρώτιστη υποχρέωση του μεταφραστή είναι να αποδώσει με τις λέξεις την ατμόσφαιρα. Αυτό είναι το δύσκολο, να αποφασίσει, για παράδειγμα, ποια λέξη θα ξεχωρίσει από τα συνώνυμά της για να εναρμονίζεται καλύτερα με την ατμόσφαιρα. Η μετάφραση είναι, όπως και η ζωγραφική άλλωστε, θέμα αποχρώσεων. Συμφωνώ να αποδώσεις τον τίτλο του μυθιστορήματος La Peste, του Albert Camus, ως Πανούκλα, όταν όμως την ίδια λέξη τη βρεις σε ένα κείμενο της Madame de Sévigné (στην τύχη το λέω), τότε θα πρέπει να την πεις «πανώλη». Από την άποψη αυτή πρόκληση ήταν και η πρόσφατη μετάφρασή μου του μυθιστορήματος Marie-Claire της Marguerite Audoux που η απλοϊκότητά του κρύβει έναν τόσο ιδιαίτερα δομημένο αρχετυπικό –ας μου επιτραπεί ο όρος– νατουραλισμό. Εκεί δόθηκε ο αγώνας με τις λέξεις.

Αγαθή Δημητρούκα
Ο Δον Κιχώτης, και συγκεκριμένα η συνέχιση της μετάφρασης του Καρθαίου, γιατί, για την ομοιογένεια του κειμένου, αναγκάστηκα να ακολουθήσω τον αναλυτικό μεταφραστικό τρόπο του σπουδαίου αυτού μεταφραστή και της εποχής του. Βεβαίως, και παρά τις υπάρχουσες μεταφράσεις, ο Δον Κιχώτης εξακολουθεί να παραμένει για μένα μέγιστη μεταφραστική πρόκληση ούτως ώστε, μόλις βρω τον χρόνο και λίγα χρήματα για τα προς το ζην εκείνο το διάστημα, να του αφιερωθώ έστω και στα γεράματά μου.

Δήμητρα Δότση
Όσο περισσότερο αυξάνεται η επαγγελματική εμπειρία, σε όποιο μεταφραστικό επίπεδο κι αν βρίσκεται κανείς, έχει να αντιμετωπίσει και την αντίστοιχη πρόκληση. Κάθε φορά που ανεβαίνει μεταφραστικό επίπεδο, αντίστοιχα προκύπτουν και νέες προκλήσεις. Η τελευταία πρόκληση που αντιμετώπισα ήταν το 2023 με το βιβλίο του Gianfranco Calligarich, Ιδιωτικές άβυσσοι (εκδ. Ίκαρος). Η πρωτότυπη γραφή δεν είχε συντακτικές αντιστοιχίες με την ελληνική γλώσσα (ονοματικές προτάσεις, σχεδόν πλήρης απουσία υποκειμένων κ.λπ.). Η αρχιτεκτονική του συγκεκριμένου κειμένου ακολουθούσε την τεχνική της πυραμίδας: κάθε λέξη βασιζόταν στην προηγούμενη ώστε να τοποθετηθεί η επόμενη, και, αν κάτι δεν γινόταν σωστά σε όλη αυτή την αλυσίδα, υπήρχε ο κίνδυνος ολικής κατάρρευσης του κειμένου.

Φίλιππος Δρακονταειδής
Ο Μοντένι, ο Ραμπελέ, ο Γκρασιάν υπήρξαν τρεις μεγάλες και διαφορετικές μεταφραστικές προκλήσεις. Όπως προανέφερα χρειάστηκαν, επενδύθηκαν και απέδωσαν δεκαετίες προσπαθειών ώστε από μια πρώτη εκδοχή να υπάρξει ένα έντιμο αποτέλεσμα. Ως προς το «γιατί;» δεν υπάρχει απάντηση πλην μιας «εκλεκτικής συγγένειας» υπό την έννοια ότι συνάντησα τους συγγραφείς και εκείνοι με συνάντησαν με το έργο τους. Στοιχείο αυτής της «συγγένειας» είναι ότι εργαζόμενος στο Παρίσι, έμενα στην Οδό Λα Μποεσί, αναφορά στον άξιο φίλο του Μοντένι! Χάριν ανεκδότου, μου συνέβη μερικές φορές, μεταφράζοντας τα Δοκίμια, να τραβάω το πουκάμισό μου στο λαιμό σαν να με έσφιγγε, έχοντας την πλάνη ότι η κολαρίνα που φορούσε ο Μοντένι στις διαθέσιμες γκραβούρες τον έσφιγγε στο λαιμό! Και αν η μετάφρασή μου του Ραμπελέ έχει το γούστο της, η βωμολοχία (με έξω καρδιά) που διακρίνεται στο έργο του, με θέλγει απεριόριστα. Βρήκα λύσεις που πλουτίζουν τα ανίερα της ελληνικής γλώσσας. Από την άλλη πλευρά, οι μεταφράσεις μου παλαιότερων και σύγχρονων ισπανόφωνων συγγραφέων είναι μεταφράσεις εκτίμησης και, κατά συνέπεια, προσεκτικές.

Κλεοπάτρα Ελαιοτριβιάρη
Χωρίς δεύτερη σκέψη: Ο Πλατέρο κι εγώ, του Χουάν Ραμόν Χιμένεθ (εκδ. Καστανιώτη, με την υποστήριξη του Ινστιτούτου Θερβάντες της Αθήνας). Γραμμένο το 1914, ήταν ως τότε, το έργο με τη μεγαλύτερη χρονική απόσταση από τη στιγμή που γράφτηκε ως τη στιγμή που κλήθηκα να το μεταφράσω. Και το πρώτο βραβείο Νόμπελ λογοτεχνίας που κλήθηκα ποτέ να μεταφράσω. Ο Χουάν Ραμόν Χιμένεθ είναι μια πολύ σπουδαία, πολύ ειδική περίπτωση λογοτέχνη, με πολύ ιδιαίτερη φωνή και ύφος και το συγκεκριμένο έργο έχει μεγάλο ειδικό βάρος στην ισπανόφωνη λογοτεχνία. Μεταφράζοντας ένιωθα συχνά-πυκνά πως είμαι ανεπαρκής για να φέρω εις πέρας αυτό το εγχείρημα και χρειάστηκα τη βοήθεια πολλών φίλων φιλολόγων και μεταφραστ(ρι)ών. Ομολογώ πως ο Πλατέρο με τρομοκράτησε. Και πολύ καλά μου έκανε. Μου χάρισε όμως και μεγάλες συγκινήσεις, όπως, για παράδειγμα, τα λόγια του επιμελητή της έκδοσης, Αλέξανδρου Πανούση, όταν μου έστειλε το σελιδοποιημένο κείμενο με τις διορθώσεις του: «Το κείμενο είναι εξαιρετικό, και η μετάφρασή σας από τις καλύτερες που μου έχουν τύχει τα τελευταία (αρκετά) χρόνια».

Παναγιώτης Ευαγγελίδης
Για να πω την αλήθεια όταν ένα έργο το βρίσκω πολύ δύσκολο το αρνούμαι, δεν θέλω να βάλω μπελάδες στο κεφάλι μου, ήδη τα Ιαπωνικά είναι μπελάς από μόνα τους. Έχω αρνηθεί βιβλία γιατί ήξερα από την αρχή ότι θα ήταν σπαζοκεφαλιά.
Ένα έργο που έχω συμφωνήσει να κάνω τώρα, και που μόλις έχω κάνει μερικές σελίδες, είναι ίσως η μεγαλύτερη μεταφραστική μου πρόκληση, καθώς πρόκειται για το βιβλίο ενός βουδιστή μοναχού του δέκατου πέμπτου αιώνα και το μεταφράζω ταυτόχρονα και από το πρωτότυπο και από την ιαπωνική του μετάφραση σε σύγχρονα ιαπωνικά.

Γεωργία Ζακοπούλου
Μεταφραστική πρόκληση για μένα ήταν πολλά από τα βιβλία που μετέφρασα, επειδή λόγω του ότι δεν είχα το άγχος να βιοποριστώ από τη μετάφραση, κάθε τόσο αναλάμβανα βιβλία δύσκολα για μένα αλλά που θεωρούσα ότι θα με πήγαιναν λίγο παραπέρα.
Η μεγαλύτερη όμως πρόκληση ήταν τα Τέλματα του Αντρέ Ζιντ, το πρώτο λογοτεχνικό βιβλίο που μετάφρασα, και τούτο επειδή πρωτόπειρη μεταφράστρια τότε, δίχως συναίσθηση των δυσκολιών που θα αντιμετώπιζα, αποφάσισα να καταπιαστώ μ’ ένα αρυτίδωτο παρά τα χρόνια κείμενο, για το οποίο ο Χόρχε Σεμπρούν στο βιβλίο του Αντίο, φως της νιότης, διευκρίνιζε ότι η ιδιαίτερη αρετή του είναι πως «δεν μπορούμε να τα φανταστούμε σε καμιά άλλη γλώσσα πέραν της Γαλλικής», ενώ ο ίδιος ο Ζιντ στο Ημερολόγιό του έγραφε: «Θέλησα να κάνω τη φράση μου ένα εργαλείο τόσο ευαίσθητο που η απλή μετατόπιση ενός κόμματος να αρκεί για να διαταράξει την αρμονία της». Μόνη δικαιολογία για την αποκοτιά μου, η διαρκής επίβλεψη του καθηγητή μου, του Πέτρου Παπαδόπουλου, που χωρίς τη βοήθειά του το παράτολμο αυτό εγχείρημα θα είχε σίγουρα αποτύχει.

Ιωάννα Ηλιάδη
Παρόλο που αν έπρεπε να βάλω στη σειρά τα βιβλία που έχω αγαπήσει περισσότερο θα ήθελα να στριμώξω τουλάχιστον τρία ή τέσσερα στην πρώτη θέση, σε ό,τι έχει να κάνει με την αντικειμενική δυσκολία, την παραδόξως επιθυμητή μεταφραστική πρόκληση, το βιβλίο που σαφώς ξεχωρίζει στα μάτια μου είναι η πολυσέλιδη βιογραφία του Αμερικανού συγγραφέα Στίβεν Κρέιν από τον Πολ Όστερ, με τίτλο Φλεγόμενο Αγόρι, που κυκλοφόρησε το 2023 από τις εκδόσεις Μεταίχμιο. Αφήνοντας κατά μέρος τη διόλου αμελητέα παράμετρο του όγκου δουλειάς, ας αιτιολογήσω την απάντηση μου αναφέροντας ότι η εν λόγω μεταφραστική αποστολή μου έδωσε την ευκαιρία να αναμετρηθώ με ένα υψηλής πυκνότητας μη μυθοπλαστικό κείμενο, με εκτενή αποσπάσματα από το ιδιότυπο λογοτεχνικό έργο και τις προσωπικές επιστολές του ίδιου του Κρέιν, με πλήθος δημοσιογραφικά κείμενα της εποχής και, βέβαια, με τον μεγάλο πραγματολογικό πλούτο του βιβλίου. Μια μοναδική επαγγελματική εμπειρία που έμαθε πολλά και για την οποία αισθάνομαι ευγνώμων.

Γιάννης Καλιφατίδης
Κάθε βιβλίο είναι και μια διαφορετική πρόκληση, υπό την έννοια ότι ως μεταφραστές και μεταφράστριες καλούμαστε να βουτήξουμε στον συναισθηματικό –και όχι μόνο– κόσμο της/του συγγραφέα, να συλλάβουμε και να αναδείξουμε όλα τα υφολογικά χαρακτηριστικά του πρωτοτύπου. Μια ιδιαίτερη πρόκληση ήταν ο Κατάλογος απολεσθέντων της Judith Schalansky για τις εκδ. Αντίποδες. Οι δυσκολίες είχαν να κάνουν από τη μια με τα αναρίθμητα πραγματολογικά στοιχεία και από την άλλη με τους εκφραστικούς πειραματισμούς, το αφηγηματικό πλαίσιο, τις ασκήσεις ύφους και τις πανέξυπνες ακροβασίες της συγγραφέως από τη μία ιστορία στην άλλη.

Αλέξης Καλοφωλιάς
Το μυθιστόρημα του William Vollman Κεντρική Ευρώπη ήταν σίγουρα μια πρόκληση, τόσο για την έκτασή του, όσο και για τον πραγματολογικό του πλούτο και την ιδιότυπη έκφραση του συγγραφέα.

Μάγκυ Κοέν
Αντιμετώπισα τη μεγαλύτερη μεταφραστική πρόκληση όταν μετέφραζα τον Ιούδα του Άμος Οζ ― ενός συγγραφέα, λάτρη της γλώσσας, που διαλέγει τις λέξεις σαν σπάνια πετράδια, συνθέτοντας ένα πλούσιο γλωσσικό ψηφιδωτό, το οποίο, φυσικά, θα πρόδιδα αν επιχειρούσα να το αποδώσω απλοποιώντας το ή χρησιμοποιώντας συνηθισμένες λέξεις.
Η μεταφραστική πρόκληση συνεχίστηκε όταν, μετά από την πληθωρικά ευφάνταστη πρόζα του Οζ, ανέλαβα να μεταφράσω τον Αθάνατο Μπάρτφους του Ααρόν Άππελφελντ ― ενός συγγραφέα η πρόζα του οποίου είναι απολύτως λιτή, απογυμνωμένη από υφολογικά και λεκτικά στολίδια και, ταυτόχρονα, μεστή ποιητικότητας, μια πρόζα όπου είναι εμφανής η πρόθεση του συγγραφέα να αποκαθάρει, τις λέξεις, να ξαναδώσει στις πιο ταπεινές από αυτές όλο το «πρωτογενές» βάρος τους.

Έφη Κορομηλά
Υπάρχουν δύο τέτοια έργα: Η Μάγισσα του Jules Michelet και Η Ιουλία ή η νέα Ελοΐζ του Jean-Jacques Rousseau. Η πρόκληση συνίστατο στο μέγεθος αυτών των δύο συγγραφέων, στην ιδιαιτερότητα του ύφους του καθενός, αλλά και στα θέματα που πραγματεύονται στα συγκεκριμένα έργα και τα οποία με ταξίδεψαν σε βαθιές θάλασσες, νοηματικές και υφολογικές.

Γιώργος Κυριαζής
Αναμφίβολα είναι Το Τούνελ, του Γουίλιαμ Γκας (εκδ. Καστανιώτη 2021). Είναι ένας εσωτερικός μονόλογος, πολύ μεγάλος σε έκταση, γεμάτος διακειμενικές αναφορές, με πυκνή και δύσκολη γλώσσα, μακροπερίοδο λόγο και βαριά νοήματα. Το πιο δύσκολο ήταν η γλώσσα, η οποία στο πρωτότυπο είναι δουλεμένη στο έπακρο και πατάει γερά στη μακραίωνη λογοτεχνική αγγλοσαξονική παράδοση η οποία δεν έπαψε στιγμή να εξελίσσεται. Η διαδικασία μετατροπής αυτής της γλώσσας σε ρέοντα και σαφή ελληνικό λόγο δεν ήταν καθόλου εύκολη.

Αχιλλέας Κυριακίδης
Οι Ασκήσεις ύφους του Ρεμόν Κενό: γιατί ήμουν στις αρχές της μακρότατης μεταφραστικής μου σταδιοδρομίας, και οι πασίγνωστες πια δυσκολίες του βιβλίου μού έμαθαν ότι η μετάφραση δεν είναι αντικατάσταση λέξεων, αλλά μια δημιουργική ανάγνωση.

Μιχάλης Μακρόπουλος
Μάλλον ένα που δεν εκδόθηκε κι ούτε πρόκειται, για λόγους που δεν χωρούν εδώ, να εκδοθεί. Η Χρυσή κούπα του Χένρι Τζέιμς. Το υπέροχο, περιπεπλεγμένο ύφος του Τζέιμς απαίτησε από εμένα τον μέγιστο κόπο ― και η ολοκλήρωσή του μου χάρισε βαθιά ικανοποίηση.

Αργυρώ Μαντόγλου
Πολλές μεταφράσεις υπήρξαν πρόκληση, με την έννοιας της δυσκολίας απόδοσης του ύφους στη γλώσσα μας, αλλά το Ορλάντο της Βιρτζίνια Γουλφ ήταν η πιο απολαυστικό από όσα βιβλία έχω μεταφράσει καθώς απαιτούσε επινοητικότητα αλλά και προσήλωση.

Ιφιγένεια Ντούμη
Νομίζω είναι ένα βιβλίο που μετέφρασα το 2008-2009, όταν ακόμη είχα άγνοια κινδύνου. Το Αυτόματο του Ισπανού Αδόλφο Γκαρθία Ορτέγα. Μου το ανέθεσε ένας άνθρωπος που μου έδειξε πολύ μεγάλη εμπιστοσύνη, ο κ. Δασκάλου, που ήταν τότε στις εκδ. Πάπυρος. Ήταν ένα βιβλίο μεγάλο και απαιτητικό, κι εγώ ακόμη ήμουν αρκετά άπειρη. Όμως, όπως είπα, είχα θάρρος και άγνοια κινδύνου, το ανέλαβα με ενθουσιασμό, μου άρεσε πάρα πολύ, διάβασα πολλά βιβλία για να το προσεγγίσω, έκανα έρευνα, μίλησα με πολλούς ανθρώπους, γνωστούς και άγνωστους. Θα μου πείτε, πάντα αυτό δεν πρέπει να κάνουμε; Ε, ήταν μάλλον η πρώτη μου φορά και τα έδωσα όλα με μεγάλη χαρά. Ήταν πρόκληση αλλά και απόλαυση. Ήταν τότε υποψήφιο και για το βραβείο του ΕΚΕΜΕΛ αυτό το βιβλίο, οπότε καμάρωνα λίγο μετά.

Μαρία Ξυλούρη
Κάθε βιβλίο έχει τις δυσκολίες του και τις προκλήσεις του· θα μπορούσα να μιλώ με τις ώρες για τα όσα με δυσκόλεψαν στο καθένα. Ωστόσο μεγαλύτερη πρόκληση ήταν μάλλον η πιο πρόσφατη μετάφραση, αυτή του Άτλαντα νεφών. Ως γνωστόν το συγκεκριμένο μυθιστόρημα είναι μια ματριόσκα μικρότερων βιβλίων: το καθένα από αυτά τα μικρότερα βιβλία έχει τον χρόνο, τον τόπο, και τη γλώσσα του, και μια μεγάλη επιτυχία του συγγραφέα (και μεγάλος πονοκέφαλος για τη μεταφράστρια) είναι ακριβώς αυτή η αλλαγή της γλώσσας από βιβλίο σε βιβλίο. Στο τέλος, αυτό που με βοήθησε περισσότερο ήταν η παραίνεση του Μίτσελ σε μια συνομιλία μας, όταν συζητούσαμε τους κανόνες του για τη γλώσσα του Ζάκρι (μια μελλοντική μετααποκαλυπτική αγγλική με χαβανέζικα στοιχεία και πολλά εσκεμμένα «λάθη»), η ιστορία του οποίου βρίσκεται στην καρδιά του βιβλίου: But more importantly, can you just have fun with it? Είναι κάτι πολύ σημαντικό στον Μίτσελ – η γραφή του είναι πάντα παιγνιώδης, και μέσα στο άγχος σου μην κάνεις το λάθος διατρέχεις τον κίνδυνο να καταλήξεις σε μια ίσως πολύ σωστή αλλά πάντως άκαμπτη και άχαρη μετάφραση που δεν έχει ζωή και δεν αφήνει χώρο για παιχνίδι. Ελπίζω να τον έχω δικαιώσει για αυτή την ελευθερία που τόσο γενναιόδωρα μου παραχώρησε.

Μαρία Οικονομίδου
Μια μετάφραση μπορεί να αποτελεί πρόκληση για διάφορους λόγους. Κάποιοι από αυτούς σχετίζονται με τη θεματική του βιβλίου, αν, για παράδειγμα, πρόκειται για φιλοσοφικό ή επιστημονικό κείμενο, άλλοι με γλωσσικά ζητήματα, όπως η ύπαρξη τοπικών διαλέκτων (και η Ιταλία έχει πραγματικά πολλές) ή αργκοτικών στοιχείων, και άλλοι με τον ιδιαίτερο τρόπο γραφής του κάθε συγγραφέα. Τέλος, μια ειδική μορφή πρόκλησης είναι αυτή της μετάφρασης κάποιου γνωστού, κλασικού συγγραφέα, ειδικά αν το συγκεκριμένο έργο έχει ξαναμεταφραστεί. Έτσι, αν και μπαίνω στον πειρασμό να αναφερθώ σε κάποια από τα βιβλία αστροφυσικής που έχω μεταφράσει, θα ξεχωρίσω τον Μαρκήσιο της Ροκαβερντίνα του Λουίτζι Καπουάνα. Ήταν η πρώτη φορά, χρόνια πριν, που κλήθηκα να συνδιαλεχθώ με έναν μεγάλο συγγραφέα και μπορώ ακόμη να ανακαλέσω την ένταση και την αγωνία της πρωτόπειρης.

Γιάννης Παλαβός
Το δυσκολότερο εγχείρημα που ανέλαβα παραμένει το πρώτο βιβλίο που μετάφρασα, οι Τριλοβίτες του Μπρις Ντ΄ Τζ. Πάνκεϊκ. Κι αυτό γιατί το ανέλαβα, δηλαδή το πρότεινα στον εκδότη κι ύστερα πέρασα σχεδόν έναν χρόνο αγκαζέ του, με άγνοια κινδύνου, άγνοια του μεγέθους της δυσκολίας και της δέσμευσης. Και, επίσης, επειδή αντικειμενικά, αν υποθέσουμε ότι επιτρέπεται να χρησιμοποιούμε αυτό το επίρρημα, πρόκειται για ένα δύσκολο κείμενο: λούμπεν νεανική αργκό της Δυτικής Βιρτζίνιας της δεκαετίας του ’70, στενή σχέση με τα πολιτισμικά και κοινωνικο-πολιτικά συμφραζόμενα της εποχής, χιούμορ (πάντα δύσκολο να αναπλαστεί επιτυχώς στη γλώσσα-στόχο), λεπτομερείς αναφορές στη μηχανολογία των αυτοκινήτων και στη χλωρίδα και την πανίδα του Αμερικανικού Νότου – όλ’ αυτά. Αλλά ήταν τόσο ικανός συγγραφέας ο αδικοχαμένος Πάνκεϊκ, αυτόχειρας στα είκοσι επτά του, που δεν λυπάμαι τον κόπο και τον χρόνο που αφιέρωσα.

Μαρία Παλαιολόγου
Τα βιβλία του Γκαρσία Μάρκες, διότι το χιούμορ του είναι υποδόριο και η γλώσσα του περιβόλι.

Βασίλης Παπαγεωργίου
Η ποίηση του Τζον Άμπερι, η οποία αποφεύγει την αφηγηματική συνέπεια, τη συντακτική ορθότητα, τη λεκτική μονοσημία και δημιουργεί μια λυρική ροή με απανωτά αναπάντεχες εικόνες και νοήματα που δεν καταλήγουν σε κάποια απτά συμφραζόμενα. Κάθε ποίημα είναι κομμάτι μιας ανοιχτής ζωής, τη στιγμή που αυτή συμβαίνει δίχως να την ορίζει ένας εξωτερικός ή εσωτερικός λόγος.

Κλαίρη Παπαμιχαήλ
Η μεγαλύτερη μεταφραστική πρόκληση για μένα ήταν ο Ζοφερός Οίκος του Ντίκενς που μετέφρασα για την Orbis Literae των εκδόσεων Gutenberg. Ένας λόγος ήταν το δέος που αισθανόμουν απέναντι στον Ντίκενς, μια που είναι ο αγαπημένος μου συγγραφέας. Επίσης, δεν ήξερα αν θα κατάφερνα να αποδώσω την ατμόσφαιρα και το ύφος του, την λεπτή ειρωνεία, το βρετανικό του χιούμορ, τις πάμπολλες διαφορετικές φωνές και προσωπικότητες των χαρακτήρων του. Η σύνταξη της αγγλικής γλώσσας είναι διαφορετική από της ελληνικής και ήθελα να κάνω το κείμενο βατό στον αναγνώστη, όπως ήταν για τους σύγχρονους του Ντίκενς, ο οποίος έγραφε έτσι ώστε να γίνεται κατανοητός απ’ όλους. Συν το γεγονός ότι, εκ των πραγμάτων, χάνονται πολλά στοιχεία στη μετάφραση, ειδικά σε κείμενα περασμένων αιώνων. Όλα αυτά ήταν δυσκολίες που χρειάστηκε να αντιμετωπίσω και να υπερνικήσω, κατά το δυνατόν, στην αναμέτρησή μου μ’ αυτόν τον Γίγαντα της λογοτεχνίας.

Άννα Παπασταύρου
Σίγουρα δεν είναι ένα ούτε δύο! Πάντως, αν ήθελα να επιλέξω ένα και μόνο, θα έλεγα ότι είναι το Middlesex του Jeffrey Eugenides, (το οποίο κυκλοφορεί από τις εκδ. Πατάκη). Ήταν η πρώτη μου γνωριμία με τον συγγραφέα και υπήρξε καταλυτική για τη μεταφραστική μου πορεία. Ένα έργο δύσκολο που αντλεί από ένα σωρό επιστημονικά πεδία, συνδυάζοντας αυτές τις πληροφορίες με μια σπουδαία λογοτεχνική γραφή, η οποία είναι πραγματικά καθηλωτική. Θεωρώ ότι οφείλω πολλά στο βιβλίο αυτό, καθώς και στον ίδιο τον συγγραφέα, τον οποίο γνώρισα και με βοήθησε όταν τον χρειάστηκα. Αυτό το βιβλίο μού άνοιξε τον δρόμο για να μεταφράσω και τα άλλα έργα του και να τον γνωρίσω ακόμα καλύτερα.

Νίκος Πρατσίνης
Το μυθιστόρημα Το τελευταίο πέταγμα του φλαμίνγκο, του Μοζαμβικανού συγγραφέα Mia Couto. Άργησα πολύ να βρω τον βηματισμό μου σε αυτή τη μετάφραση. Και αυτό επειδή η γλώσσα του βιβλίου, λαμπρό και χαρακτηριστικό προϊόν της λογοτεχνίας της μεταποικιοκρατικής Μοζαμβίκης του 21ου αιώνα, είναι μία πάλλουσα και υπό διαμόρφωση ακόμη απόπειρα για μια γραπτή «κοινή» της καθομιλουμένης πορτογαλικής της Μοζαμβίκης, μια απόπειρα η οποία στοχεύει, μεταξύ άλλων, και στην δημιουργία μιας κατάλληλης για την λογοτεχνία της χώρας εκδοχής της «γλώσσας του λαού». Η Μοζαμβίκη, η οποία μέχρι πριν 50 χρόνια ήταν πορτογαλική αποικία, έχει υιοθετήσει τα (mainstream τέως μητροπολιτικά για τη χώρα)  πορτογαλικά ως επίσημη γλώσσα. Για τα παραπάνω υπάρχει και η σχετική μαρτυρία του ίδιου του συγγραφέα, ο οποίος επαίρεται για το τολμηρό εγχείρημά του, ενδίδοντας μετά χαράς στις γοητευτικές προσκλήσεις του αλλά και στις κρυμμένες παγίδες του. Διαβάζοντας μεταφράσεις του εν λόγω έργου σε άλλες γλώσσες, δηλαδή τα αγγλικά και τα ισπανικά, ένιωσα κάπως τυχερός, σε σχέση με τον αγγλόφωνο ή τον ισπανόφωνο συνάδελφό μου. Και αυτό επειδή η γραπτή μας λογοτεχνική γλώσσα είναι ακόμη, έστω και «εις μικρόν» πλέον, υπό διαμόρφωση, λόγω των αναπάντεχων, αν και όχι πολύ συχνών, απόηχων και θορύβων του περιβόητου γλωσσικού ζητήματος.

Ισμήνη Ραντούλοβιτς
Έχω μεταφράσει αρκετά δύσκολα έργα και δεν ξέρω ποιο να διαλέξω. Σίγουρα θα ξεχώριζα τον Τελευταίο πειρασμό του Νίκου Καζαντζάκη (Prosveta, Βελιγράδι & Dereta, Βελιγράδι) λόγω της γλώσσας, της αλληγορικής αφήγησης και του φιλοσοφικού του υπόβαθρου∙ αλλά και το μυθιστόρημα Ο μεγάλος πόλεμος του Σέρβου Αλεξάνταρ Γκάταλιτσα (εκδ. Καστανιώτη) λόγω της περίπλοκης δομής, των πολλών χαρακτήρων και της σύνθετης θεματολογίας του, καθώς και λόγω του ξεχωριστού του ύφους. Θα αναφέρω άλλα τρία πολυσύνθετα και απαιτητικά βιβλία με τα οποία καταπιάστηκα και διαπίστωσα ότι είχαν μεγάλο βαθμό δυσκολίας: το μυθιστόρημα Η επιστροφή του Φίλιπ Λατίνοβιτς του Κροάτη Μίροσλαβ Κρίλεζα (εκδ. Καστανιώτη), το βιβλίο του Σέρβου Πρέσβη Ντούσαν Σπασόγιεβιτς Ελλάδα – Ο αγώνας για την ανεξαρτησία, η συγκρότηση του κράτους και η παλιγγενεσία του έθνους (εκδ. Καστανιώτη) και το And the Week Suffer what they must του Γιάνη Βαρουφάκη που μετέφρασα από τα αγγλικά στα σερβικά (Laguna, Βελιγράδι) και τα κροατικά (Sandrof, Zάγκρεμπ).

Αγγελική Σιγούρου
Η ποιητική ανθολογία του Άδωνη είναι ως τώρα νομίζω το πιο απαιτητικό έργο που έχω μεταφράσει. Η γλώσσα του Άδωνη είναι μαζί η γλώσσα ενός διανοούμενου κι ενός ποιητή, βαθιά υπαινικτική, με πολύπλοκη έκφραση και λεξιλόγιο που επιστρέφει με διαφορετικές σημασίες. Η στίξη και η παύση απουσιάζει –όπως συμβαίνει συχνά στην αραβική λογοτεχνία– ενώ ο λόγος, χειμαρρώδης, μοιάζει να αναβλύζει από μία πηγή και να εκτοξεύεται συγχρόνως προς πολλές και διαφορετικές κατευθύνσεις: ιστορία, μυθολογία, φιλοσοφία, μεταφυσική, μυστικισμός.

Θωμάς Σκάσσης
Μεγαλύτερη μεταφραστική πρόκληση υπήρξαν για εμένα, δίχως την παραμικρή αμφιβολία, τα βιβλία του Κλοντ Σιμόν με τον μακροπερίοδο λόγο και τις αλλεπάλληλες παρενθέσεις μέσα σε παρενθέσεις. Εδώ σπάνιζαν οι τελείες και δεν μπορούσες να σπάσεις τα κατεβατά ολόκληρων σελίδων σε μικρότερες παραγράφους γιατί θα αλλοιωνόταν ο ρυθμός ενός συγγραφέα που πήρε βραβείο Νόμπελ και γι’ αυτόν ακριβώς τον πρωτόγνωρο τρόπο με τον οποίο απέδωσε την ανθρώπινη εμπειρία στα αυτοβιογραφικά ως επί το πλείστον μυθιστορήματά του, αποτυπώνοντας εντυπωσιακά τον κυματισμό ενός αέναου παρόντος. Έτσι ήταν απαραίτητη η χρήση μετοχών και στοιχείων σύνταξης της καθαρεύουσας σε συνδυασμό με τη ζωντάνια της δημοτικής γλώσσας.

Σωτήρης Σουλιώτης
Πολλά και διάφορα. Κάθε έργο έχει τις προκλήσεις του, όμως αυτό που χρειάστηκε να δουλέψω πιο πολύ πάνω του ήταν η ποιητική συλλογή Ο τίτλος στον Παράδεισο του Δανού ποιητή Νικολάι Στόκχολμ (Nicolaj Stochholm, εκδ. Τόπος-Μοτίβο, 2015, δανικός πρωτότυπος τίτλος: Titlen i Paradis). Αυτό γιατί ο Νικολάι Στόκχολμ γράφει με πολύ εσωτερικό στιλ και χρησιμοποιεί συμβολισμούς, που πρέπει να αφήσεις πολύ ελεύθερη τη φαντασία σου για να τους καταλάβεις, και ίσως να σκέφτεσαι και να νιώθεις λίγο σαν κι αυτόν. Για παράδειγμα η φράση: στους φούρνους του αετού, με ρώτησε πώς την καταλαβαίνω, και εγώ είπα: Φούρνοι = κρεματόρια, αετός = ναζιστική Γερμανία. Και μου είπε ότι ναι, ο παππούς του είχε υποχρεωθεί στον Β Παγκόσμιο πόλεμο να πάει εργάτης στη Γερμανία (Zwangsarbeiter), στα πλαίσια της καταναγκαστικής εργασίας, στην οποία υπέβαλλαν οι γερμανικές κατοχικές διοικήσεις τους λαούς των κατακτημένων χωρών (όπως και η Δανία). Φανταστείτε κάθε στίχος να περιέχει 2 και 3 τέτοιους συμβολισμούς. Χρειάστηκε να συναντηθούμε πολλές ώρες με τον ποιητή για να μου εξηγήσει λεπτομερώς πώς γράφει και τί εννοεί, κάτι το οποίο ήθελε ο ίδιος και εγώ δεν το φανταζόμουν ότι θα γινόταν έτσι, επειδή μέχρι να μεταφράσω αυτόν η επαφή μου με τους συγγραφείς περιοριζόταν σε ένα ηλεκτρονικό μήνυμα με τις ερωτήσεις που είχα, και μια απάντηση από μεριάς τους. Όμως ο Νικολάι Στόκχολμ προφανώς γνωρίζει το πώς γράφει και γι’ αυτό είναι πρόθυμος να εξηγεί λεπτομερώς.
Φυσικά μετά από αυτές τις εξηγήσεις έπρεπε και εγώ να βρω κατάλληλους ελληνικούς συμβολιστικούς τρόπους για να αποδώσω τα ποιήματά του με τρόπο και ρυθμό ανάλογο με το δικό του, πλην όμως… στα ελληνικά. Ήταν ίσως η πρώτη αυτοτελής ποιητική συλλογή Δανού ποιητή στην Ελλάδα τα νεότερα χρόνια, που μεταφράστηκε απευθείας από τα δανικά (μετά ακολούθησαν και άλλες). Αν ωστόσο υπάρχει και κάποια άλλη, που μου έχει διαφύγει, δέχομαι διορθώσεις μετά χαράς.

Ευρυβιάδης Σοφός
Η μεγαλύτερη πρόκληση ήταν το Confiteor του Ζάουμε Καμπρέ για τις εκδ. Πόλις, κι αυτό γιατί το κείμενο ήταν απαιτητικό, ήταν η πρώτη φορά που έπρεπε να διαχειριστώ ένα τόσο μεγάλο βιβλίο, με τόσες αναφορές, διαφορετικό ύφος σε συγκεκριμένα σημεία και ιδιαίτερο λεξιλόγιο που ανταποκρινόταν στις διαφορετικές εποχές στις οποίες αναφέρονταν οι ιστορίες.

Νίκη Σταυρίδη
Το έργο που αποτέλεσε μέχρι σήμερα τη μεγαλύτερη μεταφραστική (γλωσσική) εμπειρία για μένα είναι οι Αποσυνάγωγοι του Τούρκου συγγραφέα Ογούζ Ατάι (εκδ. Gutenberg 2022), πρώτον λόγω του υπερβολικού μεγέθους του βιβλίου (724 σελίδες το πρωτότυπο, 974 σελίδες η ελληνική μετάφραση) και δεύτερον, ίσως και το κυριότερο, λόγω των εναλλαγών που υπάρχουν στην γλώσσα του κειμένου. Ο συγγραφέας χρησιμοποίησε αλλού παλαιότερες και αλλού φανταστικές εκδοχές της τουρκικής γλώσσας. Οπότε η πρόκληση στην μετάφραση ήταν μεγάλη όσο και η ευθύνη στη λήψη αποφάσεων.
Υπάρχει ωστόσο ακόμη ένα έργο που αποτέλεσε μεταφραστική πρόκληση για μένα, όχι από γλωσσική άποψη αλλά από την άποψη της κοινωνικο/συναισθηματικής εμπλοκής μου σε αυτό. Είναι η κοινωνική ανθρωπολογική μελέτη της Νουρντάν Τουρκέρ Δεν έχω πατρίδα, έχω τον τόπο μου ― Ρωμιοί της Πόλης, χώρος, μνήμη, τελετουργίες (εκδ. Πατάκη 2018).

Βάσια Τζανακάρη
Νομίζω η βιογραφία σε μορφή συνέντευξης του Νικ Κέιβ, το Πίστη, ελπίδα και πόνος. Ο Κέιβ είναι ο αγαπημένος μου καλλιτέχνης, έχει παίξει καθοριστικό ρόλο στο πώς αντιλαμβάνομαι τον κόσμο, έτσι ένιωθα τεράστια προσωπική ευθύνη να αποδώσω με ακρίβεια τη φωνή του.

Αθηνά Ψυλλιά
Ίσως τα έργα του Ραντουάν Νασσάρ να ήταν τα πιο δύσκολα έργα που έχω μεταφράσει. Αφ’ ενός μεν γιατί η εξοικείωσή μου είναι κυρίως με τα πορτογαλικά της Πορτογαλίας και όχι με της Βραζιλίας, αφ’ ετέρου λόγω της γραφής, ποίηση σε πρόζα, μεγάλη συμπύκνωση των προτάσεων, μεγάλες περίοδοι: προτάσεις-κεφάλαια, απρόσμενη επιλογή λέξεων, ρυθμός κειμένου που χρειάζεται επίσης να αποδοθεί, ερμητικότητα.

7. Διαβάζετε/Φυλάτε τις κριτικές που έχουν γραφτεί για τις μεταφράσεις σας; Θεωρείτε ότι υπάρχει κριτική μεταφράσεων στην Ελλάδα;

Μαρία Αγγελίδου
Διαβάζω όσες πετύχω. Δεν τις φυλάω. Κάποιες (λίγες) είναι εξαιρετικές - καλύτερες από τη μετάφραση. Οι περισσότερες δεν είναι κριτικές της μετάφρασης. Είναι κριτικές, ή μάλλον πιο σωστά παρουσιάσεις του βιβλίου.

Βίκυ Αλυσσανδράκη
Διαβάζω τις κριτικές στα βιβλία που μετέφρασα, ναι. Όμως σπάνια υπάρχουν εκεί αναφορές στη μετάφραση και στον μεταφραστή. Κι αν υπάρχουν, σπάνια καταλαμβάνουν περισσότερο από μια σειρά. Είναι πολύ επιγραμματικές. Στα έργα που έχω μεταφράσει εγώ, δεν θυμάμαι να υπήρχε αναφορά στη μετάφραση, πέρα από το λακωνικό «με την πολύ καλή μετάφραση της τάδε», όπου υπήρχε. Πέρα από τα εξειδικευμένα περιοδικά μετάφρασης, δεν νομίζω ότι υπάρχει ουσιαστική κριτική μεταφράσεων στην Ελλάδα. Ίσως, τα τελευταία χρόνια, οι κριτικοί αρχίζουν να αντιλαμβάνονται σιγά-σιγά την παρουσία των μεταφραστών πίσω από τα έργα της διεθνούς λογοτεχνίας. Θα ήθελα να γίνεται συχνότερα και ουσιαστικότερα.

Σοφία Αυγερινού
Ναι, τις διαβάζω και τις φυλάω στο αρχείο μου. Αλλά, όπως υπονοεί το ερώτημά σας, σπανίως γίνεται στη χώρα μας κανονική κριτική μιας μετάφρασης. Συνήθως η επικαιρότητα ή η σπουδαιότητα του πρωτότυπου ―αφήνω άλλους παράγοντες, εξωλογοτεχνικούς― προκαλεί την ανάγκη της (εγκωμιαστικής) παρουσίασής του στο αναγνωστικό κοινό. Υποθέτω ότι αληθινή κριτική μετάφρασης μπορεί να κάνει μόνο όποιος γνωρίζει καλά και τις δύο γλώσσες και φυσικά το ίδιο το έργο στο πρωτότυπο. Αυτό δεν σημαίνει ότι απλώς θα επισημανθούν σημασιολογικές αποκλίσεις επιμέρους λέξεων ή φράσεων, μολονότι θα μπορούσε κι αυτό να γίνει αντικείμενο συζήτησης. Η κριτική θα έπρεπε να αφορά κυρίως το ύφος του μεταφράσματος και το κατά πόσο ανταποκρίνεται στο ύφος του πρωτότυπου κειμένου, το εάν το μετάφρασμα απηχεί τις κοινωνικές και λογοτεχνικές συμβάσεις της εποχής του, εάν και εφόσον αυτό ήταν μέλημα του συγγραφέα, την ακρίβεια στην τήρηση της δομής, η οποία συνήθως έχει μεγάλη σημασία, ακόμη και στο πλαίσιο μιας και μόνο πρότασης. Εννοείται ότι η κριτική θα ασχοληθεί με τυχόν παραλείψεις ή παραποιήσεις στοιχείων του πρωτότυπου, για λόγους ευκολίας ή στο όνομα της «επικαιροποίησης» για τον σημερινό αναγνώστη ή στον βωμό του προσωπικού ιδιώματος του μεταφραστή. Για μένα, ωστόσο, η μεγαλύτερη αμαρτία απέναντι στο πρωτότυπο είναι η «εξημέρωσή» του. Εξημερώνουμε ένα λογοτεχνικό έργο, όταν αφαιρούμε τα «αντικανονικά», «αποκρουστικά», «ξεπερασμένα» στοιχεία του, όταν απαλείφουμε τις επαναλήψεις που επέτρεψε ο δημιουργός του, όταν εφευρίσκουμε ωραίες φράσεις, «ωραία ελληνικά», εκεί όπου δεν υπήρχαν κανονικά και ακαδημαϊκά, στρωτά γερμανικά, ιταλικά ή αγγλικά. Με λίγα λόγια και απαντώντας στο κεντρικό ερώτημα, κατά πόσο θα πρέπει να «ρέει» η μετάφραση, θα έλεγα ότι πρέπει να ρέει ακριβώς στον βαθμό που το θέλησε αντίστοιχα ο συγγραφέας. Η αίσθηση που γεννά το μετάφρασμα, η δυσφορία, η άνεση, η αποστασιοποίηση, η ταύτιση, θα πρέπει να ανταποκρίνεται στην αντίστοιχη του πρωτότυπου. Και αυτό, φυσικά, ανοίγει ένα ευρύ πεδίο ερμηνείας. Εναπόκειται στον μεταφραστή να το επεξεργαστεί, στον κριτικό να το κρίνει και στον αναγνώστη να το βιώσει.

Άννα Βερροιοπούλου
Ναι, φυλάω όσες μου φαίνονται ενδιαφέρουσες. Η αλήθεια είναι ότι η κριτική αφορά περισσότερο το βιβλίο και λιγότερο τη μετάφραση, οπότε όχι, δεν θεωρώ ότι υπάρχει κριτική μεταφράσεων. Από την άλλη, δεν εμπιστεύομαι καθόλου τους κριτικούς και τις κριτικές, γενικώς…

Έφη Γιαννοπούλου
Διαβάζω τις κριτικές αλλά όχι, δεν τις φυλάω. Μάλλον διατηρώ την αισιοδοξία ότι θα παραμείνουν εσαεί διαδικτυακά προσβάσιμες (οι περισσότερες τουλάχιστον). Από την άλλη, δεν θεωρώ ότι υπάρχει κριτική μεταφράσεων στην Ελλάδα, πολύ σπάνια στα άρθρα λογοτεχνικής κριτικής βρίσκει κανείς δυο τρία ουσιαστικά λόγια για τη μετάφραση, που να υπερβαίνουν το «η μετάφραση ρέει» ή τα «λαγαρά ελληνικά». Για να απαντήσω και στο ερώτημα του αφιερώματος λοιπόν, η μετάφραση πρέπει να ρέει ή να σκοντάφτει ακριβώς όσο και το πρωτότυπο, η μεταφραστική ηθική που εγώ τουλάχιστον υπηρετώ δεν ωραιοποιεί το πρωτότυπο, δεν το φυλακίζει σε κάποιον κορσέ ρέοντος κειμένου και καλλιέπειας, αλλά επινοεί εκείνη τη γλώσσα που χρειάζεται για να ζήσει στα ελληνικά. Επιστρέφοντας στην κριτική της μετάφρασης, πιστεύω πως είναι κάτι πολύ περισσότερο από το αν πέτυχε ή δεν πέτυχε στη δουλειά του ο μεταφραστής, πως αφορά συνολικά τη σχέση μας με τη γλώσσα, το πώς διαβάζουμε τη λογοτεχνία, το πώς μέσα από τη μετάφραση εμπλουτίζονται και οι δυο. Έχω γράψει στο παρελθόν άρθρα μεταφραστικής κριτικής και είναι ένα πεδίο που με ενδιαφέρει πολύ, αλλά δεν νομίζω πως υπάρχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, εκτός και αν πρόκειται για κλασικά έργα ή/και επαναμεταφράσεις.

Κρυστάλλη Γλυνιαδάκη
Ναι, γιατί είναι ελάχιστες! (συνήθως μια αράδα, όχι παραπάνω). Δεν υπάρχει καμία κριτική μεταφράσεων στην Ελλάδα ― εδώ μάς λείπει περισσότερη σοβαρή κριτική του ελληνικού γραπτού λόγου, όχι απλώς των μεταφράσεων!

Ευγενία Γραμματικοπούλου
Κατά κανόνα οι αναφορές στη μετάφραση εάν υπάρχουν (πόσο μάλλον για τη σύνολη ποιότητα μιας έκδοσης) είναι από μονολεκτικές (συνήθως ότι «ρέει») έως λακωνικότατες, εκτός από τις σπάνιες περιπτώσεις που κάποιο μεταφραστικό πόνημα ή κάποια βράβευση σκανδαλίσει και για ένα διάστημα τροφοδοτήσει ζωηρές αντιπαραθέσεις. Γενικά για την κριτική του βιβλίου στην Ελλάδα, βλέπουμε να αλλοιώνεται τα τελευταία χρόνια με την εισαγωγή νέων ηθών: πολλές επιφανειακές βιβλιοκρισίες που λίγο έως πολύ αναμασούν δελτία Τύπου, πολλές πληρωμένες καταχωρίσεις και δη λίστες αναγνωστικών προτάσεων, πολλή μετριότητα υπερπροβεβλημένη, πολλή αφωνία για καλά βιβλία με φτωχά PR, ακόμη και γενική ομερτά για κακά βιβλία με γερές πλάτες. Κι η συναίνεση στα τρενταρίσματα των social μοιάζει να γενικεύεται: καταχωρίσεις στα free press με το αζημίωτο, διαγκωνισμοί για τα δημοφιλή taglines (ένα από τα «θρυλικά» προέγραφε τις κριτικές ως «συρματοπλέγματα» γύρω από τη λογοτεχνία), βιτρίνες βιβλιοπωλείων στημένες ακόμη και βάσει των bookstagramers ή που διαλαλούν την πραμάτεια τους με ταμπελάκια «βιβλίο tiktok», για να μη μιλήσουμε για τις μονοπωλιακού τύπου πρακτικές, με την επικυριαρχία δύο-τριών εκδοτών που καταπίνουν τους μικρότερους. Αυτός δεν είναι άραγε ο θρίαμβος του lifestyle σε ένα περιβάλλον που θα έπρεπε εξ ορισμού να είναι εχθρικό προς ανάλογες μόδες;

Μαρία Γυπαράκη
Και να μην θέλει κανείς να τις διαβάσει θα τις βρει μπροστά του στο διαδίκτυο. Και λέω «να μην…» επειδή στην Ελλάδα ούτε λογοτεχνική κριτική σοβαρή υπάρχει, ούτε μεταφράσεων. Φτάνει να αποφασίσει κάποια διαδικτυακή «περσόνα» και οι οπαδοί θα ακολουθήσουν. Δεν ξέρω πραγματικά γιατί στην Ελλάδα αυτό έχει πάρει τεράστιες διαστάσεις και γιατί όλοι θεωρούν εαυτούς επαΐοντες. Αυτό που μπορώ να πω είναι πως η κατάσταση είναι άκρως προβληματική. Όλα γίνονται πρόχειρα, επιδεικτικά, εγωιστικά, πράγμα που με κάνει να πιστέψω στην παντελή απουσία του ορθού Λόγου.

Αγαθή Δημητρούκα
Τις διαβάζω πάντα, εφόσον πέσουν στην αντίληψή μου, αλλά δεν τις φυλάω. Μου έχει τύχει να κρατήσω κάποιες και να τις πετάξω με την πρώτη εκκαθάριση χωρίς να το πάρω είδηση. Προσωπικά νομίζω ότι η κριτική μετάφρασης αποτελεί μια παράγραφο, ένα κομμάτι της συνολικής λογοτεχνικής κριτικής ενός βιβλίου.

Δήμητρα Δότση
Διαβάζω όλες τις κριτικές, αλλά ουδέποτε τις φυλάω. Πραγματική κριτική της μετάφρασης δεν υφίσταται στην Ελλάδα. Οι περισσότερες κριτικές βασίζονται στην προσωπική γνώμη του εκάστοτε δημοσιογράφου/blogger/αναγνώστη, ο οποίος κατά πάσα πιθανότητα δεν έχει ιδία γνώση του πρωτοτύπου, πόσο μάλλον όταν έχουμε να κάνουμε με όχι και τόσο διαδεδομένες γλώσσες, όπως λόγου χάριν η ιταλική.

Φίλιππος Δρακονταειδής

Υπάρχουν παρουσιάσεις για τις μεταφράσεις μου και ελάχιστες κριτικές ως προς την σημασία και την επιτυχία των μεταφράσεών μου, πράγμα φυσικό για συγγραφείς όπως ο Μισέλ ντε Μοντένι, ο Φρανσουά Ραμπελέ, ο Φερνάντο Πεσόα, για τους οποίους η γενικότερη εποπτεία και διαχρονικότητα του έργου τους λανθάνει, φαινόμενο πουσχετίζεται περισσότερο με την παιδεία και τους συσχετισμούς με τις ευρωπαϊκές λογοτεχνίες. Δύσκολο είναι να εκτιμηθούν οι μεταφράσεις μου από τα ισπανικά, αφού η κυκλοφορία τους συνέπεσε τότε με την περιορισμένη επαφή με την ισπανική γλώσσα. Ιδιαίτερη μνεία κάνω της μετάφρασης της Τέχνης του μυθιστορήματος του Κούντερα, που ήταν ένα παιχνίδι αναδιάταξης του πρωτότυπου στα ελληνικά. Όσο για την γενική εκτίμηση της κριτικής μεταφράσεων στην Ελλάδα, απέχουμε από την αίσθηση ότι όταν γράφουμε για μεταφρασμένο έργο, το όνομα του μεταφραστή είναι απαραίτητο να αναφέρεται και να κρίνεται το αποτέλεσμα. Και εντέλει, σημασία έχει ότι απευθυνόμαστε σε ένα κοινό που αξίζει να του προσφέρουμε ενημέρωση και γνώση, όχι πληροφορία και δεδομένα.

Κλεοπάτρα Ελαιοτριβιάρη
Τις αναζητώ και τις διαβάζω, ναι. Τις φύλαγα τα πρώτα χρόνια, ειδικά τις έντυπες· κάπου στο χαρτοβασίλειό μου υπάρχουν ακόμα αποκόμματα εφημερίδων με αναφορές στις πρώτες μου μεταφράσεις. Τώρα πια, αρκεί μια αναζήτηση στο Google. Με ενδιαφέρει πάντα να βλέπω ποια/ποιος γράφει και τι διαβάζει και αν αντιλαμβάνεται ή δεν αντιλαμβάνεται τη δουλειά μου σε αυτό που διαβάζει και πόσο στέκεται σε αυτή. Κατανοώ πως η κριτική μεταφράσεων για να γίνει σωστά (για να γίνει δηλαδή αντιπαραβολή με το πρωτότυπο) απαιτεί πολύ χρόνο και ειδικές γνώσεις που λίγοι διαθέτουν και ακόμα λιγότεροι είναι προτίθενται να αμείψουν εύλογα. Τελικά, όμως, δεν ξέρω ποιους αφορά μια τέτοια κριτική: εμάς τις μεταφράστριες, τους εκδότες, το ευρύτερο αναγνωστικό κοινό; Ή μήπως η κριτική μεταφράσεων έχει περισσότερο νόημα στον ακαδημαϊκό χώρο, για ερευνητικούς/ εκπαιδευτικούς σκοπούς; Δεν έχω απαντήσεις, μόνο ερωτήματα.

Παναγιώτης Ευαγγελίδης
Άμα μου πέσουν στα χέρια ή μου τις στείλει κανείς τις διαβάζω, συνήθως όμως δεν είναι κριτικές αλλά μια δύο σειρές στο τέλος της παρουσίασης του βιβλίου, «καλή η μετάφραση του τάδε», «υπέροχη του δείνα». Δεν έχω δει κάποια κριτική παρουσίαση της μετάφρασης ενός βιβλίου, τουλάχιστον όχι για δική μου μετάφραση.
Οπότε δεν θεωρώ ότι υπάρχει κριτική μεταφράσεων στην Ελλάδα εκτός εάν κάτι μου διαφεύγει και ζητώ συγγνώμη σε αυτή την περίπτωση και θα χαρώ να μάθω τι και πώς.
Καμιά φορά φυλάω τις παρουσιάσεις/κριτικές αλλά μετά χάνονται μέσα στο χάος των χαρτιών, των βιβλίων και φακέλων στο σπίτι μου και δεν τις ξαναβλέπω ποτέ. Επίσης όσο περνάνε τα χρόνια τόσο λιγότερο με ενδιαφέρει να φυλάξω κάτι που, όπως είπα παραπάνω, δεν είναι και κάποια ενδελεχής κριτική τοποθέτηση.

Γεωργία Ζακοπούλου
Όταν πέσει στην αντίληψή μου ότι έχει γραφτεί κάποια κριτική για το έργο που έχω μεταφράσει, την διαβάζω, αλλά σπανίως αναφέρεται (ή μάλλον ποτέ) κάτι για τη μετάφραση, κι αν αναφέρεται θα είναι κάποιο ανώδυνο στερεότυπο, π.χ. «η μετάφραση ρέει», «η μεταφράστρια μας χάρισε μια άρτια μετάφραση», διανθισμένο καμιά φορά με παρατηρήσεις ανώδυνες κι αυτές που θα κολλούσαν στη μετάφραση οποιουδήποτε κειμένου. Οπότε, για να είμαι ειλικρινής, δεν με ενδιαφέρουν οι κριτικές και σίγουρα δεν τις φυλάω, ακριβώς επειδή τους κριτικούς λογοτεχνίας δεν τους απασχολεί πραγματικά η μετάφραση. Θα έλεγα μάλιστα ότι συχνά δεν ξέρουν πώς να το κάνουν. Κατά τη γνώμη μου, στον χώρο της λογοτεχνικής κριτικής στην Ελλάδα, είναι λίγες οι περιπτώσεις κριτικών που αντιλαμβάνονται ότι η λογοτεχνική μετάφραση είναι ενσωματωμένη στην λογοτεχνική δημιουργία, στο έργο που παρουσιάζουν στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό.

Ιωάννα Ηλιάδη
Διαβάζω τις κριτικές, αλλά όχι, δεν τις φυλάω διότι δεν νιώθω την ανάγκη να επιστρέψω σε αυτές. Ομολογώ όμως ότι μετά την έκδοση κάθε βιβλίου που μεταφράζω, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για μια δουλειά που με συγκίνησε ή με δυσκόλεψε περισσότερο από το συνηθισμένο, πάντοτε περιμένω με λαχτάρα ένα διεισδυτικό κείμενο, μιαν ενδιαφέρουσα άποψη για το λογοτεχνικό έργο αυτό καθαυτό αλλά και για τη μετάφραση, και κάποιες φορές η προσδοκία αυτή ευοδώνεται, διαβάζω μια κριτική καλογραμμένη και σοβαρή, άρα και χρήσιμη τόσο στον αναγνώστη όσο και σε εμένα. Συχνότερα, ωστόσο, διαπιστώνω ότι από πολλά κείμενα απουσιάζει πλήρως όχι μόνο η αντικειμενικά τεκμηριωμένη αξιολόγηση της μεταφραστικής δουλειάς αλλά ακόμα και η απλή αναφορά στο όνομα του μεταφραστή ή της μεταφράστριας (πόσο μάλλον του επιμελητή ή της επιμελήτριας), θαρρείς και με κάποιον μαγικό τρόπο τα βιβλία μεταφράζονται στη γλώσσα μας χωρίς ανθρώπινη παρέμβαση.

Γιάννης Καλιφατίδης
Διαβάζω και συνήθως φυλάω τις βιβλιοκριτικές για τα έργα που μεταφράζω. Αλλά, όπως είπα, πρόκειται για βιβλιοκριτικές, όχι για κριτική της ίδιας της μετάφρασης. Ωστόσο, ορισμένες φορές οι αρθρογράφοι έχουν την καλοσύνη να γράψουν και δυο λόγια για τη μετάφραση και να αναδείξουν τις αρετές και τις δυσκολίες της. Απ’ όσο θυμάμαι, σπάνια έχει τύχει να δω κριτικές για μεταφράσεις στον ελληνικό Τύπο ή στα εγχώρια λογοτεχνικά περιοδικά.

Αλέξης Καλοφωλιάς
Είναι τόσες πολλές οι πηγές πλέον που δύσκολα μπορείς να τις διαβάσεις όλες, ευτυχώς υπάρχει η βάση δεδομένων του biblionet.gr που τις συγκεντρώνει κατά το δυνατόν. Σίγουρα, χαίρομαι όταν διαβάζω καλά λόγια και με στενοχωρεί να μην αναφέρεται καθόλου ο μεταφραστής ή η μεταφράστρια και όχι μόνο για τις δικές μου δουλειές. Η μετάφραση ενός λογοτεχνήματος είναι ένα σύνολο από χιλιάδες μικρές αποφάσεις σε κάθε σελίδα και είναι κρίμα όλη αυτή η προσπάθεια να περνάει απαρατήρητη.

Μάγκυ Κοέν
Διαβάζω και φυλάω τις κριτικές πάνω στα βιβλία που μετέφρασα, καθώς αυτές αφορούν πρώτα και κύρια τα ίδια τα έργα.
Οι κριτικές για την ίδια την μετάφραση (εάν υπάρχουν) περιορίζονται, συνήθως, σε δυο τρεις αράδες, και αυτό είναι λυπηρό, επειδή μοιάζει να παραμελείται ο σημαντικότερος παράγοντας για την αποδοχή ή την απόρριψη ενός μεταφρασμένου λογοτεχνικού έργου. Το θέμα της κριτικής της μετάφρασης είναι πολύ ευρύ και θα χρειαζόταν να αναλυθεί ιδιαίτερα. Θέλω να πιστεύω, πάντως, ότι όταν οι αναγνώστες επαινούν μια μετάφραση μου, το κάνουν επειδή αυτή κατάφερε να τους μεταδώσει το «ρίγος» του πρωτότυπου έργου, και όχι επειδή τη βρήκαν «ρέουσα».
Θα ήθελα ωστόσο να σημειώσω ότι θεωρώ πολύ θαρραλέα πράξη τη βράβευση μου με το Κρατικό Βραβείο Μετάφρασης το 2002, για το Ταξίδι στο τέλος της χιλιετίας του Α. Β. Γεοσούα, διότι, η απόφαση αυτή της κριτικής επιτροπής στηρίζει απολύτως την άποψη ότι η μετάφραση (έστω και από μια «περιφερειακή» γλώσσα, που λίγοι έχουν τη δυνατότητα να γνωρίζουν) είναι αναδημιουργία και επομένως το μεταφρασμένο έργο πρέπει να κρίνεται και να στέκεται αυτόνομα.

Έφη Κορομηλά
Διαβάζω τις κριτικές που γράφονται, αλλά δεν τις φυλάω. Δεν μου φαίνονται επαρκείς, ούτε βοηθητικές στη δουλειά μου. Στη συντριπτική πλειοψηφία τους οι κριτικές των μεταφράσεων γενικώς περιορίζονται σε μία δύο φράσεις και σπάνια επισημαίνουν αδυναμίες του μεταφραστή. Φυσικά και είναι ευχάριστο να διαβάζεις καλά λόγια για την δουλειά σου, αλλά θα ήθελα κάτι περισσότερο απ’ αυτό.

Γιώργος Κυριαζής
Τις διαβάζω πάντοτε.
Η κριτική των μεταφράσεων στην Ελλάδα είναι προβληματική. Κατ’ αρχάς, συχνά γράφονται μακροσκελή και περισπούδαστα άρθρα (το λέω χωρίς ίχνος ειρωνείας) που αναλύουν διεξοδικά τις νέες κυκλοφορίες μεταφρασμένων κειμένων χωρίς να αφιερώσουν ούτε μια λέξη στη μετάφραση. Αυτό αποτελεί τερατώδες παράδοξο, καθώς το κείμενο που έχει μπροστά του ο κριτικός δεν είναι το κείμενο που έγραψε ο συγγραφέας, αλλά το κείμενο που έγραψε ο μεταφραστής. Και μπορεί αυτό να απηχεί τα νοήματα που διατύπωσε ο συγγραφέας, παράλληλα όμως απηχεί τη γλώσσα και την αισθητική του μεταφραστή. Και στις περιπτώσεις όπου υπάρχει αναφορά στη μετάφραση, δυστυχώς υπάρχει μια τάση προς την υπερβολή, είτε προς τον διθύραμβο είτε προς την πλήρη απαξίωση. Και μπορεί ο διθύραμβος να μην έβλαψε ποτέ κανέναν (εξάλλου ο αναγνώστης της κριτικής μπορεί κάλλιστα να τον αγνοήσει), αλλά η απαξίωση μερικές φορές είναι τόσο απόλυτη και λακωνική που δεν δίνει καν στον μεταφραστή, έστω και μέσω της ανούσιας λαθοθηρίας, την ευκαιρία να μάθει από τα σφάλματά του ώστε να γίνει καλύτερος. Θέλω να πω, τι νόημα έχει να λες δημόσια ότι μια μετάφραση είναι κακή, αν δεν είσαι διατεθειμένος να δώσεις και μερικά παραδείγματα για να τεκμηριώσεις την άποψή σου; Προσωπικά θα ήθελα να δω περισσότερες κριτικές που να εστιάζουν στη μετάφραση ως δημιουργική συνιστώσα του κειμένου και, όπου αυτό είναι δυνατόν, να την κρίνουν ως προς τη συμβολή και την αποτελεσματικότητά της, και όχι ως προς την κακώς νοούμενη ακρίβεια σε επίπεδο λεκτικής αντιστοιχίας, η οποία άλλωστε σε κάποιες περιπτώσεις δεν μπορεί να υπάρξει, και σε άλλες ίσως να μην είναι καν επιθυμητή.

Αχιλλέας Κυριακίδης
Διαβάζω (αν τις πετύχω), φυλάω (αν το θυμηθώ), δεν θεωρώ ότι υπάρχει, ή, μάλλον, θεωρώ ότι δεν υπάρχει κριτική μεταφράσεων στην Ελλάδα.

Μιχάλης Μακρόπουλος
Τις διαβάζω, μα ποτέ δεν τις φυλάω (αφήστε που ως επί το πλείστον βρίσκονται στο διαδίκτυο). Άλλοτε ναι, υπάρχει, κι άλλοτε όχι. Μια εμπεριστατωμένη κριτική, ωστόσο, απαιτεί δυσεύρετα προσόντα (κι ανεύρετο χρόνο, επίσης): γνώση της γλώσσας του πρωτότυπου, αντιβολή εδώ κι εκεί, αίσθηση της ελευθερίας που πρέπει ο μεταφραστής να πάρει ώστε να μείνει πιστός στο πνεύμα απιστώντας ενίοτε στο γράμμα, αίσθηση του ορίου που επιτρέπεται παρ’ όλα αυτά να αυθαιρετήσει. Ο εβδομαδιαίος και μηνιαίος τύπος, και το διαδίκτυο, δύσκολα τα επιτρέπουν αυτά. Αλλά αρθρογράφοι που ’ναι ευαίσθητοι αναγνώστες, ναι, υπάρχουν.

Αργυρώ Μαντόγλου
Τις διαβάζω όλες τις κριτικές, αλλά δεν θεωρώ ότι υπάρχει ουσιαστική κριτική μεταφράσεων, συνήθως υπάρχει μια κολακευτική αναφορά στον μεταφραστή ή τίποτα. Για να γράψει κανείς αρνητική κριτική για κάποιο βιβλίο θα πρέπει να ασχοληθεί επισταμένως κι αυτό σπανίως συμβαίνει στα καθ’ ημάς.

Ιφιγένεια Ντούμη
Διαβάζω ό,τι αντιληφθώ να έχει γραφτεί για βιβλία που έχω μεταφράσει. Όσο για το αν θεωρώ ότι υπάρχει κριτική της μετάφρασης στην Ελλάδα, απαντώ ξεκάθαρα όχι. Υπάρχει κάπου-ίσως-κάποτε ένα αόριστο κι επαινετικό συνήθως σχόλιο για τη γλώσσα κ.λπ. Και το βρίσκω λογικό. Πώς θα κάνεις κριτική αν δεν έχεις πρόσβαση στο πρωτότυπο; (Για να μην πω αν δεν είσαι μεταφραστής ο ίδιος). Πού θα καταλάβεις, για παράδειγμα, αν οι τόσο εξεζητημένες λέξεις υπάρχουν στο πρωτότυπο ή όχι, αν λείπουν προτάσεις, αν οι δύο παράγραφοι έχουν γίνει μία ή αν άλλο λέει ο συγγραφέας και άλλο η μετάφραση, η οποία παρ’ όλα αυτά ρέει, κυλάει και τα συναφή; Πού θα καταλάβεις αν αυτό το παράξενο αποτέλεσμα που βλέπεις δεν οφείλεται στο ύφος του συγγραφέα αλλά στη γλώσσα του μεταφραστή; Ότι ο τάδε συγγραφέας δεν είναι αυτό που νομίζεις; Και ότι κακώς αναρωτιέσαι γιατί θεωρείται τόσο μεγάλος ή μήπως είσαι ηλίθιος που δεν καταλαβαίνεις τίποτα; Δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετικά, και σε τι θα χρειαζόταν κιόλας δεν ξέρω. Ενδιαφέρει στ’ αλήθεια πολλούς αναγνώστες αυτό; Ή θα αλλάξει κάτι απ’ όλα όσα οδηγούν σε μια μέτρια ή κακή μετάφραση; Και για τα οποία δεν ευθύνεται πάντα ο μεταφραστής; Επιτρέψτε μου να αμφιβάλλω.

Μαρία Ξυλούρη
Το μόνο που ξέρω με σιγουριά είναι ότι έχω κάνει το καλύτερο που μπορώ για να Ακόμα θυμάμαι πόσο με ενθάρρυναν τα πολύ γενναιόδωρα σχόλια της Μαργαρίτας Ζαχαριάδου σε ένα άρθρο της στην Καθημερινή για το πρώτο βιβλίο που μετέφρασα, Τα χίλια φθινόπωρα του Γιάκομπ ντε Ζουτ του Ντέιβιντ Μίτσελ (πολύ περισσότερο που η Μαργαρίτα Ζαχαριάδου δεν είναι απλώς μια πολύ σημαντική μεταφράστρια αλλά έχει η ίδια μεταφράσει τον Μίτσελ και γνωρίζει πολύ καλά τη γλώσσα και τον κόσμο του).
Ωστόσο, οι κριτικές, είτε θετικές, είτε αρνητικές, συνήθως αφορούν το βιβλίο, και η μετάφραση σχολιάζεται τηλεγραφικά και συμπληρωματικά ― αν σχολιάζεται και καθόλου. Η σταχυολόγηση και εν τάχει αναφορά ατοπημάτων δεν νομίζω ότι συνιστά ουσιαστική κριτική (και δεν έχω δει πολλές φορές να γίνεται αντίστοιχη αναφορά των ωραίων επιλογών μιας μετάφρασης), όπως βέβαια δεν συνιστά ουσιαστική κριτική και ο σχεδόν τυποποιημένος έπαινος. Χρειάζεται περισσότερος χώρος για μια καλοπροαίρετη και γόνιμη συζήτηση περί μετάφρασης πέρα από αυτές τις σύντομες, ιμπρεσιονιστικές συνήθως, αναφορές.

Μαρία Οικονομίδου
Φυσικά διαβάζω τις κριτικές για τις μεταφράσεις μου. Στην αρχή τις φύλαγα, τώρα δεν θυμάμαι καν πού τις έχω. Με τον καιρό γίνεται και η ανάγνωση των κριτικών μέρος της εργασιακής ρουτίνας, σιγά σιγά ξεθωριάζει η μαγική δύναμη που ασκούσαν πάνω σου αρχικά. Δεν ξέρω αν υπάρχει στην Ελλάδα μια κουλτούρα κριτικής μεταφράσεων, υπό την έννοια ενός παγιωμένου δικτύου κριτικών ικανού να επηρεάσει την πορεία ενός μεταφρασμένου κειμένου. Νομίζω ότι και εδώ παίζει ρόλο η πρωτότυπη γλώσσα ή η θεματική του βιβλίου. Ακούω, για παράδειγμα, από καιρό σε καιρό να δίνεται μάχη για μια νέα μετάφραση εκείνου του φιλοσοφικού κειμένου ή της άλλης ποιητικής συλλογής. Ο χώρος της ιταλικής παραγωγής είναι εκ των πραγμάτων πιο περιορισμένος.
Πάντως, καλοί κριτικοί υπάρχουν. Θυμάμαι, για παράδειγμα, μια κριτική που είχε γραφτεί για μια μετάφρασή μου. Κατάλαβα αμέσως από τα αποσπάσματα που είχε παραθέσει στο κείμενό του ότι ο συντάκτης του είχε διαβάσει προσεκτικά όχι μόνο το δικό μου μετάφρασμα αλλά και το πρωτότυπο, καθώς και μια παλιότερη μετάφραση. Νομίζω πάντως ότι στο εγγύς μέλλον, και δεδομένων των αλλαγών που πιθανώς επίκεινται λόγω π.χ. της χρήσης της τεχνητής νοημοσύνης ή άλλων τεχνικών μέσων, μια πιο οργανωμένη παρουσία της μεταφραστικής κριτικής σίγουρα θα βοηθήσει σημαντικά.

Γιάννης Παλαβός
Δεν ξέρω πόσοι ασχολούνται σοβαρά με την κριτική της μετάφρασης στην Ελλάδα. Ο ίδιος ο λόγος γύρω από τη λογοτεχνία, ιδίως τώρα με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, δεν είναι ακριβώς ικανοποιητικός. Πραγματικός διάλογος και κριτική γίνονται πια σε λίγα μέρη, σε περιοδικά που μάλλον δεν διαβάζουν και πολλοί πέρα από τους συντάκτες τους. Και σ’ αυτά τα περιοδικά ακόμα, τα οποία συνήθως είναι οχήματα μιας παρέας, γράφουν φίλοι και γνωστοί για φίλους και γνωστούς. Σ’ αυτό το πλαίσιο, το να σχολιάσει κανείς σοβαρά μια μετάφραση, πέρα από γενικόλογα σχόλια όπως «υποδειγματική» ή «ρέει απρόσκοπτα», δεν είναι κάτι σύνηθες. Για τη μετάφραση ενδιαφέρονται περισσότερο όσοι έχουν μεταφράσει και είναι σε θέση να αντιληφθούν τι και πώς έπραξε ο μεταφραστής, και τότε, ιδιωτικά ή σε κάποια ομήγυρη, θα εκφραστούν επί του αποτελέσματος. Για τους υπόλοιπους, δηλαδή για τη μεγάλη πλειονότητα, ο μεταφραστής καθίσταται ορατός μόνο όταν σκοντάψει, και μάλιστα όταν σκοντάψει θεαματικά. Κάτι που, βέβαια, μπορεί να συμβεί και στους καλύτερους. Παρόλ’ αυτά, ασφαλώς και χαίρομαι όταν διαβάζω επαινετικά σχόλια για μεταφράσεις μου: ασχέτως του τι έχει καταλάβει ο σχολιαστής, εγώ που ξέρω πόσος κόπος, χρόνος και πονοκέφαλος προηγήθηκαν, χαμογελώ. Γιατί η λόξα μου δεδικαίωται.

Μαρία Παλαιολόγου
Ναι, αν υπάρξουν τις διαβάζω αλλά δεν τις κρατάω. Όχι, δεν υπάρχει κριτική της μετάφρασης, ο μεταφραστής αγνοείται επιδεικτικά. Σπάνια συναντά κανείς κείμενο που μπορεί να θεωρηθεί τέτοιο. Αν θυμάμαι καλά, μονάχα η Μαρία Παπαδήμα έχει γράψει ορισμένα.

Βασίλης Παπαγεωργίου
Και τις διαβάζω και τις φυλάγω. Για διαφορετικούς λόγους που έχουν να κάνουν είτε με την ουσία είτε την απουσία ουσίας τους.

Κλαίρη Παπαμιχαήλ
Διαβάζω τις κριτικές για τις μεταφράσεις μου και μ’ ευχαριστεί όταν είναι καλές, γιατί αποτελούν μια αναγνώριση του κόπου μου, ειδικά από τους συναδέλφους ή τους απλούς αναγνώστες. Δεν τις φυλάω, ωστόσο, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων. Ελάχιστοι είναι οι πεπαιδευμένοι ώστε να κάνουν ενδελεχή κριτική μεταφράσεων στην Ελλάδα. Συνήθως όταν αρέσει η μετάφραση στον κριτικό/δημοσιογράφο γράφει καλά λόγια, αλλιώς δεν αναφέρεται καθόλου στην ποιότητα της μετάφρασης. Υπάρχουν, φυσικά, και οι αυτόκλητοι κριτικοί, συνήθως λαθοθήρες, που χαίρονται να αναζητούν και να επισημαίνουν 2-3 λάθη ή αστοχίες σε έργα 500-600 σελίδων! Να παρατηρήσω εδώ ότι η μετάφραση αποτελεί μια σειρά επιλογών, αν λοιπόν δεν μας αρέσουν οι συγκεκριμένες επιλογές του μεταφραστή, αυτό δεν σημαίνει πως η μετάφραση είναι λάθος.

Άννα Παπασταύρου
Διαβάζω τις κριτικές. Η αλήθεια είναι ότι στη χώρα μας είναι ελάχιστες έως ανύπαρκτες. Σπάνια θα δει κανείς μια εμπεριστατωμένη και εκτενή κριτική μετάφρασης. Τις περισσότερες φορές μάλιστα δεν γίνεται καμία αναφορά στη μετάφραση ενός βιβλίου. Σε αυτό συμβάλλουν εν μέρει και οι ίδιοι οι εκδοτικοί, οι οποίοι είτε δεν προβάλλουν τον μεταφραστή μη βάζοντας το όνομά του σε εμφανές σημείο στο βιβλίο, είτε δεν τον αναφέρουν πουθενά όταν διαφημίζουν τα βιβλία σε περιοδικά, εφημερίδες, μέσα κοινωνικής δικτύωσης κ.λπ. Όταν δω μια σοβαρή κριτική, τη διαβάζω με πολλή ευχαρίστηση και τη λαβαίνω σοβαρά υπόψη μου.

Νίκος Πρατσίνης
Αν τις βρω ή αν μου τις επισημάνουν, τις διαβάζω. Δεν τις φυλάω. (Δεν έχω φυλάξει καν αντίτυπο από όλα τα βιβλία που έχω μεταφράσει). Πάντως είναι σπάνια —σχεδόν ανύπαρκτη— η (επί της ουσίας) κριτική στη μετάφραση στην Ελλάδα, πέρα από κάτι γενικολογίες, του τύπου η μετάφραση είναι «επιτυχημένη», «ρέουσα», «ωραία»... Μοιραία, κατά κανόνα σχεδόν, ο κριτικός του βιβλίου δεν γνωρίζει την γλώσσα αφετηρίας ή δεν έχει τον χρόνο να ασχοληθεί με το θέμα ή δεν βρίσκει τον λόγο να μπει στον κόπο (ή/και να εκτεθεί ή να χαλάσει καρδιές…). Η κριτική, θετική ή αρνητική, στη μετάφραση ενός λογοτεχνικού βιβλίου καμία σχεδόν σημασία δεν έχει για το αναγνωστικό κοινό, ενώ μικρή είναι και η σημασία της ακόμα για τους «εντός των τειχών», οι οποίοι διαμορφώνουν άποψη με inside πληροφόρηση (από μεμονωμένους συναδέλφους φίλους τους ή από το σινάφι συλλήβδην) είτε ξεφυλλίζοντας το έργο στο βιβλιοπωλείο. Ή και από το site/blog του εκδότη, καθότι, ενίοτε, κάποιες σελίδες παρέχονται σε αυτό δωρεάν, εν είδει dégustation. Ειδικά τα τελευταία χρόνια, που το επίπεδο της συνολικής κριτικής των περισσότερων μεταφρασμένων προϊόντων μυθοπλασίας, ασχέτως της ύπαρξης ή μη μιας κριτικής αποτίμησης του μεταφραστικού αποτελέσματος, είναι εμφανώς χαμηλότερου επίπεδου από ό,τι ήταν πριν (από λίγα μόνο) χρόνια.

Ισμήνη Ραντούλοβιτς
Διαβάζω διάφορες κριτικές βιβλίου και με ενδιαφέρει η γνώμη των ειδικών για τη δουλειά μου, καθώς πιστεύω ότι είναι χρήσιμη και μπορεί να συμβάλει στην εξέλιξή κάθε μεταφραστή. Συνήθως οι «κριτικές» που γράφονται για τις μεταφράσεις στην Ελλάδα είναι μέρος της παρουσίασης ενός βιβλίου, με σύντομη και αποσπασματική αναφορά στη δουλειά του μεταφραστή.

Αγγελική Σιγούρου
Διαβάζω τις κριτικές όταν υπάρχουν. Ωστόσο για λογοτεχνικές μεταφράσεις από τα αραβικά συνήθως δεν συναντά κανείς πολλές κριτικές. Προφανώς αυτό σχετίζεται και με την ιδιαιτερότητα της γλώσσας, καθώς μπορεί μεν να αξιολογηθεί η μετάφραση ως τελικό κείμενο αλλά υπάρχει δυσκολία σύγκρισης με το πρωτότυπο όχι μόνο ως κείμενο αλλά και ως φορέα ενός άλλου πολιτισμού. Νομίζω ότι συχνότερα συναντώ κριτικές που εστιάζουν κυρίως στην περιγραφή και ανάλυση του περιεχομένου του εκάστοτε βιβλίου και ελάχιστα στην ίδια τη μετάφραση.

Θωμάς Σκάσσης
Η κριτική μεταφράσεων είναι σπάνια έως ανύπαρκτη. Ένα πρόβλημα του καιρού μας ―κι όχι μόνο στη λογοτεχνική μετάφραση― είναι η ανυπαρξία διαχωρισμού του ποιοτικού έργου από το χυλό της μετριότητας που καλύπτει τα πάντα.

Σωτήρης Σουλιώτης
Ναι, τις διαβάζω και προσπαθώ να τις φυλάω, αν και συχνά, όπως όλα τα χαρτιά, κάπου χάνονται. Πολλή κριτική των μεταφράσεων στην Ελλάδα δεν υπάρχει, σε σχέση με αυτή για τους συγγραφείς. Ίσως γιατί ο μεταφραστής θεωρείται απλά το όργανο για να αποδοθεί ο ξένος συγγραφέας. Όμως πιστεύω ότι υπάρχει λίγο μεγαλύτερη κριτική μεταφράσεων, ή έστω εστίαση στη μετάφραση, απ’ όσο πριν, από την πλευρά των αναγνωστών, ίσως και των δημοσιογράφων: ψάχνουν να βρουν αν ο μεταφραστής έχει μεταφράσει σωστά, χρησιμοποιώντας ως αφετηρία συχνά την αγγλική μετάφραση. Και αυτό ακόμα δημιουργεί ενίοτε παρερμηνείες, γιατί αλλιώς μεταφράζεται κάτι στα αγγλικά, και αλλιώς π.χ. στα δανικά ή τα νορβηγικά. Όμως γενικά οι κριτικές για τις μεταφράσεις είναι λίγες.

Ευρυβιάδης Σοφός
Διαβάζω τις κριτικές και τις επεξεργάζομαι όταν γίνεται αναφορά στο μεταφραστικό έργο. Υπάρχει περιορισμένη κριτική μεταφράσεων καθώς τις περισσότερες φορές η κριτική αφορά στο πρωτότυπο και όχι στο μεταφραστικό αποτέλεσμα.

Νίκη Σταυρίδη
Ναι, διαβάζω όποτε βρίσκω κριτικές που έχουν γραφτεί για βιβλία που έχω μεταφράσει. Διαβάζω ακόμη και όσα γράφονται σε μπλογκ βιβλιόφιλων, κάποιες φορές με πολλή ευαισθησία και κεραίες υποδοχής για τα βιβλία. Φυλάω τις κριτικές ως μικρά δώρα, και όσες από αυτές είναι εποικοδομητικές, δηλαδή έχουν βάθος και κρίση, τις φυλάω ως μεγάλα δώρα.
Δεν είμαι σε θέση να απαντήσω στο ερώτημα αν υπάρχει κριτική μεταφράσεων στην Ελλάδα. Αν η κριτική της μετάφρασης προϋποθέτει και γνώση της αρχικής γλώσσας ενός κειμένου, τότε πρέπει να πω ότι στην Ελλάδα δεν διαθέτουμε ακόμη ικανό αριθμό ανθρώπων με επάρκεια στην τουρκική γλώσσα και με βαθιά γνώση της ιστορίας της τουρκικής λογοτεχνίας και κουλτούρας οι οποίοι να ασχολούνται επιπλέον και με την κριτική των μεταφρασμένων βιβλίων. Οπότε τα μεταφρασμένα από τα τουρκικά βιβλία κρίνονται κατ’ ανάγκην μόνο ως προς τα ελληνικά τους. Και βέβαια είναι χρήσιμο και αναγκαίο να κρίνονται ως προς αυτό, που οδηγεί και στο αρχικό ερώτημα αυτής εδώ της συνέντευξης «Είναι καλό να ρέει η μετάφραση;» Ναι, είναι καλό να ρέει η μετάφραση και να μη σκοντάφτει η αναγνώστρια/ο αναγνώστης σε παρά/ξενες εκφράσεις, αλλά το ερώτημα ίσως θα εξακολουθεί να παραμένει γύρω από το πόσο γνωρίσαμε έναν/μία συγγραφέα από τη μετάφρασή του…

Βάσια Τζανακάρη
Δεν θα έλεγα ότι γίνονται και τόσες κριτικές για τις μεταφράσεις. Η αναφορά στη μετάφραση συνήθως περιορίζεται στην τελευταία γραμμή μιας βιβλιοκριτικής, ενώ σπανίζουν οι περιπτώσεις που ο συντάκτης έχει διαβάσει το πρωτότυπο. Έχω κρατήσει μια κριτική του Βαγγέλη Χατζηβασιλείου για τη μετάφραση του δοκιμίου Ένα δικό της δωμάτιο, της Βιρτζίνια Γουλφ. Συχνά εκφράζονται απόψεις περί μετάφρασης στα social media, σε μεμονωμένα προφίλ ή βιβλιοφιλικές ομάδες. Ακόμα θυμάμαι ένα σχόλιο από μια αναγνώστρια, η οποία διάβασε ένα βιβλίο που είχα μεταφράσει, πολύ σκοτεινό και σε σημεία δυσάρεστο, με gothic αισθητική, και σχολίασε κάτι του στυλ «Δεν τρόμαξα, το περίμενα πιο θρίλερ. Ίσως φταίει η μετάφραση». Μου είχε φανεί πολύ αστείο.

Αθηνά Ψυλλιά
Διαβάζω ό,τι πέφτει στην αντίληψή μου χωρίς να ψάξω ιδιαίτερα. Δεν έχω φυλάξει κάτι, ίσως τα πρώτα χρόνια να το είχα κάνει μαζί και με πολλά άλλα αντικείμενα, αποκόμματα κλπ. Τώρα, είναι τελείως έξω από τις συνήθειές μου. Δεν μπορώ να απαντήσω συνολικά αν υπάρχει κριτική μεταφράσεων στην Ελλάδα, μπορώ να πω ότι η αναφορά στη μετάφραση είναι συνήθως γενική και συνήθως θετική, ΟΤΑΝ ΤΥΧΟΝ αυτή υπάρχει. Έχω δει δισέλιδο αφιέρωμα, στο «σαλόνι» της εφημερίδας, σε μυθιστόρημα που μετέφρασα, χωρίς καμία αναφορά στη μετάφραση ή έστω στο όνομά μου. Νομίζω ότι η δουλειά παραμένει αφανής. Σε μία περίπτωση, όλα αυτά τα χρόνια, είχα δει συγκεκριμένες παρατηρήσεις πάνω στη μετάφρασή μου ―που μαρτυρούσαν αντιπαραβολή με την αγγλική μετάφραση― και παρότι δεν θα τις υιοθετούσα απαραίτητα, ήταν εύλογες και καλόπιστες.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: