
Αρχές 1969. Δικτατορία των συνταγματαρχών. Σε ένα δώμα της οδού Άρτης 10, στους Αμπελοκήπους, όπου έμενα ως φοιτητής, είχε έρθει ο Γιώργος Μαρκόπουλος, χαρίζοντάς μου το πρώτο του βιβλίο, Έβδομη Συμφωνία. Έκτοτε και αυτός και άλλοι φίλοι ξημεροβραδιάζαμε σ' εκείνο το φοιτητικό μου κατάλυμα, ιδιαίτερα το αρκετά μεγάλο διάστημα που φιλοξενούσα τον ποιητή Λευτέρη Πούλιο. Για την ιστορία, αναφέρω ότι εκεί γνωρίστηκαν με τον Πούλιο, με τον οποίο αργότερα ανέπτυξε σταθερή φιλία (γεγονός που αναφέρεται και στο παρόν βιβλίο του στη σ. 194).
Ο Μαρκόπουλος, ιστορεί στο αυτοβιογραφικό του βιβλίο Σε πλάγιο φωτισμό πως, ερχόμενος από τη μικρή πόλη που βρίσκεται από την αρχαιότητα στην ίδια θέση και ονομάζεται από τους ντόπιους Νησί, δηλαδή την Μεσσήνη της Μεσσηνίας, έγινε ο κοινός παρονομαστής της φιλίας των περισσότερων ποιητών της ποιητικής ομάδας (ας την πούμε της Αμφισβήτησης), της ονομαζόμενης και Γενιάς του '70. Ο Μαρκόπουλος σημάδεψε τα ποιητικά μας πράγματα ήδη με το πρώτο του βιβλίο Έβδομη Συμφωνία.
Από τότε, ευδόκησε στην μακρόχρονη ποιητική του πορεία να διακριθεί και να βραβευτεί πολλές φορές, αφού δεν διολίσθησε ποτέ, από τότε που ήταν μαθητής ακόμη, στην ευκολία και την προχειρότητα, αποφεύγοντας τον αφορισμό του Νάνου Βαλαωρίτη, που είχε πει: «Τα περισσότερα από αυτά που γράφονται δεν είναι ποίηση, αλλά οι γράφοντες θεωρούν τους εαυτούς τους ποιητές. Διαφθείρουν το είδος και καταστρέφουν την έννοια του ποιητή».
Ο Γιώργος Μαρκόπουλος εντάχθηκε από την αρχή στο νέο τότε ρεύμα της ποιητικής και όχι μόνον αμφισβήτησης, δηλαδή στα πρώτα χρόνια του 1970 ή λίγο πριν, όταν με υπερευαισθησία και φόβο, ξεκίνησαν δειλά κάποιες ποιητικές παρέες σε μια συγκλίνουσα αργότερα οργισμένη και ιδιόρρυθμη πορεία, που έπειτα από χρόνια ονομάστηκε Γενιά του '70, γενιά που δημιούργησε «μια νέου τύπου, διαφορετική από το παρελθόν, ποιητική μυθολογία, με βασικά κέντρα της τους ποιητές-σύμβολα της ιδεολογίας και της αισθητικής της γενιάς». Σε αυτές τις παρέες των (σήμερα) επώνυμων αλλά και των τότε σημαντικών (αλλά ίσως επιλεκτικά ξεχασμένων πιά εκτός αγοράς) ποιητών, μαθητής ακόμα, συμπεριλήφθηκε και ο Γιώργος Μαρκόπουλος. Τότε δηλαδή που αυτοί οι καλοί και «ανορθόδοξοι» στην αρχή ποιητές, ήταν και αυτοί αφανείς. Κι αυτό ακριβώς καταγράφει ο Μαρκόπουλος με το αυτοβιογραφικό-ιστορικό βιβλίο του Σε πλάγιο φωτισμό.
Η δύναμη και εν ταυτώ η αξία του βιβλίου αυτού έγκειται ακριβώς σε αυτές τις αναφορές και θεωρώ τιμή μου την αναφορά του και σε μένα, λόγω του ότι με τον Γιώργο, υπήρξε μια ξεχωριστή φιλία που κρατάει ακόμη. Βιωματικές θα πει κανείς αναφορές... Ναι, βιωματικές, που μπορούν να προσθέσουν τώρα, μετά από τόσα χρόνια, πτυχές μιας ποιητικής γενιάς, που ξεχώρισε στην χώρα μας με την ιδιομορφία της, την εγκαθίδρυση νέων ποιητικών ρευμάτων, την ανατίναξη της αρτιοσκλήρυνσης και την χάραξη μιάς νέας ποιητικής.
Ο Γιώργος, συγκρότησε και αυτός πολύ νωρίς τον δικό του ποιητικό κόσμο και λόγο. Δεν είναι τυχαίο που, ο Τάσος Λειβαδίτης σύστηνε τους Πυροτεχνουργούς [εκδ. Τραμ 1979], λέγοντας, ότι «ζούμε τον μικρόκοσμο της ύπαρξης που περιέχει, όπως είναι γνωστό, σε μικρογραφία όλα τα μεγάλα και τερατώδη του μακρόκοσμου», αλλά εγώ παίρνω το θράσος να συστήσω : «Μη σκεπάζεις το ποτάμι» γιατί «Μια φωνή μου φώναζε χθες στον ύπνο / έλα να δεις τα στέκια σου / που έτρεξες – μου έλεγε – παιδί / έλα να δεις τα πρώτα σου χρόνια / και τις πηγές τις δροσερές...».
Τέλος, ως υπενθύμιση θα παραθέσω το τι έγραψε για τον ποιητή ο καθηγητής Θεοδόσης Πυλαρινός: «Πρώτα απ' όλα θα τονίσουμε την τόλμη και την πρωτοτυπία στις θεματικές επιλογές, τη λαϊκή χροιά τους, την αντιρρητική στάση και το υπόρρητο αντιστασιακό πνεύμα που τις διαπερνά», επαναλαμβάνοντας και εγώ, μια φράση που του είχα πει παλιότερα: «Όπου υπάρχει ποιητικός λόγος, πάντα υπάρχει και περίσσευμα ζωής»!!