«Τελειώσαμε» μου λέει. Μου χαμογελά και κάνει ένα αστείο σχόλιο για το επίθετό μου, έξυπνο, διακριτικό, σχεδόν κάτι σαν κοπλιμέντο
Είμαι η Ντόρις Λέσινγκ. Σήμερα γίνομαι πενήντα χρονών. Θα ζήσω πολλά χρόνια ακόμα, θα γράψω αναρίθμητα κείμενα, θα ταξιδέψω...
Η μαύρη χήρα στεκόταν όρθια στο πλευρό του νεκρού και σκούπιζε τα δάκρυά της με το μεταξωτό μαντήλι που της είχε κάποτε χαρίσει.
Εδώ θα ’ρθει, όταν πεθάνει, πλήρης ημερών αχαριστίας. Τον ονομάζουμε σκοτεινό κήπο. Είναι ο ειδικός χώρος για τους αχάριστους
Θα ήταν λιγότερο επώδυνη η ιδέα του Κακού αν δεν υπήρχε ο φθόνος. Σε αυτήν την περίπτωση μάλλον δε θα υπήρχε και ο άνθρωπος
Όπως πάνε τα πράγματα, δεν αποκλείεται να γίνω σταθμάρχης στην Μποχόριτσα. Έχω βρει τον τρόπο.
Έπρεπε να παραδεχθεί ότι βρισκόταν μπροστά σε ένα κρύσταλλο όπου την έβλεπε την ίδια στιγμή που εικονιζόταν ο ίδιος
Τι θα ’λεγες, Τρελέ μου; / Και για την εποχή μας; / Ποιος ο πιο διαυγής της / ομιλητικός καθρέφτης;
Θα ήταν αδύνατον να διανοηθεί κανείς το ιδεόγραμμα ενός φεγγαριού, ενώ το ιδεόγραμμα της Σελήνης ένα ποίημα καθ’ εαυτώ
Ψίχουλα να πετάει αυτή να τρώει αυτός. Να τα κατασπαράζει ύπουλα από απόσταση να μη τον παίρνεις χαμπάρι.
Δάση κάθετα βαθυπράσινη διάρκεια & εθυγράμμιση που η εμπειρία τους ήθελε υπομονή & υπενθύμιση πως η παιδική τους ψυχή τα θυμάται
Άσε να ξαφνιάζονται οι μίζεροι / απ ’την τόλμη μου, / όσο θέλουν. // Έγινε το θαύμα στην ελευθερία μου.