Δύο μελέτες με τον ήχο και τον απόηχο του Καρυωτάκη

Δύο μελέτες με τον ήχο και τον απόηχο του Καρυωτάκη

Ευσταθία Δήμου – Χρύσα Φάντη, «Ο Καρυωτάκης στις μέρες μας. Ήχοι και απόηχοι από τη ζωή κα το έργο του», Σμίλη 2024

Το βιβλίο αυτό αποτελεί ενδιαφέρουσα μελέτη αναφορικά με τη ζωή και το έργο του Κώστα Καρυωτάκη και τις επιρροές που έχει ασκήσει σε ποιητές και ποιήτριες μέχρι τις μέρες μας. Το βιβλίο απαρτίζεται από δύο μέρη. Το πρώτο μέρος με τίτλο «Η απόκρυψη του ποιητή. Το σημείωμα αυτοχειρίας του Κ.Γ. Καρυωτάκη και οι ποιητικές του καταβολές» γράφει και αναλύει η Ευσταθία Δήμου. Το δεύτερο μέρος του βιβλίου με τίτλο «Κ.Γ. Καρυωτάκης, Ελεγεία και Σάτιρες. Το στοιχείο της ειρωνείας στην ποίηση του Καρυωτάκη. Αντικατοπτρισμοί και συγγένειες με σύγχρονους Έλληνες ποιητές» έχει τη συγγραφική σφραγίδα της Χρύσας Φάντη.

Η Ευσταθία Δήμου εκκινεί διευκρινίζοντας πως η μέθοδος την οποία ακολουθεί και εφαρμόζει για «την προσέγγιση και ερμηνεία του έργου» του Κ. Γ. Καρυωτάκη είναι η «λεγόμενη βιογραφική μέθοδος, που εντοπίζει στην προσωπική πορεία και διαδρομή του συγγραφέα την εξήγηση των αισθητικών και, ευρύτερα, των καλλιτεχνικών του επιλογών και, πάνω στη βάση αυτή, αποπειράται να τις ανασυνθέσει και να διαπιστώσει την ιδιαίτερη ποιότητα και το στίγμα τους» (σ. 11). Στο πλαίσιο αυτό η Ε. Δήμου μελετά και αξιοποιεί το σημείωμα αυτοχειρίας του Κώστα Καρυωτάκη, το οποίο συνέταξε ο ποιητής, πριν αυτοκτονήσει, στην Πρέβεζα, στις 21 Ιουλίου 1928. Η συγγραφέας επιχειρεί μια διεισδυτική ανάγνωση της ψυχικής και βιογραφικής πτυχής του Καρυωτάκη, με κεντρικό άξονα το «Σημείωμα», το οποίο αντιμετωπίζει ως ένα λογοτεχνικό κείμενο που συνομιλεί με το έργο του ποιητή και συμπυκνώνει τα αισθητικά και υπαρξιακά του αδιέξοδα. Μέσα από το κείμενο αυτό, η Δήμου αναζητά τις «υπόγειες φλέβες» που συνδέουν τη γραφή με τον βίο, φωτίζοντας τις διαρκείς συγκρούσεις του Καρυωτάκη. Επίσης, επισημαίνει πως το σημείωμα δεν είναι μόνο προσωπική εξομολόγηση, αλλά ένας τελευταίος, συνειδητός ποιητικός χειρισμός, όπου η τραγικότητα συμβαδίζει με τη γλωσσική ακρίβεια και την αισθητική πειθαρχία. Έτσι, αναδεικνύεται η βαθιά συνέπεια ανάμεσα στο έργο και το τέλος του ποιητή, καθώς και το πώς η αυτοχειρία του μετατρέπεται σε τελικό σχόλιο πάνω στην ανθρώπινη μοίρα και την αδυναμία του να συμβιβαστεί με μια κοινωνία που θεωρούσε άδεια και ψευδεπίγραφη.
Η Δήμου μελετώντας ενδελεχώς το ύφος και το περιεχόμενο του σημειώματος ανακαλύπτει βασικά στοιχεία τα οποία συναντά ο μελετητής/-τρια και ο/η αναγνώστης/-στρια στο ποιητικό έργο του δημιουργού. Η ειρωνική και σαρκαστική διάθεση, η βαθιά τραγικότητα, η αίσθηση της ματαιότητας και της διάλυσης, η ταλάντευση ανάμεσα στην παιδικότητα, από τη μία, και σε μια αίσθηση γήρατος, από την άλλη, συνιστούν κύρια χαρακτηριστικά που συνθέτουν το καρυωτακικό ποιητικό σύμπαν. Η συγγραφέας εστιάζει στα στοιχεία του ιδιόχειρου σημειώματος, τα οποία έχουν κεντρική θέση στην ποίηση του Κ. Καρυωτάκη: «Ιδανικός και αυτόχειρ» (σσ. 17 – 18), «Περιέργεια και φαντασία» (σσ. 18 – 19), «Αίσθηση και αδυναμία» (σσ. 20-24), «Η μάχη με την πραγματικότητα» (σσ. 24 - 29), «Ο ίλιγγος του κινδύνου» (σσ. 29 – 31), «Έρμαια ιδανικών» (σσ. 31-35) και «Η χαρά ως χάρισμα» (σσ. 36-39). Η Δήμου δεν αρκείται στην απομόνωση των θεματικών μοτίβων που ανιχνεύει στο σημείωμα της αυτοχειρίας, αλλά τα εντάσσει σε έναν ευρύτερο διάλογο με το ποιητικό έργο του Καρυωτάκη και την κριτική που έχει παραχθεί γύρω από αυτό. Για κάθε μοτίβο που αναδύεται ―από την εικόνα του ιδανικού αυτόχειρα έως τη μάχη με την πραγματικότητα και τον ίλιγγο του κινδύνου― η συγγραφέας ανατρέχει σε αντίστοιχα ποιήματα, αναδεικνύοντας με ποιον τρόπο αυτά λειτουργούν ως καθρέφτες της ίδιας υπαρξιακής αγωνίας που συμπυκνώνεται στο τελευταίο κείμενο του ποιητή. Παράλληλα, ενσωματώνει σχόλια μελετητών και κριτικών, προκειμένου να στηρίξει την ερμηνεία της και να αναδείξει τη συνοχή ανάμεσα στη βιογραφική πράξη και τη λογοτεχνική παραγωγή. Η Δήμου καταφέρνει να προσδώσει στο σημείωμα αυτοχειρίας τη σημασία ενός κομβικού κειμένου που φωτίζει εκ νέου το σύνολο του καρυωτακικού έργου.

Στη δεύτερη μελέτη η Χρύσα Φάντη εστιάζει στο έργο Ελεγεία και Σάτιρες, «τρίτη και τελευταία ποιητική συλλογή του Καρυωτάκη, που εκδόθηκε ένα χρόνο πριν την αυτοχειρία του» (σ. 55), αναδεικνύοντας τους αντικατοπτρισμούς και τις συγγένειες με σύγχρονους Έλληνες ποιητές και ποιήτριες, μέσα από το έργο των οποίων αναδεικνύεται η διαχρονικότητα του καρυωτακικού βλέμματος. Όπως διατυπώνει η Φάντη:

«Χωρίς αμφιβολία, το έργο του Καρυωτάκη επέδρασε καθοριστικά στην ποίηση των μεταγενέστερων, τόσο ως καταγγελία της αστικής παρακμής και της κοινωνικής ματαιότητας, όσο και ως καταφύγιο για την προσωπική τους μελαγχολία και απαισιοδοξία. Η καυστική ματιά, άλλοτε ορατή και άλλοτε υποδόρια, με αποκορύφωμα την ειρωνεία και τον σαρκασμό του επιθανάτιου έργου του, Ελεγεία και Σάτιρες, αποτέλεσε γόνιμο έδαφος πάω στο οποίο πολλοί -αν όχι οι περισσότεροι- κατάφεραν να στηρίξουν, να εκθέσουν και να αναπτύξουν μια δική τους ηθική και ποιητική θέαση.» (σσ. 59-60)

Μέσα από συγκρίσεις και κριτικές αναφορές, η Φάντη δείχνει με ποιον τρόπο το στοιχείο της ειρωνείας και της σαρκαστικής διάθεσης, η αίσθηση διάψευσης και η κοινωνική κριτική του Καρυωτάκη εξακολουθούν να τροφοδοτούν και να επηρεάζουν βαθιά τις σύγχρονες ποιητικές φωνές. Στη μελέτη της αναφέρεται διεξοδικά και συστηματικά σε ποιητές και ποιήτριες της δεκαετίας του ’70, του ’80 και του ’90, μέχρι και σήμερα, σκιαγραφώντας μια ποιητική γενεαλογία όπου το έργο του Καρυωτάκη λειτουργεί ως σιωπηρός συνομιλητής. Εστιάζει όχι τόσο σε εξωτερικές μορφικές ομοιότητες, αλλά στον κοινό υπαρξιακό παλμό: στην ατμόσφαιρα απαισιοδοξίας, στο πικρό χιούμορ, στην πεισιθάνατο ειρωνεία και στον κοινωνικά φορτισμένο σκεπτικισμό που χαρακτηρίζουν και τους/τις νεότερους/-ες ποιητές/-τριες. Όπως σημειώνει χαρακτηριστικά: η συνάφεια εντοπίζεται όχι «στη μορφή, αλλά στην ατμόσφαιρα, τη διάθεση και κυρίως το πικρό χιούμορ και την πεισιθάνατο ειρωνεία του» (σ. 62). Μέσα από επιλεγμένα αποσπάσματα σύγχρονης ποίησης, η Φάντη καταφέρνει να γεφυρώσει δημιουργικά το παρελθόν με το παρόν, προτείνοντας τον Καρυωτάκη ως έναν ποιητή διαρκώς επίκαιρο και ερμηνευτή της ανθρώπινης αγωνίας και κοινωνικής παραδοξότητας.
Το πλούσιο και προσεκτικά επιλεγμένο φωτογραφικό υλικό, το οποίο περιλαμβάνεται στο βιβλίο, δεν λειτουργεί απλώς ως αισθητική προσθήκη, αλλά ως ουσιαστικό μέρος της ερμηνευτικής πρότασης των δύο συγγραφέων. Οι φωτογραφίες από τη ζωή του Καρυωτάκη, τα σκίτσα και τα πορτρέτα του συνθέτουν ένα εικαστικό αφήγημα, το οποίο συνομιλεί με τα κείμενα και προσφέρει στον/στην αναγνώστη/-στρια μια πιο άμεση επαφή με την εποχή και την προσωπικότητα του ποιητή. Ιδιαίτερη σημασία έχουν τα δημοσιεύματα εφημερίδων για την αυτοκτονία του, που αποκαλύπτουν όχι μόνο τον συγκλονισμό της κοινής γνώμης, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο κατασκευάστηκε η δημόσια εικόνα του Καρυωτάκη μετά τον θάνατό του, στοιχείο κρίσιμο για την κατανόηση της πρόσληψης του έργου του. Τέλος, η παρουσία του χειρόγραφου ποιήματος «Αισιοδοξία» προσδίδει στο βιβλίο τη συγκίνηση της άμεσης επαφής με τη δημιουργική πράξη. Μέσα από τη γραφή του ποιητή αποτυπώνεται η αντίφαση ανάμεσα στο ειρωνικό περιεχόμενο του τίτλου και στην υπαρξιακή του αγωνία. Έτσι, το εικαστικό υλικό συμβάλλει ουσιαστικά στη διαμόρφωση μιας ολιστικής ανάγνωσης, όπου βίος και λόγος συναντώνται σε ένα ενιαίο ερμηνευτικό πλαίσιο.

Το βιβλίο προσφέρει μια διεισδυτική, ευαίσθητη και σύγχρονη ματιά στο έργο και τη μορφή του Κώστα Καρυωτάκη. Μέσα από τη βιογραφική και ψυχολογική ερμηνεία της Ευσταθίας Δήμου και τη φιλολογική, διακειμενική ανάλυση της Χρύσας Φάντη, ο ποιητής αποκαλύπτεται όχι ως μια μελαγχολική φιγούρα του παρελθόντος, αλλά ως ζωντανή και ενεργή παρουσία στον σημερινό ποιητικό και στοχαστικό λόγο. Η μελέτη αυτή υπενθυμίζει ότι ο Καρυωτάκης δεν ανήκει μόνο στην εποχή του, αλλά και στη δική μας· είναι ένας ποιητής επίκαιρος, ανήσυχος και βαθιά ανθρώπινος ― ένας συνομιλητής των υπαρξιακών και κοινωνικών αγωνιών κάθε εποχής. Σε αυτό το πλαίσιο, το έργο αυτό καθίσταται ιδιαίτερα χρήσιμο για τη μελέτη της σύγχρονης ελληνικής ποίησης, υποδεικνύοντας γόνιμες διαδρομές κατανόησης του τρόπου με τον οποίο το παρελθόν επανέρχεται και διαμορφώνει το παρόν της λογοτεχνικής έκφρασης.

 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: