Η επιστροφή στο λευκό & άλλα ποιήματα


Η επιστροφή στο λευκό
(στη Φωτεινή Βασιλοπούλου)*

Περίσσευε στο σύνολο
των μολυβιών·
μολύβι, αναντίρρητα,
κι αυτό, μα χρήση του δεν έβρισκα.
Η κόλλα ήτανε πάντα λευκή
και το πολύ όταν το πίεζες
να εκβιάσεις χρώμα
είτε η μύτη έσπαζε
είτε την κόλλα πλήγωνες.

Μια σχέση εχθρική, θαρρείς,
ανάμεσα σε όμοια· είτε το ένα
είτε το άλλο κατέγραφαν την ήττα
σ’ αυτή την αναμέτρηση
με τη φθορά της ύλης.

Δεν είναι αυτή μια σχέση
που αρέσει στα παιδιά,
όσο τα λούζει η λάμψη του ανόμοιου,
είτε πραγμάτων που φιλιώνουν
μεταξύ τους στο παιχνίδι,
είτε ματώνουν στα πεδία
χάρτινων μαχών.

Είναι νωρίς ακόμα
για να δουν
το μαύρο το ατέλειωτο
της νύχτας πώς γυρίζει, κυρτωμένο,
όπως το κάθε τι που φαίνεται ατέρμονο,
σ’ ένα λευκό εκτυφλωτικό,
μια έκλαμψη του τέλους —
τότε που ο άνθρωπος μετέχει
της μοίρας των πραγμάτων
γιατί δε βλέπει· βλέπεται.

Σκέφτομαι ωστόσο, την όχθη αυτή
έχοντας πια περάσει, ασπρίζοντας,
θέλω να πω, ο ίδιος, το μολύβι αυτό,
το άχρηστο παλιότερα, και την επιμονή του
μια έκφραση πέρα απ’ το χρώμα
να ζητά, ίχνος αντί για όψη,
την ερμηνεία να καλεί, που ’ναι ένα βλέμμα
απ’ το βλέμμα διάφορο.

Τι είναι αυτό που υπάρχει
όταν δεν υπάρχει άλλο
απ’ το λευκό στο γερασμένο
του μυαλού τοπίο;
Κι όταν
με χέρια που βαστάν ακόμα,
ο άνθρωπος γράφει κόλλες ολόκληρες
για τη δική του εξάλειψη
στο ελάχιστο;

Κάποιες φορές
αυτόν τον ήχο πέρα απ’ τον ήχο
ζήτησα· στο κρύσταλλο στο χιόνι
ν’ ακούσω ό,τι ακούγεται
χωρίς αυτιά,
ενδότερα, σε πιο βαθιά συχνότητα.

Εκεί και τώρα σκάλα-σκάλα κατεβαίνω,
πιο άηχα με κάθε αράδα,
και πιο αλαφροπάτητα, μην το τρομάξουμε
αυτό που όνομα δεν έχει
και δεν γνωρίζουμε.

Μην το τρομάξουμε
τώρα που με τα χέρια του μιλά,
τώρα που πέρα απ’ τη σιωπή
επιστρέφει, και ζωγραφίζει,
στο κάτοπτρό του πάνω, στο γυαλί,
τ’ άφατο πρόσωπό του.

*Ο τίτλος του ποιήματος παραπέμπει τόσο στο ποίημα «Λευκό στο λευκό» της ομότιτλης συλλογής του γράφοντος (Ενύπνιο 2021), όσο και στο ποίημα της Φωτεινής Βασιλοπούλου «Σπουδή στο λευκό», (μέρος του σπονδυλωτού ποιήματος Finis Litterae, Αμείλικτο Νερό, Εκδόσεις των Φίλων 2019), το οποίο πραγματεύεται τις συνέπειες της νόσου Αλτζχάιμερ στην ασθενή και τους οικείους/φροντιστές της.




Τοπογραφία
(στον Σταύρο Σταμπόγλη)**

Η μέρα ακολουθεί την τεθλασμένη πτήση εντόμου προς
τον εμπλουτισμό

Τον είδα να κωπηλατεί
λευκός, πανί απ’ τον τρόμο,
τα δάχτυλά του κόκκινα
έσφιγγαν τα κουπιά με δύναμη
εφτά ούριοι άνεμοι τον σπρώχναν,
τον συνέδραμαν. Πίσω του
βυθιζόταν μία ήπειρος
που είχε φανταστεί,
γινόταν ξέρες, βράχια ύπουλα
ώσπου έμεινε μόνο μια κορφή, η πιο ψηλή
κι έλαμπε σαν φάρος και καλούσε.

Ποιος δαίμονας τον είχε σπρώξει
να μιλήσει στους Θεούς!
Πώς θα κατόρθωνα
τη βυθισμένη χώρα του να περιγράψω
το βάρος που τη βούλιαξε
πώς να μετρήσω;

Αυτός χαμογελούσε τώρα, επέστρεφε
απ’ τη ζωή του προς το μέλλον.
Εγώ κοιτούσα την κορφή,
δίσταζα για τα βάθη
μέσα μου ετοιμαζόμουν
τοπογραφικά
για μιαν αποκοτιά.

**Ο στίχος εντός εισαγωγικών είναι του Σταύρου Σταμπόγλη, από το «Ατελής Οδύσσεια», Ατελές Κολλάζ, εκδ. Κουκκίδα 2020.


Η λογική ανάπτυξη του άνθους

(στη Στέλλα Δούμου)***

Οι στήμονες σπινθήρες, αμόνι τρυφερό
σφυρί αέρινο. Φλογίζεται χωρίς καπνό
μια χώρα χλόης.

Το υπερώο φωνήεν, υψωμένο,
θάλλον, όλα τα σύμφωνα του εντόμου
κατακτήσεις, συνέργειες μεταφοράς
και περιουσίες της συχνότητας
της ημιδιαφανούς μεμβράνης,
που καθρεφτίζει στο γυαλί το φύλλο.

Το άνθος αναπτύσσεται στον χώρο παραβολικά:
πτυχές
βασιλικού μανδύα, στίγματα αίματος,
εκσπερματίσεις άφωνες, ύμνοι, υμένες.

Η εποχή της αίρεσης
που έρχεται: ότι δεν υφίσταται το Εν
ουτ’ Αποκάλυψη, μόνο αυτό που γίνεται
και αίρεται εκστατικό στην ευωδία του.

***Το ποίημα αποτελεί διάλογο με το αδημοσίευτο ποίημα «Αντιστίξεις» της Στέλλας Δούμου.

 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: