Το αθέατο όχημα της ποίησης

Το αθέατο όχημα της ποίησης

——————
Θανάσης Χατζόπουλος, Η στάση του πελαργού, Στερέωμα 2022
——————

 

Απλές λέξεις για να παγιδευτούν τα βασικά ερωτήματα που μπορούν να τεθούν για το ποιητικό φαινόμενο, χρησιμοποιεί ο ποιητής και μεταφραστής, παιδοψυχίατρος και ψυχαναλυτής Θανάσης Χατζόπουλος. Κείμενα έκτασης από 2 έως 5 σελίδες συνήθως, μικροδοκίμια που συμπληρώνουν και προεκτείνουν το ένα το άλλο, μέσα από την επεξεργασία ορισμών, ιδεών και θέσεων για την κατάσταση των πραγμάτων σήμερα, με μια πεισματική εστίαση σε εκείνη τη βαθύτερη επικράτεια αναφοράς της ποίησης, που επιτρέπει διεργασίες φανέρωσης, αποκάλυψης ή πιο απλά συνάντησης, χωρίς ποτέ να είναι εφικτή μια πλήρης χαρτογράφηση των διαδρομών και των συνδέσεων που συμμετέχουν στη μυστική, ή από άλλες απόψεις ιδιωτική, συνομιλία με ένα έργο.
Τι είναι η ποίηση; Ποιος ο τόπος του ποιήματος; Από τι αποτελείται ένα ποίημα; Οι ερωτήσεις, φαινομενικά απλές, συγκροτούν το βασικό περίγραμμα μιας προσιτής οντολογίας της ποίησης και μιας αντίστοιχης τοπογραφίας επίσης. Ο Χατζόπουλος αναδεικνύει τα δομικά στοιχεία (λέξεις, σχήματα), τη συνδεσμολογία και τις κινήσεις του λόγου ως βασικές προϋποθέσεις κατανόησης της εργασίας της ποιητικής γλώσσας μέσα από μια διπλή προοπτική: αυτή του ποιητή και αυτή του αναγνώστη. Σε αυτό το προπλασματικό όχημα κατανόησης συμμετέχουν διαυγείς (κάποιες φορές αφοριστικές) παρατηρήσεις για το πολιτισμικό και το πνευματικό, επιλέγοντας διαφορετικές θέσεις μέσα στον χρόνο και ως προς τον χρόνο. Οι αναφορές σε ποιητές και συγγραφείς, κατά κύριο λόγο του 20ου αιώνα, υποστηρίζουν και δίνουν ένα σαφές σχήμα στις αναζητήσεις του Χατζόπουλου.
Η ποίηση αντιμετωπίζεται ως οργανισμός που διαθέτει λογική, αίσθημα, που έχει τα δικά του όρια συνοχής και ανεκτικότητας στη βία της παρέμβασης, στην παρέκκλιση της ανάγνωσης. Σε αυτόν τον οργανισμό συμμετέχει και ο ίδιος ο ποιητής και η εποχή του, διανύσματα που δεν εναρμονίζονται απαραίτητα (και δεν χρειάζεται να εναρμονίζονται) δημιουργώντας απορητικά σχήματα ανάγνωσης που συγκλίνουν, υπό όρους πάντα, σε μια ανοιχτότητα της κατανόησης: απορία, παράδοξο, κατάφαση του αναπόδραστου διπόλου απουσίας – παρουσίας. Από την άλλη, εξαιρετικές προσεγγίσεις όπως αυτή στο μικροδοκίμιο με τίτλο Γραμματοχώρος, με έμφαση στις κατασκευαστικές δυνατότητες που θέτει στη διάθεση του ποιητή ο χώρος της σελίδας, εξισορροπούν τις τάσεις φυγής που φέρει εγγενώς η ποίηση, αλλά και επιβεβαιώνουν την αισθητική, κατά βάση, αντίσταση στους κυρίαρχους (πρακτικούς, καθημερινούς ή πιο κρίσιμα, ιδεολογικούς) μηχανισμούς κατανόησης.
Για παράδειγμα, μέσα από την πραγμάτευση του φαινομένου της λογοκρισίας, ο Χατζόπουλος θέτει εύστοχα τη σημασία της ποίησης, την οποία συνδέει με μια ακραιφνή επανάσταση «στο πεδίο της γλώσσας και του νοήματος» αλλά και με «μια προσπάθεια διαρκούς νοηματοδότησης αυτού που βρίσκεται πέρα από το νόημα ή στα όριά του. Μια μάχη στα σύνορα της γλώσσας, μια πάλη ακριτική με την ύλη του κόσμου, με αυτό που ακόμη δεν έχει όνομα και δεν έχει περιληφθεί σε σχέσεις λέξεων και νοημάτων» (σελ. 114).
Η δύναμη της ποιητικής γλώσσας επιβεβαιώνεται μέσα από την επίκληση ενός άλλου, αντιδιαμετρικού, παραδείγματος: η ποίηση του Πάουλ Τσέλαν. Εκεί, έχουμε την πρόθεση μιας καταστροφής, όχι της κριτικής λειτουργίας της ποίησης, αλλά των παγιωμένων σχέσεων ανάμεσα σε κώδικα και λόγο. Η μεταφορά που χρησιμοποιεί ο Χατζόπουλος προς αυτή την κατεύθυνση είναι ίσως η πιο δυνατή (μαζί με τη στάση του πελαργού, τίτλος του βιβλίου και της ομώνυμης ενότητας στο εσωτερικό του βιβλίου) που υπάρχει στο πόνημά του: «Πρόκειται για δημιουργική καταστροφή και αναδημιουργία. Και ο Πάουλ Τσέλαν υπήρξε οριακός ποιητής ως προς αυτό. Έγραψε ποίηση στις εσχατιές της γλώσσας και της ζωής, στις οποίες κινδύνεψε –για χάρη μας– να χαθεί. Και χάθηκε. Λειτούργησε εν μέρει σαν το μικρό παιδί που διαλύει ένα παιχνίδι για να δει τι έχει μέσα» (116, η έμφαση δική μας).
Ως καταληκτικό σχόλιο θα έλεγα ότι ο λόγος του Χατζόπουλου είναι ακριβής, διαγράφει τροχιές ενσωματώνοντας κάθε φορά νέα στοιχεία στις διερωτήσεις του, προσπαθεί να κινηθεί προς την περιφέρεια της προβληματικής του ώστε αυτή να γίνει πιο ευκρινής αλλά και να επανέλθει σε μια συνθήκη ανοικείωσης με τον κόσμο εντός του οποίου δρομολογείται το έργο και η σκέψη του ποιητή. Πολύ εύστοχα θα χαρακτηρίσει ο Χατζόπουλος τη σχέση του ποιητή με τα ποιήματά του ως πεπρωμένο, ως μια ιδιαίτερη σχέση, ως μια ιδιαίτερη φυλακή. Από αυτή την άποψη, το αθέατο όχημα της ποίησης, βασική μεταφορά του οποίου αποτελεί ο πελαργός, οφείλει να λάβει μια προκαταρκτική μορφή, να ενταχθεί σε ένα προσωπικό σύστημα συντεταγμένων. Τότε μόνο, ο ποιητής μπορεί να αντιληφθεί το ιστορικό και δημιουργικό δυναμικό του έργου του, που στην ουσία του, είναι το δικό του, μοναδικό, σύστημα σχέσεων με τη ζωή και την αλήθεια.

 

 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: