Η επί του όρους ματαιότης

Η επί του όρους ματαιότης

Το πένθος της Δευτέρας

Ψωμί με σύρμα.

Πενθώ μπροστά στην ανημπόρια μας:
Το καλύτερο φιλί δεν θα επιφέρει τίποτα.
Η καλύτερη μεταφορά δεν θα επιφέρει τίποτα.
Ο γενναιόδωρος δεν θα εκτιμηθεί.
Ο καλός πατήθηκε.
Ο τελευταίος και στα έσχατα.

Απ’ το παράθυρο φαίνεται η δύναμη του αέρα
να τσακίζει δέντρα.
Να τα διπλώνει σαν μασίστας.
Είτε σίδερο είτε χαρτί, το ίδιο είναι.
Όπως και να ’χει, εγώ τώρα το απόγευμα
πενθώ την ανημπόρια μας.

Η ασταθής πυξίδα

Μονάχα η μνήμη, το ψυγείο.

Πάντα αναρωτιέται κανείς για αυτά που χάθηκαν.
Το βραδινό ποδόσφαιρο στην άδεια παραλία,
μια ανοιξιάτικη εκδρομή στα πεύκα της Βραυρώνας,
μια εταιρεία που έφτιαχνε ωραία πατατάκια,
ο έρωτας για το καστανόλευκο κορίτσι του φούρνου,
ένας χωματόδρομος με σανδάλια και γλυκό ανανά.
Υπήρχε ας πούμε αυτό το παιδί, ο Κώστας Κατζούρης,
που είχε πιάσει μια σαύρα. Ήταν κοντός.
Μια μέρα ακούσαμε πως πνίγηκε μόνος του ή μετακόμισε
με τους δικούς του ή λιποθύμησε στο μονοήμερο χιόνι
ή τον απήγαγαν ή κρύφτηκε στους υπονόμους
κάτω απ’ την Κατεχάκη ή τον δάγκωσε οχιά ή κοιμήθηκε
και δεν μπορούσε πάντως να ξυπνήσει.
Αργότερα καταλάβαμε πως όλα αυτά είναι συνώνυμα.
Πως δεν θα ξαναδούμε ούτε τον Κώστα.

Η επί του όρους ματαιότης

Εικονόγριφος

Αύτανδρα παιδιά με κάστρα.

Το κύμα άπλωσε

το χέρι του

και σβήσαν.  

———————————————

Juliane

Το παιχνίδι με την κλεψύδρα.

Η αδελφή μου ήταν μια κατάξανθη κούκλα
πάντα τη ζήλευα
που έπαιζε με τις φίλες στον κήπο τους
είχε μπούκλες
όταν εμείς βγαίναμε στις διαδηλώσεις
γιατί κάτι δεν άλλαζε.

Μου σχιζόταν η καρδιά να τη βλέπω
να χτυπάει ινσουλίνη
με μικρές βελόνες
ακόμα και τα βράδια
όλα γίνονταν δύσκολα
έπρεπε παντού να προσέχει
δεν βγήκε ποτέ μόνη ένα Σάββατο.

Πέθανε όταν τέλειωσε το λύκειο και 
κράτησε το χαρτί
είχε ένα πρόβλημα στους πνεύμονες
έτσι λέγαμε
καλή μαθήτρια.

Ξέρω σε ποιο σημείο του υπογείου
φυλάξαμε το κουτάκι με τις ενέσεις
τις μικρές βελόνες
τις πεσμένες κόκκινες γόβες
το πάπλωμα.

Η επί του όρους ματαιότης

Μια παράλογη απλότητα

Η ουσία, που δεν βρίσκεται στον εαυτό της.

Ποιον εννοεί, ποιον περιβάλλει η αγάπη
όταν ο άλλος φύγει;

Είδα να σε βάζουν στο φέρετρο, ήμουν μπροστά
όταν κατέβηκες στο εγκάρσιο χώμα,
είδα τα λουλούδια να ρίχνονται,
είδα αυτούς που έπρεπε να παραστούν
κι αργήσαν με τους επικήδειους στις δουλειές τους
και κοίταζαν κλεφτά ξένα ρολόγια.  

Κι όμως μπορώ και σου μιλώ,
σου λέω ακόμα τι με κούρασε  
και σου διαβάζω στίχους.

Βέβαιο για την καρδιά
δεν είναι το αποδειγμένο,
αλλά αυτό που δεν αλλάζει
ούτε τρομάζει
όταν το αμφισβητείς:  

Υπάρχω κι υπάρχει το συναίσθημα.
Νιώθω το ίδιο και εννοώ εσένα
όταν σ’ το δίνω.

Η επί του όρους ματαιότης

Για ένα παιδί της γειτονιάς που πέθανε το ΄85

Θύμιο,

δεν παίξαμε ποτέ μαζί.


————————————————————

Ο καλλιτέχνης

Εμείς κι αυτός, εμείς κι ο κάμπος.

Μια μέρα πέρασε απ’ το χωριό μας ο μέγας Λιουκ Τόσμπι,
ο Λιουκ Τόσμπι «ο κεραυνός», σκεφτείτε,
πέρασε απ’ τα δικά μας χωριατόσπιτα του κάμπου.
Ο δήμαρχος του πήγε δυο τενεκέδες κομπόστα,
τον παρακάλεσε να δώσει μια παράσταση
μπροστά στο περσινό πανί του θερινού,
μα δεν του αρέσαν οι γυναίκες μας –  
να τραγουδήσει αδύνατον με τέτοια πρόσωπα και πόδια.
Λιγόλογος ο μύθος ζήτησε ζωντανά ποντίκια
για τα φίδια του, μπήκε στο φορτηγάκι του με τις κουρτίνες
και πήγε Βαλτιμόρη, έτσι ψιθύρισε σε κάποιο αυτί
κι εκείνο αμέσως κάπου το ’πε.  

Δεν πειράζει, Λιουκ Τόσμπι, δεν πειράζει καθόλου,
πέρασες απ’ τον κάμπο μας, ήπιες μια κόκα-κόλα στα όρθια
χάζεψες λίγο τα κορίτσια μας, κάτι ψιθύρισες μιανής
και τράβηξες για Βαλτιμόρη.  

( Aπό την ανέκδοτη συλλογή: Τα μικρά γεγονότα  

ΒΡΕΙΤΕ ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΟΥ Αλέξιου Μάινα ΣΤΟΝ ΙΑΝΟ.

 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: