Η πυργοφόρος Θεά ή Η ρημαγμένη ειμαρμένη

Η πυργοφόρος Θεά ή Η ρημαγμένη ειμαρμένη
Φωτ. αρχείου Τάσος Ζαφειριάδης

Τάσος Ζαφειριάδης, «Ο μάγος Αλκαζάρ», εκδ. Το Ροδακιό, 2025


Ο Μάγος Αλκαζάρ (εκδ. Το Ροδακιό, 2025) είναι η δεύτερη επίσημη ποιητική συλλογή του Τάσου Ζαφειριάδη (1981), δεκαπέντε χρόνια μετά το Χακί χαϊκού, που συνέγραψε μαζί με τον Χριστόφορο Νικολάου. Όπως και στην πρώτη συλλογή, έτσι και σε αυτήν, υπάρχει μία βασική θεματική που διατρέχει όλα τα ποιήματα. Κι αν στα Χακί χαϊκού ο ελληνικός στρατός αποτελούσε την έμπνευση, στον Μάγο Αλκαζάρ είναι η Θεσσαλονίκη, γενέθλιος τόπος του ποιητή.
Στα 27 ποιήματα της συλλογής, ο Ζαφειριάδης δημιουργεί μία ποιητική ανθρωπογεωγραφία της Θεσσαλονίκης· άνθρωποι και γειτονιές του κάποτε συναντούν συλλογικά τραύματα, προσωπικά βιώματα, ερωτικές ματαιώσεις, ειρωνικές αναφορές και πανέξυπνα λογοπαίγνια. Άλλες φορές, ίσως κι εξαιτίας της προαναφερθείσας ανθρωπογεωγραφίας, η συλλογή θυμίζει έναν ιδιόρρυθμο ταξιδιωτικό οδηγό. Ή όπως δηλώνει και ο ίδιος ο ποιητής: «Η καθ’ ημάς Θεσσαλονίκη/ δεν είναι/ η καθ’ υμάς Θεσσαλονίκη».
Τι κάνει λοιπόν τον Μάγο Αλκαζάρ να ξεχωρίζει από τον σωρό; Είναι το καινοφανές της ποιητικής σύλληψης; Μάλλον όχι, δεδομένου πως έχουν προϋπάρξει ποιητές της Θεσσαλονίκης που έχουν μιλήσει με τρόπο γενναίο για την πόλη τους. Είναι οι ερμητικοί συμβολισμοί που κρύβονται πίσω από τους στίχους και τον κρυπτικό υπότιτλο της συλλογής «Είκοσι και έξι χρησμοί, Σκονάκια-Αλοιφές-Φυλαχτά, Προστασία από τα κακά πνεύματα»; Σε κάποιο βαθμό ναι, η απάντηση είναι θετική, αλλά και πάλι ο Μάγος Αλκαζάρ είναι κάτι παραπάνω από ποιητική μυσταγωγία.
Το σημαντικότερο επίτευγμα της συλλογής είναι ότι κινητοποιεί τις αισθήσεις: Εικόνες, ήχοι, μυρωδιές, γεύσεις και χάδια μιας Θεσσαλονίκης τωρινής, καθώς και μίας άλλης, που έχει πια χαθεί για πάντα στην ομίχλη του χρόνου. Οι ακόλουθοι στίχοι από το ποίημα «Αυστροελληνική Εταιρεία Καπνών» είναι ενδεικτικοί του περιεχομένου: «Οσμή τόσο δυνατή/ που διαπερνά το χρόνο/ και φτάνει σ’ εμένα ως σήμερα». Αυτό το συνταίριασμα παρελθόντος και παρόντος μέσω των αισθήσεων, η ώσμωση ανθρώπων και πολιτισμών διατρέχει τη συλλογή άλλοτε με νοσταλγία και τρυφερότητα και άλλοτε με αυτοσαρκασμό, που πολλές φορές κινείται στα όρια της φάρσας.
Αφορμές για τα ποιήματα του Ζαφειριάδη είναι τα περιβόητα τοπόσημα της πόλης (Λευκός Πύργος, Πύργος του ΟΤΕ), οι ιστορικοί δρόμοι (Βασιλέως Ηρακλείου, Εγνατία Οδός), η νυχτερινή ζωντάνια του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου σε αντιδιαστολή προς τη σιγαλιά του νεκροταφείου της Ευαγγελίστριας, το άγαλμα του Βιζυηνού στην ανηφόρα για τις Σαράντα Εκκλησιές, τα στοιχειωμένα δρομολόγια του πρώτου τραμ, το οθωμανικό τέμενος στο Αλκαζάρ, ο Πεντζίκης και οι αβάσταχτες μνήμες του Γιώργου Ιωάννου, ο Νίκος Γκάλης και ο Πάμπλο Γκαρσία, το Μπέη Χαμάμ με τις φολίδες του, οι ομπρέλες του Ζογγολόπουλου, η θέα της Χαλκέων από ψηλά, το ξενοδοχείο «Αστόρια» στην Τσιμισκή, και πόσα ακόμη.
Η συλλογή κλείνει με έναν συγκινητικό φόρο τιμής («μνημόσυνο» το χαρακτηρίζει ο Ζαφειριάδης), με αφορμή το ξερίζωμα του μυθικού δέντρου από το 41ο δημοτικό σχολείο Θεσσαλονίκης. Εκκινώντας από μία ειρωνική/αυτοσαρκαστική αφετηρία, ο Τάσος Ζαφειριάδης αποτίνει τον πρέποντα φόρο τιμής στην παιδική ηλικία μίας ολόκληρης γενιάς: «Οι τελευταίοι που θα το θυμούνται/ Ίσως ένα πρωί μελαγχολήσουν/ για όλο το χαμένο παιχνίδι».
Η σφιχτή θεματική της συλλογής ίσως ξενίσει αρχικά τους μη Θεσσαλονικείς, ωστόσο αυτό δεν αποτελεί εμπόδιο στην κατανόηση, κάθε άλλο: τα ποιήματα αφήνουν χώρο στον αναγνώστη για κάθε είδους ερμηνεία καθώς περιδιαβαίνει ως flâneur ―με τον τρόπο του Γιώργου Ιωάννου― σε μια παλιά και νέα Θεσσαλονίκη. Σκοπός της ανάγνωσης; Να γίνει και ο αναγνώστης ψηφίδα στο ατελείωτο και συνεχιζόμενο μωσαϊκό της πόλης.

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: